Για μία ισχυρή «καταιγίδα» ανατιμήσεων το φθινόπωρο προετοιμάζεται η αγορά του κλάδου. Οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ παρέλαβαν τους νέους τιμοκατάλογους χονδρικής από τις προμηθεύτριες εταιρείες τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, με ανατιμήσεις οι οποίες σε κάποιες περιπτώσεις φθάνουν το 40% και ορίζοντα εφαρμογής τους στο ράφι από τις πρώτες εβδομάδες του Σεπτεμβρίου. Αλλά πολλές είναι και οι προαναγγελίες ανατιμήσεων χονδρικής τον Σεπτέμβριο, οι οποίες αναμένεται να περάσουν στο ράφι τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο. Tο πότε ακριβώς και σε τι βαθμό θα θέσουν τα σούπερ μάρκετ σε ισχύ τις νέες ανατιμήσεις είναι συνάρτηση των συμφωνιών τους με τους προμηθευτές, αλλά και του διαθέσιμου στοκ στις αποθήκες κάθε αλυσίδας, που αγοράστηκε σε τιμές χαμηλότερες των προς εφαρμογή νέων τιμοκαταλόγων. Σε κάθε περίπτωση οι αγοραστές των αλυσίδων πιέζουν τη βιομηχανία για περισσότερες παροχές και εκπτώσεις, σε μια προσπάθεια μερικής μείωσης των πραγματικών αυξήσεων με τις οποίες παραλαμβάνουν τις νέες παραγγελίες, αναπληρώνοντας τα αποθέματά τους. Πρόκειται για αυξήσεις τιμών οι οποίες αποτελούν συνέχεια των ήδη πολλών κύκλων ανατιμήσεων, που άρχισαν από πέρυσι το καλοκαίρι, όταν η ζωή του εμπορίου άρχισε σταδιακά να αποκαθίσταται μετά το σοκ των lockdowns για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Την περίοδο εκείνη ο συνδυασμός της αυξημένης ζήτησης αγαθών με την περιορισμένη προσφορά τους από τους παραγωγούς, αλλά και τα προβλήματα στη διακίνηση των εμπορευμάτων, άρχισαν να πιέζουν ανοδικά τις τιμές. Με την πάροδο των μηνών οι προμηθευτικές εταιρείες εξαναγκάστηκαν, πιεζόμενες πλέον και από την αύξηση του κόστους των πρώτων υλών, να προβαίνουν σε επαναληπτικούς κύκλους ανατιμήσεων, οι οποίες εντάθηκαν μετά το ξέσπασμα της ρωσο-ουκρανικής πολεμικής κρίσης, που έκτοτε γονατίζει την ευρωπαϊκή οικονομία ως ενεργειακή κρίση.

Βαραίνουν τα είδη σούπερ μάρκετ στον πληθωρισμό
Οι επαναλαμβανόμενες ανατιμήσεις στη χονδρική και η σταδιακή μεταφορά τους στη λιανική οδήγησαν φέτος το καλοκαίρι τον εσωτερικό πληθωρισμό των σούπερ μάρκετ στο επίπεδο του 11%. Έτσι η συμμετοχή των αγαθών καθημερινής ανάγκης στη διαμόρφωση του εθνικού πληθωρισμού είναι πλέον εξαιρετικά μεγάλη.

Ενδεικτικά του κλίματος που επικρατεί, είναι τα στοιχεία για την εξέλιξη του πληθωρισμού τον Ιούλιο, ο οποίος μπορεί να μειώθηκε στο 11,6% από 12,1% το Ιούνιο, ωστόσο αυξήσεις τιμών μεγαλύτερες του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή καταγράφηκαν –πέραν από τα ενεργειακά προϊόντα (φυσικό αέριο 178,9%, πετρέλαιο θέρμανσης 65,1%, ηλεκτρικό ρεύμα 55,8%, τελικά προϊόντα πετρελαίου 33%, στερεά καύσιμα 9%)– σε μια σειρά από προϊόντα καθημερινής κατανάλωσης. Χαρακτηριστικές ήταν οι ανατιμήσεις κατά 27,3% στα βρώσιμα έλαια (περιλαμβανομένου και του ελαιόλαδου) και τα λίπη, κατά 16,7% στα κρέατα και τα δημητριακά, κατά 16,4% στα αυγά και τα γαλακτοκομικά, κατά 13,4% στα λαχανικά, κατά 11,4% στη ζάχαρη, τον καφέ και το τσάι, ενώ μικρότερες, αλλά αισθητά υψηλές ήταν και οι ανατιμήσεις στα λοιπά τρόφιμα, όπως στις σοκολάτες κατά 5,3% και στα ψάρια κατά 3,6%.

Ποιες είναι οι νέες ανατιμήσεις
Το τι θα επακολουθήσει από άποψη ανατιμήσεων στο ράφι προδιαγράφεται και από τον Γενικό Δείκτη Τιμών Παραγωγού στη Βιομηχανία, ο οποίος τον Ιούλιο παρουσίασε αύξηση 35,6% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του περυσινού Ιουλίου (έναντι αύξησης 13% το 2021 σε ετήσια βάση). Ειδικότερα, σύμφωνα με δηλώσεις ανώτατων στελεχών της αγοράς στο σελφ σέρβις, η λίστα των βασικότερων ανατιμήσεων που θα περάσουν στο ράφι το φθινόπωρο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα παγωτά (4%), τα κατεψυγμένα λαχανικά (10%), τις κονσέρβες (13,5%), τα καλλυντικά (8%), τα προϊόντα περιποίησης προσώπου και σώματος (1,5%-40%), βασικές κατηγορίες τυποποιημένων τροφίμων (14%), τα χαρτικά (4%-15%), τις φρυγανιές και άλλα συναφή προϊόντα (2%-5%), τις μαργαρίνες (4%-14%), τις μπίρες (5%), τα γαλακτοκομικά (5%-13%), τα αλλαντικά (0,5%-11%), τα μπισκότα και τα γλυκίσματα (2%-18%), τους καφέδες (4%-6%), τις σερβιέτες (5%-10%), τα ρύζια (3%), τις συσκευασμένες σάλτσες (2%-29%), τα απορρυπαντικά (4%-14%), τα τυροκομικά (9%-11%), τα γάλατα (6%), τα γιαούρτια (8%), τα βούτυρα (έως 16%), τις κρέμες γάλακτος (έως 9,5%), τις κατεψυγμένες ζύμες (6%), τα έτοιμα φαγητά (9%) και τα αυγά (4%-5%). Όπως τονίζουν οι μάνατζερ, «η καταιγίδα των ανατιμήσεων δεν πρόκειται να κοπάσει, όσο συνεχίζεται ο πόλεμος Ρωσίας και Ουκρανίας και όσο η Ευρώπη απειλείται με ενεργειακό μπλακάουτ».

Στη ζυγαριά ανατιμήσεις/έσοδα
Αν και σε αυτή τη φάση τα έσοδα του κλάδου διατηρούνται σε ανοδική τροχιά εξαιτίας του πληθωρισμού, οι διακινούμενοι όγκοι εξελίσσονται ελαφρώς πτωτικοί. Εφόσον, όμως, τα νοικοκυριά δεν αντέξουν τις ισχυρότατες πλέον πιέσεις από τις συνεχιζόμενες ανατιμήσεις σε όλο το φάσμα της αγοράς, κατά πάσα πιθανότητα θα υποχρεωθούν να κάνουν μεγαλύτερες περικοπές και στις αγορές αγαθών καθημερινής ανάγκης, αλλάζοντας εντέλει την τροχιά των εσόδων των σούπερ μάρκετ προς τα κάτω. Για την ώρα τα νοικοκυριά στις καθημερινές τους αγορές επιλέγουν προϊόντα χαμηλότερου κόστους, ώστε να περιορίζουν τις επιπτώσεις στους μηνιαίους προϋπολογισμούς τους. Εφόσον η κατάσταση εκτραχυνθεί εν όψει ενός σκληρού χειμώνα, τον οποίο πλέον «υπόσχονται» απροσχημάτιστα οι ευρωπαϊκές ηγεσίες, θεωρείται βέβαιο ότι τα νοικοκυριά θ’ αρχίσουν να περικόπτουν σε μεγαλύτερο βαθμό τις αγορές τους, με σοβαρότατες συνέπειες για τα συνολικά έσοδα της αγοράς.

Ανοίγει ο νέος κύκλος αναδιάρθρωσης του κλάδου
Δεν είναι λίγοι όσοι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, προειδοποιώντας ότι, εφόσον οι επιχειρήσεις του κλάδου αρχίσουν να αισθάνονται την πίεση στον τομέα των εσόδων τους, θα βγουν στην επιφάνεια τα προβλήματα της ρευστότητας και του σταδιακού «κοκκινίσματος» των καθαρών αποτελεσμάτων, ενώ η ανησυχία πολλών επιχειρηματιών θα μετατρέπεται προοδευτικά σε αγωνία. Το πρώτο χτύπημα θα το υποστεί, η «μεσαία ζώνη» της κλαδικής αγοράς, η οποία αξιολογείται ως η πιο ευάλωτη στον ανταγωνισμό. Τότε είναι που, όπως εκτιμούν ανώτατα στελέχη των αλυσίδων, θα ανοίξει ο νέος κύκλος αναδιάρθρωσης του μικρομεσαίου δυναμικού του κλάδου, με πρωταγωνιστές στις εξαγορές τις ισχυρότερες αλυσίδες.

Σε αυτή τη φάση, πάντως, όλες οι επιχειρήσεις του κλάδου εστιάζουν τις μέριμνές τους σε δύο πεδία: Του περιορισμού του λειτουργικού τους κόστους, προκειμένου να μετριάζουν κατά το δυνατόν το βάρος των ανατιμήσεων στο ράφι χάριν της διατήρησης της ανταγωνιστικότητας καθενός, και της συντήρησης των μεριδίων τους στην αγορά, σε μια περίοδο που η σημασία των απωλειών κάθε αλυσίδας μεγεθύνεται. Πολλά στελέχη επισημαίνουν ότι η πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μεικτού μισθού στα 713 ευρώ και η σχεδιαζόμενη από την κυβέρνηση νέα αύξησή του στις αρχές του 2023 επιβαρύνει περαιτέρω τα κόστη λειτουργίας των αλυσίδων, τα οποία ως γνωστόν συμμετέχουν με υψηλό ποσοστό στο λειτουργικό κόστος του κλάδου. Αλλά θα μπορούσε να γίνει αλλιώς;