Οι συνθήκες κρίσης στην εγχώρια οικονομία υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να γίνονται επιλεκτικές και πιο δημιουργικές στις στρατηγικές που υιοθετούν στον τομέα της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης, στρεφόμενες σε δράσεις χαμηλού κόστους μεν αλλά υψηλής αξίας, εξηγεί σε συνέντευξή του στο σελφ σέρβις ο κ. Πάκης Παπαδημητρίου, διευθυντής Εταιρικής Ποιότητας στο Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, αντιπρόεδρος της διοίκησης του CSR Hellas και πρόεδρος της Επιτροπής ΕΚΕ του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου.

Όπως επισημαίνει ο κ. Π. Παπαδημητρίου, η εθνική στρατηγική για την ΕΚΕ είναι χρήσιμη, εφόσον λειτουργεί ως κατευθυντήρια γραμμή, χωρίς να επιβάλλει στις επιχειρήσεις να παρεκκλίνουν από τον εθελοντικό χαρακτήρα της ΕΚΕ, στη βάση της δημιουργίας βιώσιμης και διαμοιραζόμενης αξίας. Επίσης, τονίζει ότι οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ (SDGs) και η εταιρική υπευθυνότητα δεν αφορούν μόνο τις μεγάλες ή τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, αλλά το σύνολο της επιχειρηματικής δραστηριότητας, άρα και τις μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

    σελφ σέρβις: Πώς πρέπει να συνδέονται οι στρατηγικές ΕΚΕ με τη βιώσιμη ανάπτυξη και τους σχετικούς στόχους του ΟΗΕ;

Πάκης Παπαδημητρίου: H παγκόσμια στροφή στη βιώσιμη ανάπτυξη επιφέρει αλλαγές στη νοοτροπία και τη στρατηγική των επιχειρήσεων. Τα θέματα υπεύθυνης επιχειρηματικότητας δεν αντιμετωπίζονται πλέον ως αποκομμένες ή περιφερειακές δραστηριότητες, ενώ οι αρχές και οι καλές πρακτικές της βιώσιμης ανάπτυξης ενσωματώνονται ως αναπόσπαστο μέρος της επιχειρηματικής στρατηγικής και της εταιρικής διακυβέρνησης. Οι 17 Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs) των Ηνωμένων Εθνών αναφέρονται στις πλέον πιεστικές οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις του πλανήτη και δίνουν μια κατεύθυνση προς ένα οικουμενικά αποδεκτό μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης.

Οι εν λόγω στόχοι απαιτούν τη συνεργασία κυβερνήσεων, επιχειρήσεων και της κοινωνίας των πολιτών. Ο τρόπος με τον οποίο συνδέονται αυτοί με τις επιχειρηματικές προτεραιότητες είναι πολυδιάστατος. Οι στόχοι του ΟΗΕ βοηθούν τις επιχειρήσεις να αναγνωρίσουν και να αξιολογήσουν εξωγενείς κινδύνους, που απειλούν την αποδοτικότητα και τη σταθερότητα. Οι περιβαλλοντικές και οι κοινωνικές προκλήσεις περιορίζουν την ανάπτυξη. Οι εταιρείες, συνεπώς, επωφελούνται από τη διαχείριση των μακροπρόθεσμων κινδύνων, παραμένοντας μπροστά από νομοθετικές, κανονιστικές αλλαγές και προστατεύοντας την ανταγωνιστική θέση τους. Παράλληλα, αναδεικνύονται επιχειρηματικές ευκαιρίες από την αποτελεσματική αντιμετώπιση των παγκόσμιων οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών προκλήσεων. Είναι σημαντικές οι αναφορές στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ για τις ευκαιρίες που δημιουργούνται, ευθυγραμμίζοντας τις επιχειρηματικές λύσεις με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης, καθώς έτσι αναμένεται να «ξεκλειδώσουν» οικονομικοί πόροι μέσα από τις νέες αγορές, τις επενδύσεις και την καινοτομία και να δημιουργείται σημαντικός αριθμός νέων θέσεων εργασίας. Η διαφάνεια στη δημοσιοποίηση της «μη οικονομικής απόδοσης» αποκτά ιδιαίτερη σημασία για μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων ενόψει των νέων απαιτήσεων του Ν.4403/2016 σε προσαρμογή της σχετικής Ευρωπαϊκής Οδηγίας του 2014. Σε εφαρμογή του νέου πλαισίου, η έκθεση διαχείρισης οφείλει να περιγράφει τη μη-χρηματοοικονομική κατάσταση για περιβαλλοντικά, εργασιακά θέματα και οι Απολογισμοί Βιωσιμότητας (βάσει διεθνών προτύπων) δεν αφορούν πλέον μόνο λίγες και μεγάλες επιχειρήσεις.

Δέσμευση σε ένα πλαίσιο αρχών

    σ. σ.: Πώς θα περιγράφατε ένα συνοπτικό οδικό χάρτη για την πιο αποτελεσματική κατάρτιση προγράμματος ΕΚΕ, με ενσωματωμένους τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης;

Π. Π.: Ένα από τα πρώτα βήματα που μπορεί να κάνει μια επιχείρηση που επιθυμεί να ασχοληθεί στρατηγικά με την ΕΚΕ και τη Βιώσιμη Ανάπτυξη είναι να δεσμευτεί σε ένα πλαίσιο αρχών, όπως το Οικουμενικό Σύμφωνο (UN Global Compact – UNGC). Στη Ελλάδα το Οικουμενικό Σύμφωνο εκπροσωπείται από το Τοπικό Δίκτυο UNGC υπό την αιγίδα του Δικτύου CSR Hellas. Ενδεικτικά, ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών (ΔΑΑ) έχει προσχωρήσει στο Οικουμενικό Σύμφωνο από το 2008 και έχει αναλάβει την υποχρέωση να δημοσιοποιεί τη συνεχή βελτίωση των επιδόσεών του ανά ενότητα του Συμφώνου σε ετήσια βάση. Συγκεκριμένα, η εταιρεία υιοθετεί και στηρίζει τις αρχές βιωσιμότητας, που αναφέρονται στα ανθρώπινα δικαιώματα, στις εργασιακές σχέσεις, στο περιβαλλοντικό αποτύπωμα της εταιρείας και στην καταπολέμηση της διαφθοράς. Επιπλέον ο ΔΑΑ αναγνωρίζει τη συμβολή των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ, δηλαδή της «Ατζέντας 2030», στη συλλογική προσπάθεια για την αντιμετώπιση των κρίσιμων κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών προκλήσεων σε παγκόσμια κλίμακα.


Δράσεις χαμηλού κόστους αλλά υψηλής αξίας

    σ. σ.: Πόσο διατεθειμένες είναι οι ελληνικές επιχειρήσεις, ζώντας για χρόνια τις δυσκολίες της ύφεσης, να λειτουργούν κοινωνικώς υπεύθυνα;

Π. Π.: Είναι σαφές ότι η συνεχιζόμενη ύφεση δημιουργεί κλίμα ανησυχίας και επιβάλλει περιορισμούς στα προγράμματα εταιρικής υπευθυνότητας, όπως, άλλωστε, σε όλες τις κατηγορίες εξόδων της επιχείρησης. Δεν πρέπει, όμως, να αφήσουμε την κρίση να μας γυρνά πίσω, στην εποχή που η απόδοση των επιχειρήσεων μετριόταν αποκλειστικά με οικονομικούς όρους. Δεν πρέπει να ακυρώσουμε τις μέχρι τώρα προσπάθειες για θετική επίδραση των επιχειρήσεων στην κοινωνία και στο περιβάλλον. Οι συνθήκες επιβάλλουν να γινόμαστε πιο επιλεκτικοί, πιο δημιουργικοί, στρεφόμενοι σε δράσεις χαμηλού κόστους αλλά υψηλής αξίας, όπως είναι τα προγράμματα εθελοντισμού, η διάχυση της γνώσης κ.λπ. Μέσα από κάθε κρίση προκύπτουν ευκαιρίες. Στη σημερινή συγκυρία έχουμε την ευκαιρία να αναδείξουμε την ουσία της εταιρικής υπευθυνότητας, η οποία είναι η επένδυση στο περιβάλλον που μας φιλοξενεί με στάση συνέπειας και ρεαλισμού.

Περί εθνικής στρατηγικής επιχειρηματικής κοινωνικής υπευθυνότητας

    σ. σ.: Θεωρείτε ότι η χώρα μας θα έπρεπε να διαθέτει εθνική στρατηγική στον τομέα της Ε.Κ.Ε., στηρίζοντας με κίνητρα ανάλογες εταιρικές δράσεις;

Π. Π.: Η εθνική στρατηγική είναι χρήσιμη, εφόσον λειτουργεί ως κατευθυντήρια γραμμή, χωρίς να επιβάλλει στις επιχειρήσεις να παρεκκλίνουν από τον εθελοντικό χαρακτήρα της ΕΚΕ, στη βάση της δημιουργίας βιώσιμης και διαμοιραζόμενης αξίας. Ως συνέχεια προηγούμενων –όχι επιτυχημένων– προσπαθειών για την κατάρτιση εθνικής στρατηγικής για την ΕΚΕ, η εισαγωγή των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs) αποτελεί μια ευκαιρία ορθολογικής προσέγγισης βάσει διεθνώς αποδεκτών αρχών. Όπως αναφέρει η πρόσφατη έκθεση του ΣΕΒ (Συμβούλιο Βιώσιμης Ανάπτυξης, Ιανουάριος 2018), η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε από τον Ιούνιο του 2017 ένα γενικό πλαίσιο εθνικών προτεραιοτήτων, που καλύπτει και τους 17 SDGs και για τις οποίες προβλέπεται να αναπτυχθούν οι κατάλληλες πολιτικές δράσεις και νομοθετικές ρυθμίσεις. Δεσμεύτηκε δε να παρουσιάσει την πρώτη εθνική Έκθεση Αξιολόγησης τον Ιούλιο φέτος.

Συνεργασία και ρεαλισμός

    σ. σ.: Πώς σχολιάζετε τη δυναμική της κοινωνικής επιχειρηματικότητας στην εγχώρια αγορά;

Π. Π.: Τα τελευταία 15 χρόνια υπάρχει μια σημαντική δραστηριότητα δικτύωσης και συνεργασίας των επιχειρήσεων γύρω από το θέμα της ΕΚΕ και της Βιώσιμης Ανάπτυξης. Η συνεργασία είναι απαραίτητη ώστε να μπορέσουν να τεθούν τα ζητήματα της βιωσιμότητας στη σωστή τους βάση και να αντιμετωπίζονται ως αναπόσπαστο μέρος της επιχειρηματικότητας. Τα προγράμματα ΕΚΕ των επιχειρήσεων εξελίσσονται σε πιο ρεαλιστική βάση, συγκριτικά με την προ κρίσης εποχή, εστιάζοντας περισσότερο σε πραγματικά προβλήματα. Μέσω επιχειρηματικών φορέων όπως το CSR Hellas παρακολουθούνται οι ευρωπαϊκές και διεθνείς εξελίξεις γύρω από την ΕΚΕ και την υπεύθυνη επιχειρηματικότητα, ενώ μεταφέρεται η φωνή των ελληνικών επιχειρήσεων στον ευρύτερο διεθνή διάλογο για την επίτευξη της κερδοφορίας, με σεβασμό στον άνθρωπο, την κοινωνία και στο περιβάλλον. Είναι θεμιτό οι επιχειρήσεις να συνεργάζονται, ενσωματώνοντας τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης στις καθημερινές δραστηριότητές τους. Θα απαιτηθεί χρόνος και προσπάθεια για να γίνουν κατανοητά τα οφέλη και οι επιδράσεις των στόχων του ΟΗΕ στις επιχειρήσεις. Τα SDGs, όπως και η εταιρική υπευθυνότητα γενικότερα, δεν αφορούν μόνο τις μεγάλες ή τις πολυεθνικές επιχειρήσεις. Αφορούν το σύνολο της επιχειρηματικής δραστηριότητας, άρα και οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις βρίσκουν πεδίο εφαρμογής, αλλά και οφέλη που σχετίζονται με την εξωστρέφεια, την εφοδιαστική αλυσίδα κ.λπ. Οι επιχειρηματικοί φορείς καλούνται να παρακολουθούν τις εξελίξεις σχετικά με θέματα της βιωσιμότητας, ώστε να προσδίδουν τη μέγιστη αξία στα μέλη τους-επιχειρήσεις που επιθυμούν να εξελιχθούν στο σημερινό ανταγωνιστικό περιβάλλον. Ειδικά, λοιπόν, για τις μικρότερες επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα σημαντική η συνεργασία μεταξύ των επιχειρηματικών φορέων, ώστε να διαχέεται η γνώση και να διευκολύνεται η προσπάθεια των μελών τους στα επόμενα βήματά τους.