Οι σκανδιναβικές αγορές καταγράφουν σημαντική αύξηση της ζήτησης για ποιοτικά και αυθεντικά ελληνικά τρόφιμα. Η αξιοποίηση αυτής της δυναμικής απαιτεί στρατηγική προσέγγιση, σε βάθος γνώση των τοπικών καταναλωτικών προτιμήσεων και προσαρμογή των προϊόντων στις ειδικές ανάγκες των βορειοευρωπαϊκών αγορών. Όπως επισημαίνει η Jenny Peters, Business Growth Officer της σουηδικής Food Collective, η συνεργασία με εξειδικευμένους τοπικούς εταίρους (από την ανάπτυξη προϊόντων έως τη διανομή και την εμπορική στρατηγική) αποτελεί κρίσιμο παράγοντα επιτυχίας για τις ελληνικές επιχειρήσεις που θέλουν να εδραιώσουν την παρουσία τους στην περιοχή.
Σκανδιναβία αναδεικνύεται σε μία από τις πιο στρατηγικές αγορές για ελληνικές επιχειρήσεις, ιδιαίτερα στον κλάδο των τροφίμων και ποτών. Οι χώρες του Βορρά συνδυάζουν υψηλό βιοτικό επίπεδο, ώριμο καταναλωτικό κοινό και έντονο ενδιαφέρον για αυθεντικά προϊόντα, ενώ διαθέτουν προηγμένα συστήματα logistics και ψηφιακής διασύνδεσης, προσφέροντας σημαντικά επιχειρησιακά πλεονεκτήματα σε παραγωγούς και προμηθευτές που δραστηριοποιούνται εκεί. Η οικονομική δομή της περιοχής χαρακτηρίζεται από υψηλή ανταγωνιστικότητα, ισχυρό κατά κεφαλήν εισόδημα και πρωτοπορία σε καινοτομία και ψηφιακές τεχνολογίες. Παρά τις ήδη σταθερές εμπορικές σχέσεις με την Ελλάδα, υπάρχουν σημαντικές ευκαιρίες για περαιτέρω ανάπτυξη, ιδίως στους τομείς των delicatessen προϊόντων, των τροφίμων και των ποτών.
Η επιτυχημένη είσοδος και ανάπτυξη στις σκανδιναβικές αγορές απαιτεί στρατηγικό σχεδιασμό και εκτενή γνώση της αγοράς. Όπως σημειώνει η Jenny Peters, Business Growth Officer της σουηδικής Food Collective, «ένα προϊόν υψηλής ποιότητας δεν είναι αρκετό. Η επιτυχία προϋποθέτει στρατηγική τοποθέτηση, κατανόηση των τοπικών προτιμήσεων και προσαρμογή των προϊόντων στις ανάγκες της αγοράς». Με πολυετή εμπειρία στον κλάδο FMCG, σε αγροτικούς συνεταιρισμούς και στην ανάπτυξη καινοτόμων τροφίμων, η Jenny Peters και η Food Collective παρέχουν ολοκληρωμένες υπηρεσίες για την είσοδο και ανάπτυξη των επιχειρήσεων στη Σκανδιναβία, από την ανάπτυξη προϊόντος και το market positioning έως τη διανομή και την εμπορική στρατηγική.
σελφ σέρβις: Ποιοι παράγοντες καθιστούν μια συνεργασία μεταξύ προμηθευτών και σούπερ μάρκετ πραγματικά επιτυχημένη στη σκανδιναβική αγορά, και ποια είναι τα κρίσιμα σημεία για τους Έλληνες προμηθευτές που θέλουν να αναπτυχθούν σε αυτήν;
Jenny Peters: Οι επιτυχημένες συνεργασίες βασίζονται σε κοινό στρατηγικό όραμα, ανοιχτή επικοινωνία και επιχειρησιακή ευελιξία. Για παράδειγμα, η συνεργασία μας με τη Food Studio οδήγησε σε τοποθετήσεις σε μεγάλες αλυσίδες λιανικής στη σκανδιναβική αγορά, δημιουργώντας νέες ευκαιρίες ανάπτυξης και ενισχύοντας την παρουσία της μάρκας. Τα πιο εντυπωσιακά αποτελέσματα προκύπτουν συχνά μέσα από κοινή καινοτομία, είτε μέσω ανάπτυξης νέων προϊόντων είτε με στρατηγική και άμεση ανταπόκριση στις μεταβαλλόμενες τάσεις της αγοράς. Οι Έλληνες προμηθευτές που επιδιώκουν να επεκταθούν στη Σκανδιναβία πρέπει να δώσουν έμφαση στη δημιουργία ισχυρών σχέσεων με τους retailers, στην κατανόηση των αναγκών τους και στην προσαρμογή των προϊόντων και της επικοινωνίας της μάρκας στις προτιμήσεις των Σκανδιναβών καταναλωτών. Ένα προϊόν που έχει επιτυχία στην εγχώρια αγορά δεν εγγυάται αυτόματα αντίστοιχη απήχηση στο εξωτερικό, ακόμη και εντός Ευρώπης, όπου οι προτιμήσεις, οι πολιτισμικές συνήθειες και η στρατηγική branding διαφέρουν σημαντικά.
ΙΔΕΕΣ ΠΟΥ ΑΠΟΔΙΔΟΥΝ
σ.σ.: Μπορείτε να μοιραστείτε ένα project ή προϊόν του Food Collective που διαφοροποιήθηκε σημαντικά στην αγορά ή συνέβαλε στην αναδιαμόρφωση της αντίληψης για ένα «κλασικό» προϊόν, και ποιο ήταν το επιχειρηματικό αποτέλεσμα αυτής της καινοτομίας;
J.P.: Έχουμε αρκετά projects για τα οποία είμαστε περήφανοι, αλλά θα ξεχώριζα τους ζωμούς οστών της Food Studio. Πρόκειται για ένα premium και καινοτόμο προϊόν που, παρά τον αυξανόμενο ανταγωνισμό, ξεχωρίζει χάρη στην εξαιρετική του ποιότητα (το βασικό στοιχείο για επιτυχημένη διανομή). Ανάλογη στρατηγική ακολουθήσαμε με το Colombe Salt από τη Σικελία. Ένα premium προϊόν με εντυπωσιακό σχεδιασμό, αλλά ταυτόχρονα προσιτό σε τιμή, γεγονός που το καθιστά ελκυστικό για διανομείς και λιανικές συνεργασίες. Σε ευρύτερη κλίμακα, είμαστε ιδιαίτερα υπερήφανοι για την αλλαγή που φέραμε στον κλάδο μέσω στρατηγικής καθοδήγησης της CEO μας, Jenny Köpper. Υπό την καθοδήγησή της, ανοίξαμε ένα νέο κανάλι εμπορίου για ουκρανικές εταιρείες, επιτρέποντάς τους να λανσάρουν τα προϊόντα τους στη Σουηδία τον Οκτώβριο φέτος. Αυτό δείχνει ότι η αγορά είναι ανοιχτή σε καινοτομία όταν η στρατηγική προσέγγιση μπορεί να υποστηρίξει ανάπτυξη και θετικό επιχειρηματικό αντίκτυπο.
σ.σ.: Η βιωσιμότητα αποτελεί πλέον βασική απαίτηση στην αγορά. Ποιες είναι οι κύριες προκλήσεις στο να ισορροπήσει μια επιχείρηση την περιβαλλοντική υπευθυνότητα με την εμπορική επιτυχία, και μπορούν οι ελληνικές εταιρείες να μετατρέψουν αυτές τις προκλήσεις σε στρατηγικό πλεονέκτημα;
J.P.: Η εξισορρόπηση της βιωσιμότητας με τους εμπορικούς στόχους απαιτεί σαφή στρατηγική και ανοιχτή επικοινωνία με τους συνεργάτες. Η μεγαλύτερη πρόκληση συχνά είναι η ευθυγράμμιση των πρακτικών της εφοδιαστικής αλυσίδας με τις απαιτήσεις των λιανεμπόρων, διατηρώντας παράλληλα την κερδοφορία. Οι Έλληνες προμηθευτές μπορούν να αντλήσουν γνώση από την προσέγγισή μας επενδύοντας σε πιστοποιήσεις, διαφανείς διαδικασίες προμήθειας και συνεχή βελτίωση. Η επιτυχία προκύπτει από την απόδειξη του πραγματικού αντίκτυπου και την οικοδόμηση εμπιστοσύνης τόσο με τους λιανεμπόρους όσο και με τους καταναλωτές. Επιπλέον, σε πολλές αγορές η τιμή έχει αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία. Η σχέση αξίας-τιμής είναι σημαντική λόγω της οικονομικής αστάθειας και της τάσης για απευθείας πώληση στον καταναλωτή.
ΛΑΘΗ ΠΟΥ ΚΟΣΤΙΖΟΥΝ
σ.σ.: Αν μπορούσατε να δώσετε μία στρατηγική συμβουλή σε Έλληνες προμηθευτές που στοχεύουν σε διεθνή ανάπτυξη, ποια θα ήταν; Ποια είναι τα πιο συχνά λάθη που πρέπει να αποφύγουν όταν εισέρχονται σε νέες αγορές;
J.P.: Η βασική μου συμβουλή για τους Έλληνες προμηθευτές είναι να επενδύσουν χρόνο στην κατανόηση των ιδιαίτερων απαιτήσεων κάθε αγοράς και στη δημιουργία ισχυρών τοπικών συνεργασιών, που μπορούν να υποστηρίξουν την εμπορική ανάπτυξη και την αξιοπιστία της μάρκας. Συχνά παρατηρείται ότι οι επιχειρήσεις υποτιμούν τις διαφοροποιήσεις σε νομοθεσία και πρότυπα, παραλείπουν να επενδύσουν στην ταυτότητα της μάρκας και δεν προσαρμόζουν τα προϊόντα τους στις τοπικές γευστικές προτιμήσεις, γεγονός που περιορίζει τις δυνατότητες επιτυχίας. Οι Έλληνες προμηθευτές μπορούν να αυξήσουν σημαντικά τις πιθανότητες επιτυχίας επενδύοντας σε συστηματική έρευνα αγοράς και καταναλωτή, διασφαλίζοντας τη συμμόρφωση με τους τοπικούς κανονισμούς και δημιουργώντας μια αυθεντική ιστορία γύρω από το προϊόν, που αναδεικνύει την ελληνική ταυτότητα και ποιότητα.
«ΤΙ ΔΕ ΣΑΣ ΛΕΝΕ ΟΙ ΤΑΣΕΙΣ»
σ.σ.: Πώς προβλέπετε ότι θα εξελιχθεί η ευρωπαϊκή αγορά τροφίμων τα επόμενα χρόνια, και ποιες τάσεις θεωρείτε πιο κρίσιμες για τους προμηθευτές που στοχεύουν σε διεθνή ανάπτυξη;
J.P.: Η ευρωπαϊκή αγορά τροφίμων αναμένεται να υποστεί σημαντικό μετασχηματισμό, με τη βιωσιμότητα, τα προϊόντα υγιεινής διατροφής και την ψηφιοποίηση να βρίσκονται στο επίκεντρο. Οι προμηθευτές καλούνται να προσαρμοστούν σε αυστηρότερους κανονισμούς, μεταβαλλόμενες αξίες των καταναλωτών και την άνοδο των λειτουργικών τροφίμων, ώστε να διατηρήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Στη Food Collective, προετοιμαζόμαστε ενισχύοντας συνεργασίες που βασίζονται στη διαφάνεια, την ιχνηλασιμότητα και την καινοτομία. Υποστηρίζουμε εταιρείες (συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών) να κατανοήσουν τη σκανδιναβική αγορά, να τοποθετήσουν αποτελεσματικά τα προϊόντα τους στο λιανεμπόριο και να προσαρμοστούν στις τοπικές και καταναλωτικές απαιτήσεις.
σ.σ.: Ποιες τεχνολογικές εξελίξεις θεωρείτε ότι θα έχουν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στην εφοδιαστική αλυσίδα στο άμεσο μέλλον, και πώς μπορούν οι επιχειρήσεις να τις αξιοποιήσουν για στρατηγικό πλεονέκτημα;
J.P.: Τεχνολογίες όπως το blockchain για πλήρη ιχνηλασιμότητα, η τεχνητή νοημοσύνη για ακριβέστερη πρόβλεψη ζήτησης και οι ψηφιακές πλατφόρμες διασύνδεσης προμηθευτών και λιανεμπόρων αναδιαμορφώνουν ριζικά την εφοδιαστική αλυσίδα. Αυτά τα εργαλεία επιτρέπουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, διαφάνεια και μείωση κινδύνων, αλλά η πραγματική επιτυχία προκύπτει όταν συνδυάζονται με ισχυρές προσωπικές σχέσεις και εμπιστοσύνη μεταξύ επιχειρηματικών εταίρων. Με άλλα λόγια, η τεχνολογία ενισχύει τη στρατηγική ικανότητα, ενώ η ανθρώπινη γνώση εξασφαλίζει μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και σταθερές συνεργασίες.
