Περιορισμένα οφέλη σε επίπεδο πωλήσεων, αλλά και πτώση της κερδοφορίας τους, παρουσίασαν οι εισηγμένες εταιρείες τροφίμων και ποτών στο α’ εξάμηνο του 2004 έναντι του αντίστοιχου περυσινού διαστήματος. Η μικτή εικόνα σε ό,τι αφορά την εξέλιξη των μεγεθών τους επιβεβαίωσε τις εκτιμήσεις στελεχών τόσο του βιομηχανικού κλάδου όσο και του οργανωμένου λιανεμπορίου περί α-ποδυνάμωσης του οικογενειακού εισοδήματος, η οποία επιδρά άμεσα στην επι-χειρηματική δραστηριότητα.

Περιορισμένα οφέλη σε επίπεδο πωλήσεων, αλλά και πτώση της κερδοφορίας τους, παρουσίασαν οι εισηγμένες εταιρείες τροφίμων και ποτών στο α’ εξάμηνο του 2004 έναντι του αντίστοιχου περυσινού διαστήματος. Η μικτή εικόνα σε ό,τι αφορά την εξέλιξη των μεγεθών τους επιβεβαίωσε τις εκτιμήσεις στελεχών τόσο του βιομηχανικού κλάδου όσο και του οργανωμένου λιανεμπορίου περί αποδυνάμωσης του οικογενειακού εισοδήματος, η οποία επιδρά άμεσα στην επιχειρηματική δραστηριότητα.

Σε συνολικά επίπεδα η εισηγμένη βιομηχανική αγορά τροφίμων και ποτών εμφάνισε στο διάστημα μεταξύ 1ης Ιανουαρίου έως 30ή Ιουνίου 2004 μικρή αύξηση των πωλήσεών της κατά 1,98% στα 1,063 δισ. ευρώ από 1,043 δισ. ευρώ πέρυσι την ίδια περίοδο, αύξηση των μικτών κερδών κατά 3,17% στα 338,501 εκατ. ευρώ από 328,102 εκατ. ευρώ το 2003 και μείωση των καθαρών προ φόρων κερδών κατά 4,61% στα 86,563 εκατ. ευρώ από 90,745 εκατ. ευρώ το α’ εξάμηνο της περυσινής χρήσης.

Οι εξαιρετικά συγκρατημένοι ρυθμοί ανάπτυξης στον τομέα της βιομηχανίας φαίνεται πως συμβαδίζουν με τη δυστοκία που παρατηρείται και στο οργανωμένο λιανεμπόριο, τα στελέχη του οποίου όλο και πιο συχνά αναφέρουν ότι οι αυξήσεις στα έσοδα από τις πωλήσεις προέρχονται μόνο από τη δημιουργία νέων καταστημάτων, αφού η οργανική ανάπτυξη «τρέχει» σχεδόν με μηδενικούς ρυθμούς.

Ωστόσο στη βιομηχανία κάθε κλάδος παρουσιάζει τη δική του εικόνα σε ό,τι αφορά την εξέλιξη των πωλήσεων, εικόνα η οποία εξαρτάται από τα ίδια τα προϊόντα και το πόσο δημοφιλή είναι τα brand names που φέρουν, τις τιμές τους, τις καταναλωτικές ομάδες στις οποίες απευθύνονται, τις συνθήκες του ανταγωνισμού, τις προσφορές και τα δώρα με τα οποία διατίθεται στην αγορά, αλλά και από αστάθμητους παράγοντες.

Κλιματολογικές επιδράσεις

Χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα είναι ο κλάδος των μη αλκοολούχων ποτών, ο οποίος κατά το α’ εξάμηνο δεν κύλησε με τις καλύτερες προοπτικές. Οι αντίξοες καιρικές συνθήκες περιόρισαν τους ρυθμούς ανάπτυξης των εταιρειών, οι οποίες υποχρεώθηκαν σε μικρές έστω αλλαγές της εμπορικής τους πολιτικής, προκειμένου να μετριάσουν τις αρνητικές συνέπειες. Πάντως ο leader του κλάδου, η COCA-COLA ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΜΦΙΑΛΩΣΕΩΣ με παρουσία σε 26 χώρες, πέτυχε να αναστρέψει τις αρνητικές επιδράσεις από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, εξασφαλίζοντας τελικά ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης. Όπως ανέφερε και επίσημα η διοίκηση της εταιρείας, από τα στοιχεία του εν λόγω εξαμήνου προκύπτει ότι το δωδεκάμηνο θα εξελιχθεί σύμφωνα με τις θετικότερες των προβλέψεων που διατυπώθηκαν στις αρχές του 2004.

Ο καιρός όμως επέδρασε καθοριστικά και στις πωλήσεις ενός ακόμη κλάδου, του παγωτού, όπου τα στελέχη των εταιρειών αντιμετώπισαν αρκετά προβλήματα από τη συγκρατημένη διάθεση των καταναλωτών για δροσερές γεύσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΔΕΛΤΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΠΑΓΩΤΟΥ εμφάνισε μειωμένα έσοδα κατά 3,80% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, εξέλιξη η οποία επηρέασε την κερδοφορία της. Από τα επίσημα στοιχεία προκύπτει ότι τα καθαρά προ φόρων κέρδη παρουσίασαν οριακή άνοδο κατά 1,49%. Σημειώνεται ότι ο κλάδος του παγωτού θεωρείται για την αγορά των γαλακτοκομικών προϊόντων ως ο πλέον κερδοφόρος, με αποτέλεσμα οι απώλειες εσόδων που καταγράφηκαν στο πρώτο εξάμηνο του 2004 να επηρεάζουν καθοριστικά την πορεία των ετήσιων οικονομικών αποτελεσμάτων των εταιρειών που δραστηριοποιούνται σε αυτόν. Όσο για τη ΔΕΛΤΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ παρουσίασε αύξηση πωλήσεων κατά 3,48%, αλλά και μείωση μικτών αποτελεσμάτων κατά 6,12%, ενώ τα καθαρά της κέρδη αυξήθηκαν εντυπωσιακά (248,56%).

Η βιομηχανία του ελαιολάδου

Στο ελαιόλαδο, κατά το διάστημα 1ης Ιανουαρίου-30ή Ιουνίου 2004, οι βιομηχανικές μονάδες διόγκωσαν τα έσοδά τους, αυξάνοντας τις τιμές τους. Αιτία στάθηκε η κακή περυσινή χρονιά για τους παραγωγούς, η οποία οδήγησε σε γενναίες ανατιμήσεις της πρώτης ύλης. Ωστόσο για το διάστημα που θα ακολουθήσει μέχρι το τέλος του έτους εκτιμάται ότι δεν θα υπάρξουν νέες πληθωριστικές τάσεις στην αγορά, ενώ δεν αποκλείεται να υπάρξουν και μειώσεις τιμών, οι οποίες αναμένεται να φθάσουν μέχρι και τα ράφια των σούπερ μάρκετ.

Η ΕΛΑΪΣ, που αποτελεί τον μοναδικό εκπρόσωπο των βιομηχανιών ελαιολάδου στο ταμπλό του χρηματιστηρίου, στο α’ εξάμηνο εμφάνισε άνοδο των πωλήσεών της κατά 7,55% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα, η οποία δεν αποδίδεται μόνο στη θετική πορεία των εσόδων της από το ελαιόλαδο, αλλά και από άλλες κατηγορίες προϊόντων στις οποίες δραστηριοποιείται. Η εταιρεία εμφάνισε δυσανάλογη αύξηση των καθαρών προ φόρων κερδών της, που όμως αποδόθηκε στο γεγονός ότι το φετινό αποτέλεσμα περιλαμβάνει περίπου 4,4 εκατ. ευρώ ως αποζημίωση για την πώληση του Lipton Ice Tea, καθώς και στις επιβαρύνσεις των περυσινών κερδών κατά 3,3 εκατ. ευρώ από τις δόσεις του good will για την αγορά της PUMMARO.

Ο «πόλεμος του αλευριού»

Στο τομέα των αλευροβιομηχανιών το διάστημα που ακολουθεί αναμένεται με εξαιρετικό ενδιαφέρον, δεδομένου ότι ήδη στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου οι εκπρόσωποι του κλάδου, με τους παραγωγούς και ορισμένους από τους παρασκευαστές συσκευασμένου άρτου και αρτοσκευασμάτων αντάλλαξαν «πυρά» για την εξέλιξη των τιμών στο διάστημα που ακολουθεί. Αιτία στάθηκε η απόφαση της κυβέρνησης να θέσει εμμέσως εμπάργκο στην εισαγωγή σιτηρών από τις ΗΠΑ και τον Καναδά, θεσπίζοντας νέο καθεστώς ποιοτικών ελέγχων, που ουσιαστικά δρα απαγορευτικά για την προμήθεια σιτηρών από τις χώρες αυτές. Μερίδα των αλευροβιομηχάνων διεμήνυσε προς τα Υπουργεία Ανάπτυξης και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ότι φέτος θα προχωρήσει σε αυξήσεις έως και 20% λόγω των προβλημάτων που διαπιστώνονται με τις προμήθειες πρώτων υλών από το εξωτερικό και της χαμηλής ποιότητας των ελληνικών σιτηρών, ενώ αντίθετα ο Σύνδεσμός τους έκανε επισήμως λόγο για πτώση των τιμών. Από την πλευρά τους οι Έλληνες παραγωγοί αντέδρασαν άμεσα. Έστρεψαν τα βέλη τους προς τη βιομηχανία, κατηγορώντας την ότι δημιουργεί αρνητικό κλίμα προκειμένου να προμηθευτεί ελληνικά σιτηρά σε χαμηλές τιμές, ενώ οι αρτοποιητικές μονάδες υποστήριξαν ότι είναι σε θέση να απορροφήσουν τις όποιες ανατιμήσεις αποφασίσει η βιομηχανία. Πάντως στο α’ εξάμηνο του 2004 οι δύο από τις τρεις εισηγμένες εταιρείες (ΚΥΛΙΝΔΡΟΜΥΛΟΙ ΣΑΡΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ και ΜΥΛΟΙ ΚΕΠΕΝΟΥ) εμφάνισαν αύξηση των εσόδων τους κατά 13,36% και 22,78% αντίστοιχα, ενώ ανοδικά κατά 16,62% κινήθηκαν τα έσοδα και της ΜΥΛΟΙ ΛΟΥΛΗ (στις 30 Ιουνίου 2004 έκλεισε δωδεκάμηνη χρήση). Σε ό,τι αφορά τα καθαρά προ φόρων κέρδη, η ΚΥΛΙΝΔΡΟΜΥΛΟΙ ΣΑΡΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ πέτυχε αναστροφή του αρνητικού περυσινού αποτελέσματος σε θετικό, η ΜΥΛΟΙ ΚΕΠΕΝΟΥ τριπλασίασε τα κέρδη της, διατηρώντας τα όμως σε χαμηλά επίπεδα, ενώ η ΜΥΛΟΙ ΛΟΥΛΗ στο δωδεκάμηνο περιόρισε τις ζημιές της προηγούμενης χρήσης.

Οι άλλοι κλάδοι της βιομηχανίας τροφίμων

Στον κλάδο των κρουασάν και των αρτοσκευασμάτων η CHIPITA INTERNATIONAL, έχοντας αλλάξει την πολιτική για τη διανομή των προϊόντων της στην Ελλάδα και τη Ρωσία, αναμένει τους επόμενους κυρίως μήνες αύξηση των πωλήσεων, ενώ στο εξάμηνο δείχνει να μην έχει ακόμη αφομοιώσει πλήρως τις εν λόγω αλλαγές, αφού εμφανίζει μείωση των εσόδων της κατά 4,93% και δραστική μείωση των κερδών της κατά 75,51%. Πάντως, κατά δήλωση της διοίκησής της, η εταιρεία θα είναι σε θέση να μετρήσει με ασφάλεια την απόδοση του νέου δικτύου τον ερχόμενο Φεβρουάριο, οπότε θα έχει κλείσει περίπου ένας χρόνος από τη δρομολόγηση των προαναφερόμενων αλλαγών. Όσο για την αρτοβιομηχανία ΚΑΡΑΜΟΛΕΓΚΟΣ, κινείται με ταχύτατους ρυθμούς ανάπτυξης, πετυχαίνοντας διόγκωση των εσόδων της κατά 39,87% και των μικτών κερδών της κατά 13,55%. Ωστόσο, τα καθαρά προ φόρων κέρδη εμφανίζονται μειωμένα κατά 2,72%.

Η ΓΕΝΙΚΗ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ακολουθεί ανοδικές τάσεις, με τους τρεις βασικούς οικονομικούς δείκτες να βελτιώνονται και ειδικότερα τα έσοδα να αυξάνονται κατά 1,42%, τα μικτά κέρδη κατά 16,33% και τα καθαρά αποτελέσματα κατά 13,51%, έναντι του αντίστοιχου περυσινού διαστήματος.

Αύξηση κύκλου εργασιών παρουσίασε και η ΚΑΡΔΑΣΙΛΑΡΗΣ Κ. & ΥΙΟΙ ΑΕΒΕ-CARDICO SA, με τον κύκλο εργασιών της μητρικής να φθάνει τα 26,5 εκατ. ευρώ και του ομίλου στα 72,1 εκατ. ευρώ. Η εταιρεία, μετά τη δημιουργία του νέου της εργοστασίου στο Σχηματάρι Βοιωτίας, αναμένει ταχύτατη άνοδο των εσόδων της που πλέον σε πολύ μεγάλο βαθμό στηρίζονται στις εξαγωγικές της δραστηριότητες.