Η «Ολυμπιακή ακρίβια» και η μετα-Ολυμπιακή ανεργία αναδεικνύονται σε μεγάλους πονοκέφαλους για την κυβέρνηση, η οποία το φθινόπωρο θα πρέπει ήδη να έχει λάβει τις σχετικές αποφάσεις της –αποφάσεις επώδυνες για τους εργαζόμενους, αλλά και αρκετούς επιχειρηματίες. Η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης, η επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας από την Κομισιόν και το ασφυκτικό πλαίσιο που αυτή έθεσε για τη μείωση του δημοσίου χρέους, η διόγκωση του εμπορικού ισοζυγίου και ο πληθωρισμός που επιμένει έχουν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την ισχυροποίηση των απόψεων των πεσιμιστών, που ήδη μιλούν για έναν πολύ άσχημο και ταραχώδη χειμώνα.
Η «Ολυμπιακή ακρίβια» και η μετα-Ολυμπιακή ανεργία αναδεικνύονται ήδη ως οι μεγάλοι πονοκέφαλοι του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης. Και το χειρότερο: Η κυβέρνηση πριν τη φθινοπωρινή ισημερία θα πρέπει να λάβει αποφάσεις, που πιθανότατα να πυροδοτήσουν εντάσεις όχι μόνο στον χώρο των εργαζομένων αλλά και σε επιχειρηματικούς κλάδους. Δεν θα υπάρχει πλέον καμία δικαιολογία αναβολής των επώδυνων αποφάσεων για αργότερα, όταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα είναι παρελθόν.
Δύο ήταν τα γεγονότα που έφεραν τα πάνω-κάτω στο τοπίο της ελληνικής οικονομίας, βάζοντας τέλος στη μετεκλογική ραθυμία, η οποία κρατούσε περισσότερο από τρεις μήνες τους πάντες σε μια βολική αναβλητικότητα. Αναφερόμαστε αφενός στη μελέτη του ICAP, που έγινε για λογαριασμό του ΣΕΒ, η οποία έκανε λόγο για αύξηση της ανεργίας μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες και αφετέρου στη «βουτιά» του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος τον Μάιο στη χώρα μας, σε αντίθεση με τη συγκρατημένη αισιοδοξία που επιδεικνύει ο επιχειρηματικός κόσμος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κυβέρνηση απάντησε στη μελέτη του ICAP με απογραφή των πιθανών ανέργων (δηλαδή των εργαζομένων στον κατασκευαστικό τομέα), ενώ προς το παρόν τουλάχιστον κανένα αντίδοτο δεν έχει βρεθεί για να αντιστραφεί το κλίμα απαισιοδοξίας που κυριαρχεί στην αγορά. Αντίθετα η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης, η αυστηρή επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας από την Κομισιόν και το ασφυκτικό πλαίσιο που έθεσε για τη μείωση του δημοσίου χρέους, η διόγκωση του εμπορικού ισοζυγίου και ο πληθωρισμός που επιμένει, έχουν δημιουργήσει όλες τις προϋποθέσεις για την ισχυροποίηση των απόψεων των απαισιόδοξων, που ήδη μιλούν για έναν πολύ άσχημο και ταραχώδη χειμώνα.
Αλλαγή κλίματος…
Η «βουτιά» που έκανε ο δείκτης οικονομικού κλίματος τον Μάιο, ο οποίος καταρτίζεται σε μηνιαία βάση από το ΙΟΒΕ, άγγιξε τις πέντε μονάδες. Αιτία, η μεγάλη πτώση του δείκτη εμπιστοσύνης των καταναλωτών, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά από τον Ιανουάριο. Την ίδια στιγμή στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 25 ο δείκτης οικονομικού κλίματος συνεχίζει τη χωρίς διακοπή την ανοδική πορεία των τελευταίων μηνών, ενώ ανοδικά κινείται και ο αντίστοιχος δείκτης στην ευρωζώνη, αν και με βραδύτερο ρυθμό. Όπως επισημαίνει το ΙΟΒΕ, η σημαντική επιδείνωση του οικονομικού κλίματος στη χώρα μας οφείλεται κυρίως στην εκ νέου επιδείνωση του δείκτη εμπιστοσύνης των καταναλωτών, ο οποίος τους δύο προηγούμενους μήνες είχε παρουσιάσει ενδείξεις ανάκαμψης από τα πολύ χαμηλά επίπεδα στα οποία είχε φτάσει στα τέλη του 2003. Στους τομείς της παραγωγής οι δείκτες παρουσιάζουν στασιμότητα ή μικρές μεταβολές, με εμφανέστερη την υποχώρηση του δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών στις κατασκευές. Συγκρινόμενος με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, ο δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα, όπως τονίζει το ΙΟΒΕ, παρουσιάζει τα εξής χαρακτηριστικά:
Από τον Ιανουάριο του 2004 βρίσκεται σταθερά σε σχετικώς υψηλά επίπεδα, ανώτερα του μέσου όρου.
Τον Μάιο, και παρά τη μεγάλη πτώση που σημειώνει, το επίπεδό του είναι το τρίτο υψηλότερο της ευρωζώνης. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι καταγράφεται πτώση στην πλειονότητα των χωρών της Ευρωζώνης, ενώ υψηλότερη ήταν η πτώση σε χώρες όπου ο εν λόγω δείκτης κυμαίνεται σε επίπεδα ανώτερα του μέσου όρου της ΕΕ, όπως στη Δανία, την Ελλάδα, το Βέλγιο και την Αυστρία. Αναφερόμενο στην ΕΕ των 25 το ΙΟΒΕ σημειώνει ότι η βελτίωση του οικονομικού κλίματος οφείλεται κυρίως στις νέες χώρες. Πιο αισθητή ήταν η βελτίωση στη Μεγάλη Βρετανία, την Ισπανία, τη Λετονία, την Τσεχία, την Ολλανδία και την Εσθονία. Αντίθετα μειώθηκε στην Ουγγαρία, τη Δανία, την Ελλάδα, τη Λιθουανία, τη Σλοβακία, το Βέλγιο, την Αυστρία και τη Σλοβενία. Στο σύνολο της ΕΕ, ο δείκτης τον Μάιο αυξήθηκε κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του Απριλίου, εξέλιξη που αντικατοπτρίζει τη βελτίωση του κλίματος στη βιομηχανία και τις υπηρεσίες. Αντίθετα πολύ πιο μετριοπαθείς ήταν οι εκτιμήσεις των καταναλωτών. Στην ευρωζώνη ο δείκτης οικονομικού κλίματος βελτιώνεται από τις αρχές του έτους με αισθητά βραδύτερο ρυθμό απ’ ό,τι ο δείκτης στην ΕΕ των 25. Τον Μάιο η αύξηση ήταν 0,1 της ποσοστιαίας μονάδας έναντι του Απριλίου, γεγονός που οφείλεται αποκλειστικά σχεδόν στην καταγραφόμενη βελτίωση του κλίματος στις υπηρεσίες. Επιδείνωση αντίθετα καταγράφηκε στο λιανικό εμπόριο και στη βιομηχανία, ενώ και οι καταναλωτές εμφανίζονται λιγότερο αισιόδοξοι.
Για περισσότερες πληροφορίες βλέπε τεύχος Νο. 331 σελ.44-48