Σε μια περίοδο που κυριαρχείται από απαισιόδοξα οικονομικά σενάρια, η Unilever παρουσίασε τις ελληνικές και παγκόσμιες πρωτοβουλίες της για μια αειφόρο ανάπτυξη. Συγκεκριμένα, σε συνέντευξή τους, οι εκπρόσωποι της εταιρείας μίλησαν για το δεκαετές Παγκόσμιο Σχέδιο Δράσης για την Αειφορία (Unilever Sustainable Living Plan), το οποίο μέσα από περισσότερες από 50 μετρήσιμες δράσεις, συνδέει το αειφόρο επιχειρείν της εταιρείας με τη συμβολή της στη βελτίωση της ποιότητας ζωής.

Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Σχέδιο Δράσης για την Αειφορία, μέχρι και το 2020, το Unilever Sustainable Living Plan, η εταιρεία αναλαμβάνει περισσότερες από 50 δεσμεύσεις, που μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:
• Μείωση στο μισό του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των προϊόντων της.
• Προμήθεια του 100% των βασικών γεωργικών πρώτων υλών από αειφόρες πηγές.
• Βοήθεια σε 1 δισεκατομμύριο ανθρώπους να βελτιώσουν την υγεία και την ποιότητα ζωής τους.

Πρόκειται για ένα μοναδικής εμβέλειας σχέδιο αειφόρου επιχειρείν, καινοτομία του οποίου αποτελεί η δημόσια δέσμευση της Unilever να επεκτείνει τις αειφόρες δράσεις της σε όλο τον κύκλο ζωής των προϊόντων της, από τον τρόπο καλλιέργειας και την προμήθεια των πρώτων υλών μέχρι τη συσκευασία και τη χρήση τους.

Για την εκπόνηση του σχεδίου αυτού, αξιολογήθηκαν περισσότερα από 1.600 προϊόντα σε 14 χώρες –μέγεθος που αντιστοιχεί στο 70% των πωλήσεων της Unilever. Είναι αξιοσημείωτο ότι κάθε ένας από τους επιμέρους στόχους-δράσεις θα αποτελεί αντικείμενο ετήσιας αξιολόγησης, τα αποτελέσματα της οποίας θα δημοσιοποιούνται.

O όμιλος έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια την ανάληψη πρωτοβουλιών που έδωσαν το στίγμα της αειφόρου ανάπτυξης στην αγορά των καταναλωτικών προϊόντων: τη δεκαετία του ’60 παρουσιάστηκαν από την εταιρεία οι μαργαρίνες, που ήταν η απάντηση στην επιβαρυντική για την υγεία καθημερινή κατανάλωση βουτύρου, από το 1996 έθεσε τις βάσεις, μαζί με την WWF για τη δημιουργία του ανεξάρτητου σήμερα οργανισμού πιστοποίησης της υπεύθυνης αλιείας Marine Stewardship Council, το 2004 πήρε αποφάσεις σχετικά με τη χρήση ψυκτικών υγρών που δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον, από το 2007 το τσάι Lipton ακολούθησε τις επιταγές του Ηθικού Εμπορίου (Fair Trade) κλπ.

Εδώ και 1,5 χρόνο, που στο τιμόνι του ομίλου βρίσκεται ο Paul Polman, έχει τεθεί ο στόχος να διπλασιαστεί η εταιρεία χωρίς να επιβαρυνθεί το περιβάλλον ούτε με ένα γραμμάριο CO2. «Δεν ξέρω πώς, αλλά πρέπει να το κάνουμε», ήταν τα λόγια του προέδρου της Unilever, όπως μας τα μετέφερε στη συνέντευξη τύπου ο κ. Γρηγόρης Αντωνιάδης, Διευθυντής Επικοινωνίας & ΜΜΕ της Ελαΐς-Unilever Hellas. Ο κ. Αντωνιάδης, που παρουσίασε το νέο σχέδιο δράσης, ανέφερε χαρακτηριστικά:

«Σήμερα, κυκλοφορούν στην αγορά πάνω από 400 brands της Unilever, με 40.000 κωδικούς. Μειώνοντας στο μισό το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, το νερό που χρησιμοποιούν και τα απορρίμματα που δημιουργούνται από τα προϊόντα μας μπορούμε να βοηθήσουμε τους καταναλωτές μας να κάνουν μια μικρή διαφορά κάθε φορά που τα χρησιμοποιούν. Καθώς τα προϊόντα μας χρησιμοποιούνται καθημερινά από δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, οι μικρές αυτές δράσεις μπορούν να κάνουν μια μεγάλη διαφορά».

Άποψη της εταιρείας είναι πως δεν μπορεί μια επιχείρηση να αναπτύσσεται σε ένα περιβάλλον που καταρρέει. Άρα, η προώθηση αειφόρων πρακτικών και η προσαρμογή της στρατηγικής μιας σύγχρονης επιχείρησης στις απαιτήσεις για αειφορία είναι μια «αναγκαστική» υποχρέωση, δήλωσε ο κ. Αντωνιάδης.

Η αειφόρος στρατηγική δεν αφορά μόνο στο περιβάλλον και το ενεργειακό αποτύπωμα των προϊόντων ή τη σπατάλη νερού, αλλά και την υγεία. Για παράδειγμα, ο όμιλος Unilever έχει θέσει ως στόχο, επίσης, το 2012 κανένα παιδικό παγωτό του να μην έχει πάνω από 110 θερμίδες, ενώ συνεχίζει την εφαρμογή των προγραμμάτων που αφορούν στην προσωπική υγιεινή (εκπαίδευση στο βούρτσισμα των δοντιών τουλάχιστον 2 φορές την ημέρα) αλλά και την ενίσχυση της αυτοεκτίμησης (πχ. καμπάνιες που αφορούν στη γυναίκα).

Άλλοι βασικοί στόχοι της Unilever σε παγκόσμιο επίπεδο έως το 2020 είναι:
• Προμήθεια του 100% των βασικών γεωργικών πρώτων υλών από αειφόρες πηγές, μεταξύ των οποίων 100% αειφόρο φοινικέλαιο έως το 2015.
• Αλλαγή των συνηθειών υγιεινής 1 δισεκατομμυρίου ανθρώπων στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική, ώστε να πλένουν τα χέρια τους με σαπούνι συμβάλλοντας στη μείωση ασθενειών συνδεδεμένων με τη διάρροια, τη δεύτερη μεγαλύτερη αιτία βρεφικής θνησιμότητας στον κόσμο.
• Εξασφάλιση ασφαλούς πόσιμου νερού για μισό δισεκατομμύριο άτομα εξαπλώνοντας τις πωλήσεις του χαμηλού κόστους φίλτρου νερού οικιακής χρήσης Pureit, από την Ινδία σε άλλες χώρες.
• Βελτίωση της ποιότητας ζωής σε αναπτυσσόμενες χώρες, μέσα από τη συνεργασία με τις οργανώσεις Oxfam, Rainforest Alliance και άλλες για την ένταξη περισσότερων από 500.000 μικρών παραγωγών και διανομέων στην εφοδιαστική αλυσίδα του ομίλου.

Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Προέδρου της Unilever κ. Paul Polman, στο πλαίσιο της διεθνούς παρουσίασης του Unilever Sustainable Living Plan: «Ήδη συνειδητοποιούμε ότι η προσπάθεια να απαντήσουμε στις προκλήσεις αειφορίας προσφέρει νέες ευκαιρίες για βιώσιμη ανάπτυξη: δημιουργεί ισχυρότερους δεσμούς μεταξύ των καταναλωτών και των προϊόντων μας, δημιουργεί νέες ευκαιρίες για συνεργασία με τους πελάτες μας, ωθεί την καινοτομία, αναπτύσσει τις αγορές μας και, σε πολλές περιπτώσεις, εξοικονομεί πόρους».


Οι δεσμεύσεις στην Ελλάδα
Η κα Μίνα Βαλαβάνη, διευθύντρια Eταιρικής Kοινωνικής Eυθύνης της Ελαΐς-Unilever Hellas, παρουσίασε τις πρωτοβουλίες του ομίλου στην Ελλάδα. Οι βασικότερες από αυτές μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
• Αειφόρος καλλιέργεια τομάτας στη Γαστούνη, μέσα από την υιοθέτηση ορθών πρακτικών στην καλλιέργεια και τη συστηματική αξιολόγηση της παραγωγής.
• Πρόγραμμα μείωσης κατανάλωσης ενέργειας στα κεντρικά γραφεία της εταιρείας –ήδη το 2010 επετεύχθη μείωση 28%.
• Χρήση ανακυκλωμένων υλικών για το 70% των χαρτοκιβωτίων όλων των προϊόντων που παράγονται στη χώρα μας.
• Ήδη το 50% των ψυγείων παγωτού Algida στην Ελλάδα είναι φιλικά προς το περιβάλλον. Στόχος, από το 2012, αγορά ψυγείων νέας τεχνολογίας «Lean&Green», που καταναλώνουν 30% λιγότερη ενέργεια.
• Συνεργασία με το Παγκόσμιο Πρόγραμμα Σίτισης του ΟΗΕ, μέσω της οποίας η ελληνική εταιρεία έχει προσφέρει πάνω από 2.000.000 σχολικά γεύματα σε μαθητές της Γκάνας, της Ινδονησίας, της Κολομβίας και της Κένυας.
• Χάρη στην κυκλοφορία των συμπυκνωμένων micro-προϊόντων Skip, ΟΜΟ και Cajoline μειώθηκε η περιβαλλοντική τους επίπτωση (1/3 λιγότερα καύσιμα για τη μεταφορά των υγρών και 20% μείωση στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στις σκόνες).
• Προώθηση με το Becel pro.activ της ενημέρωσης των πολιτών, μέσω του προγράμματος «Διαδρομές καρδιάς» που ξεκίνησε από την Αλεξανδρούπολη, με τη συνεργασία γιατρών.
• Λειτουργία της κινητής οδοντιατρικής μονάδας AIM.
• Κυκλοφορία προϊόντων με λιγότερη περιεκτικότητα σε αλάτι.
Αξίζει να αναφερθεί πως η Unilever είναι από τα ιδρυτικά μέλη της Ελληνικής Εταιρείας Ανακύκλωσης, που ανακυκλώνει πάνω από 430.000 τόνους υλικών ετησίως.

Ζήτημα συνεργασίας
Όπως δήλωσε ο κ. Αντωνιάδης, οι αποφάσεις για τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνει ο όμιλος ελήφθησαν μετά από μελέτη σε βάθος όλων των παραμέτρων που αφορούν στην επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Για παράδειγμα, μετά από μελέτη που αφορούσε σε 14 χώρες, όπου πραγματοποιείται το 70% των πωλήσεων του ομίλου, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα πως οι άμεσες επιδράσεις της βιομηχανικής παραγωγής των προϊόντων και της μεταφοράς τους ήταν πολύ μικρές σε ό,τι αφορά στο εκπεμπόμενο CO2 (3% και 2% αντίστοιχα).

Η μεγαλύτερη επιβάρυνση είχε άμεση σχέση με την παραγωγή των πρώτων υλών, τη διανομή τους από το λιανεμπόριο και τη χρήση τους από τους καταναλωτές. Με τα στοιχεία αυτά ενισχύθηκε η άποψη πως η μείωση της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος σε CO2 είναι ένα θέμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί συνεργατικά με τους προμηθευτές πρώτων υλών, με το λιανεμπόριο και με την ενημέρωση των καταναλωτών και την εκπαίδευσή τους στη σωστή χρήση των προϊόντων.