Ποιο είναι το πραγματικό ύψος των ανατιμήσεων στα είδη του σούπερ μάρκετ, δηλαδή το επίπεδο ανόδου των τιμών τους μετά την ανασχετική για τον κλαδικό πληθωρισμό επίδραση των εκπτώσεων και προσφορών προμηθευτών και λιανεμπορικών αλυσίδων, από την έναρξη των ανατιμητικών τάσεων; Η απάντηση, βασισμένη στα στοιχεία πωλήσεων επιλεγμένων προϊοντικών κατηγοριών και στη σχετική ανάλυση της Circana, αποτυπώνεται στον πίνακα που παραθέτουμε.
Όπως φαίνεται, μεταξύ του Μαΐου του 2021 και του Ιουλίου φέτος, δηλαδή στη διάρκεια 27 μηνών εκ των οποίων στους τελευταίους συνεχόμενους 17 οι ανατιμήσεις στα είδη διατροφής ήταν –κατά την ΕΛΣΤΑΤ– ακατέβατα διψήφιου ποσοστού, τα γαλακτοκομικά αυξήθηκαν σωρευτικά κατά 24,7%, τα κατεψυγμένα τρόφιμα αντίστοιχα κατά 22%, τα συσκευασμένα τρόφιμα κατά 13,9%, τα είδη οικιακού καθαρισμού και τα απορρυπαντικά κατά 20%, τα προϊόντα περιποίησης και ομορφιάς κατά 18,8%, τα προϊόντα προσωπικής υγιεινής κατά 23% κλπ.
Τα στοιχεία του πίνακα, αν και είναι ενδεικτικά, εφόσον οι μέσοι όροι τιμής ανά τεμάχιο σε κατηγορίες εκατοντάδων και χιλιάδων κωδικών ή η παράληψη κρίσιμων για τα νοικοκυριά κατηγοριών προϊόντων (κρεατικά, ψάρια, οπωροκηπευτικά κ.ά.) δεν αποτυπώνουν την πραγματική σωρευτική επιβάρυνση του λογαριασμού των νοικοκυριών, εντούτοις κόβουν την ανάσα. Όχι μόνο γιατί σχεδόν κανένα εισόδημα από μισθωτή εργασία, αυτοαπασχόληση ή σύνταξη σε αυτούς τους 27 μήνες δεν αναπροσαρμόστηκε, ώστε να πλησιάσει έστω εκ του μακρόθεν τις εν λόγω ποσοστιαίες αυξήσεις τιμών στα είδη πρώτης ανάγκης (τις οποίες κανένα market pass ή Καλάθι του Νοικοκυριού μπορεί να «διασκεδάσει»), αλλά και γιατί το διαθέσιμο καταναλωτικό εισόδημα έχει, στο μεταξύ, ροκανιστεί και από τις αυξήσεις του κόστους των ενεργειακών αγαθών, της στέγης κοκ., όπως και από τη φορολογική αισχροκέρδεια του κράτους, την αποτυπωμένη στην αύξηση των έμμεσων φόρων κατ’ αναλογία της ανόδου των τιμών της αγοράς. Και μάλιστα άνευ ουσιαστικής αντιπαροχής στην κοινωνία, αν κρίνουμε ότι φέτος αυτή και κάηκε και βούλιαξε στο νερό και τη λάσπη απροστάτευτη και με ηθικό τσακισμένο.
Η πρόκληση για τις εταιρείες του κλάδου
Η πρόκληση για τα επιτελεία των εταιρειών του κλάδου είναι όχι μόνο να προχωρήσουν σε αντίστοιχη αναδρομική ανάλυση των στοιχείων των πωλήσεών τους ανά κατηγορία, υποκατηγορία και είδος προϊόντος, αλλά, βάσει των εισοδηματικών κατηγοριών του πελατολογίου τους, να διαγνώσουν ανά περιοχή δράσης των καταστημάτων τους, έστω σε γενικές γραμμές, τις μετατοπίσεις της ζήτησης από κατηγορία σε κατηγορία (…υποκατηγορία και είδος) προϊόντων, προκειμένου να οργανώσουν πιο αποδοτικά τον εμπορικό τους χώρο. Στο πλαίσιο αυτό, είναι προφανές ότι ένας μάλλον μεγάλος αριθμός κωδικών πρέπει είτε να αποσυρθεί από τα ράφια τους είτε να περιοριστεί η έκθεσή τους σε αυτά.
Οι σχετικές αναλύσεις και αναπροσαρμογές τακτικής, αν όχι και στρατηγικής, πρέπει να είναι άμεσες και αποφασιστικές, δεδομένου του «τέλους εποχής» σε τρεις μήνες της όποιας δημοσιονομικής «γαλαντομίας» κολάκεψε, έστω κατ’ ελάχιστον εμπράγματα και κατά το μείζον επικοινωνιακά, τη μεγάλη πλειονότητα της πελατείας των σούπερ μάρκετ. Εξάλλου, αν κάτι φαντάζει απειλητικότερο υπό αυτές τις συνθήκες για τις κλασικές αλυσίδες σούπερ μάρκετ, δεν είναι τόσο η περαιτέρω μείωση των πωλήσεών τους σε όγκο ή η στασιμότητα και ύφεση των οικονομικών μεγεθών τους εφόσον αποκλιμακωθεί ο πληθωρισμός (διότι η ακρίβεια θα εξακολουθήσει να υφίσταται), αλλά η αμαχητί παράδοση μεριδίων αγοράς στο μονοπώλιο του εγχώριου discount, τη Lidl… Μάλλον ήρθε η ώρα, που ακόμα και οι ταγμένοι λιανέμποροι υπέρ των πλεονεκτημάτων του βιομηχανικά επώνυμου εμπορεύματος θα κάνουν την καρδιά τους πέτρα, αναγνωρίζοντας το πλεονέκτημα άμυνας της ιδιωτικής ετικέτας. Γιατί σε κανέναν δεν αρέσουν τα άδεια από κόσμο μαγαζιά. Ακόμα και η σκόνη των παπουτσιών του πελάτη μέλλει να «ανατιμηθεί» στη συνείδηση των μάνατζερ…