Μείωση της ζήτησης λόγω των μειωμένων προσφορών και εκπτώσεων, στις οποίες έχει συνηθίσει εδώ και χρόνια ο καταναλωτής, αλλά και αύξηση της «γκρίνιας» από την πλευρά των προμηθευτικών εταιρειών αναμένει το οργανωμένο λιανεμπόριο στο προσεχές δίμηνο κατόπιν της εφαρμογής των υπουργικών αποφάσεων, που τέθηκαν σε ισχύ από την 1η Μαρτίου και αφορούν στη συγκράτηση των ανατιμήσεων.
H κυβέρνηση επιμένει στη θέση της ότι λιανεμπόριο και βιομηχανία δεν ακολουθούν τις γενικότερες τιμολογιακές στάσεις που επικρατούν εκτός συνόρων, ενώ η αγορά θεωρεί από την πλευρά της πως η ΕΛΣΤΑΤ δεν αποτυπώνει την πραγματική εξέλιξη των τιμών.
Παράγοντες του κλάδου σημειώνουν ότι, ενώ ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε τον Ιανουάριο στο 3,1%, με τον δείκτη τροφίμων να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα και συγκεκριμένα στο 8,3%, η πραγματική εξέλιξη των τιμών στο ράφι ήταν εντελώς διαφορετική, δεδομένου ότι τους τελευταίους μήνες υπήρξε μία θεαματική τιμολογιακή αποκλιμάκωση, η οποία φάνηκε στις μετρήσεις των εταιρειών έρευνας, αλλά δεν καταγράφηκε στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Αναφέρονται ειδικότερα στο διάστημα Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου, εκτιμώντας ότι τα μέτρα που ισχύουν πλέον αναφορικά με την τιμολόγηση των αγαθών ευρείας κατανάλωσης, θα αποτυπωθούν σε κάποιο βαθμό στα στοιχεία της αρμόδιας αρχής, δίχως όμως και πάλι να εμφανίζουν την πραγματική εικόνα των τιμολογιακών μειώσεων.
Όσο για τον Φεβρουάριο, βάσει στοιχείων της Eurostat, ο ετήσιος πληθωρισμός της Ευρωζώνης προσδιορίζεται μειωμένος στο 2,6% έναντι 2,8% τον Ιανουάριο, με την Ελλάδα να διατηρεί σταθερό τον σχετικό δείκτη στο 3,2% συγκριτικά με τον Ιανουάριο. Εξετάζοντας τις κύριες συνιστώσες του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, τα τρόφιμα, το αλκοόλ και ο καπνός αναμένεται να έχουν τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό τον Φεβρουάριο (4% έναντι 5,6% τον Ιανουάριο). Ακολουθούν οι υπηρεσίες (3,9%, έναντι 4% τον Ιανουάριο), τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (1,6% έναντι 2% τον Ιανουάριο) και η ενέργεια (-3,7% έναντι -6,1% τον Ιανουάριο).
Πάντως, η Ελλάδα κατέχει τον δεύτερο υψηλότερο πληθωρισμό στα τρόφιμα στην Ευρωζώνη, πράγμα που καταδεικνύει τη σοβαρότητα του θέματος της ακρίβειας στα αγαθά καθημερινής ανάγκης.
Εσωτερικός πληθωρισμός 2%, αύξηση τζίρου 4,5%
Στο μεταξύ, οι εταιρείες ερευνών αναθεωρούν προς τα κάτω τις εκτιμήσεις τους για την εξέλιξη του πληθωρισμού στην αγορά των σούπερ μάρκετ φέτος, υπολογίζοντας την ένδειξη του σχετικού δείκτη στο 2% αντί του 3,5% που προέβλεψαν αρχικά.
Ενδιαφέρον όμως έχουν και τα στοιχεία που αφορούν την πορεία των βασικών μεγεθών του κλάδου το 2024. Σύμφωνα με αυτά, φέτος αναμένεται μία αύξηση του τζίρου σε μέσο επίπεδο γύρω στο 4,5% συγκριτικά με το 2023 και μια σταθεροποίηση των διακινουμένων όγκων.
Το τελικό ύψος του πληθωρισμού έχει ιδιαίτερη σημασία για την αγορά, καθότι επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την εξέλιξη των πωλήσεων. Άπαντες στο λιανεμπόριο γνωρίζουν ότι η ανάπτυξη που καταγράφεται εδώ και πολύ καιρό είναι επί της ουσίας καθαρά πληθωριστική. Γι’ το λόγο αυτό το ζητούμενο για τον κλάδο των σούπερ μάρκετ είναι το τι θα συμβεί, όταν κάποια στιγμή οι πληθωριστικές πιέσεις εκτονωθούν. Τότε, όπως επισημαίνουν στελέχη του κλάδου, θα φανεί ποιοι από την αγορά εκμεταλλεύτηκαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την αυξημένη ρευστότητα που τους έφερε τα τελευταία δύο-τρία χρόνια ο πληθωρισμός και ποιοι, μη βλέποντας μακροπρόθεσμα, θα αρχίσουν να υφίστανται τις συνέπειες, που μπορεί να φέρει μια περίοδος σταθεροποίησης του τζίρου.