Πτωτική τάση στις τιμές των σιτηρών, η οποία έχει περάσει και στην αγορά των αλεύρων, βλέπει ο διευθύνων σύμβουλος των Μύλων Κρήτης, Αλέξανδρος Μαρκαντωνάκης, ο οποίος διατελεί επίσης πρόεδρος του Συνδέσμου Αλευροβιομηχάνων Ελλάδος. «Η αγορά ρυθμίζεται από μόνη της και ακολουθεί τους κανόνες του κόστους και της ζήτησης», δηλώνει, μιλώντας στο FOODReporter στο περιθώριο της Αρτόζα 2023 και εξηγεί τους λόγους: «Παραδοσιακά, η Ουκρανία δεν ήταν ο κύριος τροφοδότης της Ελλάδας σε σιτηρά. Η χώρα μας εμπορευόταν περισσότερο από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κυρίως Γερμανία και Γαλλία) και των Βαλκανίων. Σε αυτές τις αγορές οι παραγγελίες δεν μεταβλήθηκαν. Εφόσον παρέμεινε και η δυνατότητα προμήθειας σιτηρών και από Ρωσία, το όποιο πρόβλημα εξομαλύνθηκε. Στην επανεκκίνηση της αγοράς, όταν δηλαδή ξεκίνησε πάλι η Ουκρανία να είναι σε θέση να προμηθεύσει σιτάρι, πουλούσε σε πολύ χαμηλότερες τιμές συγκριτικά με ανταγωνιστικούς της προμηθευτές. Αυτό βοήθησε αρχικά να μην ανέβουν κι άλλο οι τιμές».

Ο πόλεμος στην Ουκρανία δημιούργησε μεγάλες ανατιμήσεις σε όλα τα υλικά και κυρίως, στο σιτάρι. Αυτό ακολουθήθηκε και από τα κόστη μεταφορικών και ενέργειας, αλλά και στα υλικά συσκευασίας και στα πρόσθετα που χρησιμοποιούνται στο αλεύρι. Σταδιακά, ένα μέρος των ανατιμήσεων πέρασε στο επόμενο βήμα της παραγωγής, δηλαδή στο αλεύρι. «Ήταν υπαρκτός ο κίνδυνος της έλλειψης της πρώτης ύλης, αλλά εμφανίστηκε ως διογκωμένος σε σύγκριση με την πραγματικότητα. Υπήρξε κενό στην τροφοδοσία, όταν τα πλοία που πήγαιναν να φορτώσουν δημητριακά στην αρχή του πολέμου, αδυνατούσαν να φορτώσουν. Το πρόβλημα της ανόδου των τιμών εξομαλύνθηκε, επειδή δεν ίσχυσε η απαγόρευση προς τα ρωσικά πλοία να εφοδιάσουν χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήταν ανοικτή η Ευρωπαϊκή Ένωση να επιτρέψει να έρθει ρωσικό σιτάρι στην Ελλάδα», σημειώνει ο κ. Μαρκαντωνάκης.

Ο παράγοντας χρηματιστήριο για την τιμή των σιτηρών
Η τιμή του σιταριού αποτελεί χρηματιστηριακή τιμή, οπότε προσδιορίζεται από μια σειρά παραγόντων και καταστάσεων. Η άνοδος των τιμών στο σιτάρι δεν ορίζεται από τα εσωτερικά δεδομένα προσφοράς και ζήτησης κάθε χώρας, αλλά χρηματιστηριακά και κυρίως, από το χρηματιστήριο του Σικάγο των ΗΠΑ και επηρεάζει τα υπόλοιπα χρηματιστήρια των commodities. «Οι τιμές με τις οποίες αγοράζουμε το σιτάρι στην Ελλάδα επηρεάζονται περισσότερο από το χρηματιστήριο του Παρισιού», υπογραμμίζει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Αλευροβιομηχάνων Ελλάδος.

«Τα παράγωγα των χρηματιστηριακών τιμών των σιτηρών, ενώ αρχικά χρησιμοποιούνταν για να λύσουν θέματα παραγωγής και βιομηχανίας, στη συνέχεια συνετέλεσαν στο να ισχύουν στο σύνολο της αγοράς εντελώς διαφορετικοί κανόνες από αυτούς της προσφοράς και της ζήτησης», επισημαίνει ο κ. Μαρκαντωνάκης και προσθέτει: «Ένας άλλος παράγοντας που επηρεάζει την τιμή των δημητριακών είναι οι τιμές του πετρελαίου, επειδή αν εκείνες ανέβουν θα επηρεαστούν οι καλλιέργειες των αγροτών, επειδή υπάρχει μεγάλος πειρασμός τιμής και συνεπακόλουθα, θα κατευθυνθούν προς το βιοντίζελ (καλλιέργειες ελαιοκράμβης, για παράδειγμα). Επηρεάζει ακόμη το κομμάτι των αυξημένων ναύλων, ως προς τον εφοδιασμό».

«Η αλευροβιομηχανία απορρόφησε μεγάλο μέρος των συνολικών αυξήσεων, αν και μετακύλησε ένα σημαντικό μέρος των ανατιμήσεων προς την αγορά, αλλά όχι στο σύνολό τους», συμπληρώνει. «Το φθινόπωρο προέκυψαν νέα προβλήματα στην τροφοδοσία εξαιτίας του αυξημένου ανταγωνισμού μεταξύ των μύλων σιτηρών. Όλοι οι μύλοι προέκριναν την επάρκεια από την πιθανότητα να αντιμετωπίσουν έλλειψη πρώτης ύλης. Εκ των υστέρων, ο κίνδυνος έλλειψης δεν ήταν υπαρκτός», καταλήγει ο κ. Μαρκαντωνάκης.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter