Supply Chain Initiative ονομάζεται η πρωτοβουλία αυτορύθμισης των σχέσεων των εταίρων της εφοδιαστικής αλυσίδας των τροφίμων-ποτών στην ΕΕ (προμηθευτών, παραγωγών, χονδρεμπόρων και λιανοπωλητών), με σκοπό την εφαρμογή ορθών επιχειρηματικών πρακτικών στις μεταξύ τους σχέσεις και διαφορές. Η πρωτοβουλία άρχισε να αναπτύσσεται το 2011 υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και έχει μορφοποιηθεί θεσμικά υπό την παρακολούθηση και αξιολόγησή της.

Το πρότυπο αυτό θεσμικό εγχείρημα προσελκύει με επιταχυνόμενο ρυθμό από το προηγούμενο φθινόπωρο πολυεθνικούς κολοσσούς της βιομηχανίας και του λιανεμπορίου, όπως και μεγάλες επιχειρήσεις εθνικού χαρακτήρα των δύο πλευρών. Πρωτοστάτες είναι επτά κορυφαίοι ευρωπαϊκοί σύνδεσμοι του κλάδου, που ευαισθητοποίησαν σχετικά τα μέλη τους και τον κύκλο της επιρροής τους στην αγορά των 28 της ΕΕ. Πρόκειται για τους συνδέσμους της βιομηχανίας τροφίμων-ποτών –Food Drink Europe–, της βιομηχανίας παραγωγής επώνυμων προϊόντων –AIM–, του λιανεμπορίου –The European Retail Round Table (ERRT), EuroCommerce, EuroCoop, καθώς και τους UEAPMΕ, UGAL και CELCAA. Στη χώρα μας φορείς επιφορτισμένοι με την ενημέρωση της επιχειρηματικής κοινότητας είναι οι ΕΣΒΕΠ, ΣΕΒΤ και ECR Ελλάς, ως διασυνδεδεμένοι φορείς, άμεσα ή έμμεσα, με τους επτά εν λόγω ευρωπαϊκούς συνδέσμους.

Τους σκοπούς και τις εξελίξεις της πρωτοβουλίας Supply Chain Initiative συζητήσαμε με τον κ. Σπύρο Τρύφωνα, Corporate Sales Director της Nestlé Ελλάς ΑΕ και πρόεδρο του ECR Eλλάς εκ μέρους της βιομηχανίας, ο οποίος, άλλωστε, εισηγήθηκε το θέμα αυτό στην πρόσφατη γενική συνέλευση του ECR Ελλάς. Όπως μας είπε, «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, διαπιστώνοντας δυσλειτουργίες στις σχέσεις των εταίρων της εφοδιαστικής αλυσίδας, έθεσε προ των ευθυνών τους κορυφαίους ευρωπαϊκούς συνδέσμους του κλάδου των τροφίμων-ποτών, καλώντας τους να έρθουν σε σχετικό διάλογο, αποτέλεσμα του οποίου είναι τo Supply Chain Initiative».

Η ευρωπαϊκή πολιτική
Σημειώνουμε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που ασκεί την εκτελεστική εξουσία και το νομοπαρασκευαστικό έργο στην ΕΕ (το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Ευρωκοινοβούλιο αποφασίζουν κατόπιν εισηγήσεών της), έχει λόγους, ειδικά σε ό,τι αφορά τα ζητήματα εσωτερικής αγοράς, να προτιμά αντί της άνωθεν νομοθέτησης, την αυτορυθμιστική ενεργοποίηση των ίδιων των θεσμικών φορέων της. Ο βασικός λόγος – πέραν της γενικής πολιτικής προτεραιότητας υπέρ των λιγότερων δυνατών παρεμβάσεων στην ελευθερία δράσης των αγορών– είναι «τεχνικός»: για την ωρίμαση των ειδικών νομοθετικών ρυθμίσεων της ΕΕ απαιτείται ένα χρονοβόρο «παζάρι» ανταλλαγμάτων μεταξύ των χωρών-μελών, μέχρι την επίτευξη συμφωνίας (οι διαφορές συμφερόντων και εθνικών νομοθεσιών μεταξύ των 28 εταίρων ανέκαθεν δημιουργούσαν καθυστερήσεις).

Στην κατεύθυνση αυτή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ασκεί πιέσεις τόσο στους θεσμικούς φορείς της αγοράς για τη συστηματική ανάληψη δράσης όσο και στις εθνικές κυβερνήσεις, προκειμένου να αποκτούν την απαιτούμενη δεκτικότητα κι ευελιξία έναντι των πρώτων, ώστε η ευρωπαϊκή νομοθεσία να προκύπτει, χωρίς τριβές, ως επιστέγασμα της εξομάλυνσης των σχέσεων στην αγορά, με τη γόνιμη εμπλοκή των ίδιων των θεσμών της. Όπως μας είπε ο κ. Τρύφωνας, «τον Νοέμβριο του 2011 οι εμπλεκόμενοι ευρωπαϊκοί σύνδεσμοι υιοθέτησαν ομόφωνα ένα «Πλαίσιο για την εφαρμογή και εκτέλεση των Αρχών Ορθής Επιχειρηματικής Πρακτικής στις κάθετες σχέσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας τροφίμων» και τον Μάρτιο του 2013 παρουσίασαν ολοκληρωμένο πλέον ένα Πλαίσιο Εφαρμογής, με το οποίο, όμως, έχουν διαφωνήσει προσώρας οι Ευρωπαίοι αγρότες και επεξεργαστές κρέατος, διαχωρίζοντας τη θέση τους. Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς παρουσιάστηκε επίσημα η εν λόγω πρωτοβουλία, με την επωνυμία Supply Chain Initiative. Η Nestlé ήταν από τις πρώτες επιχειρήσεις πανευρωπαϊκά, που εντάχθηκαν σε αυτήν».

Το πλαίσιο εφαρμογής: Γενικές και ειδικές αρχές
Ο πρωτεύων στόχος της πρωτοβουλίας Supply Chain Initiative, όπως μας είπε ο συνομιλητής μας, είναι «η καλλιέργεια της αλλαγής κουλτούρας στον επιχειρηματικό κόσμο του κλάδου των τροφίμων-ποτών, με βασικό άξονα αναφοράς τη θεμελιώδη έννοια της ορθής, της δίκαιης και θεμιτής επιχειρηματικής πρακτικής, που πρέπει να υιοθετείται και να εφαρμόζεται με την αυτοδέσμευση καθενός εμπλεκόμενου στην εφοδιαστική αλυσίδα. H ένταξη στην πρωτοβουλία Supply Chain Initiative είναι εθελοντική, ενώ το πλαίσιό της περιλαμβάνει, επιγραμματικά, την Αυτοδέσμευση, τις Αρχές Ορθής Επιχειρηματικής Πρακτικής και τον Αυτοέλεγχο, δηλαδή την υπαγωγή σε Μηχανισμό Επίλυσης Διαφορών».

«Οι Αρχές είναι γενικές και ειδικές», εξηγεί ο κ. Τρύφωνας. «Η πρώτη γενική Αρχή αναφέρεται στο «συμφέρον του καταναλωτή και τη βιωσιμότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας», ως βασικό πλαίσιο για κάθε ουσιώδη συζήτηση, συμφωνία, απόφαση, πρωτοβουλία μεταξύ των συνεργαζόμενων επιχειρήσεων που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία. Η δεύτερη αναφέρεται στη «συμβατική ελευθερία», με την έννοια ότι τα μέρη αποτελούν ανεξάρτητες οικονομικές οντότητες, που σέβονται η μία το δικαίωμα της άλλης να καταρτίζει δική της στρατηγική, περιλαμβανομένης της ελευθερίας να αποφασίζει ανεξάρτητα κατά πόσο θα συμμετέχει σε οποιαδήποτε συμφωνία. Η τρίτη γενική Αρχή αφορά στα «χρηστά συναλλακτικά ήθη», με την έννοια ότι στις μεταξύ τους συναλλαγές τα μέρη πρέπει να επιδεικνύουν υπευθυνότητα, καλή πίστη και επαγγελματική ευσυνειδησία.

Οι ειδικές Αρχές είναι επτά. Η πρώτη ορίζει ότι κάθε συμφωνία μεταξύ των μερών πρέπει να είναι έγγραφη («γραπτές συμφωνίες»), εκτός αν αυτό δεν είναι εφικτό ή στις περιπτώσεις που είναι προφορικές, να είναι αμοιβαία αποδεκτές και κατάλληλες. Η δεύτερη αναφέρεται στην ισχύ της «προβλεψιμότητας», με την έννοια ότι δεν πραγματοποιείται μονομερής μεταβολή των συμβατικών όρων, εκτός αν αυτή η δυνατότητα και οι περιστάσεις έχουν προσυμφωνηθεί. Η τρίτη Αρχή αφορά στη «συμμόρφωση», δηλαδή ότι οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται. Η τέταρτη («πληροφόρηση») επιτάσσει ότι η τυχόν ανταλλαγή πληροφοριών πραγματοποιείται με αυστηρή συμμόρφωση προς τη νομοθεσία του ανταγωνισμού και οποιαδήποτε άλλη εφαρμοστέα νομοθεσία και ότι τα μέρη πρέπει να μεριμνούν για την διασφάλιση ορθών και μη παραπλανητικών πληροφοριών.

Η πέμπτη ειδική Αρχή αναφέρεται στην αυστηρή τήρηση της «εμπιστευτικότητας» των πληροφοριών, καθώς και στη χρήση τους αποκλειστικά και μόνον για τους σκοπούς για τους οποίους ανταλλάσσονται. Η έκτη ορίζει την «ευθύνη σε περίπτωση κινδύνου», δηλαδή ότι σε περιπτώσεις κινδύνου ή ρίσκου τα μέρη οφείλουν να αναλαμβάνουν εξ ολοκλήρου το μερίδιο «ευθύνης» που αναλογεί στο καθένα, εννοώντας ως αθέμιτη την προσπάθεια της μετακύλησης των ευθυνών του ενός προς ζημίωση του άλλου. Τέλος, η έβδομη ειδική Αρχή αναφέρεται στο «δικαιολογημένο αίτημα», με την έννοια ότι ένα συμβαλλόμενο μέρος δεν καταφεύγει σε απειλές για να αποκτήσει αδικαιολόγητο πλεονέκτημα ή να μετακυλήσει αδικαιολόγητο κόστος».


Μηχανισμός Επίλυσης Διαφορών
Εκτός από τις Αρχές Ορθής Επιχειρηματικής Πρακτικής, το Supply Chain Initiative έχει υιοθετήσει και ένα οργανωτικό πλαίσιο λειτουργίας, με πυραμιδωτή διάρθρωση, από το επίπεδο της μεμονωμένης επιχείρησης-συμμετόχου στην πρωτοβουλία, μέχρι τη διαμόρφωση διαμεσολαβητικών οργάνων του κλάδου, σε εθνικό και σε υπερεθνικό-ευρωπαϊκό πλαίσιο. Όπως εξηγεί ο κ. Τρύφωνας, «ουσιαστικά, η δομή του θεσμού είναι υπό διαμόρφωση, καθώς τώρα γίνονται οι εγγραφές των επιχειρήσεων στο μητρώο του. Έχει ιδιαίτερη αξία το γεγονός ότι η έννοια-κλειδί στη λειτουργία του Μηχανισμού Επίλυσης Διαφορών σε πρώτο βαθμό, δηλαδή στο επίπεδο της άμεσης διαβούλευσης των ίδιων των επιχειρήσεων που βρίσκονται σε διένεξη, ο «Εσωτερικός Συνήγορος» (ombudsman) κάθε εταιρικού οργανισμού (συνήθως ο νομικός του σύμβουλος), ήδη έχει αρχίσει να παίρνει σάρκα και οστά στη ζωή εκείνων των επιχειρήσεων που εντάχθηκαν πρώτες στην πρωτοβουλία Supple Chain Initiative, όπως η Nestlé.

Ειδικότερα, σε περίπτωση διένεξης μεταξύ δύο συνεργαζόμενων επιχειρήσεων στην εφοδιαστική αλυσίδα, (πχ ενός προμηθευτή και μιας αλυσίδας σούπερ μάρκετ), που άπτεται των Αρχών Ορθής Επιχειρηματικής Πρακτικής και στάθηκε αδύνατο να επιλυθεί σε εμπορικό επίπεδο, η παραπονούμενη επιχείρηση υποβάλει το παράπονό της στον «Εσωτερικό Συνήγορο» της άλλης, με σκοπό την έρευνα και την επίλυση του θέματος. Εάν δεν υπάρξει επίλυση, η παραπονούμενη επιχείρηση μπορεί να επιδιώξει τη διαμεσολάβηση, τη διαιτησία ή την προσφυγή στη δικαιοσύνη. Για ιδιαίτερα σοβαρές διαφορές, που αφορούν σε ισχυρισμό για σοβαρή παραβίαση των Αρχών που υποβάλλεται από περισσότερες επιχειρήσεις, έχει προταθεί η σύσταση και λειτουργία «διακυβερνητικών ομάδων», σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο (αναλόγως με το πού εδρεύουν οι επιχειρήσεις), δηλαδή οργάνων διαβούλευσης συγκροτημένων από τους συνδέσμους των φορέων του κλάδου, εθνικούς και ευρωπαϊκούς αντίστοιχα.

Για την ώρα, οι ομάδες αυτές είναι υπό σύσταση. Όμως, απέναντι σε όποιον τυχόν δυσπιστεί για την γραφειοκρατία, που πιθανώς θα δημιουργήσει η συγκρότηση ενός τέτοιου οργανισμού, διαφορετικών επιπέδων διαβούλευσης για την επίλυση διαφορών, ας σκεφτεί, ότι πολλές από τις διαφορές των επιχειρήσεών μας στην εφοδιαστική αλυσίδα των τροφίμων-ποτών υπερβαίνουν πλέον το επίπεδο της εθνικής αγοράς, άρα και το πλαίσιο λύσεων που μπορεί να δώσει η εθνική νομοθεσία. Συνεπώς, τα διαφορετικά επίπεδα λειτουργίας «διακυβερνητικών ομάδων», τα επιβάλλει τρόπον τινά η διασυνοριακή δραστηριότητα πολλών επιχειρήσεων της βιομηχανίας και του λιανεμπορίου, που έχει ανάγκη την ομοιομορφία των όρων συνεργασίας και την αυτορύθμιση των σχέσεών μας. Φυσικά, εννοείται ότι ο εν λόγω θεσμός δεν υποκαθιστά το έργο της δικαιοσύνης ή των αρχών για όποιον αισθάνεται ότι δεν τον καλύπτει η θεσμική αυτορύθμιση», επισημαίνει ο κ. Τρύφωνας.

Ντόμινο ενδιαφέροντος
Κατά το τελευταίο εξάμηνο ευρωπαϊκές λιανεμπορικές αλυσίδες, όπως οι πολυεθνικές Lidl, Rewe, Aldi, Tesco, Metro Group, Jumbo, Ahold, Delhaize κά, και βιομηχανικοί προμηθευτές, όπως οι επίσης πολυεθνικές εταιρείες Nestlé, Unilever, Ferrero, Coca Cola, Kellogg’s, Wrigley και Mars, μετά την αποστολή των επιστολών προσχώρησης στην πρωτοβουλία Supply Chain Initiative (πρώτο βήμα ένταξης), ήδη πέρασαν στη φάση της εσωτερικής ενημέρωσης και αυτο- αξιολόγησης, προκειμένου να διαπιστώσουν τη συμβατότητα με τις προϋποθέσεις της συμμετοχής τους στο θεσμό (δεύτερο βήμα). Μάλιστα, η σχετική εκπαίδευση του προσωπικού τους, με γνώμονα τις αρχές του θεσμού και το πνεύμα της δράσης του «Εσωτερικού Συνηγόρου», γίνεται βάσει ειδικού προγράμματος, ενώ κατά το τελικό στάδιο της προσαρμογής τους υποχρεούνται να ανακοινώνουν στους συνεργάτες τους την ένταξή τους στην πρωτοβουλία Supply Chain Initiative.

Σημειώνεται ότι με την επίσημη ανακοίνωση της τελευταίας το προηγούμενο φθινόπωρο 82 εταιρείες δήλωσαν την πρόθεση ένταξης, πράγμα που έως τον Μάρτιο είχαν πράξει οι 42. Δεδομένου, μάλιστα, ότι η απόφαση ένταξης στον θεσμό πολυεθνικών οργανισμών δεσμεύει αυτόματα τις θυγατρικές τους, σήμερα υπολογίζεται αθροιστικά ότι περίπου 454 επιχειρήσεις βρίσκονται σε φάση προσαρμογής, αρχικής έως προχωρημένης, στα προαπαιτούμενά του. Για τη συστηματική παρακολούθηση των εξελίξεων: www.SupplyChainInitiative.eu.