Αυξητικές τάσεις παρουσιάζει η αγορά των προϊόντων περιποίησης προσώπου και μακιγιάζ, αλλά και των αρωματικών προϊόντων της ευρείας διανομής. Συχνά τα προϊόντα αυτά αγοράζονται από τους καταναλωτές συμπληρωματικά προς τα προϊόντα της επιλεκτικής διανομής. Οι πωλήσεις των συγκεκριμένων κατηγοριών εκτιμάται ότι κατανέμονται μεταξύ των σούπερ μάρκετ και των καταστημάτων καλλυντικών με ποσοστά περίπου 70% και 30% αντίστοιχα.

Αυξητικές τάσεις παρουσιάζει η αγορά των προϊόντων περιποίησης προσώπου και μακιγιάζ, αλλά και των αρωματικών προϊόντων της ευρείας διανομής. Συχνά τα προϊόντα αυτά αγοράζονται από τους καταναλωτές συμπληρωματικά προς τα προϊόντα της επιλεκτικής διανομής. Οι πωλήσεις των συγκεκριμένων κατηγοριών εκτιμάται ότι κατανέμονται μεταξύ των σούπερ μάρκετ και των καταστημάτων καλλυντικών με ποσοστά περίπου 70% και 30% αντίστοιχα. Τα ποσοστά αυτά διαφοροποιούνται από κατηγορία σε κατηγορία. Στο σύνολο της αγοράς παρατηρείται περαιτέρω αύξηση του μεριδίου των σούπερ μάρκετ εις βάρος των καταστημάτων καλλυντικών.

Προϊόντα περιποίησης προσώπου

Η κατηγορία προϊόντων περιποίησης προσώπου παρουσιάζει αυξητικές τάσεις τόσο σε αξία όσο και σε όγκο. Οι καταναλώτριες στρέφονται σε προϊόντα πιο εξειδικευμένα, που προσφέρουν λύσεις σε πολλαπλές απαιτήσεις και είναι πιο πρακτικά στη χρήση τους. Η διείσδυση της κατηγορίας είναι αρκετά υψηλή στη χώρα μας και περίπου ίση με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Η αγορά των προϊόντων αυτών χωρίζεται σε δύο κατηγορίες:

α) προϊόντα καθαρισμού (γαλακτώματα, αντισάπουνα/αφροί, μαντηλάκια κ.ά.) που κατέχουν πάνω από το 60% της αξίας της συνολικής αγοράς και των οποίων οι πωλήσεις αυξάνονται τα τελευταία χρόνια και

β) προϊόντα ενυδάτωσης (όπως κρέμες, μάσκες κ.ά.)

Έρευνες σχετικά με τη συμπεριφορά των αγοραστών προϊόντων περιποίησης προσώπου αποδεικνύουν ότι η πληροφόρηση σχετικά με το τι προσφέρει ένα συγκεκριμένο προϊόν, για ποιο τύπο επιδερμίδας είναι κατάλληλο και σε τι διαφέρει από τα υπόλοιπα του είδους του είναι ιδιαίτερα σημαντική για την απόφαση αγοράς, η οποία λαμβάνεται μπροστά στο ράφι έκθεσής τους. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού χρησιμοποιούνται από τις εταιρείες, εκτός από τη σωστή ομαδοποίηση των προϊόντων στα ράφια με βάση τη μάρκα και την υποκατηγορία, δισκάκια και δείκτες ραφιών, όπου αναγράφονται εύκολα αναγνώσιμες πληροφορίες για το προϊόν.

Για την κίνηση κάθε κατηγορίας υπάρχουν τα εξής στοιχεία:

Η αγορά των υγρών μαντηλιών ντεμακιγιάζ αυξάνεται ετησίως με ρυθμό άνω του 40%. Σε αξία ανέρχεται σε ετήσια βάση σε 2,4 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία της AC NIELSEN που έδωσαν στο «σελφ σέρβις» στελέχη εταιρειών. Η αγορά των δίσκων ντεμακιγιάζ (σε αξία) είναι μεγαλύτερη και, σύμφωνα με στοιχεία της AC NIELSEN, ανέρχεται σε 3,7 εκατ. ευρώ, ενώ αυξάνεται κατά 8% ετησίως.

Η αύξηση της κατανάλωσης υγρών μαντηλιών ντεμακιγιάζ λειτουργεί συμπληρωματικά προς την κατανάλωση των δίσκων ντεμακιγιάζ (που χρησιμοποιούνται μαζί με γαλάκτωμα), καθώς τα υγρά μαντηλάκια είναι περισσότερο πρακτικά και χρησιμοποιούνται σε ταξίδια ή διακοπές. Ωστόσο σε μόνιμη βάση οι γυναίκες επιλέγουν τους κλασικούς τρόπους ντεμακιγιάζ. Εξάλλου, σύμφωνα με στοιχεία εταιρειών, η κατά κεφαλή κατανάλωση δίσκων ντεμακιγιάζ στην Ελλάδα ανέρχεται σε 35 δίσκους ετησίως, έναντι 239 δίσκων που είναι η αντίστοιχη κατανάλωση στη Γαλλία, γεγονός που υποδηλώνει ότι υπάρχουν ακόμη πολύ μεγάλα περιθώρια διείσδυσης του προϊόντος στην ελληνική αγορά.

Αναλυτικό ρεπορτάζ και πίνακες βλέπε τεύχος 311 σελ.62-71