Αύξηση παρουσίασε το 2001 ο τζίρος που συγκέντρωσαν οι ισχυροί του οργανωμένου λιανεμπορίου σε σχέση με το 2000. Επί των συνολικών πωλήσεων των οκτώ μεγαλύτερων αλυσίδων σούπερ μάρκετ περίπου το 60% ελέγχεται από τρεις επωνυμίες αλυσίδων, ενώ μόνη της η CARREFOUR ελέγχει το 25% της αγοράς.
Αύξηση παρουσίασε το 2001 ο τζίρος που συγκέντρωσαν οι ισχυροί του οργανωμένου λιανεμπορίου σε σχέση με το 2000. Επί των συνολικών πωλήσεων των οκτώ μεγαλύτερων αλυσίδων σούπερ μάρκετ περίπου το 60% ελέγχεται από τρεις επωνυμίες αλυσίδων, ενώ μόνη της η CARREFOUR ελέγχει το 25% της αγοράς.
Συνολικά ο τζίρος των 8 μεγαλύτερων αλυσίδων σούπερ μάρκετ διαμορφώθηκε πέρυσι στα 4.231,26 εκατ. ευρώ έναντι 3.394,80 εκατ. ευρώ που ήταν την προηγούμενη χρήση, σημειώνοντας άνοδο κατά 24,6%. Βέβαια στη διαμόρφωση του ποσοστού αυτού έχει συνυπολογιστεί η αυξητική μεταβολή του τζίρου της CARREFOUR (81,5%), μεταβολή η οποία δεν αποτυπώνει την πραγματικότητα, καθ’ ότι η εταιρεία άρχισε να λειτουργεί από τα μέσα του 2000 μετά την εξαγορά της ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ. Όπως και να έχει όμως, το οργανωμένο λιανεμπόριο ενισχύει χρόνο με το χρόνο την παρουσία του στην αγορά, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται από την αύξηση που παρουσίασαν στο διάστημα 2000-2001 οι πωλήσεις όλων των μεγάλων επιχειρήσεων του κλάδου. Ανάλογες εξελίξεις αναμένονται και φέτος. Οι διοικήσεις των αλυσίδων κάνουν λόγο για αυξήσεις στον ετήσιο τζίρο των σούπερ μάρκετ, που από εταιρεία σε εταιρεία πρόκειται να κυμανθούν μεταξύ 9% και 25%.
Μεγιστοποιούνται οι τάσεις της συγκέντρωσης
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης τα στοιχεία που αποτυπώνονται για τα μερίδια αγοράς. Κατά τη χρήση του 2001 (από την οποία μπορούν να συναχθούν ασφαλή συμπεράσματα) προκύπτει ότι στο σύνολο των πωλήσεων των 8 μεγαλύτερων αλυσίδων η CARREFOUR κατέχει το μεγαλύτερο ποσοστό (25%), το οποίο την καθιστά την ισχυρότερη παρουσία στον κλάδο. Με δεδομένη μάλιστα την επιθετική πολιτική που ακολουθεί σε θέματα τιμών, φαίνεται ξεκάθαρα ότι η διοίκησή της θα επιδιώξει πάση θυσία να διατηρήσει ή και να αυξήσει τα μερίδιά της. Άλλο ένα σημαντικό στοιχείο που προκύπτει από την ανάλυση των στατιστικών δεδομένων του 2001 αφορά στη συγκέντρωση του οργανωμένου λιανεμπορίου και ειδικότερα στο γεγονός ότι το 60% των πωλήσεων των 8 ισχυρότερων αλυσίδων –υπό τις οποίες έχουν περιέλθει πέντε εξαγορασθείσες εταιρείες– ελέγχεται από τρεις επωνυμίες σούπερ μάρκετ. Οι ανοδικές τάσεις που καταγράφονται στα έσοδα των βασικών «παικτών» της σχετικής αγοράς οφείλονται σε πέντε βασικούς παράγοντες.
1. Στην ανάπτυξη των δικτύων πωλήσεων, που όμως δεν διευρύνονται με τους ρυθμούς του παρελθόντος λόγω μερικού κορεσμού του κλάδου. 2. Στην πραγματική διόγκωση των πωλήσεων που καταγράφηκε σε όσα καταστήματα λειτουργούσαν από την προηγούμενη χρήση και τους 12 μήνες. 3. Στις εξαγορές και συγχωνεύσεις οι οποίες ενσωμάτωσαν τζίρους μικρότερων αλυσίδων που μέχρι πρότινος δεν ανήκαν στο… club των ισχυρών. 4. Στη χρήση των νέων τεχνολογιών, που επέτρεψε σημαντικές οικονομίες κλίμακος με την εκμετάλλευση των στατιστικών δεδομένων. 5. Στις ανακαινίσεις και τις αναβαθμίσεις των παλαιών εμπορικών καταστημάτων, στις οποίες προχώρησαν αρκετές εταιρείες του λιανεμπορίου.
Οι πέντε προαναφερόμενοι παράγοντες, οι οποίοι συνεχίζουν να επιδρούν καθοριστικά στην πορεία της αγοράς, επηρέασαν πέρυσι καθοριστικά την εικόνα του κλάδου, που πλέον έχει συρρικνωθεί σημαντικά μετά και τις τελευταίες εξαγορές. Οι έντονες συνθήκες ανταγωνισμού υποχρέωσαν αρκετές από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να επιδιώξουν την εξαγορά τους από μεγάλα επιχειρηματικά group, αλλά και τους ισχυρούς να δεσμεύσουν μέρος των κεφαλαίων τους για την απορρόφηση μικρότερων λιανεμπορικών επιχειρήσεων. Όσο για τα κέρδη των αλυσίδων, το 2001 παρουσίασαν σημαντική βελτίωση σε σχέση με το 2000, παρά τις πιέσεις του ανταγωνισμού και τον ανοικτό «πόλεμο» τιμών που καταγράφηκε κατά διαστήματα πέρυσι μεταξύ πολυεθνικών και ελληνικών ομίλων. Στο σύνολό τους οι αλυσίδες κατάφεραν είτε να βελτιστοποιήσουν τα θετικά αποτελέσματά τους, είτε να περιορίσουν τις ζημιές τους. Ποια είναι όμως η εικόνα που παρουσίασε πέρυσι το οργανωμένο λιανεμπόριο ανά εταιρεία;
ΟΜΙΛΟΣ CARREFOUR ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το 2001 σημείωσε τζίρο της τάξης των 1.058 εκατ. ευρώ έναντι 582,8 εκατ. ευρώ το 2000. Όμως τα δύο αυτά νούμερα δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα, καθ’ ότι η CARREFOUR δραστηριοποιήθηκε στη χώρα μας το δεύτερο εξάμηνο του 2000 στο οποίο αντιστοιχούν οι προαναφερόμενες πωλήσεις. Τα πρώτα συγκρίσιμα στοιχεία για τον όμιλο θα εκδοθούν φέτος, χρονιά κατά την οποία αναμένεται αύξηση του τζίρου του κατά 13%.
OΜΙΛΟΣ ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΣ
Βελτίωσε οριακά τις πωλήσεις του αλλά αισθητά την κερδοφορία του, η οποία από 2,5 εκατ. ευρώ το 2000 διαμορφώθηκε πέρυσι στα 3,2 εκατ. ευρώ. Ο όμιλος, έχοντας πλέον ολοκληρώσει ένα μεγαλόπνοο επενδυτικό πλάνο αναβάθμισης των παλαιών εμπορικών μονάδων, αναπτύσσει φέτος τον τζίρο του με ρυθμό μεγαλύτερο του 10%, ενώ σε απόλυτη αξία οι πωλήσεις του εκτιμάται ότι θα ανέλθουν στα 653 εκατ. ευρώ. Σημαντικά αυξημένα αναμένεται να είναι και τα κέρδη του ομίλου, τα οποία, όπως υπολογίζεται, θα ανέλθουν στα 4,1 εκατ. ευρώ έναντι 3,2 εκατ. ευρώ που ήταν πέρυσι.
ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗΣ
Για άλλη μα χρονιά παρουσίασε σημαντική αύξηση στις πωλήσεις του –αύξηση 11%– ανεβάζοντας την αξία τους στα 655,5 εκατ. ευρώ από 590,8 εκατ. ευρώ το 2000. Η αγορά αναμένει με ενδιαφέρον τα στοιχεία για την κερδοφορία της εταιρείας που πάντα κινείται στα υψηλότερα επίπεδα για τον κλάδο, χωρίς την ίδια στιγμή να συμβαίνει το ίδιο και με τα έσοδά της. Το γεγονός αυτό αποδίδεται στην επιτυχημένη εμπορική πολιτική της και στις εξαιρετικά συμφέρουσες ετήσιες συμφωνίες που υπογράφει με τους προμηθευτές της.
ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ
Έχοντας πλέον στον όμιλό της τις ΤΡΟΦΟ και ΕΝΑ, επιδιώκει να εξαλείψει το ταχύτερο δυνατό τις ζημίες που κληρονόμησε από τις εξαγορές τους, ώστε σύντομα να επαναφέρει την ενοποιημένη κερδοφορία σε υψηλότερα επίπεδα. Πάντως πέρυσι η αλυσίδα εξασφάλισε κέρδη ύψους 10,82 εκατ. ευρώ, ενώ σε ενοποιημένη βάση τα αποτελέσματά της περιορίσθηκαν στα 2,05 εκατ. ευρώ. Οριακά συμπιεσμένος ήταν και ο ενοποιημένος τζίρος της (μειώθηκε στα 769,46 εκατ. ευρώ από 780 εκατ. ευρώ το 2000), ενώ κατάφερε να διογκώσει τις πωλήσεις της στα 620,61 εκατ. ευρώ από 499,55 εκατ. ευρώ το 2000.
ΜΕΤΡΟ
Έντονα ανοδικές τάσεις επικράτησαν στον τζίρο και τα κέρδη της ΜΕΤΡΟ. Από κοινού τα σούπερ μάρκετ και τα cash & carry καταστήματα της αλυσίδας αύξησαν τις πωλήσεις τους στα 318,4 εκατ. ευρώ έναντι 268,8 εκατ. ευρώ το 2000, ενώ σημαντικότατη ήταν και η διόγκωση των κερδών της στα 7,3 εκατ. ευρώ από 4,1 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρήση.
ΟΜΙΛΟΣ ΑΤΛΑΝΤΙΚ
Πορεία ταχύτατης ανάπτυξης χαράσσει ο όμιλος, ο οποίος μετά τις εξαγορές της ΓΑΛΗΝΟΣ ΛΑΟΥΤΑΡΗΣ και της ΑΡΙΣΤΑ ενδυναμώνει περαιτέρω την παρουσία του στον κλάδο. Πέρυσι από κοινού με τη ΓΑΛΗΝΟΣ ΛΑΟΥΤΑΡΗΣ ο όμιλος ΑΤΛΑΝΤΙΚ εξασφάλισε τζίρο συνολικού ύψους 384,4 εκατ. ευρώ έναντι 234,8 εκατ. ευρώ το 2000, όμως τα ενοποιημένα αποτελέσματα διατηρήθηκαν σε σταθερά επίπεδα, αφού σε αξία διαμορφώθηκαν στα 1,4 εκατ. ευρώ. Πάντως για την τρέχουσα χρήση αναμένει αυξημένα κέρδη, τα οποία προϋπολογίζει στα 1,9 εκατ. ευρώ.
ΟΜΙΛΟΣ ΠΕΝΤΕ
Ο όμιλος συνέχισε και πέρυσι την ανοδική του πορεία αυξάνοντας τόσο τον τζίρο όσο και τα κέρδη του. Ειδικότερα οι πωλήσεις των ΠΕΝΤΕ και ΑΡΓΩ έφθασαν το 2001 στα 259,7 εκατ. ευρώ έναντι των 216,9 εκατ. το 2000 και τα ενοποιημένα κέρδη διαμορφώθηκαν στα 10,9 εκατ. ευρώ από 9,5 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρονιά. Όσο για την τρέχουσα χρήση, οι εκτιμήσεις του ομίλου θέλουν το τζίρο του να αυξάνεται περαιτέρω στα 293,5 εκατ. ευρώ και τα κέρδη του να ανεβαίνουν ένα ακόμα σκαλί, στα 11,7 εκατ. ευρώ.
DIA
Η αλυσίδα, της οποίας οι πωλήσεις φέτος τρέχουν με ρυθμό ανόδου ταχύτερο από τον αναμενόμενο (33%), αναθεώρησε τον αρχικό της στόχο για το 2002 και ανέβασε τον πήχη στα 235 εκατ. ευρώ. Πέρυσι ο τζίρος της είχε ανέλθει στα 187 εκατ. ευρώ έναντι 146,4 εκατ. ευρώ το 2000, ενώ τα αρνητικά αποτελέσματά της περιορίσθηκαν στα 4,4 εκατ. ευρώ. Οι ζημίες της αλυσίδας οφείλονται στις υψηλές επενδύσεις τις οποίες υλοποιεί στο πλαίσιο της ταχύτατης ανάπτυξής της. Οι εκτιμήσεις για τα αποτελέσματά της κατά τη φετινή χρήση κάνουν λόγο για ζημιές 1,9 εκατ. ευρώ, οι οποίες όμως θα είναι οι τελευταίες που θα ανακοινώσει η εταιρεία, καθώς από το 2003 εκτιμάται ότι θα περάσει στην κερδοφορία.