Τι πραγματικά συνέβη το τελευταίο τετράμηνο του 2003 και ιδιαίτερα τις πρώτες κρίσιμες ημέρες του «παγώματος» των τιμών; Κάτω από ποιες συνθήκες τα σούπερ μάρκετ διαπραγματεύτηκαν με τη βιομηχανία το ζήτημα; Ποιοι προμηθευτές είχαν ζητήσει αυξήσεις και πώς αντέδρασαν έναντι των ισχυρών του λιανεμπορίου που δεν δέχονταν νέους τιμοκαταλόγους χονδρικής; Το «σελφ σέρβις» επιστρέφει στο πρόσφατο παρελθόν, όταν τον περασμένο Σεπτέμβριο η ΚΑΡΦΟΥΡ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ανακοίνωνε «πάγωμα» των τιμών της

Τι πραγματικά συνέβη το τελευταίο τετράμηνο του 2003 και ιδιαίτερα τις πρώτες κρίσιμες ημέρες του «παγώματος» των τιμών; Κάτω από ποιες συνθήκες τα σούπερ μάρκετ διαπραγματεύτηκαν με τη βιομηχανία το ζήτημα; Ποιοι προμηθευτές είχαν ζητήσει αυξήσεις και πώς αντέδρασαν έναντι των ισχυρών του λιανεμπορίου που δεν δέχονταν νέους τιμοκαταλόγους χονδρικής; Το «σελφ σέρβις» επιστρέφει στο πρόσφατο παρελθόν, όταν τον περασμένο Σεπτέμβριο η ΚΑΡΦΟΥΡ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ανακοίνωνε «πάγωμα» των τιμών της.

Η απόφαση του leader της αγοράς σίγουρα δεν ήταν τυχαία. Προηγήθηκαν καλά μελετημένες κινήσεις, αλλά και συχνές επαφές και διαπραγματεύσεις με τους βασικούς προμηθευτές της αλυσίδας, που διήρκεσαν όλο το διάστημα του περσινού καλοκαιριού. Η ΚΑΡΦΟΥΡ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ έπρεπε να είναι σίγουρη για τις κινήσεις της πριν δημοσιοποιήσει την πολιτική της και φυσικά να έχει υπολογίσει ορθά το κόστος και τις πραγματικές αντοχές της πριν δεσμευθεί έναντι των καταναλωτών.

Όπως ήταν αναμενόμενο, οι δηλώσεις του D. Fleury περί «παγώματος» των τιμών έφεραν τα πάνω κάτω στην αγορά. Οι προμηθευτές του κλάδου έπρεπε να βρουν τρόπο να αντιμετωπίσουν την αντίδραση του λιανεμπορίου, να αποφασίσουν αν θα έπαιρναν πίσω κάθε σχεδιαζόμενη ανατίμηση ή αν θα επέμεναν στην πολιτική τους για αυξήσεις στη χονδρική, όπως προέβλεπε εξ αρχής το ετήσιο business plan.

«Το τελευταίο τετράμηνο του 2003 οι καταναλωτές κέρδισαν πολλά χρήματα και την ίδια περίοδο χάθηκαν πολλά κεφάλαια για το λιανεμπόριο και για ορισμένους εκ των προμηθευτών του» ήταν το σχόλιο κορυφαίου παράγοντα της αγοράς σχετικά με το επίμαχο διάστημα, κατά το οποίο οι… μάχες μεταξύ των δύο «στρατοπέδων» ήταν κάτι περισσότερο από έντονες.

Η απόφαση του ομίλου ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΣ να «παγώσει» και αυτός με τη σειρά του τις τιμές, καθώς και του ΕΛΟΜΑΣ, δημιούργησε αμέσως δύο ταχύτητες διαπραγματεύσεων μεταξύ σούπερ μάρκετ και βιομηχανίας. Οι ΚΑΡΦΟΥΡ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ, ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΣ και ΕΛΟΜΑΣ «έκλεισαν την πόρτα» στις ανατιμήσεις, τουλάχιστον όπου οι πιέσεις τους έπιασαν τόπο, ενώ όπου οι διαπραγματεύσεις δεν κατέληξαν θετικά, δηλαδή δεν υπήρξε συμφωνία, οι αλυσίδες αναγκάστηκαν να απορροφήσουν τις ανατιμήσεις της χονδρικής. Το σίγουρο ήταν ότι δεν πέρασαν στο ράφι αυξήσεις ή τουλάχιστον ότι δεν ανατιμήθηκαν αγαθά με μεγάλη ζήτηση από τους καταναλωτές. Βέβαια, όταν μια αλυσίδα διακινεί χιλιάδες κωδικούς είναι εξαιρετικά δύσκολο να εξακριβωθεί ότι όλες οι τιμές παρέμειναν σταθερές, ωστόσο η γενική εικόνα που πέρασε στους καταναλωτές ήταν ότι όσες αλυσίδες ανακοίνωσαν «πάγωμα» τιμών, το τήρησαν σε γενικές γραμμές, επιβαρύνοντας είτε το δικό τους ταμείο είτε, κατά περίπτωση, το ταμείο των προμηθευτών τους.

Τρεις κατηγορίες αντιδράσεων

Το «σελφ σέρβις» δημοσιεύει κατ’ αποκλειστικότητα τη λίστα των προμηθευτών του λιανεμπορίου οι οποίοι, ενώ ζήτησαν ανατιμήσεις, τις πήραν πίσω επιφυλασσόμενοι για την επαναφορά τους τον Ιανουάριο, καθώς και τη λίστα των εταιρειών που, ενώ –τυπικά τουλάχιστον– δεν τις ανέστειλαν, δέχθηκαν να εκδώσουν σημειώματα, πιστώνοντας με τη διαφορά τους πελάτες τους για το διάστημα που μεσολάβησε έως τις αρχές του 2004.

Υπήρξαν και λίγοι σε αριθμό προμηθευτές –τρεις ή τέσσερις– οι οποίοι δέχθηκαν να πάρουν πίσω τη μισή αύξηση, ζητώντας από τις αλυσίδες είτε να απορροφήσουν την υπόλοιπη είτε να τη μετακυλήσουν στην κατανάλωση.

Στην πράξη τώρα, η πρώτη ταχύτητα των διαπραγματεύσεων που αφορούσε όσες αλυσίδες ανακοίνωσαν «πάγωμα» των τιμών είχε ως αποτέλεσμα οι ανατιμήσεις είτε να αναβληθούν για το 2004 (πιν. 1.Α), είτε να συμψηφιστούν με πιστωτικά σημειώματα (πιν. 1.Β), είτε να απορροφηθούν από κοινού από το λιανεμπόριο και τους προμηθευτές του (πιν. 1.Γ).

Σε ό,τι αφορά τη δεύτερη ταχύτητα διαπραγματεύσεων –μεταξύ των υπολοίπων αλυσίδων και των προμηθευτών– ουδείς μπορεί να πει με ασφάλεια τι πραγματικά ίσχυσε. Το σίγουρο πάντως είναι ότι όποια αλυσίδα είχε τη δύναμη κατάφερε να «πείσει» τους προμηθευτές της να πάρουν πίσω τις αυξήσεις και όπου αυτό δεν κατέστη εφικτό οι ανατιμήσεις είτε πέρασαν στην κατανάλωση είτε απορροφήθηκαν εν μέρει ή στο σύνολό τους.

Οι πρώτες ανατιμήσεις του 2004

Παραμονές έκδοσης του τεύχους οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ άρχισαν να γίνονται αποδέκτες νέων αυξημένων τιμοκαταλόγων χονδρικής, με αρχή ισχύος τους τον Ιανουάριο. Οι πληροφορίες τότε ανέφεραν ότι πλέον των 20 προμηθευτών του κλάδου είχαν εκδηλώσει την πρόθεσή τους να ανατιμήσουν τα προϊόντα τους (πιν. 2) στις αρχές του 2004. Στο Υπουργείο Ανάπτυξης σήμανε… συναγερμός, ενώ η αγορά δέχθηκε με μεγαλύτερη ψυχραιμία την εξέλιξη αυτή, δεδομένου ότι τη θεωρούσε ως αναμενόμενη.

Το διάστημα εκείνο οι πληροφορίες ανέφεραν ότι στην πλειοψηφία τους οι προμηθευτές ζητούσαν ανατιμήσεις έως και 4%, ενώ το βασικότερο πρόβλημα καταγράφηκε στο ελαιόλαδο, για το οποίο γινόταν λόγος για νέα μεγάλη αύξηση της τάξης του 10%. Η λίστα των ανατιμήσεων περιελάμβανε προϊόντα όπως λάδια, ρύζια, τυριά, αποξηραμένα φρούτα, τυποποιημένο ψωμί, τουρσιά, κρασιά, παιδικές τροφές, ελιές, κατεψυγμένες ζύμες, γάλα και κονσέρβες, ενώ αναμενόταν να ακολουθήσουν και νέες ανατιμήσεις ενδεχομένως γενναιότερες από τις προαναφερόμενες.

Από την πλευρά του ο υφυπουργός Ανάπτυξης, κ. Κίμων Κουλούρης άρχισε από τις πρώτες κιόλας ημέρες του Δεκεμβρίου επαφές με τους leader της αγοράς επιδιώκοντας μερική έστω αναστροφή του επερχόμενου τότε ανατιμητικού κλίματος, με στόχο τη συγκράτηση των αυξήσεων στα όρια του πληθωρισμού. Ωστόσο η προσπάθειά του ήταν ανεπιτυχής. Στο γραφείο του δέχθηκε τους εκπροσώπους των αρτοποιών οι οποίοι του ανακοίνωσαν ανατιμήσεις 20% λόγω αύξησης του κόστους των πρώτων υλών, τους ζαχαροπλάστες που και αυτοί τον προετοίμασαν για ανατιμήσεις 20%, αλλά και τον κ. Κ. Λούλη, πρόεδρο του ομώνυμου ομίλου, ο οποίος εκτίμησε τις ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες του άρτου και των ζυμαρικών στο 20% με 25%, διευκρινίζοντας ότι η πρώτη δόση των ανατιμήσεων, 5% με 7%, επρόκειτο να περάσει στην αγορά τον Ιανουάριο.