Μία πρόσφατη έρευνα της MARKET ANALYSIS καθιστά σαφές ότι οι διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων έχουν αλλάξει σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια, ως αποτέλεσμα της αλλαγής του σύγχρονου τρόπου ζωής. Το 59% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι καταφεύγει στο έτοιμο φαγητό, αλλά μόνο το 8% από αυτούς το κάνει «πολύ συχνά». Η χώρα μας επιμένει βέβαια στην κατανάλωση φρέσκου φαγητού και φυσικά… ελαιολάδου.

Μία πρόσφατη έρευνα της MARKET ANALYSIS καθιστά σαφές ότι οι διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων έχουν αλλάξει σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια, ως αποτέλεσμα της αλλαγής του σύγχρονου τρόπου ζωής. Το 59% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι καταφεύγει στο έτοιμο φαγητό, αλλά μόνο το 8% από αυτούς το κάνει «πολύ συχνά». Η χώρα μας επιμένει βέβαια στην κατανάλωση φρέσκου φαγητού και φυσικά… ελαιολάδου.

Οι αλλαγές που έχουν επέλθει κατά τις τελευταίες δύο-τρεις δεκαετίες τουλάχιστον στις συνθήκες εργασίας των πολιτών της χώρας μας (όπως άλλωστε έχει συμβεί και σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες), είναι φυσικό να έχουν επηρεάσει καταλυτικά και τις διατροφικές μας συνήθειες. Βέβαια οι αλλαγές αυτές είναι ιδιαιτέρως εμφανείς όταν συγκρίνουμε τη σημερινή με την προ του Β' Παγκοσμίου Πολέμου εποχή, όταν όλη οικογένεια –σε ευρύτερο πλαίσιο: γονείς, παιδιά, γιαγιάδες, παππούδες ή και άλλοι συγγενείς– έμενε στο ίδιο σπίτι, μαγείρευε και έτρωγε μέσα σε αυτό και πολύ σπάνια έβγαινε έξω για φαγητό. Σήμερα, εξαιτίας του γεγονότος ότι εργάζονται και οι γυναίκες/μητέρες, τα μέλη της οικογένειας καταφεύγουν κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό στο έτοιμο φαγητό. Το μεσημέρι είτε τρώνε έξω είτε παίρνουν φαγητό σε πακέτο για τη δουλειά ή το σπίτι. Αλλά και τα παιδιά πολύ συχνά γευματίζουν στο σχολείο. Το βράδυ, μολονότι η οικογένεια μαζεύεται στο σπίτι, προτιμά τις περισσότερες φορές να παραγγείλει ένα έτοιμο και πρόχειρο βραδινό, ενώ η έξοδος σε εστιατόρια και κέντρα διασκέδασης, τουλάχιστον του ανδρόγυνου, είναι συχνό φαινόμενο.

Το ίδιο ισχύει εξάλλου και για τα παιδιά σε εφηβική ηλικία, τα οποία σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της ημέρας καταφεύγουν στα «ετοιματζίδικα» μικρά ή μεγαλύτερα γεύματα, με πρόχειρες σαλάτες και αναψυκτικά. Την εικόνα των σημερινών διατροφικών συνηθειών μάς παρουσιάζει η έρευνα της εταιρείας MARKET ANALYSIS, που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 28/1/02 και 12/2/02 με την ευκαιρία της τελευταίας διεθνούς έκθεσης Τροφίμων και Ποτών (Αθήνα, Φεβρουάριος 2002). Η έρευνα κάλυψε περιοχές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, αστικές, ημιαστικές καθώς και αγροτικές περιοχές μέσα από συνολικό δείγμα 1.185 ανδρών και γυναικών μεταξύ 18 και 64 ετών.

Ας δούμε τα αποτελέσματα της έρευνας: 1. Από τις απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με τη συχνότητα αγοράς έτοιμου φαγητού για κατανάλωση στο σπίτι προέκυψε ότι το 59% του πληθυσμού καταφεύγει στο έτοιμο φαγητό, ενώ το 41% δεν αγοράζει έτοιμο φαγητό. Όμως και εδώ υπάρχουν αξιοπρόσεκτες διαφορές ως προς τη συχνότητα της κατανάλωσης έτοιμου φαγητού: το 8% αγοράζει έτοιμο φαγητό «πολύ συχνά», το 23% «μερικές φορές» και το 28% σε «ειδικές περιπτώσεις». Επομένως θα μπορούσαμε να σημειώσουμε ότι μόνο το 8% + 23% του πληθυσμού αγοράζει έτοιμο φαγητό για το σπίτι και μάλιστα μόνο το 8% «πολύ συχνά». Δηλαδή το «έτοιμο φαγητό» έχει αρχίσει να εξαπλώνεται, αλλά δεν έχει κατακτήσει ακόμα τους καταναλωτές τουλάχιστον στη χώρα μας. 2. Ποια είναι τα είδη έτοιμου φαγητού που συνήθως αγοράζονται για κατανάλωση στο σπίτι; Στο ερώτημα αυτό δόθηκαν οι εξής απαντήσεις: κατά 69% προτιμάται η πίτσα, κατά 45% το σουβλάκι, κατά 22% το ψημένο κοτόπουλο, κατά 9% τα χάμπουργκερ και κατά 8% τα μακαρόνια. 3. Το έτοιμο φαγητό που καταναλώνουν είναι φρέσκο ή κατεψυγμένο; Το 78% των ερωτηθέντων προτιμάει «κυρίως φρέσκο φαγητό» και μόνο το 2% «κυρίως κατεψυγμένο». Μόνο ένα 18% καταναλώνει «εξίσου φρέσκο και κατεψυγμένο φαγητό» και ένα 2% «ό,τι τύχει». 4. Σε ό,τι αφορά το λάδι και ειδικά το ελαιόλαδο, η κατανάλωση του οποίου αποτελεί μία πολύ παλιά συνήθεια των Ελλήνων –χαρακτηριστικό άλλωστε της ελληνικής διατροφής– η έρευνα απέδειξε ότι: το 96% επιλέγει «κυρίως» ελαιόλαδο, ενώ γενικότερα το 87% θεωρεί το λάδι «πάρα πολύ απαραίτητο» για τη διατροφή. Δυστυχώς όμως, για ορισμένους λόγους και κάτω από ειδικές συνθήκες, οι Έλληνες καταναλωτές δεν προτιμούν τόσο πολύ το εμφιαλωμένο, τυποποιημένο ελαιόλαδο (μόνο το 30%), αλλά κατά 64% το χύμα λάδι, πιστεύοντας ότι είναι πιο αγνό και απαλλαγμένο από οξύτητα, πράγμα που δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα, αφού το χύμα λάδι του τενεκέ των 17 κιλών κυκλοφορεί νοθευμένο είτε με λάδια μεγαλύτερης οξύτητας είτε με διάφορα σπορέλαια επίτηδες χρωματισμένα. .