Οι διαρροές που είχαν κυκλοφορήσει στα τέλη Ιουνίου επιβεβαιώθηκαν την περασμένη Πέμπτη επίσημα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας: η ασπαρτάμη, η γνωστή γλυκαντική ουσία που χρησιμοποιείται κατά κόρον σε light αναψυκτικά ως υποκατάστατο της ζάχαρης, θεωρείται πλέον «πιθανόν καρκινογόνα» για τον άνθρωπο.

Συγκεκριμένα, τοποθετείται στην κατηγορία 2Β της σχετική κατάταξης, μαζί με την aloe vera και το καφεϊκό οξύ, μεταξύ άλλων.

Ωστόσο, οι επιπτώσεις από την απόφαση αυτή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας δεν αναμένεται να είναι σοβαρές για τις εταιρείες που παράγουν αναψυκτικά με ασπαρτάμη.

Κι αυτό γιατί, σύμφωνα πάντα με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΠΟΥ, η ασπαρτάμη είναι ασφαλής για την υγεία αν δεν καταναλώνει κανείς πάνω από 40 μιλιγκράμ ανά κιλό σωματικού βάρους. Δεδομένης της ποσότητας ασπαρτάμης που περιέχουν συνήθως τα light αναψυκτικά, για να φτάσει κανείς σε αυτήν την ποσότητα θα πρέπει να καταναλώνει περίπου 9 με 14 κουτάκια αναψυκτικών τη μέρα για να κινδυνεύσει, ποσότητα μάλλον ακραία που απέχει πολύ από τη μέση καταναλωτική συμπεριφορά.

Που σημαίνει ότι πρακτικά η κατάταξη της ασπαρτάμης στις πιθανώς καρκινογόνες ουσίες μάλλον λίγους αφορά.

Πιο καχύποπτοι οι καταναλωτές
Αυτή είναι βέβαια μόνο η μία πλευρά του νομίσματος, το πώς δηλαδή βλέπουν το ζήτημα οι εταιρείες. Γιατί η άλλη πλευρά, που είναι και πιο σημαντική, αφορά το πώς βλέπουν το ζήτημα οι καταναλωτές: με την τάση προς τα πιο υγιεινά τρόφιμα να γιγαντώνεται μετά και το σοκ της πανδημίας, όλο και περισσότεροι καταναλωτές περνάνε από… κόσκινο τα προϊόντα πριν τα αγοράσουν, θέλοντας να διασφαλίσουν ότι αυτά θα έχουν θετική επίδραση στην υγεία και την ευεξία τους, ή έστω ότι δεν θα έχουν αρνητική επίπτωση.

Ο χαρακτηρισμός ως «πιθανώς καρκινογόνου» μίας ουσίας που εδώ και δεκαετίες θεωρείτο από πολλούς «ύποπτη» σίγουρα θα κάνει κάποιους να διστάσουν.

Είναι χαρακτηριστική η αντίδραση της ΜΚΟ Foodwatch στις ανακοινώσεις του ΠΟΥ, με τον υπεύθυνο των εκστρατειών της στη Γαλλία να σχολιάζει: «Αυτό το πιθανώς καρκινογόνο γλυκαντικό δεν θα έπρεπε να έχει θέση στα τρόφιμα και στα ποτά μας». Μπορεί οι περισσότεροι καταναλωτές να μην είναι το ίδιο κάθετοι, αλλά πιθανότατα θα είναι εξίσου καχύποπτοι.

Το χειρότερο σενάριο
Όμως ακόμα και στο χειρότερο σενάριο, σε περίπτωση δηλαδή που υπάρξει μια γενικευμένη απομάκρυνση των καταναλωτών από τα αναψυκτικά με ασπαρτάμη, για τις εταιρείες που παράγουν τέτοια αναψυκτικά δεν θα είναι το τέλος του κόσμου. Ήδη οι περισσότερες από αυτές έχουν εντάξει στο χαρτοφυλάκιό τους προϊόντα με στέβια ή άλλες γλυκαντικές ουσίες πέραν της ασπαρτάμης, και μπορούν να εστιάσουν τις προσπάθειές τους και τις προωθητικές τους ενέργειες προς αυτήν την κατεύθυνση.

Επιπλέον, παγκόσμιοι κολοσσοί όπως η Coca-Cola και η Pepsi διαθέτουν ιδιαίτερα ανεπτυγμένα συστήματα παραγωγής και διανομής που θα μπορούσαν θεωρητικά να αξιοποιηθούν σε περίπτωση που χρειαστεί να αλλάξουν μοντέλο παραγωγής, παραμερίζοντας ή και εγκαταλείποντας την ασπαρτάμη.

Ερωτηματικό η στάση λιανεμπορίου και εστίασης
Πάντως, το επικρατέστερο σενάριο, όπως όλα δείχνουν, είναι ότι η ασπαρτάμη θα συνεχίσει να… βασιλεύει για αρκετό καιρό ακόμα.

Ωστόσο, αυτό που έχει ενδιαφέρον για τους επόμενους μήνες είναι το πώς θα διαχειριστούν την κατάσταση οι επιχειρήσεις: εταιρείες όπως η Green Cola, που δε χρησιμοποιούν ασπαρτάμη αλλά μόνο φυσικές γλυκαντικές ουσίες, θα μπορούσαν να αποκτήσουν συγκριτικό πλεονέκτημα διαλαλώντας την υγιεινή σύσταση των αναψυκτικών τους, ενισχύοντας δηλαδή στις προωθητικές τους καμπάνιες τους ισχυρισμούς υγείας τους, ώστε να κερδίσουν τους καταναλωτές εκείνους που θα επιλέξουν να τραβήξουν μια διαχωριστική γραμμή απέναντι στην ασπαρτάμη.
Και φυσικά θα πρέπει να περιμένουμε αντίστοιχα τι στάση θα κρατήσουν οι λιανέμποροι και ο κλάδος της εστίασης, που επίσης τα τελευταία χρόνια παρακολουθούν στενά την αύξηση της ζήτησης για πιο υγιεινά προϊόντα και ενδεχομένως να πάρουν θέση και σε αυτό το ζήτημα, προωθώντας περισσότερο προϊόντα χωρίς ασπαρτάμη και με φυσικές γλυκαντικές ουσίες.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter