Η ορεινή και απομονωμένη Ηπειρος κατέχει τη 12η θέση μεταξύ των δεκατριών περιφερειών της χώρας ως προς το κατα κεφαλή ΑΕΠ, ενώ παράλληλα είναι μία από τις έξι φτωχότερες περιφέρειες της ΕΕ. Παράγει μόνο το 2,7% του ελληνικού ΑΕΠ, είναι όμως 2η περιφέρεια στην Ελλάδα στην παραγωγή εσπεριδοειδών και τυριών και 3η στην παραγωγή κρέατος. Η βιομηχανία, η γεωργία, ο τομέας των υπηρεσιών και ο τουρισμός βρίσκονται σε πολύ χαμηλά επίπεδα ανάπτυξης
Η ορεινή και απομονωμένη Ήπειρος κατέχει τη 12η θέση μεταξύ των δεκατριών περιφερειών της χώρας ως προς το κατά κεφαλή ΑΕΠ, ενώ παράλληλα είναι μία από τις έξι φτωχότερες περιφέρειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράγει μόνο το 2,7% του ελληνικού ΑΕΠ, είναι όμως 2η στην Ελλάδα στην παραγωγή εσπεριδοειδών και τυριών και 3η στην παραγωγή κρέατος. Η βιομηχανία, η γεωργία, ο τομέας των υπηρεσιών και ο τουρισμός βρίσκονται σε πολύ χαμηλά επίπεδα ανάπτυξης.
Η Πίνδος από τα ανατολικά, που χωρίζει την Ήπειρο από τη δυτική Μακεδονία, και τα δύσβατα όρια της Ακαρνανίας από το νότο, έχουν καταδικάσει την περιοχή σε απομόνωση από την αυγή της ιστορίας της. Κι αν σε κάποιες περασμένες εποχές η απομόνωση και το δυσπρόσιτο του εδάφους της ευνόησαν τη δημογραφική ανάπτυξη και τη συσσώρευση πλούτου για ευνόητους λόγους (ασφάλεια, ευκολότερη άμυνα κλπ.), σήμερα οδηγούν τη βορειοδυτική αυτή άκρη της χώρας μας με μαθηματική ακρίβεια στον αργό θάνατο.
Η Ήπειρος, με τα όρη να καταλαμβάνουν το 77% των εδαφών της και τις καλλιεργούμενες εκτάσεις τους να αντιστοιχούν μόλις στο 3% του συνόλου της χώρας (η έκτασή της ανέρχεται στο 7%), είναι σήμερα μία από τις έξι φτωχότερες περιφέρειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (δυστυχώς μέσα σε αυτές περιλαμβάνονται 3 από τις 13 ελληνικές περιφέρειες). Το 2001 το κατά κεφαλή ΑΕΠ έφτασε τα 9.979,46 ευρώ, δηλαδή μόλις στο 84,2% του πανελλαδικού κατά κεφαλή ΑΕΠ και στο 56% του κοινοτικού. Με την επίδοσή της αυτή κατέχει τη 12η θέση στην Ελλάδα. Το κατά κεφαλή δηλωθέν εισόδημα το 1999 ανήλθε σε 2.916,78 ευρώ, δηλαδή στο 65,4% του μέσου όρου της χώρας. Τέλος η Ήπειρος κατέχει τη 12η θέση στις ετήσιες κατά κεφαλή αγορές και απολαβές και τη 13η θέση στις κατά κεφαλή ετήσιες αγορές, δηλαδή ουσιαστικά αποτελεί την πιο αδύνατη αγορά της Ελλάδας.
Ενδεικτικά της μεγάλης καθυστέρησης της Ηπείρου έναντι της υπόλοιπης χώρας είναι τα εξής δύο στοιχεία:
- Η περιφέρεια συγκεντρώνει το 3,2% του πληθυσμού, αλλά παράγει μόνο το 2,7% του ελληνικού ΑΕΠ.
- Τη δεκαετία 1991-2001 ο πληθυσμός της αυξήθηκε μόνο κατά 3,7% έναντι αύξησης 6,6% στο σύνολο της Ελλάδας. Το διάστημα 1992-1999 έκλεισαν 83 δημοτικά σχολεία (το 20% του συνόλου), ενώ οι μαθητές της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μειώθηκαν κατά 9.700 (επίσης το 20% του συνόλου).
Όμως δεν λείπουν εντελώς οι πλουτοπαραγωγικές πηγές στην Ήπειρο. Η περιφέρεια παράγει το 20% των εσπεριδοειδών της χώρας (2η θέση), το 16% των τυριών (2η θέση) και το 11% του κρέατος (3η θέση), ενώ τα τελευταία χρόνια καταβάλλονται κάποιες προσπάθειες για την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, παρά την τεράστια έλλειψη που υπάρχει στις υποδομές -κυρίως σε δρόμους, καταλύματα, προσφορά υπηρεσιών κλπ. Θα πρέπει να σημειώσουμε ακόμη ότι στις επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους στην Ήπειρο αναλογεί το 0,9% του κύκλου εργασιών των μεταποιητικών και κατασκευαστικών μονάδων της χώρας και το 3% των εμπορικών.
Ο τομέας των υπηρεσιών παράγει το 65% του ΑΕΠ της περιφέρειας, ποσοστό που ουσιαστικά έμεινε αμετάβλητο την περίοδο 1992-1998 (αυξήθηκε μόλις μία ποσοστιαία μονάδα). Αντίστοιχα στη βιομηχανία οφείλεται το 22% του ΑΕΠ από 21% το 1992 και στη γεωργία το 13% από 15% το 1992. Το 1998 οι διανυκτερεύσεις αλλοδαπών ήταν 260.000 (λιγότερες από μία διανυκτέρευση ανά κάτοικο) και των ημεδαπών 630.000 (περίπου 2 διανυκτερεύσεις ανά κάτοικο). Η πιο αναπτυγμένη τουριστικά περιοχή είναι ο νομός Πρέβεζας με 2,4 διανυκτερεύσεις αλλοδαπών ανά κάτοικο. Στη Θεσπρωτία αντιστοιχεί 1 διανυκτέρευση ανά κάτοικο, στα Ιωάννινα 0,3 διανυκτερεύσεις και στην Άρτα καμία.
ΓΙΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΒΛΕΠΕ ΤΕΥΧΟΣ Νο. 309 σελ. 58-64