Ουκ ολίγες θα είναι και φέτος οι προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα στελέχη του κλάδου, προκειμένου να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των καταναλωτών, αλλά και των διοικήσεων των εταιρειών τους. Τα περισσότερα, βέβαια, θα εξαρτηθούν από το κλίμα στην εγχώρια αγορά, που καθορίζεται μάλλον αποκλειστικά από τη διεθνοπολιτική και οικονομική συγκυρία, πρωτίστως από την δασμολογική και την εξωτερική πολιτική της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ.
Eφόσον δεν υπάρξουν διεθνώς ακρότητες ή ανατροπές, οι προκλήσεις για την αγορά του κλάδου φέτος θα περιοριστούν μεν, παραμένοντας, ωστόσο, σημαντικές έως και ικανές να αλλάξουν ορισμένα από τα δεδομένα της κλαδικής αγοράς. Όπως συζητούν, λοιπόν, ανώτατα στελέχη των αλυσίδων, τη νέα χρονιά η προσοχή τους θα εστιαστεί στα εξής ζητήματα:
Στην εξέλιξη των τιμών
των προϊόντων καθημερινής ανάγκης. Ήδη από πέρυσι εκδηλώθηκε ευρέως μια τάση εξορθολογισμού των ανατιμήσεων, που ώθησε στη συγκράτηση των ανατιμήσεων οριακά σε μηδενικό επίπεδο. Το κρίσιμο για την αγορά είναι να συντηρηθεί το ανάλογο κλίμα φέτος. Στο πλαίσιο αυτό, οι πρώτες εκτιμήσεις λένε ότι τίποτα δεν προμηνύει αρνητικές εξελίξεις στο πεδίο των τιμών, πάντα υπό την προϋπόθεση ασφαλώς ότι οι διεθνείς εξελίξεις δεν θα ανατρέψουν τα ισχύοντα.
Στις νομοθετικές παρεμβάσεις
σχετικά με τον τρόπο διαμόρφωσης των τιμών στα προϊόντα καθημερινής ανάγκης, παρεμβάσεις στις οποίες εμμένει η κυβέρνηση τουλάχιστον μέχρι το Απρίλιο, οπότε θα επανεξεταστούν τον Απρίλιο από το Υπουργείο Ανάπτυξης. Η αγορά ελπίζει ότι τελικά θα αρθούν, δεδομένου ότι είναι σε ισχύ περίπου μια τετραετία, δηλαδή από την κρίση στη δημόσια υγεία. Ο κόσμος της αγοράς εκτιμά ότι η κυβέρνηση επιμένει εσφαλμένα στην πολιτική των παρεμβάσεων στον τρόπο διαμόρφωσης των τιμών, πολύ δε περισσότερο εφόσον οι τιμές των τροφίμων εμφανίζουν πλέον έως και αρνητική τάση εξέλιξης.
Στα μερίδια αγοράς
και τις ισορροπίες που θα υπάρξουν μεταξύ των ισχυρών «παικτών» του κλάδου. Το 2025 κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι θα υπάρξουν νέες συμφωνίες εξαγορών, αν και με εξαίρεση επί του παρόντος τις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Μασούτης και της ΑΝΕΔΗΚ Κρητικός για την εξαγορά της δεύτερης από την πρώτη, άλλες ανάλογες κινήσεις δεν αναμένονται τουλάχιστον στο πρώτο εξάμηνο του έτους. Βέβαια, εξαγορές μικρότερων αλυσίδων (μικρών και μικρομεσαίων) από το «top ten» της αγοράς είναι σίγουρο ότι θα υπάρξουν και φέτος. Τα στελέχη του κλάδου επισημαίνουν ότι οι διοικήσεις των μικρομεσαίων αλυσίδων στην πλειονότητά τους συζητούν ή έστω προβληματίζονται σχετικά με το ενδεχόμενο της πώλησής τους σε ισχυρότερα σχήματα. Ο μικρός και ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας αντιλαμβάνονται πλέον πως η αγορά εξελίσσεται, διαμορφώνει δυναμικές τις οποίες μπορεί να αντέξουν μόνο τα μεγάλα και καλά οργανωμένα εταιρικά σχήματα κι όχι οι μικρότερες εταιρείες που λειτουργούν περισσότερο παραδοσιακά. Μάλιστα, εξηγούν ότι πολλά θα αρχίσουν να ξεκαθαρίζουν από τα μέσα του έτους, όταν θα ξεκινήσει η ανακοίνωση των ισολογισμών των εταιρειών, μικρών και μεγάλων, οπότε θα διαπιστωθεί το ποιοι έχουν τα κότσια –λειτουργικά, οικονομικά και ψυχολογικά– να υποστηρίξουν την ανταγωνιστική παραμονή τους στον κλάδο και ποιοι θα εξαναγκαστούν σε αποχώρηση από την αγορά του. Αν κάτι δεν αναμένεται ότι θα συμβεί το 2025 στον κλάδο, είναι κάποια εξαγορά που θα άλλαζε τη δομή του, όπως για παράδειγμα, ο δυνητικός έλεγχος μιας εκ των εταιρειών του κλαδικού «top five» από πολυεθνικό όμιλο ή η είσοδος στην αγορά ενός ισχυρού επιχειρηματικού σχήματος, προερχόμενου από το εξωτερικό. Όσο δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, σχολιάζουν παράγοντες της αγοράς, το εγχώριο λιανεμπόριο απλώς θα αυξάνει τα μεγέθη του δίχως να αναβαθμίζει το επίπεδό του με την απαιτούμενη σήμερα ταχύτητα και κυρίως δίχως να δημιουργεί ανταγωνισμό σε πεδία πέραν εκείνου των τιμών. Προσθέτουν επίσης ότι αυτό το οποίο λείπει σήμερα από τον κλάδο είναι οι πολιτικές τόνωσης της ανταγωνιστικότητάς του, οι οποίες θα καταστεί δυνατό να προσδώσουν στις αλυσίδες στοιχεία διαφοροποίησης, ικανά να τονώσουν τον τζίρο και την κερδοφορία τους.
Στις νέες τεχνολογίες
καθώς είναι πλέον κοινή πεποίθηση στον κλάδο ότι όποιος επενδύει περισσότερο σε αυτές, μακροπρόθεσμα εξασφαλίζει ισχυρό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών του. Σήμερα οι περισσότερες αλυσίδες και κυρίως αυτές που βρίσκονται στο κλαδικό «top five» επιδίδονται σε πρωταθλητισμό στις ψηφιακές επενδύσεις, μέσω των οποίων επιδιώκουν, μάλιστα, να καλύπτουν σταδιακά και κάποιες από τις ανάγκες τους σε προσωπικό, που παραμένουν ακάλυπτες εξαιτίας της αδυναμίας των αλυσίδων να προσελκύουν εργαζόμενους. Μάλιστα, όπως εξηγείται, οι περισσότερες από τις επενδύσεις στις τεχνολογίες δεν είναι άμεσα αντιληπτές από τον καταναλωτή. Το μεγαλύτερο κόστος τους αφορά την απόκτηση συστημάτων καταγραφής και διαχείρισης δεδομένων, ενώ κατά ένα μέρος οι επενδύσεις αυτές αφορούν τον σχετικό εξοπλισμό των καταστημάτων.
Στις ηλεκτρονικές πωλήσεις
δεδομένου ότι οι διοικήσεις των εταιρειών του κλάδου αναγνωρίζουν ότι πρόκειται για μία τάση που θα έχει και συνέχεια, τροφοδοτούμενη κυρίως από τις νεαρότερες ηλικίες καταναλωτών, οι οποίες, έχοντας εξοικείωση με τις νέες τεχνολογίες και το διαδίκτυο, έλκονται από τις ψηφιακές αγορές. Ήδη αρκετές αλυσίδες αλλάζουν ακόμα και την τιμολογιακή τους πολιτική, προκειμένου να επιτύχουν τη «σωστή συνταγή», μέσω της οποίας θα γίνουν πιο ελκυστικές τον πελάτη τους και κυρίως θα μπορέσουν να αποκομίσουν κέρδη από την συγκεκριμένη δραστηριότητα. Το 2025, λοιπόν, αναμένεται ότι θα συνεχιστούν με εντονότερους ρυθμούς οι επενδύσεις στη δημιουργία νέων dark stores, τη μετατροπή των αποθηκευτικών χώρων μεγάλων καταστημάτων σε υποδομές hub για την εξυπηρέτηση των ψηφιακών παραγγελιών, όπως και για την απόκτηση οχημάτων διανομής και την πρόσληψη προσωπικού για την υποστήριξη των e-Shops. Σήμερα οι ηλεκτρονικές πωλήσεις συμμετέχουν με ποσοστό 2%-3% επί του συνόλου των εσόδων του κλάδου. Το ποσοστό αυτό αναμένεται ν’ αυξηθεί τα επόμενα χρόνια στο 5%.
Στις επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας
που αποσκοπούν κυρίως στην απόκτηση της μεγαλύτερης δυνατής ενεργειακής αυτονομίας και στη μείωση του ενεργειακού κόστους, το οποίο πλέον επιδρά σημαντικά στα κόστη και τα καθαρά αποτελέσματα των επιχειρήσεων του κλάδου. Σε κάθε περίπτωση οι σχετικές επενδύσεις των αλυσίδων θεωρούνται «πράσινες», εφόσον σχετίζονται με την αξιοποίηση των ΑΠΕ. Σημειώνουμε ότι ο κόσμος του κλάδου σήμερα εκφράζει τη βεβαιότητα ότι το ενεργειακό κόστος όχι μόνο δεν πρόκειται να μικρύνει, αλλά το πιθανότερο είναι ότι θα αυξηθεί.
Στην τάση των πωλήσεων private label προϊόντων
Ήδη η συμμετοχή τους στις συνολικές πωλήσεις του κλάδου είναι υψηλή, καθώς έχουν φτάσει ή ξεπεράσει το 27%. Οι τελευταίες σχετικές εκτιμήσεις λένε ότι αναμένεται μία μικρή τάση περαιτέρω ανάπτυξης του μεριδίου των ιδιωτικών σημάτων στο συνολικό τζίρο της αγοράς. Ωστόσο, οι όποιες μεταβολές στο εξής δεν θα έχουν σημαντική επίδραση στο μείγμα πωλήσεων του κλάδου. Θεωρούν δηλαδή ότι η διαθεσιμότητα των καταναλωτών για την αγορά προϊόντων χαμηλού κόστους τείνει πλέον στα όριά της.
Στην αριθμητική μείωση των κωδικών
που διαχειρίζονται σήμερα οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ. Ήδη τα τελευταία χρόνια το κωδικολόγιο προϊόντων της κλαδικής αγοράς διαμορφώνεται με πιο ορθολογικά κριτήρια, με τη συμβολή των προμηθευτριών εταιρειών. Όπως εκτιμάται, το επόμενο διάστημα η σχετική τάση θα ενταθεί λόγω και της εφαρμογής από τις αρχές του έτους του νέου κώδικα δεοντολογίας για τις προωθητικές ενέργειες και τις προσφορές στα αλυσίδες σούπερ μάρκετ. Ο εν λόγω κώδικας στην πράξη υποχρεώνει τις αλυσίδες και τις προμηθεύτριες εταιρείες να περιορίσουν θεαματικά τον αριθμό των υπό προώθηση κωδικών προϊόντων, οι οποίοι είναι κοινή πεποίθηση και των προμηθευτών και των λιανεμπόρων πως τονώνουν σημαντικά τον τζίρο. Σε ανάλογες κινήσεις προέβη πρώτη απ’ τις επιχειρήσεις του κλάδου η ΑΒ Βασιλόπουλος, ανοίγοντας τον δρόμο. Πλέον οι περισσότερες ακολουθούν την ίδια στρατηγική.
Στον περιορισμό των χρονών πληρωμών
Ήδη η οργανωμένη λιανική έχει σχεδόν εξαλείψει τις ακρότητες στις καθυστερήσεις πληρωμών. Σημαντικά επέδρασε σε αυτή την κατεύθυνση το νέο θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ, που περιορίζει στις τριάντα και τις εξήντα ημέρες τις καθυστερήσεις πληρωμών στους προμηθευτές, αντίστοιχα, του πρωτογενούς τομέα και της μεταποίησης των τροφίμων. Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι θεαματικές αλλαγές στους χρόνους πληρωμών θα υπάρξουν πλέον μόνον εφόσον η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιμείνει στην αρχική της πρόταση οι χρόνοι πληρωμών για όλες τις συναλλαγές να μην υπερβαίνουν τις τριάντα ημέρες. Η εν λόγω πρόταση, που αφορά εν γένει το εμπόριο κι όχι μόνο την αγορά του κλάδου, είχε συζητηθεί στο πλαίσιο των εργασιών της προηγούμενης Κομισιόν. Από την ανάληψη των καθηκόντων της νέας Επιτροπής δεν ετέθη προς συζήτηση το θέμα, οπότε εκτιμάται ότι, εφόσον δεν υπάρξουν εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δεν αναμένονται αλλαγές στους χρόνους πληρωμών.
Στην κάλυψητων χιλιάδων κενών θέσεων εργασίας
Αφορούν κυρίως θέσεις στα δίκτυα πωλήσεων, ιδίως στα καταστήματα που δρουν σε τουριστικές περιοχές, και δευτερευόντως στους διοικητικούς μηχανισμούς των εταιρειών. Το θέμα ως γνωστόν απασχολεί ευρύτερα την επιχειρηματική κοινότητα της χώρας. Τα στελέχη του κλάδου επισημαίνουν ότι η επίλυσή του κατ’ ανάγκην προϋποθέτει τη στήριξη η γυναικείας απασχόλησης, ιδιαίτερα της μητέρας εργαζόμενης, μέσω της δημιουργίας δομών από τις ίδιες τις εργοδότριες επιχειρήσεις για τη φιλοξενία των βρεφών και παιδιών των γυναικών που απασχολούν. Προσθέτουν επίσης ότι «πρέπει να πειστεί η νεολαία να εργαστεί», η οποία σήμερα «εκμεταλλεύεται το χρήμα της οικογένειας ή του ταμείου ανεργίας, όταν τίθενται εκτός εργασίας» (τέτοιου είδους υποτιμητικές κρίσεις εμφανίζονται κυρίαρχες ακριβώς επειδή εκπλήσσει η ωμότητα της διατύπωσής τους). Κυρίως οι επιχειρήσεις έντασης ανειδίκευτης και χαμηλής ειδίκευσης εργασίας αναμένουν από την κυβέρνηση την απελευθέρωση της εισαγωγής χαμηλοαμοιβόμενου εργατικού δυναμικού από τις αναπτυσσόμενες χώρες, προκειμένου να περιοριστεί το πρόβλημα. Σε ό,τι αφορά το κρίσιμο ζήτημα της αύξησης των μισθών, οι περισσότερες αρκούνται στα όσα ορίζει ο νόμος για τον κατώτατο μισθό, ενόσω το θέμα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας παραμένει εκτός ατζέντας αντίθετα προς τις επιταγές της ΕΕ.
Στην τόνωση των πωλήσεων του οργανωμένου χονδρεμπορίου,
το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει κατεβάσει ρυθμούς ανάπτυξης παρότι η τουριστική αγορά, στην οποία απευθύνεται, εξελίσσεται με ανοδικό ρυθμό. Το 2025 τα δίκτυα πωλήσεων cash & carry αναμένεται στο σύνολό τους πλέον να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στον τομέα των αγορών ho.re.ca., αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες για περισσότερες tailor made προωθητικές ενέργειες, για δυναμικότερο άνοιγμα των ηλεκτρονικών πωλήσεων και για περισσότερες «κατ’ οίκον» παραδόσεις παραγγελιών σε επαγγελματίες πελάτες.