Είναι άμεση ανάγκη να αυξηθούν οι επενδύσεις και να πλησιάσουν σταδιακά τουλάχιστον το 20% του ΑΕΠ, ώστε να στηριχθούν οι ρυθμοί μεγέθυνσης που επιδιώκονται και, τελικά, να τεθούν οι βάσεις πραγματικής εξόδου από την κρίση, δηλώνει ο κ. Νίκος Βέττας, Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών και καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Θεωρεί ότι επενδυτικές ευκαιρίες υπάρχουν στην Ελλάδα και αφορούν κυρίως σε εταιρείες που στοχεύουν στη διεθνή αγορά, όπως και όσες παράγουν καινοτόμα προϊόντα, ιδίως έντασης τεχνολογίας και ανθρώπινου κεφαλαίου.
- σελφ σέρβις: Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις, η οικονομία έχει ανάγκη από επενδύσεις αξίας από 100 έως 200 δισ. ευρώ σε βάθος πενταετίας, ώστε να εξασφαλίσει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ποιες επιμέρους αγορές θεωρείτε ότι διαθέτουν τη δυναμική να πριμοδοτήσουν ένα τόσο ισχυρό επενδυτικό κύμα;
Νίκος Βέττας: Τα χρόνια πριν την κρίση, οι επενδύσεις συνολικά κυμαίνονταν στο 24-25% του ΑΕΠ, ποσοστό παραπλήσιο με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το απόλυτο μέγιστο σε εκείνη την περίοδο, και ως ποσοστό και ως ποσό, καταγράφηκε το 2007. Με την κρίση, οι επενδύσεις κατέρρευσαν προς το 10% του ΑΕΠ και, φυσικά, ακόμη περισσότερο ως απόλυτο ποσό, σε τέτοιο επίπεδο όπου, αν συνυπολογιστούν οι αποσβέσεις, η καθαρή επένδυση έφτασε να είναι αρνητική. Η κατάρρευση της εσωτερικής ζήτησης, της πρόσβασης σε χρηματοδότηση αλλά, κυρίως, η ακραία αβεβαιότητα για τις προοπτικές της οικονομίας συνέβαλαν σχετικά. Πλέον, με αρκετά χρόνια καθυστέρησης, είναι άμεση ανάγκη να αυξηθούν οι επενδύσεις και να πλησιάσουν σταδιακά τουλάχιστον το 20% του ΑΕΠ, ώστε να στηριχθούν οι ρυθμοί μεγέθυνσης που επιδιώκονται και, τελικά, να τεθούν οι βάσεις πραγματικής εξόδου από την κρίση. Να τονίσουμε πως στα χρόνια πριν την κρίση, οι επενδύσεις σε κατασκευές και κυρίως σε κατοικία κάλυπταν περίπου το 2/3 του συνόλου. Έκτοτε, η αγορά κατοικίας και οι σχετικές επενδύσεις κατέρρευσαν πλήρως και η σχετική τους ανάκαμψη –μέσω ενίσχυσης των υποδομών και εκσυγχρονισμού του αποθέματος κατοικιών– είναι προϋπόθεση της συνολικής αύξησης των επενδύσεων. Όμως, ταυτόχρονα, πρέπει να υπάρξει συστηματική στροφή προς επενδύσεις σε κλάδους και επιχειρήσεις που είναι καινοτόμες και εξωστρεφείς. Πέραν του τουρισμού, που μέσω εξωστρέφειας στηρίζει το εμπορικό ισοζύγιο, οι επενδύσεις στη μεταποίηση θα είναι το κλειδί της βιώσιμης ανάπτυξης, λόγω των υψηλών πολλαπλασιαστικών επιδράσεών τους στην οικονομία, αλλά κυρίως λόγω της διασύνδεσης με τις αγορές του εξωτερικού και την οικονομία της γνώσης.
- σ.σ.: Ποια σχέση πρέπει να διέπει τις επενδύσεις, τις εξαγωγές και την κατανάλωση με το ΑΕΠ, ώστε η οικονομία να τεθεί σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης;
Ν.Β: Η τρέχουσα μεγέθυνση στηρίζεται, δυστυχώς, σε υπερβολικό βαθμό στην ανάκαμψη της κατανάλωσης. Ταυτόχρονα οι εισαγωγές καταγράφουν ισχυρή δυναμική, μετριάζονταν την θετική συμβολή της ανόδου των εξαγωγών. Στη βάση του προβλήματος βρίσκεται ακριβώς η υστέρηση των επενδύσεων. Ειδικότερα, η επενδυτική υποστήριξη των εξωστρεφών κλάδων και επιχειρήσεων μπορεί να ενισχύει αποφασιστικά τις εξαγωγές και τελικά, τα εισοδήματα με βιώσιμο τρόπο. Αυτή η σχετική ενίσχυση των επενδύσεων και εξαγωγών ως μέρος του ΑΕΠ αποτελεί τη μόνη οδό για την τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης.
- σ.σ.: Όσο τα οργανωμένα δίκτυα λιανικής αναπτύσσονται με νέες επενδύσεις, τόσο αποδυναμώνεται η μεσαία και μικρή τάξη της επιχειρηματικής κοινότητας. Προφανώς, η μεγαλύτερη δυνατή επενδυτική διασπορά εξυπηρετεί την εγχώρια οικονομία. Πόσο εφικτή είναι όμως μια ανάλογη διάχυση, δεδομένων και των εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίοι για την εξασφάλιση τραπεζικής χρηματοδότησης;
Ν.Β: Το μικρό μέγεθος της ελληνικής επιχείρησης εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα. Όμως, οι ψηφιακές τεχνολογίες και η αύξηση της αξίας της πληροφορίας μπορεί να επιτρέπει και σε μικρές, αλλά δυναμικές επιχειρήσεις να διασυνδέονται δορυφορικά με μεγάλες διεθνείς επιχειρήσεις και να τοποθετούνται σε κατάλληλα σημεία των αλυσίδων αξίας. Η πρόσβαση στην χρηματοδότηση είναι το μεγαλύτερο σχετικό πρόβλημα για την ανάπτυξη τέτοιων επιχειρήσεων. Μαζί με την επαναφορά των τραπεζών σε κανονική δανειοδοτική λειτουργία, είναι κρίσιμος ο ρόλος άλλων καναλιών, όπως κατάλληλων σχημάτων στο χρηματιστήριο ή άλλων που επιτρέπουν την ανάληψη επενδυτικού ρίσκου. Ανάλογες λύσεις έχουν δρομολογηθεί σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
- σ.σ.: Ποιες βελτιώσεις θα μπορούσε να δεχθεί το μίγμα της επενδυτικής πολιτικής του αγροτικού τομέα, ώστε να ενισχυθεί η μεταποίηση τροφίμων στη χώρα;
Ν.Β: Η κατεύθυνση του μίγματος επενδυτικής πολιτικής του αγροτικού τομέα θα πρέπει να είναι προς την ενίσχυση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων ποιότητας των προϊόντων τροφίμων, την ενίσχυση των υποδομών και τον εκσυγχρονισμό της αγροτικής παραγωγής, την προώθηση της εξωστρέφειας και την ανάπτυξη συνεργειών με τον τομέα της μεταποίησης. Αρχικά, οι επενδύσεις μπορούν να στηρίξουν και τα προϊόντα που παράγονται εγχωρίως και έχουν ήδη αποδείξει πως είναι ανταγωνιστικές και εκτός Ελλάδας (πχ προϊόντα ΠΟΠ, ΠΓΕ, όπως ελαιόλαδο, κρασί, γαλακτοκομικά κ.ά.). Εκτός από τις επενδύσεις που θα πρέπει να πραγματοποιηθούν σε υποδομές παραγωγής, την ορθή τυποποίηση των προϊόντων, αλλά και την προβολή του brand name τους, ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην ανάπτυξη πράσινων τεχνολογιών, την καινοτομία διαχείρισης των υποπροϊόντων και των αποβλήτων και τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων στις δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα. Κατά μέσο όρο, η παραγωγή στον τομέα στηρίζεται σε μονάδες μικρού μεγέθους και δεν είναι επαρκώς συνδεδεμένοι με την επιστημονική έρευνα, με αποτέλεσμα χαμηλή παραγωγικότητα.
- σ.σ.: Πού θα μπορούσαν να διοχετευθούν περισσότερες επενδύσεις στην αγορά τροφίμων, ώστε ο ρυθμός του 6,6% με τον οποίο αναπτύχθηκαν οι εξαγωγές του κλάδου στο 11μηνο του 2018, να ενταθεί περαιτέρω τα επόμενα χρόνια;
Ν.Β: Οι υποκλάδοι της μεταποίησης τροφίμων που εμφάνιζαν τα προηγούμενα χρόνια πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο ήταν τα έλαια-λίπη και τα φρούτα-λαχανικά, κλάδοι οι οποίοι συνδέονται άλλωστε στενά με την πρωτογενή παραγωγή, αφού η πρώτη ύλη τους προέρχεται κατά κύριο λόγο από τον αγροτικό τομέα. Τα μεταποιημένα έλαια και λίπη άλλωστε συμμετέχουν στο σύνολο των εξαγωγών της μεταποίησης τροφίμων σε ποσοστό 25%, ενώ τα φρούτα και λαχανικά σε ποσοστό πάνω από 20%. Σημαντικό μερίδιο στις εξαγωγές του τομέα έχουν και τα γαλακτοκομικά προϊόντα (19-20%). Με δεδομένο ότι θα διατηρήσουν την εξαγωγική δυναμική τους, υπάρχει χώρος για επενδύσεις και ενίσχυση των κλάδων που έχουν ήδη αναπτύξει μια δυναμική εξαγωγική πορεία αφενός και αφετέρου για επενδύσεις σε συγκεκριμένα προϊόντα, όπως ροδάκινο, εξαγωγή ψαριών από ιχθυοκαλλιέργειες κ.ά., που παρουσιάζουν έντονο εξαγωγικό χαρακτήρα τα τελευταία χρόνια και πραγματοποιούνται από μικρές, αλλά καινοτόμες επιχειρήσεις ή συνεταιρισμούς. Συνολικά όμως, θα πρέπει να διοχετευθεί σημαντικό μέρος της επένδυσης στο εξαγωγικό μάρκετινγκ, τα κανάλια διανομής και την προβολή του ελληνικού brand name των τροφίμων, είτε πρόκειται για μεταποιημένα τρόφιμα, είτε για προϊόντα αγροτικής παραγωγής. Το ζητούμενο πρέπει να είναι να ενισχυθεί η παραγωγή σε σημεία της αλυσίδας που έχουν υψηλότερη αξία, δηλαδή αναγνώριση σήματος και ποιότητα, ώστε να υπάρχει κερδοφορία και όχι απλώς αύξηση όγκου.
- σ.σ.: Ποια σχέση πρέπει να διέπει τις επενδύσεις μεταξύ του πρωτογενή και του δευτερογενή τομέα, ώστε ως αγορές να αναπτύσσονται αρμονικά;
Ν.Β: Στόχος για την ανάπτυξη του γεωργικού τομέα πρέπει να είναι ένα νέο υπόδειγμα γεωργίας, που είναι προσανατολισμένο στην αγορά και θα βασίζεται στην επιχειρηματική λειτουργία των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, με σκοπό την επάρκεια και την κάλυψη των απαιτήσεων του καταναλωτή. Το ζητούμενο για μια ορθή επενδυτική πολιτική στήριξης και προώθησης του τομέα είναι αυτός να αντιμετωπίζεται ως ένας ενιαίος χώρος, από τον σπόρο και το αγρόκτημα μέχρι τη μεταποίηση και το τελικό ράφι, με τρόπο ώστε να διαμορφωθεί ένα κοινό όραμα για τις επιχειρήσεις του κλάδου και μια κοινή αναπτυξιακή προοπτική για τα ελληνικά τρόφιμα. Σε σχέση τόσο με τη μικρότερης όσο και με τη μεγαλύτερης κλίμακας παραγωγή τροφίμων εγχωρίως, αποκτά ιδιαίτερη σημασία η αγροτική παραγωγή να στηριχθεί από τη μεταποίηση, μέσω της μεγαλύτερης διάδοσης και ενίσχυσης των συμβολαιακών, πιστοποιημένων καλλιεργειών, που εξασφαλίζουν την πρώτη ύλη στη μεταποίηση, μέσα από μια οργανωμένη διαδικασία που ωφελεί ταυτόχρονα τον αγρότη και τον παραγωγό. Σημαντικές προϋποθέσεις για την επίτευξη αυτών των στόχων είναι η αποτελεσματική σύνδεση των παραγωγικών φορέων, η δημιουργία συνεργασιών στη βάση βέλτιστης λειτουργίας τροφοδοτικών αλυσίδων «από το χωράφι στο ράφι», στρατηγικών συμμαχιών και συνεργατικών σχηματισμών επιχειρήσεων, από την αγροτική παραγωγή μέχρι τη μεταποίηση και τα κανάλια διανομής και διάθεσης.