Μία νέα εποχή «ξημέρωσε» την 1η Μαρτίου για τις επιχειρήσεις του κλάδου και τις προμηθεύτριες εταιρείες, οι οποίες ήδη εφαρμόζουν τις επίμαχες υπουργικές αποφάσεις, με τις οποίες αλλάζει το καθεστώς τιμολόγησης ενός εξαιρετικά μεγάλου αριθμού προϊόντων καθημερινής ανάγκης. Πώς υποδέχθηκε η αγορά τις υπουργικές αποφάσεις κατά της ακρίβειας, πόσο θα μειωθούν οι τιμές στο ράφι και τι προβληματίζει την αγορά.

H ρύθμιση σχετικά με την τρίμηνη απαγόρευση των προσφορών και των εκπτώσεων από την ημερομηνία της τελευταίας ανατίμησης καθενός προϊόντος, η μεταφορά στις τελικές τιμές του 30% των προσφορών που ίσχυαν το 2023 για μία μακρά λίστα προϊόντων εκτός των τροφίμων, οι καθαρές τιμές πώλησης των νωπών αγαθών και το νέο καθεστώς τιμολόγησης του βρεφικού γάλακτος αλλάζουν πλήρως τα ισχύοντα μέχρι σήμερα σχετικά με την τιμολόγηση στα ράφια των σούπερ μάρκετ.

Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης εκτίμησε ότι από το πρώτο διάστημα εφαρμογής των προαναφερόμενων μέτρων –τα οποία σημειώνουμε πως τέθηκαν σε ισχύ μόλις λίγες ημέρες προ της έκδοσης του παρόντος τεύχους– αναμένονται σημαντικές μειώσεις τιμών, οι οποίες κατά τον υπουργό θα φτάσουν σε μέσο επίπεδο το 18%. Μάλιστα, ο κ. υπουργός έδωσε μία λίστα 108 διαφορετικών brands με μειώσεις τιμών από 41,90% η μεγαλύτερη έως 4,90% η μικρότερη, τονίζοντας ότι τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση, θα επηρεάσουν πτωτικά τις τιμές σε περισσότερους από 3.000 κωδικούς προϊόντων.

Η αγορά, ωστόσο, είναι πιο συγκρατημένη, θεωρώντας ότι τιμολογιακές βελτιώσεις υπέρ του καταναλωτή θα υπάρξουν μεν, αλλά θα είναι μικρότερης έντασης, εκτιμώντας ότι το κρισιμότερο όλων είναι η διασφάλιση ότι δεν θα υπάρξουν εν ευθέτω χρόνο νέες ανατιμήσεις, οι οποίες σταδιακά θα επαναφέρουν την κατάσταση στην αρχική της φάση.

Στο μεσοδιάστημα, λοιπόν, το λιανεμπόριο και η βιομηχανία καλούνται να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα και μάλιστα ταχύτατα, καθότι οι υπουργικές αποφάσεις δημοσιεύτηκαν στην τελική τους μορφή λίγες μόλις ημέρες προ της εφαρμογής τους την 1η Μαρτίου. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται ακόμα σήμερα κι όπως εκτιμάται, θα διαρκέσουν αρκετά, καθότι τα προς επίλυση ζητήματα δεν είναι εύκολο να διευθετηθούν, πολύ περισσότερο εφόσον αφορούν ένα εξαιρετικά μεγάλο αριθμό κωδικών. Το βέβαιο είναι ότι οι ετήσιες συμφωνίες, που συνάπτουν οι λιανέμποροι με τη βιομηχανία, θα αλλάξουν φέτος εντελώς περιεχόμενο, δεδομένου ότι μεταβάλλονται τόσο οι τελικές τιμές πολλών προϊόντων όσο και η ένταση, η διάρκεια και η συχνότητα των προσφορών και των εκπτώσεών τους, όπως και η λογική βάσει της οποίας οι προμηθευτές προβαίνουν πλέον σε ανατιμήσεις.

Ας δούμε λοιπόν τι συμβαίνει σήμερα στην αγορά και πώς τα στελέχη της πασχίζουν να διευθετούν μία σειρά από κρίσιμα ζητήματα της καθημερινότητάς τους.

Τα αποθέματα στο κέντρο του ενδιαφέροντος
Ένα από τα πιο σοβαρά θέματα των διαπραγματεύσεων των αλυσίδων με τις προμηθεύτριες εταιρείες αφορά το τι θα γίνει με τα αποθέματα, που βρίσκονται ήδη στις αποθήκες των εταιρειών σούπερ μάρκετ, αγορασμένα από αυτές ακριβότερα συγκριτικά με τις τιμές που ισχύουν πλέον από την 1η Μαρτίου. Προφανώς οι δύο πλευρές θα διαπραγματευτούν, προκειμένου να αποφασιστεί ανά προϊόν το ποιος θα επιβαρυνθεί το σχετικό κόστος. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια εξαιρετικά περίπλοκη διαδικασία. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι στις αποθήκες των σούπερ μάρκετ βρίσκονται ανά κωδικό αποθέματα, που επαρκούν από λίγες ημέρες έως και τρεις μήνες. Προφανώς η συζήτηση δεν αφορά τα αποθέματα επάρκειας ολίγων ημερών, αλλά εκείνα που εξαντλούνται με μεγάλη βραδύτητα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς, το πιθανότερο είναι πως στις περισσότερες των περιπτώσεων το όποιο κόστος θα μοιραστεί μεταξύ των δύο πλευρών, ενώ δεν αποκλείεται να υπάρξουν και επιστροφές αποθεμάτων, εφόσον αυτό είναι εφικτό και το αποδέχονται οι προμηθευτές.

Πάντως, η σχετική διαπραγμάτευση θεωρείται μονόδρομος, ιδιαίτερα για τους προμηθευτές κι αυτό διότι, αν δεν υπάρξει κάποιου είδους συμφωνία, τότε οι τιμές των συγκεκριμένων προϊόντων θα μειωθούν στο ράφι, εφόσον προηγουμένως τελειώσουν τα αποθέματά τους στις αποθήκες των αλυσίδων. Σε μια τέτοια περίπτωση αυτά τα προϊόντα θα πωλούνται σε τιμές σαφώς υψηλότερες έναντι των προϊόντων άλλων εταιρειών και μάλιστα με μεγάλες διαφορές, γι’ αυτό οι προμηθεύτριες εταιρείες χρειάζεται να δώσουν άμεσα κάποιου είδους λύση. Το θέμα αφορά κυρίως τα είδη που αναφέρονται στη σχετική υπουργική απόφαση, όπως τα καθαριστικά σπιτιού και τα προϊόντα προσωπικής φροντίδας και υγιεινής, των οποίων τα αποθέματα στις αποθήκες των αλυσίδων εξαντλούνται με καθυστέρηση μηνών. Στην περίπτωση του βρεφικού γάλατος το πρόβλημα είναι περιορισμένο, δεδομένου ότι οι κωδικοί του σχετικού προϊόντος είναι λίγοι. Ανάλογες διαπραγματεύσεις θα γίνουν φυσικά και για τα προϊόντα που οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ εισάγουν απευθείας από το εξωτερικό, δηλαδή κι εδώ τίθενται τα ζητήματα των αποθεμάτων και του ποιος θα επιβαρυνθεί το κόστος της προσαρμογής στη νέα κατάσταση.

Νέες στρατηγικές προσφορών
Ένα δεύτερο θέμα που καλούνται να διαχειριστούν οι δύο πλευρές αφορά την ένταση των προσφορών και των εκπτώσεων ιδιαίτερα κατά το πρώτο διάστημα εφαρμογής των μέτρων. Όπως εξηγούν ανώτατα στελέχη του κλάδου, αυτό που φαίνεται να προκρίνεται κυρίως σε πρώτη φάση, είναι οι εκπτώσεις και οι προσφορές να μην εμφανίσουν αισθητή κάμψη και εν ευθέτω χρόνο, με σαφώς αργές διαδικασίες, να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Το ζήτημα της έντασης των προσφορών αφορά κυρίως τη βιομηχανία, καθώς οι προσφορές είναι, όπως συνηθίζουν να λένε οι λιανέμποροι, «ιδιοκτησίας των προμηθευτών», άρα αυτοί θα αποφασίσουν τι τελικά θα συμβεί. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, «ιδιαίτερα το πρώτο διάστημα οι αλυσίδες και οι προμηθεύτριες εταιρείες θα πηγαίνουν ψάχνοντας». Θα δοκιμάσουν αρκετές πρακτικές και θα πειραματιστούν, αξιολογώντας τις συνέπειες των όποιων αποφάσεών τους πριν καταλήξουν στη νέα τιμολογιακή στρατηγική τους.

Η μείωση του τζίρου και των κερδών τρομάζει
Ψηλά στην ατζέντα όσων συζητούν το διάστημα αυτό οι αγοραστές των αλυσίδων σούπερ μάρκετ, στο πλαίσιο των επαφών τους με τα αρμόδια στελέχη των προμηθευτικών εταιρειών, βρίσκεται επίσης η μείωση σε αξία της κερδοφορίας των αλυσίδων και το πώς αυτή θα αναπληρωθεί. Ειδικότερα, όπως επισημαίνεται, οι μειώσεις των τιμών σε ευρεία γκάμα προϊόντων θα οδηγήσει σε μείωση της κερδοφορίας των λιανεμπόρων, εφόσον το περιθώριο κέρδους παραμένει σταθερό, κι αυτό διότι το εν λόγω ποσοστό θα αναλογεί σε χαμηλότερη αξία πωλήσεων, άρα σε μείωση εσόδων.

Ένα από τα σενάρια που εξετάζουν τα επιτελεία των αλυσίδων είναι να διεκδικήσουν μεγαλύτερες παροχές σε προϊόντα, τα οποία δεν περιλαμβάνονται στη λίστα των κωδικών που δεσμεύονται από τις υπουργικές αποφάσεις, πάντα στο βαθμό που με τον τρόπο αυτό δεν θα καταστρατηγούνται τα ανώτατα περιθώρια κέρδους, όπως αυτά ορίζονται από προηγούμενες υπουργικές αποφάσεις.

Αξιοπρόσεκτη είναι η παρατήρηση ανώτατου παράγοντα του κλάδου, σύμφωνα με τον οποίο τα μέτρα της κυβέρνησης δεν θα πρέπει να αξιολογηθούν ούτε στην εκκίνηση της εφαρμογής τους ούτε σε βραχύ ορίζοντα αλλά μεσοπρόθεσμα, κι αυτό διότι μόνον έτσι θα φανεί η όποια αποτελεσματικότητά τους. Με άλλα λόγια, μόνο έτσι θα φανεί το κατά πόσο η αγορά διατήρησε τις τιμές της στα επιδιωκόμενα από την κυβέρνηση επίπεδα ή επεδίωξε με αργά και καλά μελετημένα βήματα, να τις επαναφέρει κατά κάποιο τρόπο στο ύψος που βρίσκονταν πριν την 1η Μαρτίου.

Εξάλλου, όπως σχολιάζεται, οι διεθνείς γεωπολιτικές κρίσεις που προκαλούν τις πληθωριστικές πιέσεις, απέχουν από το να εισέλθουν σε περίοδο αποκλιμάκωσης, πράγμα που ισχύει σε ό,τι αφορά και τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο και την αντανάκλαση του πολέμου του Ισραήλ κατά των Παλαιστινίων στην Ερυθρά Θάλασσα (η σχετική ύφεση των αντιποίνων των ανταρτών Χούθι της Υεμένης κατά των κρινόμενων ως φιλοϊσραηλινών εμπορικών πλοίων κατά τις τελευταίες εβδομάδες δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα διατηρηθεί, όσο συνεχίζεται η ανθρωποσφαγή στην Παλαιστίνη). Στο βαθμό λοιπόν που τα διεθνή πολεμικά μέτωπα παραμένουν ενεργά, αυξάνοντας τα κόστη των θαλάσσιων μεταφορών, η βιομηχανία θα εξακολουθήσει να υφίσταται πιέσεις και να αναπροσαρμόζει αυξητικά τις τιμές διάθεσης των προϊόντων της στο εμπόριο.

Προσφυγή στη Δικαιοσύνη
Αξίζει να σημειώσουμε ότι παράγοντες των προμηθευτικών εταιρειών έχουν ήδη ζητήσει από τους νομικούς συμβούλους τους να αξιολογήσουν τη νομιμότητα των παρεμβάσεων της κυβέρνησης στο θέμα των τιμών, ώστε στο βαθμό που κριθεί σκόπιμο, να γίνουν πρόσφυγες στην δικαιοσύνη. Μάλιστα, όπως επισημαίνεται, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η συνδρομή των δικαστικών αρχών θα ζητηθεί μετά από παρέμβαση των φορέων συλλογικής εκπροσώπησης των συμφερόντων της αγοράς. Μια τέτοια πρωτοβουλία δεν είναι δυνατόν να αναληφθεί μεμονωμένα από κάποιες βιομηχανίες ή λιανεμπορικές αλυσίδες, αλλά από τους θεσμικούς τους φορείς, τονίζουν οι συνομιλητές μας.

Πάντως, οι άνθρωποι της αγοράς είναι πεισμένοι ότι μια δικαστική αντιδικία με την κυβέρνηση θα ήταν λιγότερο αποτελεσματική από μια συντονισμένη προσέγγισή της, με κύριο αίτημα η δεσμευτικότητα των επίμαχων υπουργικών αποφάσεων να είναι ορισμένου χρόνου και μάλιστα προσδιορισμένου κι όχι μόνιμου χαρακτήρα, όπως έχει συμβεί με προηγούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης, με βασικότερες τα «Καλάθια» των χαμηλών τιμών, η έκπτωση 5% για έξι μήνες, ο καθορισμός του ανώτατου περιθωρίου κέρδους στη λιανική κ.ά. Πληροφορίες αναφέρουν ότι σχετικές επαφές με το επιτελείο του Υπουργείου Ανάπτυξης ήδη έχουν γίνει και δεν θα πάψουν να γίνονται. Τα στελέχη της αγοράς τονίζουν την πεποίθησή τους ότι οι τιμές στο εμπόριο πρέπει να διαμορφώνονται ελεύθερα, δηλαδή ως αποτέλεσμα της προσφοράς και της ζήτησης κι ασφαλώς των κοστολογίων, κι όχι με θεσμικές παρεμβάσεις, οι οποίες μάλιστα προσλαμβάνουν μόνιμο χαρακτήρα.

Προβληματίζουν τα νωπά προϊόντα
Διαπραγματεύσεις γίνονται και για τα νωπά προϊόντα, τα οποία πλέον πωλούνται από τους παραγωγούς δίχως παροχές ή άλλου είδους πιστωτικά σημειώματα. Ωστόσο, δεδομένου ότι πρόκειται για χρηματιστηριακά προϊόντα, μετά την αρχική μείωση των τιμών τους υπάρχει ο κίνδυνος να εκδηλωθούν ανατιμητικές τάσεις, ικανές να ωθήσουν τις τιμές τους ακόμα και υψηλότερα του επιπέδου που βρίσκονταν μέχρι πρότινος. Παράγοντες του κλάδου σχολιάζουν σχετικά ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση είναι πολύ πιθανό να μην έχει εντέλει τα επιθυμητά αποτελέσματα για τους καταναλωτές.

Με φειδώ στο εξής οι ανατιμήσεις
Οι ίδιοι παράγοντες υπογραμμίζουν ότι απαιτείται εξαιρετικά μεγάλη προσοχή στη φάση που οι προμηθευτές θα ξεκινήσουν σταδιακά τις πρώτες ανατιμήσεις προϊόντων τους, των οποίων οι τιμές, στο πλαίσιο των νέων ρυθμίσεων, μειώθηκαν. Ειδικότερα εξηγούν ότι οι καταναλωτές δεν πρέπει να σχηματίσουν την εντύπωση ότι η «διόρθωση» στις καθαρές τιμές λιανικής ήταν παροδική ή προσχηματική. Γι’ αυτό, λένε, οι όποιες ανατιμήσεις πρέπει να είναι εξαιρετικά περιορισμένες –επί της ουσίας να είναι πιστοποιημένα επιβεβλημένες…