Αναπτυσσόμενος κλάδος με αυξανόμενες πωλήσεις και σημαντικά περιθώρια κέρδους, τα μη συνταγογραφούμενα προϊόντα προσωπικής υγιεινής αποκτούν βαθμηδόν διακριτή θέση έναντι των συνταγογραφούμενων φαρμάκων. Ταυτόχρονα αναδεικνύονται ως ενδιαφέρουσα αγορά για τα κανάλια διανομής του οργανωμένου λιανεμπορίου, τα οποία επιζητούν ανάπτυξη του τζίρου τους μέσω της εισόδου τους σε νέες κατηγορίες προϊόντων.

Αναπτυσσόμενος κλάδος με αυξανόμενες πωλήσεις και σημαντικά περιθώρια κέρδους, τα μη συνταγογραφούμενα προϊόντα προσωπικής υγιεινής αποκτούν βαθμηδόν διακριτή θέση έναντι των συνταγογραφούμενων φαρμάκων. Ταυτόχρονα αναδεικνύονται ως ενδιαφέρουσα αγορά για τα κανάλια διανομής του οργανωμένου λιανεμπορίου, τα οποία επιζητούν ανάπτυξη του τζίρου τους μέσω της εισόδου τους σε νέες κατηγορίες προϊόντων.

Αν και η εγχώρια ισχύουσα νομοθεσία αποτρέπει μέχρι στιγμής τη διακίνησή τους εκτός του εμπορικού περιβάλλοντος των φαρμακείων, τόσο οι οικονομικές εξελίξεις σε ό,τι αφορά τον τομέα φαρμάκου όσο και οι σύγχρονες συνθήκες διαβίωσης προοιωνίζονται αλλαγές στην εμπορευματοποίηση και στη διανομή της συγκεκριμένης κατηγορίας προϊόντων.

Τι ισχύει σήμερα

Τα μη συνταγογραφούμενα φαρμακευτικά προϊόντα, τα οποία διεθνώς περιγράφονται με τον όρο OTC (over the counter) είναι φαρμακευτικά σκευάσματα που χρησιμοποιούνται για αυτοθεραπεία ήπιων περιστατικών χωρίς την αναγκαιότητα ιατρικής επίβλεψης και συνταγογράφησης. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται αναλγητικά, γαστρεντερολογικά, φάρμακα για τη γρίπη και το κρυολόγημα, προϊόντα υγιεινής και βιταμίνες, αλλά και καλλυντικά για την περιποίηση του δέρματος ή δερματολογικά φάρμακα.

Οι εταιρείες του κλάδου φαρμάκων που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας αναγνώρισαν εδώ και λίγα χρόνια τη δυναμική των OTC, συνυπολογίζοντας τη διεθνή εμπειρία, το διαφοροποιημένο τρόπο ζωής, αλλά και τα περιθώρια κέρδους των συγκεκριμένων ειδών. Την τελευταία πενταετία, οι βασικοί εγχώριοι όμιλοι του συγκεκριμένου χώρου (όμιλος ΣΑΡΑΝΤΗ, LAVIPHARM, όμιλος ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ) στράφηκαν στην κατακερματισμένη αγορά των OTC, αποκτώντας συμμετοχές, εξαγοράζοντας εταιρείες ή αναπτύσσοντας οι ίδιες προϊόντα της συγκεκριμένης κατηγορίας, και σήμερα έχουν δημιουργήσει αυτόνομους κλάδους εντός των επιχειρήσεων τους για την αποτελεσματικότερη προώθηση τους.

Σε ό,τι αφορά τη διανομή, ως παρακλάδι του τομέα φαρμάκων και καλλυντικών, τα μη συνταγογραφούμενα προϊόντα διακινούνται αυστηρά μέσα από το κανάλι του κλασικού ελληνικού φαρμακείου και υπόκεινται στον έλεγχο του Ελληνικού Οργανισμού Φαρμάκου, προκειμένου να λάβουν την έγκριση για την κυκλοφορία τους στην εγχώρια αγορά.

Παρ’ όλα αυτά και δεδομένου ότι η αγορά τους είναι ελεύθερη χωρίς την απαραίτητη γνωμοδότηση γιατρού, τα OTC θεωρούνται κατά μία έννοια προϊόντα ευρείας κατανάλωσης. Είναι εξάλλου χαρακτηριστική η θετική αντιμετώπισή τους στις αγγλοσαξονικές αγορές, όπου διανέμονται ευρέως, διαφημίζονται ελεύθερα και αγοράζονται χωρίς δέσμευση.

Τάσεις ανάπτυξης

Το ποσοστό που κατέχουν τα OTC στη γενική κατανάλωση φαρμάκων στην ευρωπαϊκή αγορά κυμαίνεται κατά μέσο όρο στο 17%. Μεγαλύτερη διείσδυση παρατηρείται στις αγγλοσαξονικές αγορές, όπου η διανομή της συγκεκριμένης κατηγορίας είναι ελεύθερη –διατίθεται και πέραν του κλασσικού δικτύου των φαρμακείων– σε κανάλια ευρείας κατανάλωσης όπως τα σούπερ μάρκετ.

Στην εγχώρια αγορά το μερίδιο των OTC και των καλλυντικών προϊόντων για την περιποίηση του δέρματος ξεπερνά το 10%, με ετήσιο τζίρο που αγγίζει τα 50-60 δισ. δρχ. Ωστόσο, δεδομένης αφενός της χαμηλής διείσδυσής τους και αφετέρου της επιρροής παραγόντων όπως η αύξηση του βιοτικού επίπεδου, η διάδοση της αυτοθεραπείας, η επέκταση της ενημέρωσης για την πρόληψη ασθενειών και η γενικότερη τάση περιστολής των δαπανών για προϊόντα που περιλαμβάνονται στις λίστες των συνταγογραφούμενων φαρμάκων, η αγορά των OTC αναμένεται να παρουσιάσει σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.

Σύμφωνα με τις συγκλίνουσες προβλέψεις των ενεργών εταιρειών της εγχώριας αγοράς, οι ρυθμοί ανάπτυξης του κλάδου αναμένεται να κινηθούν στο επίπεδο του 10%-15% σε ετήσια βάση, ποσοστό που κρίνεται ιδιαίτερα υψηλό, συγκρινόμενο μάλιστα με άλλες κατηγορίες καταναλωτικών προϊόντων.

Σε ό,τι αφορά τη λιανική διανομή, το ισχύον νομοθετικό καθεστώς περιορίζει αυστηρά τη διάθεση των προϊόντων αυτών στα φαρμακεία, γεγονός που συμμερίζονται και οι προμηθεύτριες εταιρείες, αναγνωρίζοντας αφ’ ενός το μέγεθος του συγκεκριμένου δικτύου (9.000 καταστήματα στην ελληνική επικράτεια), αλλά και τη δυνατότητα ανάπτυξης ωφέλιμων εμπορικών πολιτικών σε ένα «κλειστό» εμπορικό δίκτυο όπως αυτό.

Επισημαίνεται ότι η διαμόρφωση της τιμής των συγκεκριμένων προϊόντων, τα οποία δεν περιλαμβάνονται στη λίστα του Υπουργείου Υγείας, θεωρείται εν πολλοίς ελεύθερη και η διακίνηση τους στα φαρμακεία επιτρέπει τη διατήρηση σχετικά υψηλών περιθωρίων κέρδους.

Στην περίπτωση που η αγορά των OTC ανοίξει προς το οργανωμένο λιανεμπόριο –το οποίο ενδιαφέρεται να αποκτήσει μερίδιο στην πίτα της ευρύτερης αγοράς καταναλωτικών ειδών και να αναπτυχθεί περαιτέρω στα μη τρόφιμα– οι πωλήσεις αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά, αλλά τα περιθώρια κέρδους αναμφισβήτητα θα συμπιεστούν, γεγονός που λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν τους οι προμηθευτές για τον καθορισμό της στρατηγικής τους.

Παρά τις νομοθετικές δεσμεύσεις και τους εμπορικούς προβληματισμούς, η πρώτη σημαντική αλλαγή σε ό,τι αφορά τα κανάλια διανομής έχει ήδη συντελεστεί με την απελευθέρωση της διάθεσης των καλλυντικών για την περιποίηση του δέρματος (VICHY, AVΕNE, KORFF κ.ά.), η οποία δεν πραγματοποιείται πια αποκλειστικά από τα φαρμακεία αλλά και από τα καταστήματα καλλυντικών –ειδικότερα από το δίκτυο των καταστημάτων HONDOS CENTER– υπό την προϋπόθεση της παρουσίας πωλητή-φαρμακοποιού.

Το μέλλον πλησιάζει…

Η εξέλιξη αυτή, αν και προέκυψε από διεθνές δεδικασμένο (δικαίωση προσφυγής της γαλλικής AVENE από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σύμφωνα με την οποία της επετράπη η διανομή των προϊόντων της όπου επιθυμεί), υπήρξε ικανό επιχείρημα από τους εγχώριους λιανέμπορους καλλυντικών, ώστε να υπάρξει συμφωνία συνεργασίας με τους εγχώριους προμηθευτές. Εφ’ όσον το νομοθετικό θέμα ρυθμίστηκε, τα μερίδια και η δυναμική που κατέχουν οι αλυσίδες καλλυντικών στη λιανική αγορά του κλάδου (τα Hondos Center εμφανίζουν μερίδιο 50%) αποτέλεσαν το μέσο πίεσης προς τις προμηθεύτριες για ένα «άνοιγμα» του πελατολογίου τους.

Με βάση την παραπάνω εξέλιξη και παρά το ισχύον πλαίσιο, παράγοντες της αγοράς (προμηθευτές και λιανέμποροι) αναγνωρίζουν ότι μελλοντικά θα επέλθουν αλλαγές στη λιανική διανομή, βασιζόμενοι και στη διεθνή εμπειρία. Επιπλέον, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις ανάγκες των ήδη προβληματικών ασφαλιστικών ταμείων, προβλέπουν ότι πολλά φάρμακα θα βγουν από την κατηγορία των συνταγογραφούμενων, οπότε θα επιτραπεί η ελεύθερη τιμή, διανομή και διαφήμισή τους. Αυτή η εξέλιξη θα πάρει χρόνο, αλλά οι συγκλίνουσες απόψεις συμφωνούν ότι θα επιφέρει σημαντικές αλλαγές σε όλο το χώρο της αγοράς.

Επισημαίνουν ότι η ανάγκη του καταναλωτή να προμηθεύεται προϊόντα φαρμακείου και τις ημέρες που αυτά παραμένουν κλειστά (Δευτέρα και Τετάρτη απόγευμα, αλλά κυρίως το Σαββατοκύριακο) θα οδηγήσει προοδευτικά στην ενίσχυση άλλων καναλιών διανομής, όπως τα καταστήματα καλλυντικών, τα σούπερ μάρκετ και ίσως στο μακρινό μέλλον τα πρατήρια βενζίνης.