Παρόλο που οι επιχειρήσεις έχουν ξεκινήσει εδώ και καιρό να μετρούν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα και να αναφέρονται σε αυτό χρησιμοποιώντας συγκεκριμένους δείκτες, δεν έχει δοθεί ακόμη απάντηση σχετικά με το πόσο οι δείκτες αυτοί είναι συγκρίσιμοι ούτε με το πώς μπορούν να αξιοποιηθούν τα αποτελέσματά τους. Αυτό ήταν το περιεχόμενο εσπερίδας που διοργανώθηκε στις 15 Μαΐου στις Βρυξέλλες, στο περιθώριο του Ευρωπαϊκού Συνεδρίου ECR, σε μια προσπάθεια καταγραφής λύσεων και προτάσεων.

Η κλιματική αλλαγή αποτελεί αναμφισβήτητα ένα από τα πιο κρίσιμα προβλήματα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα τα επόμενα χρόνια. Διάφορες ρυθμιστικές αρχές και διεθνή πρωτόκολλα θέτουν τυπικές απαιτήσεις όσον αφορά στις περιβαλλοντικές επιδόσεις των οργανισμών. Παρόμοια είναι και η τάση στους καταναλωτές, οι οποίοι ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο για το περιβάλλον, δημιουργώντας έτσι μία τάση για πιο «πράσινη» ζήτηση.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι επιχειρήσεις στους διάφορους βιομηχανικούς κλάδους έχουν αρχίσει να συναισθάνονται την ευθύνη που φέρουν για τη διαχείριση των περιβαλλοντικών ζητημάτων και να αναλαμβάνουν δράση για τη βελτίωση της ενεργειακής τους απόδοσης και των συνολικών περιβαλλοντικών δεικτών τους. Η δράση αυτή έχει ως κίνητρο όχι μόνο την εξασφάλιση μιας καλής δημόσιας εικόνας για την επιχείρηση, αλλά και τη μείωση κόστους και εξοικονόμηση πόρων, που συχνά σχετίζεται με βέλτιστες περιβαλλοντικές πρακτικές.

Στην προσπάθεια μείωσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων μιας επιχείρησης, κυρίαρχη θέση έχει η μέτρηση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος. Το αποτύπωμα μπορεί να αναφέρεται σε διαφορετικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις (πχ εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, κατανάλωση πόσιμου νερού κλπ) και να είναι άμεσο, δηλαδή να προκύπτει άμεσα από τη λειτουργία μίας επιχείρησης (πχ διοξείδιο που εκπέμπεται από τη λειτουργία του εργοστασίου μιας επιχείρησης) ή έμμεσο, δηλαδή να προκύπτει από πόρους τρίτων που χρησιμοποιεί η επιχείρηση.

Στις μέρες μας, και με στόχο τη δυνατότητα σύγκρισης και αναφοράς με κοινούς όρους στο θέμα, έχει κυριαρχήσει σε μεγάλο βαθμό η μέτρηση του αποτυπώματος σε διοξείδιο άνθρακα (CO2), και ειδικότερα σε εκπομπές ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα (CO2e), μετρική που έχει γίνει αποδεκτή ως η παγκόσμια μονάδα μέτρησης της υπερθέρμανσης του πλανήτη και συνοψίζει όλα τα επιμέρους αέρια που σχετίζονται με το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Στα ακόλουθα, για λόγους συντομίας, με τον όρο περιβαλλοντικό αποτύπωμα θα αναφερόμαστε στις εκπομπές ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα (CO2e).

Κοινές προσεγγίσεις για τη μέτρηση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος

Ενώ εδώ και μία τριετία τουλάχιστον οι επιχειρήσεις έχουν ξεκινήσει να μετρούν και να αναφέρουν δείκτες περιβαλλοντικού αποτυπώματος, πλανάται ακόμη το ερώτημα του κατά πόσο οι δείκτες αυτοί είναι συγκρίσιμοι, πόσο υπάρχουν κοινά αποδεκτά πρότυπα μέτρησης, τι μετράται κάθε φορά και πώς μπορούν να αξιοποιηθούν αποτελεσματικότερα οι μετρήσεις αυτές. Το ερώτημα αυτό απασχόλησε εσπερίδα που διοργανώθηκε στις 15 Μαΐου στις Βρυξέλλες, στο περιθώριο του Ευρωπαϊκού Συνεδρίου ECR με θέμα «Carbon Footprint Monitoring in the Supply Chain: Current Standards and Emerging Practices».

Η εσπερίδα διοργανώθηκε από κοινού από δύο ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες συγχρηματοδοτούμενες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το COFRET project (www.cofret-project.eu), το οποίο αποσκοπεί στο να προτείνει μία πρότυπη προσέγγιση για τη μέτρηση του αποτυπώματος άνθρακα, και το e-SAVE project (www.e-save.eu), το οποίο στοχεύει στην ανάπτυξη και πιλοτική εφαρμογή εργαλείων και υπηρεσιών αξιοποίησης της μέτρησης για την καλύτερη διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Αυτό που χαρακτηρίζει τις δύο πρωτοβουλίες είναι η έμφαση που δίνεται στη μέτρηση του CO2 κατά τη διακίνηση των προϊόντων καθ’ όλο το μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας, από το σημείο δηλαδή που έχουμε έτοιμα προϊόντα στον κατασκευαστή μέχρι αυτά να φτάσουν στο τελικό σημείο πώλησης, περιλαμβανομένης της αποθήκευσής τους στους ενδιάμεσους σταθμούς. Και οι δύο προσεγγίσεις, συμβαδίζουν με το ευρωπαϊκό πρότυπο CEN 16258, το οποίο δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο 2012 και αναμένεται να συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη εναρμόνισης στη μέτρηση. Το συγκεκριμένο πρότυπο θεωρεί την εφοδιαστική αλυσίδα ως σύνολο κόμβων (αποθήκες, διαμετακομιστικά κέντρα, λιμάνια κλπ) και ακμών (η μεταξύ τους σύνδεση) και η μέτρηση των εκπομπών αερίων αφορά τόσο τη μεταφορά από κόμβο σε κόμβο όσο και τη λειτουργία του κάθε επιμέρους κόμβου.

Αντίστοιχη είναι και η προσέγγιση της πρωτοβουλίας Green Freight Europe, η οποία όμως εστιάζει μόνο στη μέτρηση εκπομπών αερίων κατά τη μεταφορά των προϊόντων, με στόχο να υποστηρίξει τη συγκριτική αξιολόγηση των μεταφορέων. Όπως αναφέρθηκε από τον Dr. Klaus Hufschlag, Deutsche Post DHL, Vice President Carbon Accounting & Controlling και ομιλητή στο πλαίσιο της εσπερίδας, οι μεταφορείς έχουν πλέον να ανταγωνιστούν και σε ένα νέο πεδίο, αυτό των εκπομπών αερίων. Η DHL έχει ξεκινήσει να εκτυπώνει συστηματικά στα τιμολόγια-δελτία αποστολής της πέρα από τις τιμές και τις ποσότητες των προϊόντων και το αποτύπωμα CO2, που σχετίζεται με μία μεταφορά, ανταποκρινόμενη στις ανάγκες των πελατών της.

Οι πρωτοβουλίες αυτές δείχνουν ότι υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον όχι απλά για τη μέτρηση και αναφορά σε περιοδική βάση του αποτυπώματος άνθρακα σε επίπεδο εταιρείας ή προϊόντος, αλλά για τη συστηματική μέτρηση των εκπομπών αερίων κατά τη μεταφορά προϊόντων μέσα από την αξιοποίηση των δεδομένων που υπάρχουν ήδη στα συστήματα των εταιρειών αλλά και ανταλλαγής πληροφοριών με εταίρους στην εφοδιαστική αλυσίδα.

Τι δείχνει η έρευνα

Με βάση τα αποτελέσματα ευρωπαϊκής έρευνας που παρουσιάστηκαν στην εσπερίδα, ένα μεγάλο ποσοστό εταιριών (28%) δηλώνει ότι αυτή την εποχή ή μέσα στο έτος εξετάζουν την υιοθέτηση συστημάτων που θα τους βοηθήσει σε μία πιο συστηματική μέτρηση του αποτυπώματος CO2, ενώ ένα εξίσου μεγάλο ποσοστό (32%) δηλώνει ότι αυτό θα το εξετάσει μέσα στα επόμενα δύο ή περισσότερα χρόνια.

Μία κοινή παραδοχή στο πλαίσιο της εσπερίδας ήταν επίσης το ότι, ενώ οι διάφορες προσπάθειες φαίνεται να συγκλίνουν προς μία κοινή κατεύθυνση, έχουμε ακόμη διάφορα εμπόδια να ξεπεράσουμε ως προς την εφαρμογή συστημάτων και τη διαθεσιμότητα των δεδομένων που απαιτούνται για να επιτευχθεί μία συστηματική διαδικασία μέτρησης σε επίπεδο κλάδου και κατά μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας. Ωστόσο, έχουν ξεκινήσει ήδη οι προσπάθειες ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ εταίρων στην εφοδιαστική αλυσίδα για υποστήριξη της μέτρησης του CO2.

Το τελευταίο θέμα αποτελεί και βασικό αντικείμενο έρευνας στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου e-SAVE, το οποίο υλοποιεί διασύνδεση με συστήματα λιανεμπόρων και προμηθευτών αλλά και με μετρητές κατανάλωσης ενέργειας για άντληση των απαιτούμενων δεδομένων μέτρησης του αποτυπώματος CO2. Επιπλέον, το έργο αποσκοπεί στο να αποδώσει τη μέτρηση εκπομπών αερίων σε επίπεδο προϊόντος με δυναμικό τρόπο και να χρησιμοποιήσει τη μέτρηση αυτή για την υποστήριξη υπηρεσιών και συνεργατικών πρακτικών, τόσο για την καλύτερη διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας όσο και του καταναλωτή.

Παραδείγματα υπηρεσιών αποτελούν η συνεργατική διανομή προϊόντων, η χρήση προσομοίωσης για αξιολόγηση αλλαγών στο δίκτυο διανομής ή στις παραμέτρους αναπλήρωσης και με περιβαλλοντικούς όρους κλπ. Περισσότερες πληροφορίες για το έργο καθώς και για τα αποτελέσματα από την πιλοτική εφαρμογή των υπηρεσιών αυτών αναρτώνται σταδιακά στο www.e-save.eu.