Οι προμηθευτές του λιανεμπορίου ήδη βρίσκονται στην τελική ευθεία της εκπαίδευσης του προσωπικού τους και της εφαρμογής προγραμμάτων προσομοίωσης της λειτουργίας των μηχανογραφικών συστημάτων και των λογιστικών διαδικασιών τους στο περιβάλλον της φυσικής κυκλοφορίας του ευρώ.
Οι προμηθευτές του λιανεμπορίου ήδη βρίσκονται στην τελική ευθεία της εκπαίδευσης του προσωπικού τους και της εφαρμογής προγραμμάτων προσομοίωσης της λειτουργίας των μηχανογραφικών συστημάτων και των λογιστικών διαδικασιών τους στο περιβάλλον της φυσικής κυκλοφορίας του ευρώ. Τα πράγματα θα ήταν σχετικά απλά αν η μετάβαση στο ευρωνόμισμα ήταν απλώς θέμα τεχνικής και τεχνολογικής προετοιμασίας για μια στιγμιαία μεταβολή, όπως συνέβη με τον “ιό του 2000”. Όμως εδώ πρόκειται για μια περίοδο… κυοφορίας.
Οι επιδράσεις της κυοφορούμενης εφαρμογής του ευρώ ήδη διατρέχουν όλο το φάσμα των οικονομικών δραστηριοτήτων και των σύνθετων διαδικασιών που τις συνοδεύουν ως τη λεπτομέρειά τους, φτάνοντας έως τον πυρήνα της καθημερινής συναλλακτικής έκφρασης του “ανώνυμου” καταναλωτή… Eπτά εκπρόσωποι των προμηθευτών απαντούν σε οκτώ κρίσιμα ερωτήματα που τους έθεσε το “σελφ σέρβις”, καταθέτοντας τους προβληματισμούς τους για ειδικότερες πλευρές της μετάβασης στην εποχή των συναλλαγών με ευρώ.
Πρόκειται για τους (κατά αλφαβητική σειρά) κ. Απόστολο Αποστολάκο, διευθυντή πωλήσεων της ΕΛΓΕΚΑ, Κωνσταντίνο Βιτουλαδίτη, διευθύνοντα σύμβουλο της ΜΕΓΑ, Μυρτώ Κολόκου, customer services development manager της UNILEVER Hellas, Γιάννη Παπουτσή, εμπορικό διευθυντή της BEIRSDORF Hellas, Διονύση Ρόρρη, γενικό διευθυντή της RECKITT BENCKISER Hellas, Παναγιώτη Τζελέφα, οικονομικό διευθυντή της HENKEL Hellas και Μιχάλη Φανδρίδη, εμπορικό διευθυντή της PROCTER & GAMBLE Hellas.
Πότε θα εκδώσετε τους νέους τιμοκαταλόγους με τις τιμές των προϊόντων, τις εκπτώσεις και τις κάθε είδους παροχές σε αξίες ευρώ;
Οι περισσότεροι από τους μεγάλους προμηθευτές ήδη έχουν προχωρήσει είτε στην έκδοση είτε στη διαδικασία έκδοσης των ειδικών τιμοκαταλόγων για το λιανεμπόριο, όπου οι τιμές των προϊόντων τους αναφέρονται σε αξίες δραχμών και ευρώ. Ειδικότερα, o τιμοκατάλογος της UNILEVER Hellas κυκλοφορεί από τις αρχές Μαρτίου, της PROCTER & CAMBLE Hellas είναι έτοιμος από τα μέσα Απριλίου και ως τα τέλη Μαΐου αναμενόταν η εκτύπωσή του, της BEIRSDORF Hellas κυκλοφορεί από τον Απρίλιο, της ΕΛΓΕΚΑ θα κοινοποιηθεί την 1η Ιουλίου, της ΜΕΓΑ κυκλοφορεί ήδη από τις αρχές του έτους, ενώ της HENKEL Hellas θα αρχίσει να ετοιμάζεται το Σεπτέμβριο με σκοπό να βρίσκεται στα χέρια όλων των πελατών της μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου. Τέλος, η RECKITT BENCKISER Hellas έχει αρχίσει να ενημερώνει για την αξία των προϊόντων της σε τιμές ευρώ κάποιους από τους πελάτες της που το ζήτησαν. Σημειώνεται ότι πίεση για την έγκαιρη ενημέρωση της αγοράς, σχετικά με τις τιμές των προϊόντων στις αξίες και των δύο νομισμάτων, έχουν ασκήσει οι μεγάλες αλυσίδες του λιανεμπορίου.
Όπως επισήμανε ο κ. Γ. Παπουτσής (BDF), “οι παροχές δεν αφορούν στον τιμοκατάλογο”, αφού σχετίζονται με τις επιμέρους συμφωνίες των προμηθευτών με καθέναν από τους πελάτες τους, ενώ “κάποιες παροχές επί τιμολογίου (π.χ. για τους χονδρέμπορους) δεδομένου ότι είναι ποσοστιαίες, επίσης δεν αφορούν τον τιμοκατάλογο”. Ο κ. Απ. Αποστολάκος (ΕΛΓΕΚΑ) δήλωσε ότι “η έκδοση του τιμοκαταλόγου στις τιμές των δύο νομισμάτων δεν επηρεάζει σε τίποτα την πολιτική τιμών και εκπτώσεων της εταιρείας”. Ο κ. Π. Τζελέφας (HENKEL) σχολίασε ότι “το αργότερο σαράντα ημέρες πριν τη λήξη του έτους οι τιμοκατάλογοι με τις τιμές ευρώ πρέπει να βρίσκονται στα χέρια όλων των λιανεμπόρων”. Ο κ. Κ. Βιτουλαδίτης (ΜΕΓΑ) είπε ότι “μετά τις 15/12/2001 αυτό που θα αλλάξει, από την άποψη της χρήσης αυτών των ειδικών τιμοκαταλόγων, είναι ότι θα ισχύουν πλέον μόνο οι τιμές ευρώ”.
Στην περίπτωση που τιμολογείτε τα προϊόντα σας σε συσκευασίες κιβωτίων, έχετε προβλέψει τη μετατροπή της τιμής τους από δρχ. σε ευρώ και ανά τεμάχιο (μονάδας λιανικής πώλησης), ούτως ώστε να μην προκύπτουν μικροδιαφορές;
Εκτός από τις περιπτώσεις της BEIRSDORF Hellas και της ΜΕΓΑ, οι οποίες τιμολογούν απευθείας σε τεμάχια, όπως επίσης και της HENKEL Hellas, της οποίας το σύστημα αν και έχει -όπως ενημερωθήκαμε- τη δυνατότητα της ανά τεμάχιο τιμολόγησης ακόμα δεν έχει αντιμετωπίσει πρακτικά το θέμα, οι υπόλοιποι συνομιλητές μας σχολίασαν σχετικά:
Το πλήθος των κωδικών εκμηδενίζει τις μικροδιαφορές από τη στρογγυλοποίηση
Η UNILEVER Hellas ανέκαθεν παρουσιάζει στο λιανεμπόριο τις τιμές των προϊόντων της ανά μονάδα κιβωτίου (+ ΦΠΑ) και ανά τεμάχιο (τιμή καταναλωτή). Όπως μας ενημέρωσε η κα. Μυρτώ Κολόκου, “οι τιμοκατάλογοί μας αναφέρονται σε τιμές δρχ. και ευρώ και για τις δύο περιπτώσεις. Η μετατροπή σε τιμές ευρώ έγινε με απλό μαθηματικό τρόπο (διαίρεση της δραχμικής αξίας του κιβωτίου ή του τεμαχίου με το δραχμικό ισοδύναμο του ενός ευρώ: 340,75), επομένως η προσαρμογή στο ευρώ δεν θα αλλάζει σε τίποτα τις τιμές μας. Η στρογγυλοποίηση των μετατρεπόμενων τιμών ακολουθεί την καθορισμένη πρακτική: Το τρίτο δεκαδικό ψηφίο που προκύπτει από τη διαίρεση, αν είναι μεγαλύτερο του 5 στρογγυλοποιείται προς τα πάνω, έτσι ώστε το αποτέλεσμα να δίνει διψήφιο δεκαδικό (σεντς). Αν είναι μικρότερο ή ίσο με το 5 στρογγυλοποιείται προς τα κάτω. Σχετικά πειραματιστήκαμε υπολογίζοντας το άθροισμα των μικροδιαφορών από τη μετατροπή των τιμών μας σε αξίες ευρώ, σ’ έναν όγκο προϊόντων αξίας μερικών δισ. δρχ. Η διαφορά που προέκυψε ήταν της τάξης μόλις των μερικών δεκάδων χιλιάδων δρχ. Επομένως, μαθηματικό ή στατιστικό πρόβλημα από τη στρογγυλοποίηση δεν υπάρχει”.
“Δεν πρόκειται δα για το πελώριο ζήτημα -πολύ περισσότερο εφόσον αφορά σε μια περίοδο μόλις δύο ή τριών μηνών. Ωστόσο, ενδεχομένως να υπήρχε πρόβλημα αν εμπορευόμασταν π.χ. μόνο τέσσερις κωδικούς προϊόντων, που συμπτωματικά στρογγυλεύαμε τις τιμές τους είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω. Αλλά σε δείγματα άνω των 25 περιπτώσεων, σύμφωνα με τη στατιστική θεωρία, οι διαφορές εξαλείφονται.”
“Όσο ένα στατιστικό δείγμα αυξάνει, τόσο οι διαφορές τείνουν να μηδενίζονται”, συνηγορεί ο κ. Μιχάλης Φανδρίδης (P&G). Όπως μας πληροφόρησε, μέχρι το Σεπτέμβριο τα τιμολόγια της PROCTER & GAMBLE θα εκδίδονται μόνο σε δραχμικές τιμές. “Αλλά από την 1η Οκτωβρίου και μέχρι το τέλος του χρόνου ήδη σκεφτόμαστε να προτάξουμε και στα παραστατικά τις τιμές ευρώ, οπότε η περιγραφή της δραχμικής τους αξίας θα λειτουργεί μάλλον επικουρικά”. Η P&G, σημειώνεται, τιμολογεί τα προϊόντα της πάντα σε τιμές κιβωτίου (οι οποίες διαιρούμενες με τον αριθμό των τεμαχίων ανά κιβώτιο δίνουν συνήθως δεκαδικό ψηφίο).
Όπως μας είπε ο κ. Απόστολος Αποστολάκος, η ΕΛΓΕΚΑ, έχοντας δουλέψει στο πλαίσιο των φετινών ανατιμήσεων (δηλαδή των υφιστάμενων τιμών των προϊόντων της από τις αρχές του έτους), ήδη φρόντισε να απαλείψει στο μέγιστο δυνατό τις μικροδιαφορές που προκύπτουν από τις στρογγυλοποιήσεις της τιμής ενός εκάστου κιβωτίου της, σε σχέση με την τιμή καθενός τεμαχίου που περιέχει.
Ο πονοκέφαλος των εκπτωτικών προσφορών
Ο κ. Διονύσης Ρόρρης (RECKITT BENCKISER) εστιάζει το πρόβλημα της μετατροπής των δραχμικών τιμών σε τιμές ευρώ κυρίως σε ό,τι αφορά αφενός στη δημιουργία διαφορετικών δεδομένων στην περιγραφή των εκπτώσεων προς τον καταναλωτή που αναγράφονται στα stickers και αφετέρου στην εξαφάνιση από 1/1/2002 των υφιστάμενων δραχμικών “ψυχολογικών ορίων τιμής” των προϊόντων. Όπως εξηγεί, “τα stickers είτε από τώρα είτε σε λίγους μήνες θα περιγράφουν τις εκπτώσεις σε τιμές δρχ. και ευρώ, αλλά όσο οι συναλλαγές γίνονται ακόμα σε δρχ. δεν γεννάται θέμα. Από την 1/1/2002, οπότε τα πράγματα αλλάζουν, ήδη πρέπει να υπάρχουν νέα stickers, με προσφορές στις τιμές μόνο του ευρώ, που σε σχέση με την τιμή των προϊόντων πρέπει να δημιουργούν και τα καινούργια “ψυχολογικά όρια τιμής”. Προκειμένου να μετριαστούν τα προβλήματα από την εξοικείωση των καταναλωτών με το νέο νόμισμα, ήδη σκεφτόμαστε να περιορίσουμε τις χρηματικές εκπτώσεις κατά το τελευταίο τρίμηνο του τρέχοντος και το πρώτο τρίμηνο του 2002, προτιμώντας τις προσφορές καταναλωτή σε είδος, δηλαδή προσφέροντας επιπλέον ποσότητες προϊόντος. Στο βαθμό, όμως, που δεν μπορεί κάποιος να αποφύγει τα stickers με τις χρηματικές εκπτώσεις, όλη αυτή την περίοδο έχει αυξημένο κόστος, λόγω της έκδοσης stickers που περιγράφουν τις τιμές: πρώτα μόνο σε δρχ., μετά σε δρχ. και ευρώ και κατόπιν αποκλειστικά σε ευρώ. Αν σ’ αυτό προστεθεί το κόστος του συντονισμού, ώστε να μη βρεθεί κάποιος π.χ. με απόθεμα προϊόντων επισημασμένο με δραχμικές ή διπλές τιμές, όταν θα κυριαρχεί πλέον το ευρώ, αντιλαμβάνεστε το μέγεθος του προβλήματος”.
Tι θα γίνει με τα προϊόντα τυπωμένης τιμής και τα κουπόνια των καταναλωτών;
Ζήτημα προκύπτει και με τα προϊόντα που φέρουν την τιμή τους τυπωμένη στη συσκευασία τους. “Κατά την περίοδο της μετάβασης αναμένονται πιέσεις για αυξημένες εκπτώσεις, προσφορές και επιπλέον promotion από τους χονδρέμπορους, προκειμένου να απαλλαγούν έγκαιρα από το απόθεμα των προϊόντων, των οποίων οι τιμές σημαίνονται σε δραχμική αξία”, επισημαίνει ο κ. Απ. Αποστολάκος (ΕΛΓΕΚΑ) και προσθέτει με έμφαση: “Ένα ακόμα θέμα προς αντιμετώπιση είναι αυτό των πάσης φύσεως κουπονιών, που αντιστοιχούν σε δραχμικές αξίες και που προσφέρονται παντοιοτρόπως στους καταναλωτές από τις εταιρείες. Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην πρόβλεψη των ποσοτήτων των προϊόντων που θα κινηθούν με promotion, κουπόνια ή stickers, των οποίων οι τιμές πρέπει να μετατραπούν σε ευρώ”.
Tι γίνεται με τα “ψυχολογικά όρια τιμών”;
Σχετικά με το ζήτημα της διαμόρφωσης νέων “ψυχολογικών ορίων τιμών” η κα Κολόκου (UNILEVER) ήταν κατηγορηματική: “Δεν έχουμε καμία πρόθεση να προχωρήσουμε στην αλλαγή των τιμών των προϊόντων μας ειδικά στην ευαίσθητη εποχή της μετάβασης στο ευρώ. Προέχει η γρηγορότερη εμπέδωση της κυκλοφορίας του νέου νομίσματος από τους καταναλωτές. Δεν θα επιβαρύνουμε τα πράγματα με ανατιμήσεις, προκειμένου να πετύχουμε νέα “ψυχολογικά όρια τιμών”.
Ωστόσο ο κ. Φανδρίδης (P&G) επισημαίνει: “Τα λεγόμενα "ψυχολογικά όρια τιμής", τουλάχιστον μετά το δραστικό περιορισμό του πληθωρισμού στην Ελλάδα, αποτελούν μια πραγματικότητα του ανταγωνισμού και στην αγορά μας. Σ’ αυτό το πλαίσιο, εμείς, τουλάχιστον εδώ κι ένα χρόνο, σε κάθε ανατίμηση φροντίζαμε να ελέγχουμε τις πραγματικές δραχμικές τιμές καταναλωτή ως προς τις αντίστοιχές τους υποθετικές τιμές σε ευρώ, έτσι ώστε την περίοδο της μετάβασης στη φυσική κυκλοφορία του ευρώ να έχουμε ήδη διαμορφώσει κλιμακωτά μια νέα κατάσταση “ψυχολογικών ορίων τιμών” των προϊόντων μας στο νέο νόμισμα. Αυτό απαίτησε μια ιδιαίτερα επίπονη προσπάθεια, η οποία θα ολοκληρωθεί περίπου στο τέλος του χρόνου. Δυο κουβέντες για τη σημασία του πράγματος: Από τη στιγμή που οι “ψυχολογικές τιμές καταναλωτή” αποτελούν, ούτως ή άλλως, τάση στον ανταγωνισμό του λιανεμπορίου, το να επαφίεται η διαμόρφωσή τους στα χέρια του λιανεμπόρων αποβαίνει εις βάρος της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων. Γιατί; Διότι η τάση του λιανεμπορίου, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού του, είναι να ρίχνει τις τιμές δημιουργώντας “ψυχολογικά όρια” προς τα κάτω. Όμως, αυτό σημαίνει ότι το λιανεμπόριο μειώνει το ποσοστό του κέρδους του στα προϊόντα μας, κάτι που εμείς δεν το θέλουμε -στην προκειμένη περίπτωση δεν θέλουμε να γίνει το ευρώ η αφορμή για κάτι τέτοιο. Ο λόγος είναι απλός: στο βαθμό που χάνει το λιανεμπόριο υφιστάμεθα εκ των υστέρων τις σημαντικές πιέσεις του για παροχές…”.
Πιστεύετε πως μπορεί να αντιμετωπίσουμε ένα κύμα ανατιμήσεων από ορισμένες επιχειρήσεις;
Οι περισσότεροι συνομιλητές μας εξέφρασαν την πεποίθηση ότι “η αγορά θα καταφέρει να αυτορυθμιστεί μόνη της, χωρίς να προκληθούν ανωμαλίες, καθώς η αστυνόμευση δεν συμφέρει κανέναν” (Μ. Κολόκου, UNILEVER). Βέβαια, “ίσως παρατηρηθούν κάποια φαινόμενα ανατιμήσεων, αλλά αυτά δεν θα είναι εκτεταμένα, καθώς ήδη ασκούνται πιέσεις από την κυβέρνηση προς αποφυγήν των καιροσκοπικών τάσεων” (Π. Τζελέφας, HENKEL). Δεδομένου μάλιστα ότι “δεν υπάρχει προφανής λόγος για ανατιμήσεις, τα πιθανά "επιχειρήματα" που θα εμφανιστούν να τις συνοδεύουν θα είναι ολότελα πλαστά -τέτοια "επιχειρήματα" φυτρώνουν ανεξαρτήτως εποχής, λόγου και αφορμής” (Κ. Βιτουλαδίτης, ΜΕΓΑ).
Έτσι, “οι όποιες ανατιμήσεις προκύψουν, θα οφείλονται στην αναμενόμενη αύξηση του κόστους, δηλαδή θα είναι αυτές που γίνονται προγραμματισμένα κάθε χρόνο – συνεπώς δεν θα επηρεαστούν από τη μετάβαση στο ευρώ” (Απ. Αποστολάκος, ΕΛΓΕΚΑ). Αντίθετα, μάλιστα, λόγω του φόβου εκδήλωσης τάσης ανατιμήσεων, “μάλλον περισσότερο πιθανό είναι κάποιες τιμές να ακολουθήσουν πτωτική πορεία, λόγω του ανταγωνισμού και σε συνάρτηση με τη διαμόρφωση των νέων “ψυχολογικών ορίων τιμών”. Στο πλαίσιο αυτό, η βιομηχανία θα προσέξει να μη βγει χαμένη” (Διον. Ρόρρης RECKITT BENCKISER).
Πάντως, η ισχυρή τάση της αγοράς είναι “αρκετές εβδομάδες πριν την 1/1 να υπάρξει σταθερότητα στις τιμές. Προκειμένου μάλιστα να πεισθούν οι καταναλωτές ότι δεν άλλαξε ουσιαστικά τίποτα στις τιμές των προϊόντων μετά την καθιέρωση του ευρώ στις συναλλαγές, πιθανώς να αναβληθούν -τουλάχιστον για λίγους μήνες- ακόμα και οι αναμενόμενες ανατιμήσεις… Εντούτοις, ήδη έχει ανοίξει μια δημόσια συζήτηση σε όλη την Ε.Ε. για την πορεία των τιμών λόγω ευρώ, η οποία πολλές φορές, τροφοδοτούμενη αρνητικά από τα ΜΜΕ, δημιουργεί ένα κλίμα ανασφάλειας στους καταναλωτές. Έτσι εκτιμάται διεθνώς ότι παρά τις θετικές προσπάθειες των κυβερνήσεων και τις δεσμεύσεις των παραγόντων της οικονομικής ζωής, η μετάβαση στο νέο νόμισμα ίσως δημιουργήσει κάποιο κλίμα επιφυλάξεων, τουλάχιστον σε ένα τμήμα της κατανάλωσης” (Μ. Φανδρίδης, P&G).
Aνατιμήσεις και εντάσεις στην αγορά των διεθνών προϊόντων
Την εκδήλωση κύματος ανατιμήσεων δεν απέκλεισε ο κ. Γ. Παπουτσής (BDF), ο οποίος υποστήριξε την άποψή του ως εξής: “Όπως είναι γνωστό, η BEIRSDORF Hellas είναι η πρώτη διεθνής εταιρεία της εγχώριας αγοράς που εδώ κι ένα χρόνο προχώρησε στη δραστική μείωση των τιμών της, προκειμένου να επιτευχθεί η τιμολογιακή σύγκλιση των προϊόντων της σε όλη την Ευρώπη. Αυτό έγινε γιατί σε ορισμένα καλλυντικά όντως ήμασταν ακριβότεροι σε σχέση με τις άλλες αγορές της Ε.Ε. Μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις προχωρήσαμε σε μειώσεις τιμών, έστω κι αν τα κόστη μας παρέμειναν σταθερά, απορροφώντας οι ίδιοι τις επιπτώσεις. Ήδη έχουμε επιτύχει τη σύγκλιση των τιμών μας -κι όχι μόνο εμείς, αλλά όλος ο διεθνής όμιλος της BDF στην Ευρώπη- στο 95% των προϊόντων μας. Στην Ελλάδα είμαστε η μόνη εταιρεία που το έχει πετύχει αυτό, ξεκινώντας τη διαδικασία της σύγκλισης ήδη από τα τέλη του ’99. Το ερώτημα είναι: Εκτιμάται όλη αυτή η προσπάθεια από το λιανεμπόριο; Όχι. Κι επειδή πολλές διεθνείς εταιρείες το ξέρουν καλά αυτό, περιμένουν την τελευταία στιγμή -δηλαδή εντός του 2002- να προχωρήσουν στις διαδικασίες εναρμόνισης των τιμών τους με τις άλλες ευρωπαϊκές αγορές. Έτσι ή αλλιώς, είτε μειώσουν είτε αυξήσουν τις τιμές τους -και ανεξαρτήτως του κόστους που θα υποχρεωθούν να απορροφήσουν οι ίδιες- το λιανεμπόριο δεν θα μετριάσει τις πιέσεις του για παροχές. Επομένως, ναι, υπάρχει ενδεχόμενο ανατιμήσεων στις περιπτώσεις που η σύγκλιση των τιμών επιβάλλει αναπροσαρμογές προς τα πάνω”.
ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΟΝΤΙΝΟ ΜΕΛΛΟΝ;
Ενδεικτικό του τι μέλλει γενέσθαι ευρύτερα είναι το παράδειγμα της BEIRSDORF στην Ισπανία. “Η Ισπανία έχει μια πολύ φτηνή αγορά καλλυντικών σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ”, εξηγεί ο κ. Γ. Παπουτσής (BDF). “Στο πλαίσιο της τιμολογιακής σύγκλισης των προϊόντων μας σε όλη την Ευρώπη, έπρεπε να ανατιμηθούν αρκετά από τα προϊόντα της εταιρείας μας στην ισπανική αγορά έως 10%-15%. Αποτέλεσμα: Μεγάλος πελάτης, που εδρεύει και στην εγχώρια αγορά, μη δεχόμενος τις ανατιμήσεις, εξανάγκασε την εταιρεία να αποσύρει το σύνολο των προϊόντων της από τα ράφια του…”. Δηλαδή, προοιωνίζεται, κατά το κοινώς λεγόμενο, … μπάχαλο!
Πώς θα αντιμετωπίσετε το θέμα των επιταγών που έχουν ήδη εκδοθεί -ή πρόκειται να εκδοθούν- σε δραχμές με λήξη μετά την 1/1/2002;
Η κα Μ. Κολόκου (UNILEVER) τονίζει: “Κάθε επιταγή της οποίας το ποσό αναφέρεται σε δραχμές, εφόσον έχει ημερομηνία ρευστοποίησης μετά την 31/12/2001, είναι τυπικά άκυρη. Αντίθετα, τα συμβόλαια, οι συναλλαγματικές και όλες γενικά οι πράξεις που υπόκεινται στην αρχή “της συνέχειας των συμβάσεων”, ανεξαρτήτως των ημερομηνιών έκδοσής τους (εννοείται προ της 1/1/2002), θα είναι έγκυρες εφόσον τα δραχμικά ποσά που αναφέρονται σε αυτές μετατραπούν από την 1/1/2002 σε τιμές ευρώ, σύμφωνα με τον προβλεπόμενο τρόπο”.
Όπως μας πληροφόρησαν οι κ. Π. Τζελέφας (HENKEL) και Απ. Αποστολάκος (ΕΛΓΕΚΑ), οι εταιρείες τους ούτε εκδίδουν ούτε παραλαμβάνουν επιταγές σε δραχμές που λήγουν μετά τις 31/12/2001, ενώ ο κ. Διον. Ρόρρης (RECKITT BENCKISER) επισημαίνει: “Ήδη αρκετές τράπεζες χορηγούν επιταγές σε τιμές ευρώ όταν τους το ζητούν οι πελάτες τους”. Ο κ. Μ. Φανδρίδης (P&G) προσθέτει: “Ήδη αρκετές μεγάλες επιχειρήσεις ανακοινώνουν τη μετατροπή των βιβλίων τους σε τιμές ευρώ εντός του καλοκαιριού, ενθαρρύνοντας τους πελάτες τους να κόβουν επιταγές στις τιμές του ευρωνομίσματος.
Εξάλλου, σύντομα, όπως αναμένεται, πρόκειται να επισημοποιηθεί κατεύθυνση σύμφωνα με την οποία, τουλάχιστον κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2001, είναι δυνατόν να εκδίδονται επιταγές στις τιμές και των δύο νομισμάτων. Επομένως οι επιταγές που θα εκδίδονται από το φθινόπωρο δεν υπάρχει λόγος να μην εκδίδονται σε τιμές ευρώ ακόμα κι όταν λήγουν προ της 31/12/2001… Επίσης, είναι ήδη γνωστό, σύμφωνα με την πρακτική αρκετών τραπεζών, ότι οι επιταγές που εκδίδονται σε ευρώ αυτόματα περνούν στους λογαριασμούς των πελατών τους, έστω κι αν πρόκειται για δραχμικούς λογαριασμούς, χωρίς καμία επιβάρυνση. Και εν πάση περιπτώσει υπάρχει η σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 98/286, η οποία αναφέρεται σε ένα κώδικα δεοντολογίας που καλύπτει την περίοδο προ της μετάβασης και που, βάσει αυτής, περιμένουμε την ευθυγράμμιση όλων των ελληνικών τραπεζών”.
“Σχετικά με αυτά τα ζητήματα είναι αυτονόητο ότι όλη η αγορά προσαρμόζεται στις κατευθύνσεις των συναρμόδιων υπουργείων και των τραπεζών, οπότε δεν τίθεται θέμα "ειδικής αντιμετώπισης" κάποιων συνεργατών ή πελατών του”, διαπιστώνει ο κ. Γ. Παπουτσής (BDF). “Αν υφίσταται ένα θέμα είναι αυτό της έγκαιρης αποσαφήνισης των σχετικών κατευθύνσεων στη λεπτομέρειά τους από την πολιτεία και την Τράπεζα της Ελλάδος. Σε περιπτώσεις όπου εκκρεμούν απαντήσεις (όπως π.χ. αν θα υπάρξει τελικά ή όχι μια περίοδος χάριτος ολίγων ημερών τον Ιανουάριο), είναι φυσικό να προτιμάμε την κάλυψη των επίσημων εγκυκλίων και οδηγιών από τα εκάστοτε δημοσιεύματα”, καταλήγει η κα Κολόκου (UNILEVER).
Πώς θα αντιμετωπίσετε το θέμα των στρογγυλοποιήσεων υπολοίπων λογαριασμών και επιταγών;
“Ό,τι υπόλοιπα λογαριασμών υπάρχουν από συναλλαγές οι οποίες προκύπτουν από την αρχή της "συνέχειας των συμβάσεων", θα εμφανιστούν αθροισμένα σε τιμές ευρώ στον ισολογισμό, σε ξεχωριστό ειδικό λογαριασμό. Επίσης, σύμφωνα με την πρόβλεψη του νομοθέτη, οι μικροδιαφορές που θα εμφανιστούν στα παραστατικά, λόγω της εμφάνισης τρίτου ή τέταρτου δεκαδικού ψηφίου κατά τη διαδικασία της μετατροπής των δραχμικών τιμών τους σε τιμές ευρώ, θα εμφανιστούν κι αυτές, αθροισμένες, σε ειδικό λογαριασμό του ισολογισμού που ονομάζεται "ειδικός λογαριασμός διαφορών μετατροπής", τονίζει η κα Μ. Κολόκου (UNILEVER).
“Η μετατροπή σε τιμές ευρώ αφορά και τα αθροίσματα των υπολοίπων που θα προκύψουν από τις απογραφές των ειδών στο τέλος του έτους. Εδώ εντοπίζεται και το μεγαλύτερο πρόβλημα γιατί μιλάμε για χιλιάδες είδη, που είναι μικρής αξίας. Εν πάση περιπτώσει και αυτά θα εμφανιστούν στον ειδικό λογαριασμό του ισολογισμού. Το θέμα αφορά και στα πάγια: Τι θα γίνει π.χ. με την αναπόσβεστη αξία της μιας δραχμής; Η κατεύθυνση του υπουργείου Οικονομικών ορίζει ως αναπόσβεστη αξία την τιμή του 0,01 ευρώ (1 σεντ). Το υπουργείο έχει δώσει αρκετές λύσεις (βλέπε: ΕΥΡΩ ΚΑΙ Ο ΝΕΟΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ 2873/2000), οι οποίες συμπληρώνονται από σειρά επίσημων ερμηνειών, που κι αυτές άλλωστε διαρκώς ανανεώνονται”, προσθέτει ο κ. Π. Τζελέφας (HENKEL).
Πιστεύετε ότι θα υπάρξουν περιπτώσεις που το λιανεμπόριο θα προτιμήσει να αγοράσει κάποιο προϊόν από άλλη χώρα, τώρα που η σύγκριση των τιμών σε διαφορετικές χώρες της ευρωζώνης θα είναι πιο άμεση;
Αφετηρία του προβληματισμού όλων των συνομιλητών μας είναι η προσπάθεια που γίνεται την τελευταία διετία ή τριετία εκ μέρους των πολυεθνικών εταιρειών, που δραστηριοποιούνται στην ευρωζώνη, να επιτύχουν σταδιακά μια σύγκλιση τιμών των διεθνών προϊόντων τους, σε ενιαίο επίπεδο, για όλες τις αγορές της ΕΕ. Σημειώνεται ότι ένας δεύτερος στόχος τους, που συνοδεύει τον πρώτο, είναι η επίτευξη -στο μέτρο του δυνατού και ανάλογα με την ισχύ τους στις επιμέρους εθνικές αγορές- της σύγκλισης, σε ενιαίο επίπεδο και των παροχών που δίνουν στις διεθνείς λιανεμπορικές αλυσίδες της ευρωζώνης, κάτι που επιχειρούν να το προωθήσουν μέσω κεντρικών συμφωνιών μαζί τους.
Όπως τονίζει ο κ. Μιχάλης Φανδρίδης (P&G), “ένα προϊόν που κυκλοφορεί σε όλες τις αγορές της ευρωζώνης δεν υπάρχει λόγος να έχει διαφορετική τιμή από χώρα σε χώρα. Το επιχείρημα: "πώς μπορεί να πουλιέται στην ίδια τιμή ένα προϊόν στη Γερμανία και στην Ελλάδα εφόσον η Ελλάδα έχει χαμηλότερα εισοδήματα"; δεν ευσταθεί, καθώς το ίδιο ακριβώς προϊόν πουλιέται με την ίδια τιμή στην Εκάλη και στο Περιστέρι, χωρίς κανείς να θέτει το ζήτημα των πελώριων εισοδηματικών διαφορών στο εσωτερικό της χώρας. Προεκτείνοντας τη λογική του παραδείγματος, όπως ένα πανελλήνιο προϊόν πωλείται με την ίδια τιμή στην Αττική και στην Ήπειρο, έτσι ένα πανευρωπαϊκό προϊόν πρέπει να πωλείται το ίδιο σε όλες τις αγορές της ευρωζώνης, δηλαδή χωρίς την επιβάρυνση της διαφοράς των μεταφορικών. Αυτό σημαίνει ενιαία αγορά”.
Μέτρο σύγκρισης οι “καθαρές τιμές” των προϊόντων
Ο κ. Φανδρίδης εκτιμά ως υπαρκτό θέμα το ενδεχόμενο εισαγωγής κάποιων διεθνών προϊόντων από τις λιανεμπορικές αλυσίδες, τα οποία όμως κυκλοφορούν στην εγχώρια αγορά αντιπροσωπευόμενα από διανομείς και όχι μέσω θυγατρικών εταιρειών των οίκων που τα παράγουν. Όπως εξηγεί, “οι αντιπρόσωποι έχουν μια σχετική ευελιξία στον τιμοκατάλογό τους. Αυτοί, ίσως, δεν έχουν κινηθεί με την αντίστοιχη ταχύτητα που κινούνται οι θυγατρικές των πολυεθνικών οίκων στην κατεύθυνση της σύγκλισης των τιμών, υπολογίζοντας ότι όσο περισσότερο κρατούν ψηλά τις τιμές, τόσο θα μπορούν να δίνουν παροχές στο λιανεμπόριο, χωρίς μεγάλη μείωση των κερδών τους”. Αλλά, όπως επισημαίνει, “πλέον και το μεγάλο και το μεσαίο λιανεμπόριο γνωρίζουν ότι αυτό που έχει σημασία είναι η "καθαρή τιμή" των προϊόντων κι όχι αυτή στην οποία περιλαμβάνονται οι παροχές υπέρ τους. Γιατί οι συγκρίσεις τιμών που θα κάνουν οι λιανέμποροι, προκειμένου να απευθύνονται στη διεθνή αγορά για "παράλληλες εισαγωγές", αφορούν τις "καθαρές τιμές". Με βάση, λοιπόν, την πεποίθησή μου ότι έως τον Ιανουάριο του 2002 οι περισσότερες διεθνείς εταιρείες θα έχουν επιτύχει στο μεγαλύτερο βαθμό τη σύγκλιση των τιμών τους στην ευρωζώνη, εκτιμώ ότι το μέγεθος των πιθανών διαφορών, στις "καθαρές τιμές" των προϊόντων τους από χώρα σε χώρα θα είναι τέτοιο που δεν θα παρέχει κίνητρο στις αλυσίδες για "παράλληλες εισαγωγές"…”.
Η υποστήριξη των εγχώριων προμηθευτών δεν αντισταθμίζεται από τις “παράλληλες εισαγωγές”
Όπως επισημαίνει ο κ. Διον. Ρόρρης (RECKITT BENCKISER), “παρά το εγχείρημα της σύγκλισης των τιμών των διεθνών προϊόντων στις χώρες της ευρωζώνης, ένας βαθμός απόκλισής τους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο -προς τα πάνω ή προς τα κάτω, ανάλογα με τη χώρα- πάντα θα υπάρχει. Κι αυτό γιατί την τιμή ενός προϊόντος σε κάθε αγορά την προσδιορίζει και η θέση του προϊόντος στον ανταγωνισμό της συγκεκριμένης αγοράς. Αυτό φαινομενικά δημιουργεί κάποιες ευκαιρίες στο λιανεμπόριο για "παράλληλες εισαγωγές". Ωστόσο, η ποικιλόμορφη υποστήριξη που παρέχουν στο λιανεμπόριο οι φορείς των διεθνών προϊόντων στην εγχώρια αγορά -είτε οι θυγατρικές είτε οι μεγάλοι αντιπρόσωποι διανομείς- δεν αντισταθμίζεται εύκολα. Οι ευκαιριακές εισαγωγές, πότε από τη μια χώρα πότε από την άλλη, θα δημιουργήσουν στις αλυσίδες πρόσθετα κόστη (παρακολούθησης των αγορών, μεταφορικών, αποθεματοποίησης, προώθησης πωλήσεων κλπ), που στο σύνολό τους αποτελούν αντικίνητρο για τις "παράλληλες εισαγωγές"…”.
Με την άποψη αυτή συμφωνεί και η κα Μ. Κολόκου (UNILEVER), η οποία επισημαίνει ότι “και σήμερα επιτρέπονται οι "παράλληλες εισαγωγές", αλλά το υψηλό επίπεδο των προσπαθειών που απαιτούν ξεπερνά τις δυνατότητες του λιανεμπορίου”.
Ο κ. Π. Τζελέφας (HENKEL) διαπιστώνει ότι “τουλάχιστον στον δικό μας κλάδο η εγχώρια αγορά, σε σχέση π.χ. με της γειτονικής Ιταλίας, είναι φτηνότερη κατά 10%-15%. Επομένως, στο βαθμό που κάποιοι ενδεχομένως θα αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των "παράλληλων εισαγωγών" αυτοί θα είναι οι Ιταλοί κι όχι εμείς”.
Μοχλός του προβλήματος και η εμμονή των ΜΜΕ
Ο κ. Απ. Αποστολάκος (ΕΛΓΕΚΑ), εξέφρασε την άποψη ότι “οι "παράλληλες εισαγωγές", εκ μέρους κυρίως των λιανεμπορικών εταιρειών που διατηρούν διασυνδέσεις με το εξωτερικό, στο βαθμό που διαπιστώνονται καθυστερήσεις στη σύγκλιση των τιμών, αποτελούν ένα υπαρκτό κίνδυνο”. Ωστόσο, όπως επεσήμανε, “μια σχετική αναστάτωση στην αγορά είναι πιθανόν να προέλθει από τρίτους παράγοντες, άσχετους με τις πραγματικές διαστάσεις του θέματος, όπως είναι η επίμονη δημοσιότητά του, το κυνήγι των "ευκαιριών" μέσω του Internet κλπ”. Σύμφωνα με την εκτίμησή του, “θα υπάρξει ένα πρώτο κρίσιμο χρονικό διάστημα, όπου οι λιανεμπορικές επιχειρήσεις θα στραφούν έντονα στη σύγκριση των τιμών με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές προς αναζήτηση ευκαιριών. Όμως αυτό το διάστημα θα είναι περιορισμένης διάρκειας -ενδεχομένως ενός εξαμήνου- καθώς η ίδια η αγορά θα επιταχύνει τη σύγκλιση των τιμών στην πορεία της ομαλοποίησής της”.
Πιέσεις: πληρώστε ως παροχές τις διαφορές των τιμών
Κατά την άποψη του κ. Γ. Παπουτσή (BDF), “στο βαθμό που οι αποκλίσεις των τιμών των διεθνών προϊόντων από αγορά σε αγορά δεν θα υπερβαίνουν το 10%, δεν γεννάται θέμα, δεδομένου ότι μόνο η επιβάρυνση των μεταφορικών των προϊόντων που εισάγονται στην Ελλάδα αντιστοιχούν περίπου στο 5%-6% της τελικής τιμής τους. Στις περιπτώσεις, όμως, που θα διαπιστώνονται μεγαλύτερες αποκλίσεις -κι αυτό αφορά κυρίως τα προϊόντα (ή τις κατηγορίες προϊόντων) που έχουν έντονη κινητικότητα- το πρόβλημα θα εμφανιστεί με δύο μορφές: Είτε ως πραγματοποίηση, εκ μέρους του λιανεμπορίου, των "παράλληλων εισαγωγών" από τις κοντινότερες στην Ελλάδα χώρες της ευρωζώνης, είτε ως εκβιασμός των μεγάλων του λιανεμπορίου προς τους εδώ προμηθευτές αυτών των προϊόντων να τους πληρώσουν ως παροχή τη διαφορά από τις τιμές του εξωτερικού, με αντάλλαγμα την παραμονή των προϊόντων τους στο ράφι. Κάτι τέτοιο θα διαμορφώσει μια κατάσταση ανισορροπίας με την έννοια ότι θα δημιουργηθούν εκ νέου δύο ταχύτητες στην εγχώρια αγορά. Πιστεύω ότι η απεμπλοκή από αυτό το παιχνίδι και η εξισορρόπηση της αγοράς θα επέλθει τουλάχιστον μετά από ένα χρόνο”.
Οι πιέσεις του λιανεμπορίου προς τους προμηθευτές για επιπλέον παροχές είναι δυνατόν να λάβουν και διαφορετικό περιεχόμενο. “Λόγου χάρη να τεθούν ως δέλεαρ για την αύξηση του ραφιού ή των προβολών κάποιων προϊόντων με την εξής έννοια: Στο βαθμό που το εγχείρημα της σύγκλισης των τιμών ενός πολυεθνικού προϊόντος, σε ενιαίο ευρωπαϊκό επίπεδο, επιβάλλει την ανατίμησή του στην εγχώρια αγορά, ο λιανέμπορος, απευθυνόμενος σε έναν ή περισσότερους ανταγωνιστές αυτού του προϊόντος, να τους πει: “Με κάποια επιπλέον παροχή από εσάς σας δίνω την ευκαιρία να αυξήσετε, έναντι του ανατιμημένου ανταγωνιστή σας, την παρουσία σας στα καταστήματά μου!”…”, εξηγεί ο κ. Απ. Αποστολάκος (ΕΛΓΕΚΑ).
Το πρόβλημα είναι και πολιτικό
Τέλος, ο κ. Κ. Βιτουλαδίτης (ΜΕΓΑ), εξέφρασε την άποψη ότι “ο λιανέμπορος που έβρισκε ευκαιρίες π.χ. στη γερμανική αγορά θα εξακολουθήσει να τις αξιοποιεί. Στο μεταξύ, όμως, οι πολυεθνικές εταιρείες θα προωθούν την ενοποίηση των τιμών τους, ώστε να αποφεύγεται το κυνήγι των ευκαιριών εις βάρος τους. Πάντως, στο βαθμό που αυτή η ενοποίηση των τιμών θα γίνεται προς τα επάνω, αυτό ίσως δημιουργεί κάποιες ευκαιρίες για την τοπική βιομηχανία”. Ωστόσο, όπως επεσήμανε, “επειδή, τουλάχιστον στον δικό μας τομέα, υπάρχουν διαφορές τιμών των πολυεθνικών προϊόντων από χώρα σε χώρα της ΕΕ της τάξης έως και του 15%-20%, το πρόβλημα είναι πριν απ’ όλα πολιτικό: Θα ανατιμηθούν αυτά στην εγχώρια αγορά τόσο πολύ ώστε να συγκλίνουν οι τιμές τους σε όλη την ΕΕ; Το θέμα είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και δεν περιορίζεται μόνο στις δυνατότητες επιλογών του λιανεμπορίου…”. Πάντως καταλήγοντας διαπίστωσε ότι “οι διαφορές των τιμών που διαπιστώνονται σήμερα είναι σαφώς μικρότερες από εκείνες της προηγούμενης τριετίας”.
Υπάρχει περίπτωση, λόγω των αδυναμιών που πιθανώς θα εμφανιστούν στη διαδικασία προσαρμογής των μικρών επιχειρήσεων (καταστημάτων ψιλικών, περιπτέρων κ.ά.) στην πραγματικότητα του νέου νομίσματος, να υπάρξει στροφή της πελατείας τους προς το οργανωμένο λιανεμπόριο; Πόσο θα επηρεάσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο τη δική σας επιχείρηση;
Γενικά όλοι οι συνομιλητές μας, πέραν των επί μέρους προβληματισμών τους, θεωρούν μάλλον απίθανη μια κρίση εμπιστοσύνης των καταναλωτών, λόγω του ευρώ, απέναντι στις μικρές λιανεμπορικές επιχειρήσεις. Ειδικότερα, εκτίμησαν ότι: α) Το κύριο πλεονέκτημα του μικρού σημείου πώλησης είναι η ευελιξία του ως αποτέλεσμα των ισχυρών δεσμών του με τον Έλληνα καταναλωτή -δεσμών συνήθειας και οικειότητας ικανών να αντισταθμίσουν τα πρακτικά προβλήματα της προσαρμογής στο ευρώ. Άλλωστε, η χρονική διάρκεια εκδήλωσης αυτών των προβλημάτων θα είναι περιορισμένη και παροδική. β) Οι προμηθευτές των μικρών σημείων πώλησης -Cash & Carry, χονδρέμποροι, υπερ-χονδρέμποροι, ειδικοί συνεργάτες- θα μεταφέρουν άμεσα στους πελάτες τους όλες τις διαφοροποιήσεις που συνδέονται με τιμές, προσφορές κλπ. γ) Ήδη οι μικροί λιανέμποροι ενημερώνονται και προετοιμάζονται σχετικά -πολύ περισσότερο, εφόσον υπάρχουν οι προϋποθέσεις να συμμετάσχουν σε ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα εξάσκησης στις συναλλαγές με το νέο νόμισμα. Σημειώνεται ότι στις 15 Δεκεμβρίου και το τελευταίο ψιλικατζίδικο θα έχει προμηθευτεί νομίσματα και χαρτονομίσματα ευρώ.
Οι “πονηριές” πληρώνονται…
“Ίσως δεν πρέπει να μιλήσουμε για “αδυναμίες προσαρμογής” των μικρών επιχειρήσεων, αλλά για κατά περίπτωση "πονηριές", από τις οποίες κάποιοι είτε θα επωφεληθούν πρόσκαιρα είτε θα σπάσουν τα μούτρα τους, δηλαδή κάτι που συμβαίνει πάντα”, επισήμανε ο κ. Γ. Παπουτσής (BDF).
“Το ένα μεγάλο πρόβλημα εστιάζεται στην επάρκεια της ρευστότητας των μικρών σημείων πώλησης σε κέρματα και χαρτονομίσματα. Θα μπορούν να δίνουν ρέστα σε ευρώ από την πρώτη στιγμή; Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα αφορά τον σωστό προσδιορισμό των τιμών τους. Αν επιμείνουν και με το νέο νόμισμα στη λογική της “στρογγυλοποίησης” του τύπου: “100 αντί 80 δρχ., 200 αντί 160 δρχ. κλπ”, θα χάσουν. Διότι πλέον η νέα νομισματική τάξη των μεγεθών είναι ολότελα διαφορετική από αυτή της δραχμής. Ας το θυμούνται όταν τιμολογούν, ιδιαίτερα όσοι δραστηριοποιούνται στην τουριστική ζώνη…”, τόνισε ο κ. Μ. Φανδρίδης (P&G).
Πιστεύετε πως μπορεί να παρατηρηθεί μείωση των πωλήσεων τους πρώτους μήνες της καθιέρωσης των συναλλαγών σε ευρώ και αντίστοιχα αύξηση των πωλήσεων το Δεκέμβριο του 2001 (για ψυχολογικούς λόγους, για αποθεματοποίηση βασικών καταναλωτικών ειδών κλπ);
Κατά την άποψη του κ. Απ. Αποστολάκου (ΕΛΓΕΚΑ), “ενδεχομένως θα υπάρξει μία τέτοια πιθανότητα, η οποία θα εκφραστεί με την ενίσχυση της παραδοσιακής τάσης των καταναλωτών να κάνουν αυξημένες αγορές τις παραμονές των γιορτών. Όμως, δεν περιμένουμε ότι αυτή θα έχει σημαντικές διαστάσεις, πιστεύοντας ότι η επιρροή της φημολογίας περί ανατιμήσεων, λόγω του ευρώ κλπ. θα βρει -τηρουμένων των αναλογιών- αντίστοιχο έδαφος μ’ εκείνο που βρήκαν οι φημολογίες τις παραμονές του millennium, σχετικά με τον περίφημο “ιό του 2000”…”. Την ίδια σκέψη εξέφρασε και ο κ. Π. Τζελέφας (HENKEL).
Ωστόσο, ο κ. Κ. Βιτουλαδίτης (ΜΕΓΑ) επισήμανε με έμφαση ότι “οι μεγάλης ηλικίας καταναλωτές θα αντιμετωπίσουν ζωηρό πρόβλημα προσαρμογής στις τιμές του ευρώ. Βλέποντας τους πρώτους μήνες της αλλαγής του νομίσματος π.χ. ότι οι συντάξεις τους αντιστοιχούν σε μερικές εκατοντάδες ευρώ, το πιθανότερο είναι ότι θα περιορίζουν τις αγορές τους στα πλέον απαραίτητα, τουλάχιστον μέχρι να εξοικειωθούν με το νέο νόμισμα και να ξεπεράσουν τις επιφυλάξεις ή την καχυποψία τους. Με αυτή την έννοια, περιμένω ότι για διάστημα λίγων μηνών η απροθυμία κυρίως αυτής της μερίδας των καταναλωτών για αγορές θα δημιουργήσει μια σχετική απραξία στο εμπόριο”.
Ο κ. Διον. Ρόρης (RECKITT BENCKISER) επισήμανε ότι παρόμοιο ζήτημα τίθεται μόνο για τις χώρες που σήμερα κινούνται με “μικρά νομίσματα” έναντι του ευρώ ή άλλων ισχυρών νομισμάτων της Ευρώπης, όπως του γερμανικού μάρκου ή της αγγλικής λίρας (τέτοιες χώρες είναι η Ελλάδα με τη δραχμή, η Ιταλία με τη λιρέτα, η Ισπανία με την πεσέτα). Πάντως, δεν απέκλεισε να συμβεί και το αντίθετο, λόγω του ότι “ο Έλληνας καταναλωτής είναι εθισμένος σε άλλα αριθμητικά μεγέθη σε ότι αφορά τις ονομαστικές αξίες των νομισμάτων, οπότε υπάρχει κίνδυνος να ξοδέψει τον Ιανουάριο περισσότερα απ’ όσα "σηκώνει το πορτοφόλι του"…”. Με την πιθανότητα αυτή συμφώνησαν και οι κ. Γ. Παπουτσής (BDF) και Μ. Φανδρίδης (P&G), οι οποίοι μίλησαν για το “σύνδρομο του τουρίστα”, δηλαδή του ανθρώπου που πηγαίνει πρώτη φορά σε μια ξένη χώρα και συμπεριφέρεται είτε σπάταλα, “γιατί νομίζει ότι όλα είναι φτηνά”, είτε φειδωλά, με το φόβο ότι θα ξεμείνει. Από αυτή την άποψη, ο κ. Παπουτσής πιστεύει ότι τους πρώτους μήνες του 2002 μάλλον θα αυξηθεί η κατανάλωση, ενώ ο κ. Φανδρίδης δείχνει επιφυλακτικός και επισημαίνει: “Είναι γεγονός ότι το πρόβλημα της ανασφάλειας, σε σχέση με την πραγματικότητα του νέου νομίσματος, θα εντοπιστεί κατά μείζονα λόγο στις μεγαλύτερες ηλικίες των καταναλωτών, αλλά δεν μπορώ να φανταστώ σε ποιο βαθμό η σχετική τάση θα επηρεάσει το τελικό αποτέλεσμα, σε σχέση με τις επιρροές της ακριβώς αντίθετής της τάσης”.
Τέλος, η κα Μ. Κολόκου (UNILEVER) δήλωσε: “Θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μην προκληθεί ή να αποφευχθεί ο τεχνητός πανικός και το φαινόμενο της υπερ-αποθεματοποίησης προϊόντων στα νοικοκυριά. Πάντως εκτιμούμε ότι είναι αρκετά μεγάλο το διάστημα που η κατανάλωση προετοιμάζεται για τη μετάβαση στο ευρώ, ώστε τον Ιανουάριο θα είναι ήδη ώριμη να το υποδεχθεί στις συναλλαγές της. Στο πλαίσιο αυτό, αν και είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε μια ασυνήθιστα μεγάλη ανάπτυξη των πωλήσεων το Δεκέμβριο, εκτιμούμε ότι δεν θα προκύψει σημαντικό πρόβλημα”.