Η ΜΕΓΑ ΑΕ, είναι σήμερα η μόνη ανεξάρτητη ελληνική βιομηχανία εκπρόσωπος του κλάδου παραγωγής-εμπορίας προϊόντων ατομικής υγιεινής μιας χρήσεως.rnΔημιουργεί σταθερές βάσεις για το μέλλον της, ακολουθώντας πολιτική επενδύσεων με στόχο την επέκταση του μεριδίου της στην εγχώρια και κυρίως στις αναπτυσσόμενες αγορές της Ευρώπης.

Η ΜΕΓΑ ΑΕ, είναι σήμερα η μόνη ανεξάρτητη ελληνική βιομηχανία εκπρόσωπος του κλάδου παραγωγής-εμπορίας προϊόντων ατομικής υγιεινής μιας χρήσεως. Δημιουργεί σταθερές βάσεις για το μέλλον της, ακολουθώντας πολιτική επενδύσεων με στόχο την επέκταση του μεριδίου της στην εγχώρια και κυρίως στις αναπτυσσόμενες αγορές της Ευρώπης.

"Η εταιρεία μας ανέκαθεν στηρίζεται στην παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας, που καλύπτουν τις ανάγκες του σύγχρονου καταναλωτή. Αυτό αποτελεί τη βάση απ’ την οποία κατευθύνονται όλες μας οι προσπάθειες και οι μελλοντικοί μας σχεδιασμοί", τονίζει ο κ. Κωνσταντίνος Βιτουλαδίτης, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ΜΕΓΑ ΑΕ, επισημαίνοντας: "Τα τελευταία χρόνια ενισχύουμε συνεχώς το κομμάτι της έρευνας και του ποιοτικού ελέγχου. Μας ενδιαφέρει η συνεχής πρόοδος, κάτι που πιστεύουμε ότι μας εξασφαλίζει καλύτερα από κάθε άλλον το σύστημα ολικής ποιότητας που εφαρμόζουμε. Αυτό εγγυάται τις υψηλές προδιαγραφές των προϊόντων μας, πράγμα που άλλωστε φαίνεται κι από την αποδοχή και τα μερίδιά τους τόσο στην ελληνική αγορά όσο και σε αγορές του εξωτερικού".

Ανάμεσα στους μεγάλους του ανταγωνισμού

Το αξιοσημείωτο στην περίπτωση της ΜΕΓΑ ΑΕ είναι ότι δημιουργήθηκε και ακμάζει βιομηχανικά και εμπορικά σε μια περίοδο, που η εγχώρια και η διεθνής αγορά των προϊόντων ατομικής υγιεινής μιας χρήσεως μοιάζει να είναι σταθερά μοιρασμένη μεταξύ των τεσσάρων παγκόσμιων ανταγωνιστών του κλάδου. Στις δύο δεκαετίες από την εμφάνιση αυτής της αμιγώς ελληνικής εταιρείας, η συγκέντρωση του διεθνούς κλάδου υπήρξε σαρωτική. Η εθνικής εμβέλειας παραγωγική βάση του κλάδου αποψιλώθηκε προς όφελος των οικονομιών κλίμακος των πολυεθνικών συγκροτημάτων, οι περιφερειακές θυγατρικές των οποίων πλέον απλώς “εισάγουν και εμπορεύονται”. Είναι χαρακτηριστικό ότι περίπου το 75% των σερβιετών που απορροφά η ελληνική κατανάλωση είναι εισαγόμενες. Το υπόλοιπο (είτε ως επώνυμο προϊόν είτε ως private label) παράγεται από τη μοναδική καθετοποιημένη ελληνική βιομηχανία του κλάδου στη χώρα, την ΜΕΓΑ ΑΕ.

Το φαινόμενο από πρώτη ματιά γεννά ερωτήματα: Από που αντλεί η εταιρεία το σθένος της, την τεχνογνωσία, την ικανότητά της να αμύνεται ακολουθώντας πολιτική επενδύσεων, επέκτασης μεριδίων αγοράς και διείσδυσης σε νέες αγορές;

"Μη σας διαφεύγει το γεγονός ότι οι δημιουργοί αυτής της εταιρείας ανήκουμε στο επιστημονικό και το τεχνικό προσωπικό του τομέα παραγωγής προϊόντων μιας χρήσεως. Είμασταν από τους πρώτους γνώστες του αντικειμένου στη χώρα μας και σήμερα κινδυνεύουμε να μείνουμε … σχεδόν οι μόνοι εκπρόσωποί του κλάδου στη χώρα", επισημαίνει ο κ. Βιτουλαδίτης, προσθέτοντας: "Η εμπειρία και η τεχνογνωσία υπάρχουν και διαρκώς εμπλουτίζονται, μέσω της διεθνούς πληροφόρησης και βιβλιογραφίας, της παρακολούθησης των κλαδικών εκθέσεων, των μόνιμων επαφών μας με τους προμηθευτές μας, της συνεργασίας μας με διεθνή ερευνητικά κέντρα κοκ". Ειδικότερα, όπως πληροφορηθήκαμε, το τμήμα έρευνας και ανάπτυξης προϊόντων της εταιρείας σήμερα διαθέτει τέσσερις χημικούς και τρεις βοηθούς χημικούς, που ασχολούνται με την έρευνα και τον ποιοτικό έλεγχο της παραγωγής. Δύο εξειδικευμένα στελέχη ασχολούνται αποκλειστικά με το σχεδιασμό νέων προϊόντων. Ήδη έχει σχεδιαστεί και ερευνηθεί σειρά νέων προϊόντων που, όπως εκτιμά ο συνομιλητής μας, “η εμφάνισή τους στην αγορά εντός της επόμενης διετίας προσδοκούμε ότι θα ενισχύσει σημαντικά τις πωλήσεις μας”.

Και οι Έλληνες μπορούμε να δημιουργούμε

Από που, όμως, η διοίκηση της εταιρείας άντλησε το κουράγιο να αντισταθεί στον πειρασμό των προτάσεων για ενσωμάτωση στα πολυεθνικά συγκροτήματα, προκειμένου να μην υποκύψει ζημιογόνα στον ανταγωνισμό τους; "Σε όλες τις μέχρι σήμερα προτάσεις για την εξαγορά της εταιρείας μας η απάντησή μας είναι αρνητική. Η φιλοσοφική μας τοποθέτηση είναι ότι οι Έλληνες δεν υπάρχουν μόνο για να καταναλίσκουν, αλλά είναι ικανοί και να δημιουργούν", δηλώνει ο συνομιλητής μας. Όπως μας εξήγησε, από τα πρώτα χρόνια της δράσης της η εταιρεία, αναμετρούμενη στο ράφι με τα προϊόντα του ανταγωνισμού της, κατάφερε να μεταστρέψει το κλίμα της αμφισβήτησης και του σκεπτικισμού της αγοράς για το εγχείρημα της αυτόνομης παρουσίας και δράσης της.

Μια από τις τέσσερις εθνικές βιομηχανίες της Ευρώπης

Συζητώντας σχετικά με τις δυνατότητες επιβίωσης μιας εθνικού χρώματος βιομηχανίας, στο περιβάλλον αφενός ενός κλάδου που συγκεντρώνεται ραγδαία και αφετέρου της παγκοσμιοποίησης των αγορών, ο κ. Βιτουλαδίτης μας είπε: "Ανέκαθεν θεωρούσαμε ότι δεν είναι απαραίτητο να αλλάξει το ιδιοκτησιακό καθεστώς μιας εταιρείας, π.χ. μέσω της προσκόλλησής της σε κάποιο διεθνή εταίρο ή μέσω της αφομοίωσής της, προκειμένου να βελτιωθεί η θέση της στην αγορά. Η πεποίθησή μας αυτή, κυρίως τα τελευταία χρόνια, έχει δικαιωθεί. Ακολουθώντας μια ιδιαίτερα συνετή πολιτική στο σύνολο των δραστηριοτήτων και των σχεδιασμών μας, καταφέραμε να παραμείνουμε με αξιώσεις στο παιχνίδι της αγοράς μεταξύ των τεσσάρων ευρωπαϊκών εθνικών εταιρειών του κλάδου (αυτές εδρεύουν στην Γερμανία, στην Φιλανδία και στην Πολωνία), που δεν αφομοιώθηκαν από τις τέσσερις μεγάλες πολυεθνικές (P&G, JOHNSON & JOHNSON, KIMBERLY CLARK και MOLNLUCKE). Δεν βλέπουμε, λοιπόν, το λόγο να παρεκκλίνουμε από την αρχική μας θέση. Συνεπώς, η στρατηγική μας είναι να διατηρήσουμε το μάνατζμεντ και τις αρχές μας, στην κατεύθυνση του διαρκούς εκσυγχρονισμού του μηχανολογικού μας εξοπλισμού και της ανανέωσης των προϊόντων, των μεθόδων και των συστημάτων μας, επεκτεινόμενοι κυρίως μέσω των εξαγωγών…".

Δύο εμπορικές συνεργασίες με διεθνείς οίκους

"…Φυσικά, κρατούμε πάντα ανοικτό ένα παράθυρο στις ισότιμες συνεργασίες, δηλαδή τις συνεργασίες που δεν θέτουν σε αμφισβήτηση, δεν οδηγούν σε απόκλιση, τις στρατηγικές των συνεταίρων. Ήδη είμαστε στη διαδικασία υλοποίησης δύο τέτοιων εμπορικών συνεργασιών με οίκους του εξωτερικού. Ειδικότερα, πρόκειται να αναλάβουμε για λογαριασμό τους τη διανομή στην ελληνική αγορά ορισμένων προϊόντων τα οποία συμπληρώνουν ιδανικά τη δική μας συλλογή".

Εξαγωγές: ανάπτυξη με γεωμετρική πρόοδο

Σε ότι αφορά τις εξαγωγικές δραστηριότητες της ΜΕΓΑ, ο κ. Βιτουλαδίτης μας είπε: “Μόλις προ τριετίας αρχίσαμε να ανακαλύπτουμε τις σημαντικότατες δυνατότητες της εταιρείας μας στον τομέα αυτό. Συγκεκριμένα, το πρώτο χρόνο οι εξαγωγές μας απέδωσαν τζίρο περίπου 250 εκ. δρχ., το δεύτερο 700 εκ. δρχ. και φέτος υπολογίζουμε ότι θα υπερβούν τα 1,6 δισ. δρχ. Το 2001 αναμένουμε ότι η απόδοση των εξαγωγών μας θα ξεπεράσει τα 3 δισ. δρχ. δεδομένου ότι έχουμε ανοιχτεί σε πολλές αγορές, στις οποίες τα προϊόντα μας συναντούν θερμή υποδοχή. Ήδη εξάγουμε σε 14 χώρες: στη Σουηδία, σε πολλές από τις χώρες των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης, καθώς και στις χώρες που βρίσκονται στο υπογάστριο της πρώην ΕΣΣΔ (Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Αζερμπαϊτζάν κλπ). Σήμερα οι εξαγωγές αντιστοιχούν περίπου στο 20% του ετήσιου τζίρου μας (προ τριετίας αντιστοιχούσαν μόλις στο 4%), ενώ το 2001 πιστεύω ότι το ποσοστό αυτό θα γίνει 25%. Ο στόχος είναι η αναλογία, σε επίπεδο ετήσιου τζίρου, από την κίνηση των προϊόντων στην εγχώρια και στη διεθνή αγορά να γίνει 50/50”.

Πρόσφατα η ΜΕΓΑ επελέγη ως ο αποκλειστικός προμηθευτής σερβιετακίων των σουηδικών φαρμακείων (που είναι όλα κρατικά). "Η συνεργασία αυτή ήταν, πιστεύουμε, σημαντική επιτυχία μας, καθώς προκριθήκαμε ως προμηθευτές μιας από τις πλέον ανεπτυγμένες οικονομίες της Ευρώπης, περνώντας από επισταμένους ελέγχους των διαδικασιών παραγωγής και διασφάλισης ποιότητας. Η συνεργασία αυτή αναμένουμε ότι θα επεκταθεί σε περισσότερα προϊόντα παραγωγής μας, σχολιάζει ο κ. Βιτουλαδίτης, ενώ όπως μας ενημερώνει “σύντομα επίκειται η είσοδός μας και στην αγορά της Ρωσίας (για την ώρα η εταιρεία εξάγει μόνο στην Ουκρανία) από την οποία έχουμε μεγάλες προσδοκίες". Χαρακτηριστικό της σύνεσης στην εξαγωγική της πολιτική της ΜΕΓΑ στις αναδυόμενες αγορές είναι η συνεργασία της στον τομέα της διανομής αποκλειστικά με τα μεγάλα ελληνικά δίκτυα διανομής (ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΠΑΠΟΥΤΣΑΝΗ, ΓΕΡΜΑΝΟΥ κ.ά.). "Το σύστημα αυτών των συνεργασιών εξελίσσεται πολύ καλά, εφόσον μάλιστα το υποβοηθούμε, υποστηρίζοντας διαφημιστικά τα προϊόντα μας", επισημαίνει ο κ. Βιτουλαδίτης.

Διεκδικούμε αυτό που μας αναλογεί

Σχολιάζοντας, σχετικά με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των εξαγώγιμων προϊόντων της ΜΕΓΑ και τις μακροπρόθεσμες προσδοκίες του από την εξέλιξη του μεριδίου τους στις αναπτυσσόμενες αγορές, ο κ. Βιτουλαδίτης επισήμανε: “Η προίκα των προϊόντων μας σ’ αυτές τις αγορές είναι τα καλά πιστοποιητικά από την αποδοχή τους στην εγχώρια αγορά, στην οποία σημειωτέον κατέχουμε τη δεύτερη θέση, εμφανίζοντας σημαντική άνοδο τα τελευταία χρόνια. Κι όχι τυχαία, αφού από άποψη ποιότητας θεωρούμαστε πολύ κοντά στο leader της αγοράς, την P&G. “Τα προϊόντα μας που κυκλοφορούν στη διεθνή αγορά, από άποψη ποιότητας, είναι ακριβώς τα ίδια με αυτά που κυκλοφορούν στην εγχώρια”, τονίζει με έμφαση ο συνομιλητής μας.

Private label: είναι στις επιλογές μας

Σε τι ποσοστό η παραγωγή προϊόντων private label αποτελεί διέξοδο για μια εθνική βιομηχανία, που επιβιώνει μεταξύ διεθνών κολοσσών; “Ο προσανατολισμός σε μια τέτοια κατεύθυνση εξ αρχής δεν ήταν μέσα στις στρατηγικές επιλογές μας για ένα κυρίως λόγο: Ο ανταγωνισμός μεταξύ των παραγωγών προϊόντων private label είναι ανελέητος διότι οι απαιτήσεις του λιανεμπορίου για φτηνότερες προμήθειες -και οι διαγωνισμοί των προμηθευτών να τις ικανοποιούν- δεν έχουν τέλος”, εξηγεί ο κ. Βιτουλαδίτης. “Εμείς, βέβαια, παράγουμε private label προϊόντα για όλο το πελατολόγιό μας στην Ελλάδα. Όμως το private label του δικού μας τομέα στην εγχώρια αγορά δεν πηγαίνει ακόμα ιδιαίτερα καλά. Το μερίδιό του είναι μόλις 2% ή 2,5% της αγοράς των σούπερ μάρκετ, όταν το αντίστοιχό του π.χ. στη Γαλλία είναι 10%. Οι Έλληνες καταναλωτές επιδεικνύουν ιδιαίτερα υψηλή πιστότητα στις επώνυμες μάρκες των προϊόντων ατομικής υγιεινής, παρά το γεγονός ότι τα private label είναι εφάμιλλα των επώνυμων brands. Με την επέκταση του μηχανολογικού μας εξοπλισμού και την αύξηση της παραγωγής μας, δεν αποκλείουμε ως λύση την αναζήτηση διεθνών συνεργασιών με το λιανεμπόριο σε αυτόν τον τομέα.

ΜΕΓΑ ΑΕ 1981-2000 : ΔΥΟ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ ΑΥΤΟΝΟΜΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ

1981: Ιδρύεται η βιομηχανική εταιρεία παραγωγής προϊόντων ατομικής υγιεινής μιας χρήσεως ΜΕΓΑ ΑΕ. Ιδρυτές και μέτοχοί της είναι μια ομάδα στελεχών, που αποτελείται κυρίως από τεχνικούς παραγωγής του κλάδου των προϊόντων ατομικής υγιεινής, επικεφαλής της οποίας είναι ο κ. Κωνσταντίνος Βιτουλαδίτης, χημικός μηχανικός, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας και κύριος μέτοχός της. Όλοι οι ιδρυτές είναι οργανικά στελέχη της νέας παραγωγικής μονάδας, το εργοστάσιο της οποίας βρίσκεται στο Μενίδι. Είναι η εποχή, που στην έντονα αναπτυσσόμενη κατηγορία των προϊόντων ατομικής υγιεινής στην Ελλάδα, οι μεγάλες διεθνείς εταιρείες αρχίζουν να διαμορφώνουν το νέο σκηνικό του ανταγωνισμού.

Η εταιρεία ΜΕΓΑ κάνει την εμφάνισή της στην αγορά (αρχικά μέσω αντιπροσώπων-διανομέων) με τη σερβιέτα CLOE. Το προϊόν, παρά τη σχετικά περιορισμένη διαφημιστική υποστήριξή του και την κλιμακούμενη αντεπίθεση του ανταγωνισμού του, από το 1986 και για μια τριετία θα βρεθεί στην κορυφή των καταναλωτικών προτιμήσεων.

1982: Η διοίκηση της ΜΕΓΑ, στο πλαίσιο των αρχών της για αυτονομία στην επιχειρηματική δράση, στρέφεται στη δημιουργία και ανάπτυξη ίδιας εμπορικής οργάνωσης, αποκτώντας ολοκληρωμένη και σταθερή παρουσία στην αγορά.

1987: Η ΜΕΓΑ ιδρύει ως θυγατρική της την αμιγώς βιομηχανική εταιρεία ΙΝΦΑ ΑΒΕΕ, η μονάδα της οποίας βρίσκεται στα Οινόφυτα και ασχολείται με την παραγωγή προϊόντων κυρίως υδρόφιλου βαμβακιού.

Η εταιρεία μπαίνει στην κατηγορία της βρεφικής πάνας, παράγοντας και παρουσιάζοντας στην αγορά το DAIPERS.

1988: Προχωρά στη συστηματική παραγωγή υγρών μαντηλιών.

1991: Αρχίζει να παράγει και λανσάρει το σερβιετάκι EVERY DAY. Η μεγάλη και άμεση εμπορική επιτυχία του προϊόντος υπαγορεύει στη διοίκηση της εταιρίας να αξιοποιήσει στρατηγικά την επωνυμία του ως όχημα για την ανάπτυξη ευρείας συλλογής από νέα προϊόντα. Σήμερα, η οικογένεια ειδών ατομικής υγιεινής και καλλυντικής περιποίησης EVERY DAY, αποτελεί έναν βασικό κορμό της παρουσίας της ΜΕΓΑ.

1997: Η ΜΕΓΑ επιχειρεί την είσοδό της στη διεθνή αγορά, μέσω της εξαγωγής των προϊόντων της σε χώρες των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης.

Επενδυτικό πλάνο 2 δισ. δρχ.

1998: Η διοίκηση της εταιρείας προχωρά στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση διετούς επενδυτικού προγράμματος ύψους περίπου 2 δισ. δρχ., το οποίο χρηματοδοτεί με ίδιους πόρους, με σκοπό την κτιριακή και μηχανολογική επέκταση των εγκαταστάσεων του εργοστασίου της στο Μενίδι.

2000: Με την ολοκλήρωση του έργου διπλασιάζεται η παραγωγική ικανότητα των περισσότερων γραμμών παραγωγής του εργοστασίου. Η παραγωγικότητα, με τον ισχύοντα προγραμματισμό της εταιρείας, λόγω της ταχύτητας των νέων μηχανών προσαυξάνεται κατά 20%.

Η παραγωγική μονάδα της εταιρείας είναι εγκατεστημένη σε ιδιόκτητη έκταση 25 στρεμμάτων. Οι στεγασμένοι χώροι (εργοστάσιο, αποθήκες, γραφεία) καταλαμβάνουν έκταση 15.000 τ.μ.

Συνολικά η εταιρεία απασχολεί 150 εργαζόμενους. Απ’ αυτούς οι 100 αποτελούν το εργατοτεχνικό προσωπικό του εργοστασίου και οι υπόλοιποι το διοικητικό και το υπαλληλικό προσωπικό της. Η θυγατρική της ΙΝΦΑ απασχολεί 25 εργαζόμενους.

Οργάνωση κάθετης δομής

Η ΜΕΓΑ, στο πλαίσιο των ιδρυτικών της αρχών, διατηρεί σε όλα τα επίπεδα των δραστηριοτήτων της (έρευνα-τεχνογνωσία, σχεδιασμός και ανάπτυξη προϊόντων, επιλογή και αγορά μηχανολογικού εξοπλισμού, προώθηση και υποστήριξη προϊόντων, διανομή με ίδια μεταφορικά μέσα) μεγάλη αυτονομία οργάνωσης. Η ιδιαιτερότητά της οφείλεται και στο γεγονός ότι είναι η μοναδική πλέον επιχείρηση του κλάδου στη χώρα, που παράγει το σύνολο των προϊόντων της εντός των συνόρων.

Στο ιδιαίτερα ανταγωνιστικό επιχειρηματικό περιβάλλον, η ΜΕΓΑ Α.Ε. επιλέγει να βασίσει την ανάπτυξή της στην βαθιά γνώση του τομέα προϊόντων ατομικής υγιεινής, την υψηλή ποιότητα και την ευελιξία.