Με τζίρο 40 – 45 δισ. δραχμών και τη λειτουργία ενός ακόμη υπέρ μάρκετ αναμένεται να κλείσει ο πρώτος χρόνος δράσης της Carrefour στην Ελλάδα.
Με τζίρο 40 – 45 δισ. δραχμών και τη λειτουργία ενός ακόμη υπέρ μάρκετ αναμένεται να κλείσει ο πρώτος χρόνος δράσης της Carrefour στην Ελλάδα.
Το business plan που κατάρτισαν τα στελέχη του ομίλου Carrefour – Μαρινόπουλος για τα δύο καταστήματα στην Αθήνα (Κηφισίας ) και τη Θεσσαλονίκη (Αεροδρόμιο) προβλέπει πωλήσεις που έως το τέλος του έτους για το μεν πρώτο θα είναι της τάξης των 15 δισ. δραχμών και για το δεύτερο των 28 – 30 δισ. Οι τελευταίες εκτιμήσεις χαρακτηρίζουν ως υπεραισιόδοξες τις προβλέψεις αυτές, χωρίς όμως να αποκλείουν την τελική επίτευξη του στόχου.
Πάντως, η εταιρεία, παρά τις αρχικές και ενδεχομένως αναμενόμενες δυσκολίες που αντιμετωπίζει τους πρώτους μήνες δράσης της στην ελληνική αγορά, συνεχίζει το επενδυτικό της πλάνο που προβλέπει για τον ερχόμενο Δεκέμβριο τη λειτουργία μιας ακόμη μονάδας, της τρίτης κατά σειρά, που θα έχει την έδρα της στην περιοχή του Ρέντη και ειδικότερα στην οδό Πέτρου Ράλλη. Με το κατάστημα αυτό ολοκληρώνεται ο πρώτος κύκλος επενδύσεων της Carrefour στην Ελλάδα, ο οποίος προβλέπει κονδύλια τα οποία φθάνουν συνολικά τα 30 δισ. δραχμές για την ίδρυση των τριών πρώτων υπέρ μάρκετ.
Για τον επόμενο χρόνο η πρώτη επενδυτική κίνηση του ομίλου θα είναι η δημιουργία της τέταρτης μονάδας που θα έχει την έδρα της και πάλι στην Αθήνα. Το κατάστημα αυτό αναμένεται να λειτουργήσει στην περιοχή του Γέρακα το Μάρτιο του 2001.
Στο μεταξύ αξίζει να αναφερθεί ότι στις 24 Σεπτεμβρίου επρόκειτο να ολοκληρωθεί η μετονομασία όλων των Continent σε Carrefour. Πρόκειται συνολικά για 8 μονάδες της Continent που πλέον λειτουργούν με τη γαλλική επωνυμία, γεγονός το οποίο ενισχύει περαιτέρω το προφίλ του ομίλου στην ελληνική αγορά.
Τέλος, κύκλοι της αγοράς αναφέρουν ότι από τις τιμοληψίες που πραγματοποίησαν στα καταστήματα της Carrefour προκύπτει το συμπέρασμα ότι η εταιρεία πωλεί ένα μεγάλο μέρος των προϊόντων που προμηθεύεται από την ελληνική αγορά σε τιμές χαμηλότερες κατά 2 – 3,5% έναντι των υπολοίπων αλυσίδων του λιανεμπορίου. Οι ίδιοι κύκλοι επισημαίνουν επίσης ότι ο συσχετισμός αυτός του ύψους των τιμών στο άμεσο μέλλον θα αλλάξει, είτε μετά τις πιέσεις που εδώ και καιρό ασκούνται στις προμηθεύτριες εταιρείες, είτε με την αλλαγή της τιμολογιακής πολιτικής των ίδιων των αλυσίδων.