Ο τουριστικός τομέας των νησιών του Ιονίου απορροφά επενδυτικά κεφάλαια πολλαπλάσια απ’ ό,τι όλοι οι άλλοι τομείς μαζί, αν και οι προδιαγραφές των υποδομών του δεν ικανοποιούν τη ζήτηση των υψηλών απαιτήσεων τουριστών. Η μεταποίηση είναι ουραγός στις οικονομικές εξελίξεις και οι υπηρεσίες, το εμπόριο, η κατασκευαστική βιομηχανία και η αγροτική οικονομία είναι απόλυτα εξαρτημένες από τον τουρισμό. Το μέγεθος των εμπορικών επιχειρήσεων είναι ιδιαίτερα μικρό, ενώ το επενδυτικό ενδιαφέρον από τις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ παραμένει χαμηλό.

Ο τουριστικός τομέας απορροφά επενδυτικά κεφάλαια πολλαπλάσια απ’ ό,τι όλοι οι άλλοι τομείς μαζί, αν και οι προδιαγραφές των υποδομών του δεν ικανοποιούν τη ζήτηση των υψηλών απαιτήσεων τουριστών. Η μεταποίηση είναι ουραγός στις οικονομικές εξελίξεις και οι υπηρεσίες, το εμπόριο, η κατασκευαστική βιομηχανία και η αγροτική οικονομία είναι απόλυτα εξαρτημένες από τον τουρισμό. Το μέγεθος των εμπορικών επιχειρήσεων είναι ιδιαίτερα μικρό, ενώ το επενδυτικό ενδιαφέρον από τις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ παραμένει χαμηλό. Αυτά είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της οικονομίας των Ιονίων Νήσων.

Για κάθε τρία ευρώ που επενδύονται στα νησιά του Ιονίου περισσότερο από τα δύο πηγαίνουν σε τουριστικές επιχειρήσεις, ενώ ο τομέας των υπηρεσιών στο σύνολό του (συμπεριλαμβανομένου του τουριστικού τομέα) απορροφά πάνω από το 80% των επενδυμένων κεφαλαίων. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία του ICAP που αναφέρονται στην ίδρυση νέων μη προσωπικών επιχειρήσεων (δηλαδή ΑΕ και ΕΠΕ) στην περιφέρεια των Επτανήσων κατά την πενταετία 1996-2000. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η οικονομία των νησιών του Ιονίου εξαρτάται στο μέγιστο βαθμό από την τουριστική ανάπτυξη. Ειδικότερα, την τελευταία πενταετία διατέθηκαν για την ίδρυση νέων ΑΕ και ΕΠΕ στα Επτάνησα 90,3 εκατ. ευρώ. Εξ αυτών τα 61,7 εκατ. ευρώ, δηλαδή το 68,3% του συνόλου, επενδύθηκαν σε τουριστικές επιχειρήσεις. Τα 12,35 εκατ. ευρώ, δηλαδή το 13,7% του συνόλου, επενδύθηκαν στον τομέα των υπηρεσιών με έμφαση στη μαζική εστίαση, που ικανοποιεί τη ζήτηση της τουριστικής αγοράς. Ο τομέας του εμπορίου απορρόφησε 10,7 εκατ. ευρώ ή το 11,8% του συνόλου, ενώ πολύ πίσω βρίσκεται η βιομηχανία, η οποία δεν κατάφερε να προσελκύσει πάνω από το 6,2% των επενδυμένων κεφαλαίων ή από 5,6 εκατ. ευρώ. Οι καλύτερες χρονιές από άποψη επενδύσεων ήταν το 1996 και το 2000, οπότε επενδύθηκαν 25,22 εκατ. ευρώ και 25,16 εκατ. ευρώ αντίστοιχα (και στις δύο περιπτώσεις ο τουριστικός τομέας απορρόφησε το μέγιστο ποσοστό των επενδύσεων). Στον αντίποδα βρίσκεται το 1997, με επενδυμένα κεφάλαια μόλις 9,45 εκατ. ευρώ.

Η Κέρκυρα πρωταγωνιστής στις επενδύσεις

Στο διάστημα 1996-2000 ιδρύθηκαν και στους τέσσερις νομούς του Ιονίου 118 εμπορικές ΑΕ και ΕΠΕ. Περισσότερες από τις μισές εξ αυτών (οι 75) έχουν έδρα την Κέρκυρα, ενώ περίπου το 1/4 του συνολικού αριθμού τους ιδρύθηκαν στη Ζάκυνθο. Η «φτωχή» ζώνη του Ιονίου, δηλαδή οι νομοί Λευκάδας και Κεφαλληνίας, προσέλκυσαν το ενδιαφέρον μόλις 6 επενδυτών ο καθένας. Το σύνολο των επενδυμένων κεφαλαίων στο εμπόριο κατά την εξεταζόμενη χρονική περίοδο ανήλθε σε 10,7 εκατ. ευρώ, από τα οποία 5,1 εκατ. στην Κέρκυρα, 4 εκατ. στη Ζάκυνθο, 1 εκατ. στην Κεφαλονιά και κάτι λιγότερο από 600.000 ευρώ στη Λευκάδα. Οι περισσότερες επιχειρήσεις, 31 τον αριθμό, ιδρύθηκαν το 1997 και οι λιγότερες, μόλις 15, το 2000. Σημειώνεται ότι το 2000 ήταν η χειρότερη χρονιά για το εμπόριο από άποψη επενδύσεων, οι οποίες μόλις ξεπέρασαν τα 1,4 εκατ. ευρώ. Στον αντίποδα βρίσκεται το 1998 με επενδύσεις 2,9 εκατ. ευρώ. Τα στοιχεία του ICAP, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις εμπορικές επιχειρήσεις, δείχνουν ότι το ενδιαφέρον των επενδυτών για τα Επτάνησα είναι σχετικά χαμηλό. Ενώ η περιφέρεια των Ιονίων Νήσων συγκεντρώνει το 2% του πληθυσμού της χώρας, τόσο ο αριθμός των νέων εμπορικών επιχειρήσεων όσο και τα επενδυμένα κεφάλαια αντιπροσωπεύουν μόλις το 1,5% του συνόλου των νέων επενδύσεων στον εμπορικό τομέα στο σύνολο της χώρας. Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι την τελευταία διετία τα Επτάνησα προσέλκυσαν πολύ μικρότερο ποσοστό κεφαλαίων από το μέσο όρο της πενταετίας –το 1,3% του συνόλου της χώρας το 1999 και μόλις το 0,8% το 2000.

Μικρού μεγέθους οι επιχειρήσεις

Το μεγαλύτερο πρόβλημα των λιανεμπορικών επιχειρήσεων στα Ιόνια νησιά είναι το ιδιαίτερα μικρό τους μέγεθος, που τις εμποδίζει να εκσυγχρονισθούν και να μπουν με «ψηλά το κεφάλι» στην εποχή της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς και της νέας οικονομίας. Το μειωμένο μέχρι σήμερα ενδιαφέρον των μεγάλων επιχειρήσεων να επενδύσουν στα νησιά κρατά τον ανταγωνισμό σε υποτονικό επίπεδο, επιτρέποντας την επιβίωση πολλών μικρών τοπικών επιχειρήσεων, που στηρίζονται στην αυτοαπασχόληση των ιδιοκτητών τους. Όμως στον τομέα των τροφίμων την τελευταία διετία ήρθε να ταράξει τα νερά η «απόβαση» του ομίλου ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΣ στα νησιά (μέσω της ΠΑΝΕΜΠΟΡΙΚΗ), ενώ αισθητή κάνουν ήδη την παρουσία τους η ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ (μέσω της ΤΡΟΦΟ), η CARREFOUR ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ και η LIDL. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στην έκδοση «Οι νομοί της Ελλάδας», στα Επτάνησα λειτουργούσαν το 1995 1.992 λιανεμπορικές επιχειρήσεις (οι 1.111 από αυτές στην Κέρκυρα), με μέσο ετήσιο τζίρο 156.208 ευρώ, δηλαδή στο 73% του πανελλαδικού μέσου όρου (212.915 ευρώ). Οι μικρότερες επιχειρήσεις βρίσκονται στη Λευκάδα, όπου ο μέσος ετήσιος τζίρος φθάνει μόλις το 62% του πανελλαδικού Μ.Ο., ενώ οι μεγαλύτερες βρίσκονται στην Κεφαλονιά, όπου το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνά το 86%. Τα στοιχεία σχετικά με την απασχόληση στο εμπόριο είναι δυσμενέστερα. Η μέση απασχόληση ανά κατάστημα κυμαίνεται περί τα 0,7 άτομα, με πανελλαδικό Μ.Ο. τα 2,7, δηλαδή φτάνει μόλις το 24% του Μ.Ο. της χώρας. Τα αντίστοιχα ποσοστά στην Κέρκυρα είναι 30%, στην Κεφαλονιά 22% και στη Λευκάδα και Ζάκυνθο 15%!

Διογκωμένος ο κλάδος του λιανεμπορίου

Σύμφωνα με το Μητρώο Επιχειρήσεων 1995 της ΕΣΥΕ, ο αριθμός των λιανεμπορικών επιχειρήσεων στα Ιόνια νησιά είναι υπερδιπλάσιος του προαναφερόμενου. Η τεράστια απόκλιση των στοιχείων εξηγείται εν μέρει, καθώς οι κατηγορίες των καταστημάτων που περιλαμβάνει στην ενότητα «Λιανεμπόριο» η ΕΣΥΕ είναι διευρυμένες, ταυτόχρονα όμως αναδεικνύει την ανεπάρκεια της στατιστικής έρευνας στην Ελλάδα, ανεπάρκεια που καθιστά προβληματικές τις προσπάθειες για τη χάραξη αναπτυξιακής πολιτικής σε ό,τι αφορά π.χ. την κατανομή των κονδυλίων των κοινοτικών προγραμμάτων, τον εντοπισμό των ιδιαιτεροτήτων κάθε κλάδου και κάθε περιοχής κοκ. Περί «επικαιροποίησης» των στοιχείων καλύτερα ας μη μιλήσουμε: ήδη έχουν περάσει επτά χρόνια, τα πάντα έχουν αλλάξει στην οικονομία, αλλά ως εργαλείο για την χάραξη κυβερνητικών πολιτικών σε κλαδικό και τοπικό επίπεδο χρησιμοποιούνται ακόμη τα στοιχεία του 1995 (σε μερικές περιπτώσεις του 1988 ή του 1984!).

Με βάση λοιπόν το Μητρώο της ΕΣΥΕ, το 1995 λειτουργούσαν στα Επτάνησα 3.953 λιανεμπορικές επιχειρήσεις, δηλαδή το 2,5% του συνόλου των επιχειρήσεων του κλάδου στην Ελλάδα. Βάσει αυτού ο κλάδος του λιανεμπορίου εμφανίζεται διογκωμένος στην περιφέρεια των Νησιών του Ιονίου, η οποία συγκεντρώνει μόνο το 2% του πληθυσμού της χώρας. Περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις, οι 2.270, λειτουργούν στην Κέρκυρα και ακολουθεί η Ζάκυνθος με 749, ενώ ουραγοί είναι οι νομοί Κεφαλληνίας και Λευκάδας, με 488 και 446 επιχειρήσεις αντίστοιχα. Ο υπερεπαγγελματισμός είναι ιδιαίτερα εμφανής στον τομέα της μαζικής εστίασης, που αναπτύσσεται στο πλάι και συμπληρωματικά του τουριστικού τομέα. Στην εστίαση φαίνεται ότι δραστηριοποιούνται 2.150 επιχειρήσεις που αντιπροσωπεύουν το 4,1% του συνόλου, δηλαδή υπερδιπλάσιο ποσοστό από το 2% του ελληνικού πληθυσμού που κατοικεί στα Επτάνησα. Στα εστιατόρια μάλιστα το ποσοστό αυτό φτάνει στο 4,8% του συνόλου της χώρας. Στον τουριστικό τομέα τα αντίστοιχα ποσοστά είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά. Στα Επτάνησα βρίσκονται το 11,2% των ξενοδοχείων και το 16,4% των κάμπινγκ και των εποχιακών καταλυμάτων της χώρας (κωδικοί 551-552).

Επεκτείνονται σταδιακά αλυσίδες και όμιλοι σούπερ μάρκετ

Όπως προαναφέραμε, ο μόνος κλάδος όπου ο έξωθεν ανταγωνισμός γίνεται ιδιαίτερα αισθητός είναι αυτός του λιανεμπορίου τροφίμων και λοιπών προϊόντων σούπερ μάρκετ. Η αλυσίδα ΑΦΟΙ ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΙ, που μέχρι το 2000 διέθετε μόνο 1 κατάστημα στα Επτάνησα και συγκεκριμένα στην Κέρκυρα, «έβαλε πόδι» και στα τέσσερα μεγάλα νησιά του Ιονίου μέσω της εξαγοράς της ΠΑΝΕΜΠΟΡΙΚΗ, η οποία διέθετε 3 καταστήματα στην Κεφαλονιά, 2 στη Ζάκυνθο και 1 στη Λευκάδα. Έτσι ο όμιλος ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΣ, με συνολικά 7 καταστήματα, είναι το δεύτερο σε μέγεθος δίκτυο καταστημάτων της περιφέρειας και το μοναδικό με παρουσία και στους τέσσερις νομούς. Την πρώτη θέση κατέχει η τοπική αλυσίδα ΓΑΛΑΞΙΑΣ ΑΕ με 13 καταστήματα, που όμως δραστηριοποιείται μόνο στην Κέρκυρα. Ισχυρή είναι και η παρουσία της ΑΛΦΑ ΒΗΤΑ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, μέσω της ΤΡΟΦΟ, με 3 καταστήματα στην Κέρκυρα, ενώ από 1 κατάστημα διαθέτουν η CARREFOUR ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ και η εκπτωτική γερμανική αλυσίδα LIDL (και τα δύο στην Κέρκυρα).

Στη Λευκάδα εκπροσωπείται με 2 καταστήματα η μεσαίου μεγέθους αλυσίδα MARKET IN, ενώ αξιόλογη παρουσία έχει και η τοπική μικρή αλυσίδα ΚΑΝΤΑΣ με 3 καταστήματα στην Κέρκυρα. Το χαρακτηριστικό όλων των υπερτοπικών αλυσίδων είναι ότι δραστηριοποιούνται μόνο στις πρωτεύουσες των νομών, ενώ σχετική υπερσυγκέντρωση σούπερ μάρκετ παρατηρείται στην πόλη της Κέρκυρας. Στο νομό της Κέρκυρας λειτουργούν τα 22 από τα 30 συνολικά καταστήματα των οργανωμένων αλυσίδων στα Ιόνια νησιά, ενώ τη μικρότερη παρουσία έχει ο κλάδος στη Ζάκυνθο με μόλις 2 καταστήματα της ΠΑΝΕΜΠΟΡΙΚΗ. Σημαντική παρουσία όμως στην περιοχή έχουν και οι όμιλοι αγορών. Το 2000 διέθεταν 88 καταστήματα-μέλη, εκ των οποίων τα 41 είναι ενταγμένα στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ, τα 23 στον ΑΣΠΙΔΑ, τα 13 στον ΕΛΟΜΑΣ και τα 11 στον ΕΛΕΤΑ.

ΚΕΡΚΥΡΑ

Ο τουρισμός φορέας ανάπτυξης

Περίπου 6 στις 10 επιχειρήσεις της Κέρκυρας, στους τομείς του εμπορίου και της μαζικής εστίασης, οφείλουν κατά μεγάλο μέρος την ύπαρξή τους στον τουρισμό. Παράλληλα, στον τουρισμό οφείλουν κατά ένα μεγάλο μέρος την ανάπτυξή τους (ή και τη διόγκωσή τους) και οι περισσότερες από τις υπόλοιπες επιχειρήσεις του νησιού -κυρίως στον κλάδο του λιανεμπορίου τροφίμων και των ειδών οικοδομής.

Όπως προκύπτει από το μητρώο των μελών του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου του νομού, ο τουρισμός αποτελεί την κινητήριο δύναμη για την εμπορική ανάπτυξη της Κέρκυρας. Βέβαια τα στοιχεία των Επιμελητηρίων τις περισσότερες φορές παρουσιάζουν κάπως διογκωμένους τους αριθμούς, για το λόγο ότι όποιος επιθυμεί να ασκήσει οποιαδήποτε επιχειρηματική δραστηριότητα είναι υποχρεωμένος να γραφτεί στο Επιμελητήριό του, ενώ αντίθετα δεν σπεύδει να διαγραφεί όταν την διακόπτει. Πάντως τα στοιχεία αυτά είναι ενδεικτικά των τάσεων που επικρατούν στην τοπική αγορά και τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι σε μεγάλο βαθμό ακριβή.

Σύμφωνα λοιπόν με τα μητρώα του ΕΒΕ Κέρκυρας του 1999, το 43% των επιχειρήσεων των δύο τομέων που προαναφέραμε δραστηριοποιούνται στο χώρο της μαζικής εστίασης, ενώ περίπου το 13% πωλούν προϊόντα που απευθύνονται κυρίως στους τουρίστες (τουριστικά είδη, δώρα, κοσμήματα κλπ.). Διογκωμένος εμφανίζεται και ο τομέας των καταστημάτων λιανικής πώλησης τροφίμων (περίπου 17% του συνόλου), ενώ αξιοσημείωτο είναι και το ποσοστό των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της οικοδομής (5,2% του συνόλου) για ευνόητους λόγους: εντατική ανοικοδόμηση για τη δημιουργία τουριστικών καταλυμάτων -άναρχα και απρογραμμάτιστα τις περισσότερες φορές…

Καταστήματα τροφίμων και ρουχισμού

Όπως προκύπτει από τους Οικογενειακούς Προϋπολογισμούς της ΕΣΥΕ, οι Κερκυραίοι δεν λυπούνται τα έξοδα για αγορές τροφίμων και ειδών ένδυσης και υπόδησης. Περίπου το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει και από τα στοιχεία του Επιμελητηρίου. Ειδικότερα στο μητρώο του έχουν καταγραφεί 208 επιχειρήσεις ως σούπερ μάρκετ, οι περισσότερες βέβαια από τις οποίες είναι μικρά τοπικά καταστήματα σελφ σέρβις ή τύπου μίνι μάρκετ. Επίσης υπάρχουν 80 λιανεμπορικές επιχειρήσεις τροφίμων, 388 παντοπωλεία, 145 κρεοπωλεία, 136 οπωροπωλεία, 74 κάβες, 36 ιχθυοπωλεία (σημαντικός αριθμός, παρ’ ότι οι Κερκυραίοι θεωρούνται δεινοί ερασιτέχνες ψαράδες και μεγάλο μέρος των ψαριών που καταναλώνουν τα αλιεύουν οι ίδιοι), 76 πρατήρια άρτου, 24 καταστήματα που πωλούν αναψυκτικά και παγωτά, 19 που πωλούν αποκλειστικά γαλακτοκομικά προϊόντα, 51 με κατεψυγμένα προϊόντα, 40 με ξηρούς καρπούς κλπ.

Τα καταστήματα έτοιμων ενδυμάτων στο νομό ανέρχονται σε 450 και ξεπερνούν τα 500 αν προστεθούν οι επιχειρήσεις με παιδικά είδη και βαπτιστικά-νυφικά. Επίσης τα καταστήματα υποδημάτων φτάνουν τα 70, ενώ υπάρχουν περίπου 60 επιχειρήσεις ακόμη που πωλούν γουναρικά και διάφορα δερμάτινα είδη.

Στο σύνολό τους λοιπόν τα καταστήματα τροφίμων πλησιάζουν τα 1.300 και τα καταστήματα ένδυσης-υπόδησης ξεπερνούν τα 600.

Τουρισμός και μαζική εστίαση

Μεγάλη ανάπτυξη έχει σημειώσει τα τελευταία χρόνια και ο τομέας των τουριστικών ειδών και δώρων, που ήδη συγκεντρώνει περίπου 1.000 καταστήματα, από τα οποία τα 730 πωλούν αποκλειστικά τουριστικά είδη. Αλλά κάθε ρεκόρ σπάει ο τομέας της μαζικής εστίασης με περισσότερες από 3.300 επιχειρήσεις.

Τα στοιχεία της ΕΣΥΕ δείχνουν ότι οι κάτοικοι των Επτανήσων κατέχουν μία από τις τελευταίες θέσεις στη χώρα σε ό,τι αφορά την κατανάλωση φαγητού και ποτού έξω από το σπίτι. Ο δυσανάλογα υψηλός αριθμός των επιχειρήσεων μαζικής εστίασης, μεγάλο μέρος των οποίων λειτουργεί εποχικά, συντηρείται σχεδόν αποκλειστικά από τους επισκέπτες του νησιού. Οι καφετέριες, τα μπαρ και τα καφενεία ανέρχονται σε 1.646 σύμφωνα με το μητρώο του ΕΒΕ Κερκύρας, ενώ υπάρχουν ακόμη 1.413 εστιατόρια και ψησταριές, 114 κέντρα διασκέδασης, 78 καντίνες και κυλικεία κ.ά.

Τον εμπορικό χάρτη του νομού συμπληρώνουν τα 129 περίπτερα και ψιλικατζίδικα, οι περίπου 400 επιχειρήσεις ειδών οικοδομής, τα 191 καταστήματα γενικού εμπορίου, τα πάνω από 100 βιβλιοπωλεία και δισκοπωλεία, τα 230 καταστήματα ειδών επαγγελματικού και οικιακού εξοπλισμού κ.ά.