Τέσσερα στα δέκα φρούτα και λαχανικά που παράγονται στην Ευρώπη είναι βεβαρημένα με ίχνη φυτοφαρμάκων, σύμφωνα με την ετήσια εργαστηριακή ανάλυση που πραγματοποίησε η Κομισιόν σε 17 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Ειδικότερα, σε ποσοστό 4,3% τα προϊόντα αυτά περιέχουν επικίνδυνα φυτοφάρμακα και σε ποσοστό 32%… ακίνδυνα. Κι όμως, να τα τρώτε άφοβα! μας παροτρύνουν οι επίσημοι φορείς…

Τέσσερα στα δέκα φρούτα και λαχανικά που παράγονται στην Ευρώπη είναι βεβαρημένα με ίχνη φυτοφαρμάκων, σύμφωνα με την ετήσια εργαστηριακή ανάλυση που πραγματοποίησε η Κομισιόν σε 17 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Ειδικότερα, σε ποσοστό 4,3% τα προϊόντα αυτά περιέχουν επικίνδυνα φυτοφάρμακα και σε ποσοστό 32%… «ακίνδυνα». Κι όμως, να τα τρώτε άφοβα! μας παροτρύνουν οι επίσημοι φορείς…

Η υγεία των Ευρωπαίων καταναλωτών φαίνεται πως απειλείται σοβαρά στις μέρες μας, εξαιτίας της ύπαρξης φυτοφαρμάκων (φ/φκα) σε πολλά από τα φρούτα και τα λαχανικά που παράγονται στις ευρωπαϊκές χώρες. Το πρόβλημα είναι ορατό και στην Ελλάδα.

Η περιεκτικότητα των φρούτων και λαχανικών σε φ/φκα πάνω από το επιτρεπόμενο όριο (LMR= Limites Maximales des Résidus) κυμαίνεται ανάλογα με τη χώρα από 2% μέχρι και 8%, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις αγγίζει το 11%! Σύμφωνα με την τελευταία επίσημη ανάλυση της Κομισιόν (1999), το ποσοστό αυτό είναι κατά κοινοτικό μέσο όρο 4,3%. Στην Ελλάδα είναι υψηλότερο του μέσου όρου: φθάνει στο 4,8%!

Τόσο οι κοινοτικοί παράγοντες όσο και οι ενδιαφερόμενοι φορείς (επαγγελματικές ενώσεις, επιχειρηματίες, παράγοντες του γεωργικού και εμπορικού χώρου, επιστήμονες-υγιεινολόγοι και κρατικοί αρμόδιοι) είναι ιδιαίτερα θορυβημένοι, καθώς οι απλοί καταναλωτές και οι επίσημες ενώσεις τους έχουν αρχίσει να αντιδρούν με σκεπτικισμό και φόβο απέναντι στα φρούτα και κυρίως στα λαχανικά, ενώ ήδη στρέφονται προς τα προϊόντα που καλλιεργούνται με βιολογικό τρόπο.

Το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις όπου τα επιτρεπόμενα όρια περιεκτικότητας φ/κων παραβιάζονται. Ένα άλλο ποσοστό της παραγωγής αντιπροσωπεύει τη δήθεν ακίνδυνη ομάδα φρούτων και λαχανικών με περιεκτικότητα σε φ/φκα κάτω από το επιτρεπόμενο όριο. Το ποσοστό αυτό στην ΕΕ ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 32% (επίπεδο ούτως ή άλλως αρκετά υψηλό), ενώ σε ορισμένες χώρες φθάνει μέχρι και 44%! Αυτό το ποσοστό, ενώ για τους ειδικούς της Κομισιόν είναι πράγματι «ακίνδυνο» ή «ανεκτό» ή «αναπότρεπτο», για πολλούς άλλους επιστήμονες θεωρείται επιβλαβές για την υγεία των καταναλωτών. Αν μάλιστα το προσθέσουμε στο "επικίνδυνο" ποσοστό LMR, τότε 4 στα 10 γεωργικά προϊόντα που καταναλώνουμε είναι επιβαρυμένα με φ/φκα!

Οι «θεωρίες» ορισμένων επιστημόνων, ότι τάχα δίχως τα φ/φκα η γεωργία θα είχε αφανισθεί κι ότι οι καταναλωτές είναι οι άμεσα ωφελημένοι, διότι με τη χρήση τους εξασφαλίζεται η αφθονία στην παραγωγή, οπότε πέφτουν οι τιμές των προϊόντων, στην ουσία υπερασπίζονται με το αζημίωτο την πανίσχυρη βιομηχανία των φ/φκων.

Επίσημα στοιχεία που "καίνε"

Τα στοιχεία που αναφέραμε προέρχονται από την επίσημη κοινοτική ανακοίνωση επί των αποτελεσμάτων του τακτικού ετήσιου ελέγχου των φ/φκων που διενεργεί η Κομισιόν (Γεν. Δ/νση Υγείας) σε όλες τις κατηγορίες τροφίμων, φυτικών και ζωικών, νωπών ή μεταποιημένων και σε όλες τις χώρες-μέλη της Ε.Ε. Πρόκειται για λεπτομερείς και εκτεταμένες εργαστηριακές αναλύσεις, που ανιχνεύουν την κατάσταση υγείας των φρούτων και λαχανικών από πολλές πλευρές (ασθένειες, περιεκτικότητα σε αγροχημικά, ορμόνες, βλαβερές ουσίες κλπ.). Από τα ετήσια αποτελέσματα καθορίζονται οι οδηγίες και τα κοινοτικά μέτρα, που τα κράτη μέλη οφείλουν να ακολουθούν, προκειμένου να διασφαλίζεται αφ' ενός η υγεία των καταναλωτών και αφ' ετέρου οι ποιοτικές προδιαγραφές στα εξαγόμενα είδη.

Τα πορίσματα αυτών των αναλύσεων έχουν μεγάλη σημασία και για την Ελλάδα, πρώτον διότι κατέχει την τέταρτη θέση στην παραγωγή φρούτων-λαχανικών της Ε.Ε. και δεύτερον διότι πραγματοποιεί σημαντικές εξαγωγές σε αυτή την κατηγορία προϊόντων –αντιπροσωπεύουν το 38% των εξαγωγών γεωργικών προϊόντων της χώρας.

Τα αποτελέσματα της ετήσιας κοινοτικής έρευνας, που δημοσιεύτηκαν το καλοκαίρι του 2001, προκάλεσαν έντονα επικριτικά σχόλια από τα ΜΜΕ πολλών χωρών, ιδίως στη Γαλλία, Ολλανδία, Αυστρία, Βέλγιο, Γερμανία, είτε γιατί σε αυτές τις χώρες το ποσοστό της περιεκτικότητας σε φ/φκα πάνω από το επιτρεπόμενο όριο ήταν πολύ υψηλότερο του κοινοτικού μέσου όρου, είτε γιατί με τέτοια ποσοστά δυσφημίζονται οι εξαγωγές των οπωροκηπευτικών αυτών των χωρών. Ανήσυχη είναι και η Κομισιόν, διότι σε όλες τις χώρες της Κοινότητας το πάνω από το επιτρεπόμενο όριο ποσοστό παρουσιάζει συνεχή αύξηση τα τελευταία τέσσερα χρόνια: κατά 3,4% το 1997 και 4,3% το 1999! Αλλά και το κάτω από το επιτρεπόμενο όριο ποσοστό εξακολουθεί να διατηρείται σε ανησυχητικά υψηλό επίπεδο (32%-37%).

Βέβαια οι επιστήμονες της Κομισιόν προσπαθούν να μετριάσουν τις εντυπώσεις, μολονότι παραδέχονται ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με το συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό πάνω από το LMR και υπόσχονται να λάβουν μέτρα για τον περιορισμό του, όχι όμως και για τον εκμηδενισμό του.

Κατά την ετήσια δειγματοληψία στα φρούτα και λαχανικά των 15 χωρών μελών, συμπεριλαμβανομένης της Νορβηγίας και της Ισλανδίας, αναλύθηκαν πάνω από 40.000 δείγματα. Σε κάθε δείγμα μπορούσε να διερευνηθεί η ύπαρξη περισσοτέρων των 100 φ/φκων, τα δε φ/φκα που χρησιμοποιούνται σήμερα στην καλλιέργεια φρούτων-λαχανικών ξεπερνούν τα 170. Συνολικά πραγματοποιήθηκαν πάνω από 4 εκατ. αναλύσεις.

Στον πίνακα 1 παρουσιάζονται τα αποτελέσματα των αναλύσεων σε 17 χώρες και για τρεις κατηγορίες, ήτοι: ποσοστό δίχως ίχνη φ/φκων, ποσοστά κάτω και πάνω από το επιτρεπόμενο όριο, με αντίστοιχο μέσο κοινοτικό ποσοστό 64%, 32% και 4,3%. Οι 7 από τις 17 χώρες (Αυστρία, Ολλανδία, Γαλλία, Βέλγιο, Γερμανία, Ιρλανδία και Φινλανδία) καταχωρήθηκαν στη μαύρη λίστα, εξαιτίας των υψηλών ποσοστών πάνω από το LMR. Ακολουθούν οι μέσης επικινδυνότητας χώρες, ανάμεσα στις οποίες και η Ελλάδα, ενώ τα πιο χαμηλά ποσοστά καταγράφονται στην Ιταλία, τη Νορβηγία, τη Δανία, τη Σουηδία και την Αγγλία.

Η έκθεση της Κομισιόν αναφέρει ότι στην Ελλάδα τα ποσοστά ενδέχεται να είναι υψηλότερα σε κάθε δείγμα: 5% αντί 4,8% για τα πάνω από το LMR και 30% αντί 28% για τα κάτω από το LMR (το άθροισμα των δύο αγγίζει το 35%). Και ενώ στις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά πάνω από το LMR υπήρξαν έντονες αντιδράσεις, στην Ελλάδα τα ΜΜΕ ούτε καν ασχολήθηκαν με τα αποτελέσματα, καθώς αποφεύγουν να προβάλλουν τέτοια… μικροθέματα.

Ειδικός έλεγχος σε τέσσερα προϊόντα

Εκτός από την παραπάνω εργαστηριακή ανάλυση σε όλα τα φρούτα και λαχανικά, η Υπηρεσία Τροφίμων της Κομισιόν, με αφορμή συγκεκριμένες καταγγελίες, διενήργησε το 1999 έναν ειδικό εργαστηριακό έλεγχο σε τέσσερα προϊόντα (πιπεριά, κουνουπίδι, πεπόνι, σιτάρι) για την ανίχνευση 20 συγκεκριμένων φ/φκων που χρησιμοποιούνται πολύ συχνά στην καλλιέργειά τους. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά εξαιτίας των υψηλών ποσοστών επικίνδυνων φ/φκων που εντοπίστηκαν ιδιαίτερα σε ορισμένες χώρες.

Στον πίνακα 2 φαίνεται πως οι πρώτες σε επικινδυνότητα χώρες είναι η Ολλανδία, η Αυστρία, η Φινλανδία, η Ισπανία, η Γερμανία και η Σουηδία. Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια σχετικά καλή θέση, όχι όμως από τις καλύτερες, όπως συμβαίνει με την Ιταλία, τη Νορβηγία, την Ισλανδία και την Αγγλία.

Από τον πίνακα 3 προκύπτει ότι η κατάσταση είναι περισσότερο επικίνδυνη στην πιπεριά και λιγότερο στο πεπόνι. Η εργαστηριακή ανάλυση στα τέσσερα αυτά προϊόντα επιβεβαίωσε τους αρχικούς φόβους για τα υψηλά ποσοστά επιβάρυνσης σε πολλές χώρες. Έτσι λοιπόν: 1)Υψηλά ποσοστά επικινδυνότητας πάνω από το LMR είχαν η Ολλανδία, η Φινλανδία, η Αυστρία, η Ισπανία, η Σουηδία, η Γερμανία και η Πορτογαλία. 2) Υψηλά ποσοστά κάτω από το LMR παρουσίασαν η Γερμανία, η Γαλλία, η Φινλανδία, η Δανία, η Αυστρία, η Πορτογαλία, η Σουηδία, η Ιρλανδία και η Αγγλία. 3) Από τα τέσσερα προϊόντα μόνο το σιτάρι δεν εμφανίζει επικινδυνότητα.

Για τα άλλα τρία διαπιστώθηκε υψηλή επικινδυνότητα σε συγκεκριμένες χώρες όπως:

  • Κουνουπίδι: υψηλά ποσοστά κάτω από το LMR διαπιστώθηκαν σε Γερμανία, Ελλάδα, Ισπανία, Γαλλία, Αυστρία, λόγω της χρήσης συγκεκριμένων φ/φκων.
  • Πιπεριά: υψηλά ποσοστά κάτω από το LMR διαπιστώθηκαν σχεδόν σε όλες τις χώρες με κυρίαρχες τις Φινλανδία, Λουξεμβούργο, Δανία, Γερμανία, Γαλλία, Πορτογαλία, Σουηδία, Νορβηγία (όλες από 20-60%). Επίσης εξαιρετικά υψηλά ποσοστά πάνω από το LMR διαπιστώθηκαν σχεδόν σε όλες τις χώρες εκτός από τις Δανία, Νορβηγία και Ιταλία.
  • Πεπόνι: σχεδόν σε όλες τις χώρες διαπιστώθηκαν ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά τόσο για το κάτω όσο και για το πάνω από το επιτρεπόμενο όριο και μάλιστα σε φ/φκα που θεωρούνται επικίνδυνα για τις νεαρές ηλικίες.

Όπως προέκυψε, το πρόβλημα των φ/φκων γι αυτά τα προϊόντα είναι τόσο σοβαρό, ώστε η Ε.Ε. προγραμματίζει να απαγορεύσει από το 2003 τη χρήση του 50% των φ/φκων.

Ειδικά για την Ελλάδα τα αποτελέσματα της ανάλυσης στα τέσσερα προϊόντα παρουσίασαν τα εξής ποσοστά:

  • Στο κουνουπίδι: 78,6% δίχως, 21,4% κάτω από το LMR και μηδέν πάνω από το LMR.
  • Στην πιπεριά: 80,7% δίχως, 12,0% κάτω και 2,3% πάνω.
  • Στο πεπόνι: 88,6% δίχως, 9,1% κάτω και 2,3% πάνω.
  • Στο σιτάρι: στο 100% δε διαπιστώθηκαν ίχνη φ/φκων. Ανάλογο αποτέλεσμα μόνο στην Ιρλανδία και τη Φινλανδία καταγράφηκε.

Σήμα SOS!

Τα εκατοντάδες φυτοφάρμακα με τα οποία θρέφονται όλα τα καλλιεργούμενα φρούτα, λαχανικά, σιτηρά, τόσο στην Ευρώπη όσο και στον υπόλοιπο κόσμο, τα καθιστούν άκρως επικίνδυνα για την ανθρώπινη διατροφή, είτε όταν πρόκειται για τα ποσοστά κάτω από το LMR είτε για τα πάνω από το LMR.

Τα όσα ισχυρίζονται κάποιοι επιστήμονες, ότι είναι δήθεν αβλαβές το ποσοστό κάτω από το LMR, κρίνονται αβάσιμα, ενώ και οι ενθαρρυντικές συστάσεις-προτροπές όλης της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας να καταναλώνουμε όσο μπορούμε περισσότερα φρούτα και λαχανικά κρίνονται κάπως αντιφατικές ή σωστότερα… υποκριτικές.

Επομένως κρατικοί φορείς, καταναλωτές και παραγωγοί οφείλουν να προσέχουν, να ελέγχουν και να επαγρυπνούν. Τέλος, παράλληλα με τα μέτρα για δραστικό περιορισμό του ποσοστού φ/φκων επιβάλλεται να προωθηθεί η βιολογική καλλιέργεια και η κατανάλωση των προϊόντων της, έστω και με μια επιβάρυνση της λιανικής τους τιμής, εφόσον αυτό θα έχει ως αντιστάθμισμα την υγιεινότερη διατροφή μας, την περιφρούρηση δηλαδή της τόσο πολύτιμης υγείας μας.

Αναλυτικούς πίνακες βλέπε τεύχος Νο.301 σελ.85-87