Στη Φιλανδία περηφανεύονται για αρκετά πράγματα, αλλά όχι για την ηλιοφάνεια. Ωστόσο, η στατιστική δεν πτόησε τη φιλανδική εταιρεία S Group να ανακοινώσει την εγκατάσταση 37.000 φωτοβολταϊκών πάνελ στην οροφή 40 καταστημάτων της. Στόχος της S Group είναι να καλύψει το 80% των αναγκών της σε ηλεκτρική ενέργεια από ιδία παραγωγή μέσω ανανεώσιμων πηγών μέχρι το 2025. Σήμερα το ποσοστό αυτό είναι στο 60% με κύρια πηγή τον άνεμο.

Tο καλοκαίρι δεν εξαιρεί τη Φιλανδία από το πέρασμα του, οπότε τους καλοκαιρινούς μήνες η κατανάλωση των καταστημάτων σε ηλεκτρική ενέργεια αυξάνεται, κυρίως λόγω του κλιματισμού και της λειτουργίας των ψυγείων. Με εξαίρεση τον Αύγουστο, ο ήλιος τιμά με την παρουσία του τη Φιλανδία το καλοκαίρι και έτσι προκύπτει ένας καλός συνδυασμός. Ταξιδεύοντας νοητά 2.500 χιλιόμετρα, φτάνουμε στην Ελλάδα, η οποία απολαμβάνει 336 μέρες ηλιοφάνειας, μόλις 2 μέρες λιγότερες από το Ακαπούλκο, που βρίσκεται στην πρώτη θέση. Ένας Φιλανδός που θα έκανε μια πτήση πάνω από την Αττική, θα περίμενε να δει τις στέγες γεμάτες με φωτοβολταϊκά. Αντί αυτού θα δει εκατοντάδες χιλιάδες ηλιακούς θερμοσίφωνες και ελάχιστες φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις. Από τα 2.623 MWp φωτοβολταϊκών ισχύος στη χώρα, μόλις τα 550 ΜWp είναι εγκατεστημένα σε στέγες, σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών.

Η εύκολη λύση της αλλαγής φωτισμού
Όπως μας είπαν εκπρόσωποι της σχετικής αγοράς, τα έργα εξοικονόμησης ενέργειας που έγιναν τα δύο προηγούμενα έτη αφορούσαν κυρίως στον τομέα του φωτισμού. Οι λαμπτήρες τύπου LED έδωσαν μια ανάσα στους λογαριασμούς ρεύματος. Δεδομένου ότι ο φωτισμός βρισκόταν πριν την εμπορική αξιοποίηση της τεχνολογίας LED στη δεύτερη θέση της λίστας κατανάλωσης ενέργειας, με ποσοστά 33% για τα σούπερ μάρκετ και 48% για τα υπέρ μάρκετ, η εξοικονόμηση ενός 30% που πετυχαίνουν κατά μέσο όρο οι λαμπτήρες LED είναι ένα σημαντικό κέρδος. Ενώ, όμως, τα περιθώρια περισσότερης εξοικονόμησης στον τομέα του φωτισμού είναι πλέον μικρά, στον τομέα της κατανάλωσης ενέργειας για κλιματισμό των χώρων και συντήρηση των τροφίμων προσφέρονται ακόμα σημαντικές ευκαιρίες. Εάν μάλιστα θεωρήσουμε ότι η κλιματική αλλαγή θα έχει τις προβλεπόμενες επιπτώσεις στη θερμοκρασία, η κατανάλωση ρεύματος θα αυξηθεί σημαντικά. Οπότε, η αναλυτική καταγραφή της κατανάλωσης ενέργειας και στη συνέχεια η εφαρμογή λύσεων εξοικονόμησης, είναι επιβεβλημένα βήματα, ώστε το φυσικό κατάστημα να παραμείνει βιώσιμο. Παρακολουθώντας τις τάσεις σε άλλες χώρες, διαπιστώνουμε μια συγχώνευση μικρών καταστημάτων σε μεγαλύτερες δομές. Στις ΗΠΑ λ.χ. από τα συνολικά 650.000 καταστήματα λιανικής μόλις τα 110.000 ήταν shopping malls και υπέρ μάρκετ το 2014. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει το Statista, η εικόνα το 2017 ήταν ίδια ως σύνολο, αλλά με 4.000 περισσότερα μεγάλα καταστήματα. Ένας λόγος που συμβαίνει αυτό, είναι η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου, αλλά εξίσου σημαντικός λόγος είναι η ευκολότερη ενεργειακή διαχείριση στα μεγάλα καταστήματα. Στο μικρό κατάστημα η εξοικονόμηση ενέργειας σπάνια ξεπερνά το 10%, ενώ στο μεγάλο μπορεί να επιτευχθεί στο επίπεδο του 20%-30%.

Οι λύσεις οικονομίας σε αυτόν τον τομέα είναι αρκετές. Όλες, όμως, έχουν ένα φυσικό τέλος, το οποίο ορίζεται από τον δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής: Κάθε μηχανή καταναλώνει περισσότερη ενέργεια από όση αξιοποιεί και το περίσσευμα καταλήγει σε θερμότητα, που διοχετεύεται στο περιβάλλον. Επομένως, το επόμενο στάδιο στην εξοικονόμηση ενέργειας είναι η αξιοποίηση της «άχρηστης» θερμότητας. Νέες τεχνολογίες δίνουν τη δυνατότητα στα καταστήματα που δημιουργούν μεγάλο αποτύπωμα θερμότητας να αποθηκεύουν τη θερμότητα και να την επαναχρησιμοποιούν ή να τη διαθέτουν σε ένα δημόσιο δίκτυο θερμότητας. Από το πεδίο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τις περισσότερες υποσχέσεις βελτίωσης της απόδοσης τις δίνουν οι τεχνολογίες των φωτοβολταϊκών. Ήδη υπάρχουν υλικά σε προσιτές τιμές, που πετυχαίνουν αποδόσεις κοντά στο 25%, ενώ στα εργαστήρια οι αποδόσεις έχουν φτάσει ως το 32%.

Μικρές οι διαφορές μεταξύ των εναλλακτικών παρόχων
Μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια, οι εναλλακτικοί πάροχοι διανύουν τη δεύτερη άνθησή τους στην ελληνική αγορά, έχοντας εντάξει ήδη αρκετές επιχειρήσεις στο δυναμικό τους. Για τη μεσαία κατανάλωση, στην οποία ανήκουν οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ, οι εναλλακτικοί πάροχοι δε διαθέτουν διαμορφωμένους τιμοκαταλόγους, προτιμώντας να προτείνουν «ξεχωριστές» λύσεις ανάλογα με τις ανάγκες του πελάτη. Δύσκολα, όμως, οι διαφορετικές προτάσεις θα έχουν σημαντικές διακυμάνσεις στην τιμή. Επομένως, το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα είναι οι υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας. Όπως μας εξήγησε η κ. Desy Karapchanska, Strategic Business Development & Innovation Manager στη WATT+VOLT και Global Shaper στο World Economic Forum, η χρήση της τεχνολογίας δίνει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να διαχειρίζονται πολύ καλύτερα την ενεργειακή τους κατανάλωση και μέσω αυτής της οδού να πετύχουν εξοικονόμηση.

Η διαχείριση έχει τρία στάδια. Το πρώτο είναι η χαρτογράφηση της γενικής εικόνας κατανάλωσης ενέργειας, το δεύτερο είναι η αποτύπωση της ίδιας εικόνας σε πραγματικό χρόνο και το τρίτο η ανάλυση της εικόνας στα κομμάτια που τη συνθέτουν, δηλαδή στα ποσοστά ενέργειας που καταναλώνονται από διαφορετικές μονάδες λειτουργίας. Για το τελευταίο στάδιο η επιχείρηση χρειάζεται επενδύσεις σε δίκτυα αισθητήρων (Internet of Things), προκειμένου να διαπιστώσει σε πραγματικό χρόνο την ενέργεια κάθε ξεχωριστής μονάδας, όπως ένα ψυγείο ή μια συστοιχία λαμπτήρων. Τα μοτίβα που προκύπτουν από τέτοιες αναλύσεις δεδομένων, είναι πολύτιμα σαν οδηγός για την αποτελεσματική εφαρμογή πρακτικών, που οδηγούν στην εξοικονόμηση ενέργειας. Δυστυχώς, έργα αυτής της μορφής που έχουν υλοποιηθεί στη χώρα μας δεν είναι ακόμα αρκετά, ώστε να είναι βέβαιη η επιτυχία της επένδυσης σε τεχνολογίες IoT.

Δε σ’ αφήνουν ν’ αγιάσεις
Στο έργο που αναφέραμε στην αρχή του άρθρου σχετικά με τη φιλανδική S Group, η κυβέρνηση της Φιλανδίας είναι συμμέτοχος με 20%, θεωρώντας ότι η προσπάθεια της επιχείρησης είναι σημαντική, εφόσον εξυπηρετεί ευρύτερα το στόχο της χώρας να περιορίσει το ενεργειακό της αποτύπωμα. Στην Ελλάδα το πρόγραμμα «Εξοικονομώ ΙΙ» απέκλεισε από τις καλυπτόμενες δαπάνες τις φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις, καθώς θεωρήθηκε ότι η εξοικονόμηση ενέργειας από εργασίες μόνωσης των κατοικιών έχουν καλύτερο αποτέλεσμα…! Μια ακόμα ένδειξη της νοοτροπίας των κυβερνώντων είναι το εν ενεργεία πρόγραμμα ανταλλαγής ενέργειας με ιδιωτικές φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις (Net Metering). Στη σύμβαση που υπογράφει ο ιδιώτης, ορίζεται ότι το πλεονάζον παραγόμενο ρεύμα θα διατίθεται δωρεάν στην ενεργειακή αποθήκη της χώρας, οπότε ο κάτοχος των φωτοβολταϊκών γίνεται «ευεργέτης», άνευ απόδοσης τιμών, φυσικά.

Ακόμα και αν υποτεθεί ότι μια επιχείρηση, θέλει να δώσει ένα μέρος των κερδών της για το κοινό καλό, χρησιμοποιώντας δηλαδή ρεύμα από ανανεώσιμες πηγές, χωρίς να μπει στη φάση αυτοπαραγωγής, ούτε αυτό είναι δυνατό! Με το υπάρχον σύστημα, το σύνολο της ηλεκτρικής ενέργειας που είναι διαθέσιμο για τη χώρα και προέρχεται από διαφορετικές πηγές παραγωγής, μεταξύ των οποίων και οι ανανεώσιμες, μπαίνει σε μια μεγάλη «αποθήκη» και από εκεί μοιράζεται. Επομένως η μεμονωμένη επιχείρηση αδυνατεί να ζητήσει το ρεύμα που καταναλώνει να προέρχεται αποκλειστικά από ανανεώσιμες πηγές –από τη στιγμή που η ενέργεια αποθηκεύεται αδιαφοροποίητα, αποκλείεται ο διαχωρισμός της σε «καθαρή» και «βρώμικη».

Όλα αυτά για πολλούς είναι ακόμα «ψιλά γράμματα». Η λύση των επιχειρήσεων στο πρόβλημα των οποιωνδήποτε ανατιμήσεων ήταν και είναι συνήθως η μετακύλησή τους στις τιμές των προϊόντων. Το ευρώ έδωσε, άλλωστε, βολική λύση: Ποιος έδινε σημασία σε ανατιμήσεις ανά προϊόν ενός δεκαλέπτου ή εικοσαλέπτου –χαρά στο πράγμα! Ναι, αλλά τώρα που λείπει ακόμα και το πεντάλεπτο από το καταναλωτικό εισόδημα, τι γίνεται; Ή, σωστότερα, τι πρέπει να γίνει;