Έρχονται νέες αυξήσεις στα ζυμαρικά: Η ξηρασία στον Καναδά και ο ρόλος-κλειδί της Τουρκίας

Τα ζυμαρικά είναι μία από τις κατηγορίες τροφίμων που έχουν επιβαρυνθεί περισσότερο παγκοσμίως από την αύξηση του πληθωρισμού τα τελευταία δύο χρόνια, και όλα δείχνουν ότι οι ανατιμήσεις θα συνεχιστούν και στο μέλλον, καθώς η ξηρασία στον Καναδά και η κακοκαιρία στην Ευρώπη έχουν επηρεάσει αρνητικά τις σοδειές σκληρού σιταριού, περιορίζοντας τις διαθέσιμες ποσότητες που προμηθεύονται οι αλευρόμυλοι και οι εταιρείες τροφίμων.

Σύμφωνα με στοιχεία της Nielsen που επικαλείται το πρακτορείο Reuters, οι τιμές λιανικής των ζυμαρικών έχουν αυξηθεί φέτος κατά 12% στην Ευρώπη και κατά 8% στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ το Διεθνές Συμβούλιο Σιτηρών προβλέπει ότι για την περίοδο 2023-24 η παραγωγή σκληρού σιταριού θα διαμορφωθεί σε ιστορικό χαμηλό 22 ετών, περιορίζοντας τα παγκόσμια αποθέματα στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριάντα ετών.

«Λύγισε» από την ξηρασία το σκληρό σιτάρι του Καναδά
Σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει αρνητικά τα παγκόσμια αποθέματα σκληρού σίτου είναι η ξηρασία στον Καναδά, καθώς η χώρα της βόρειας Αμερικής αντιπροσωπεύει περίπου το 50% του παγκόσμιου εμπορίου σκληρού σιταριού, όμως η φετινή σοδειά φαίνεται πως θα είναι η μικρότερη της τελευταίας δωδεκαετίας, με τη στατιστική υπηρεσία του Καναδά να υπολογίζει πως φέτος θα παραχθούν 4,3 εκατομμύρια μετρικοί τόνοι, ποσότητα μειωμένη κατά 26,4% σε σχέση με το 2022. Αιτία για τη μείωση της παραγωγής αποτελούν οι ασυνήθιστα ζεστές και ξηρές καιρικές συνθήκες που επικρατούν από τον Μάιο κυρίως στις νότιες περιοχές του Καναδά και «λύγισαν» ακόμα και το σκληρό σιτάρι, που γενικά είναι πιο ανθεκτικό στις ξηρασίες από άλλα είδη σιταριού.

Η επίδραση της ξηρασίας αναμένεται να φανεί το αμέσως επόμενο διάστημα, με ανεβασμένες τιμές για το σκληρό σιτάρι που αναπόφευκτα θα φέρουν προ διλήμματος την παγκόσμια βιομηχανία ζυμαρικών, η οποία θα κληθεί να αποφασίσει σε τι βαθμό θα απορροφήσει το αυξημένο κόστος και σε τι βαθμό θα το μετακυλίσει στους καταναλωτές.

Απρόσμενος εξαγωγέας η Τουρκία
Τι γίνεται όμως στη «γειτονιά» μας, τη Μεσόγειο; Αυτή που βγαίνει κερδισμένη από την κρίση του σκληρού σιταριού φαίνεται πως είναι η Τουρκία, που αν και συνήθως αποτελεί εισαγωγέα σκληρού σιταριού, αυτή τη χρονιά αναδεικνύεται σε απρόσμενο εξαγωγέα στην ευρύτερη περιοχή, χάρη στην ασυνήθιστα καλή σοδειά της και τα μεγάλα αποθέματα που διέθετε.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς που επικαλείται το Reuters, οι φετινές εξαγωγές τουρκικού σκληρού σιταριού κυμαίνονται μέχρι τώρα στους 300.000 μετρικούς τόνους, οι περισσότεροι εκ των οποίων κατευθύνονται προς την Ιταλία, τη «μητέρα» των ζυμαρικών, η οποία επίσης είναι αντιμέτωπη φέτος με μία προβληματική από πλευράς ποιότητας σοδειά σκληρού σιταριού, λόγω υπερβολικής βροχόπτωσης τον Μάιο και τον Ιούνιο, και έχει ανάγκη από εισαγωγές υψηλής ποιότητας για να καλύψει το κενό. Και οι εκτιμήσεις θέλουν τις τουρκικές εξαγωγές να αυξάνονται στους 500.000 μετρικούς τόνους, ή ακόμα και στο 1.000.000 μετρικούς τόνους, αναλόγως με τις άδειες εξαγωγών που θα δώσει η τουρκική κυβέρνηση. Χάρη σε αυτές τις έκτακτες εξαγωγές, οι τιμές του σκληρού σιταριού στην περιοχή της Μεσογείου έχουν συγκρατηθεί, όμως αναλυτές επισημαίνουν ότι αυτό μπορεί να αλλάξει σε έναν ή δύο μήνες, όταν τα αποθέματα της Τουρκίας εξαντληθούν.

Αυξημένο και το κόστος της τομάτας
Και καθώς τα ζυμαρικά σπανίως τρώγονται σκέτα, σε όλα αυτά θα πρέπει κανείς να υπολογίσει και τις αυξημένες τιμές που πληρώνουν οι βιομηχανίες για την προμήθεια των τοματών από τις οποίες παράγουν σάλτσες ζυμαρικών, εξαιτίας των προβλημάτων που καταγράφηκαν με τις σοδειές τομάτας σε Ισπανία και Ινδία, χώρες από τις οποίες προμηθεύονται κατά κύριο λόγο πρώτες ύλες. Ένα ακόμα στοιχείο που δείχνει πως για αρκετό καιρό ακόμα, τα συνήθως προσιτά στο ευρύ κοινό ζυμαρικά θα είναι «απλησίαστα» για πολλούς.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter

Το ράλι της τιμής της ζάχαρης θα συνεχιστεί

Έχει ξεπεράσει το 80% η αύξηση της τιμής της ακατέργαστης ζάχαρης, ως πρώτης ύλης για την παρασκευή γλυκισμάτων, το φετινό καλοκαίρι, σε σχέση με το καλοκαίρι του 2022.

Η συγκεκριμένη αύξηση τιμής αφορά B2B εταιρικές συμφωνίες εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε περίπτωση πώλησης σε τρίτη χώρα, όπου εμπλέκονται και σχετικοί δασμοί, είναι πιθανό ακόμη και να μιλάμε για διπλασιασμό τιμής.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφέρουμε ότι τα παραπάνω στοιχεία παρουσιάστηκαν από την ίδια την Κομισιόν.

Αύξηση 6% στη συνολική ευρωπαϊκή παραγωγή, καλύπτει όμως μόνο το 88,5% της ευρωπαϊκής ζήτησης
Οι παρασκευαστές γλυκισμάτων και ειδών ζαχαροπλαστικής και σοκολατοποιίας δεν περιμένουν μείωση τιμής στον νέο κύκλο τιμοκαταλόγων ζάχαρης, δηλαδή στη χειμερινή σεζόν της ζάχαρης, η οποία τυπικά ξεκινάει από την προσεχή Δευτέρα.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένει μια μικρή διόρθωση τιμής, σε συγκρατημένα επίπεδα, που οφείλεται στην αύξηση της συνολικής καλλιέργειας, που αντίστοιχα επέφερε αύξηση συνολικής παραγωγής εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά 6% συνολικά στο πρώτο εξάμηνο του 2023. Η συνολική παραγωγή ζάχαρης εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης μέχρι τα τέλη Ιουνίου φέρεται να διαμορφώθηκε σε 15,5 εκατομμύρια τόνους.

Ο Οργανισμός Βιομηχάνων Γλυκισμάτων Γερμανίας BDSI ζητά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει μέτρα που να εξασφαλίσουν ανώτατο πλαφόν της τιμής της ζάχαρης.

Ο BDSI εκτιμά ότι η συνολική ευρωπαϊκή ζήτηση, ως αποτέλεσμα από την αντίστοιχη αύξηση για ζαχαρώδη και σοκολατοπαρασκευάσματα εκ μέρους των Ευρωπαίων καταναλωτών, θα υπερβεί το 2024 τα 17,5 εκατομμύρια τόνους, κάτι που αυτόματα σημαίνει αφενός ανάγκη εισαγωγών από τρίτες χώρες, αφετέρου σηματοδοτεί νέα άνοδο της τιμής, που θα μεταβάλλει τα μακροοικονομικά μοντέλα των παραγωγών εταιρειών και θα οδηγήσει σε ανατιμήσεις προϊόντων.

Ζητήματα πληθωρισμού και κεντρικοποιημένων παραγγελιών
Σημειώνεται ότι ο BDSI έχει να διαχειριστεί τα αιτήματα των γερμανικών σοκολατοβιομηχανιών, οι οποίες είναι ως επί το πλείστον εξαγωγικές επιχειρήσεις με πελάτες άλλες χώρες εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης και η άνοδος της τιμής του τελικού προς εξαγωγή προϊόντων δεν εξυπηρετεί καθόλου την ανταγωνιστικότητα. Στην επιστολή του BDSI προς την Κομισιόν, αναφέρεται και «η αναγκαιότητα να ρυθμιστούν θέματα του πληθωρισμού, που είναι μεγάλος σε αρκετές χώρες – μέλη» και κατά τον BDSI οφείλεται «σε ενδογενή αίτια, πέρα από την αύξηση του ενεργειακού κόστους και εκείνου των πρώτων υλών».

Η λύση
Μια από τις λύσεις που προτείνει ο γερμανικός οργανισμός είναι η «κεντρικοποιημένη αγορά ποσοτήτων ακατέργαστης ζάχαρης για τη σχετική ευρωπαϊκή βιομηχανία εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης συγκεντρωτικά», όπως τη διατύπωσε ο πρόεδρος του BDSI, Μπάστιαν Φάσιν.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter

Ζυθοποιία Μακεδονίας Θράκης: Βλέπει σημαντική αύξηση κερδοφορίας το 2023

O αυξημένος όγκος πωλήσεων μπύρας και ο αυξημένος όγκος πωλήσεων βύνης, σε συνδυασμό με την αυξημένη τιμή της, ήταν οι παράγοντες που οδήγησαν σε αύξηση 15,3% τον τζίρο της Ζυθοποιίας Μακεδονίας Θράκης (Βεργίνα) το 2022, ενώ η εταιρεία επέστρεψε σε κερδοφορία παρά τα αυξημένα κόστη παραγωγής των ετοίμων προϊόντων λόγω των δύσκολων συνθηκών στην αγορά.

Τα καθαρά έσοδα της Ζυθοποιίας Μακεδονίας Θράκης από πωλήσεις το 2022 διαμορφώθηκαν σε 26,19 εκατ. ευρώ, έναντι 22,73 εκατ. το 2021, ενώ το μικτό κέρδος ανήλθε σε 7,38 εκατ. ευρώ(7,05 εκατ. το 2021), όμως το περιθώριο μικτού κέρδους υποχώρησε από το 31,01% στο 28,19%. Το καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων και μετά από φόρους διαμορφώθηκε σε κέρδη 804.310 ευρώ, έναντι ζημιών 193.604 ευρώ το 2021, ενώ η κερδοφορία EBITDA έκλεισε στα 2,63 εκατ. ευρώ, έναντι 2,34 εκατ. έναν χρόνο νωρίτερα.

Τον Νοέμβριο 2022 η εταιρεία αποφάσισε την επέκταση της δραστηριότητάς της και στον τομέα της παραγωγής, εκμετάλλευσης και εμπορίας ηλεκτρικού ρεύματος, με την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών, αιολικών και άλλων συναφών συστημάτων, προσδοκώντας ότι θα συμβάλει στον περιορισμό του σχετικού κόστους, στη διαφοροποίηση των εσόδων της εταιρείας και στη διαμόρφωση ασφαλέστερου επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Όσον αφορά στο 2023, η διοίκηση της εταιρείας αναμένει αύξηση των συνολικών πωλήσεων και σημαντική αύξηση στην κερδοφορία, ποντάροντας στην επέκταση και διαφοροποίηση της γκάμας της, τις προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου της ζυθοποιίας στην Ελλάδα, καθώς και στη στροφή του κοινού προς τα ελληνικά προϊόντα.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter