Δέλτα: Στο +10% η χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με το έργο φωτοβολταϊκών του Αγίου Στεφάνου

Ολοκληρώθηκε το έργο net metering με τοποθέτηση φωτοβολταϊκών συστημάτων επάνω από τις εργοστασιακές εγκαταστάσεις της Δέλτα στον Άγιο Στέφανο Αττικής. Η συνολική εγκατάσταση φωτοβολταϊκών αφορά επιφάνεια 7.173 τ.μ. με ισχύ 1,8 mW, που κατατάσσει το έργο ανάμεσα στα 20 μεγαλύτερα έργα net metering σε ολόκληρη την Ελλάδα, μεταξύ φωτοβολταϊκών συστημάτων με σύνδεση net metering και όχι αυτόνομων παραγωγών ρεύματος.

Η ολοκλήρωση του project θα επιτρέπει στη Δέλτα να εξοικονομεί χρησιμοποιούμενη ενέργεια κατά 10% και να την αντικαθιστά με καθαρή και βιώσιμη ενέργεια, από ανανεώσιμες πηγές. Σύμφωνα με πληροφορίες του FOODReporter, έχει ολοκληρωθεί η παροχή ισχύος 1,55 mW για την ώρα και σύντομα η εταιρεία θα προχωρήσει με τους όρους σύνδεσης, ώστε να ξεκινήσει η ενεργοποίηση και η παραγωγική αξιοποίηση του έργου.

Το έργο του Αγίου Στεφάνου θα ακολουθήσει το αντίστοιχο έργο στις εργοστασιακές εγκαταστάσεις της Δέλτα στη Σίνδο Θεσσαλονίκης. Εκείνο το έργο θα αφορά ισχύ 1,5 mW. Άλλωστε, η Δέλτα έχει θέσει ως στόχο θετικό κλιματικό αποτύπωμα μέχρι το 2030 για τις εγκαταστάσεις και τα εργοστάσιά της, στοχεύοντας στη μείωση περισσότερων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από αυτές που εκπέμπει όλη η αλυσίδα αξίας της Δέλτα.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter

Κι όμως, ο καύσωνας δεν κάνει καλό στις πωλήσεις παγωτών

Το φετινό καλοκαίρι στην Ευρώπη χαρακτηρίζεται από πολύ υψηλές θερμοκρασίες, ειδικά στις μεσογειακές χώρες όπως η Ελλάδα. Θεωρητικά, οι καιρικές αυτές συνθήκες ευνοούν την αγορά των παγωτών, καθώς οι ταλαιπωρημένοι από τη ζέστη καταναλωτές αναζητούν τη δροσιά σε προϊόντα όπως εμφιαλωμένο νερό, αναψυκτικά και παγωτά. Είναι όμως πράγματι έτσι όσον αφορά στα παγωτά; Σύμφωνα με τον οικονομικό διευθυντή της Unilever, Graeme Pitkethly, όχι.

Απαντώντας σε ερωτήσεις στη διάρκεια του conference call για τα αποτελέσματα τριμήνου της Unilever, η οποία αντιπροσωπεύει περίπου το 20% των παγκόσμιων πωλήσεων παγωτού, ο Pitkethly υποστήριξε πως ενώ πράγματι τα αναψυκτικά ευνοούνται από την υπερβολική ζέστη, δεν ισχύει το ίδιο και για τα παγωτά. «Υπάρχει ένα ιδανικό σημείο θερμοκρασίας. Όταν κάνει υπερβολική ζέστη, ο κόσμος απομακρύνεται από τα παγωτά και αγοράζει αντ’ αυτών ένα παγωμένο αναψυκτικό», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Πάντως, ο ίδιος εμφανίστηκε αισιόδοξος για την πορεία των πωλήσεων παγωτών της Unilever κατά την τρέχουσα καλοκαιρινή περίοδο, ποντάροντας στην αναγνωρισιμότητα των brands παγωτού της. Σημειωτέον ότι η κατηγορία του παγωτού αντιπροσωπεύει το 15% περίπου του συνολικού τζίρου της Unilever.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter

Brevel: Χρηματοδότηση 18 εκατ. δολαρίων για «πρωτεΐνη-φάντασμα» από μικροφύκη

Η… επέλαση των εναλλακτικών πρωτεϊνών συνεχίζεται: μετά τη σόγια, την πρωτεΐνη αρακά και άλλες πολλές εναλλακτικές του κρέατος πρωτεΐνες που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή plant-based προϊόντων, η ισραηλινή εταιρεία Brevel ποντάρει στα προϊόντα με πρώτη ύλη τα μικροφύκη. Ήδη μάλιστα πριν από λίγες μέρες εξασφάλισε χρηματοδότηση 18,5 εκατ. δολαρίων, με επικεφαλής την NevaTeam Partners, η οποία «κλείδωσε» και μία θέση στο ΔΣ της εταιρείας. Η Βrevel ιδρύθηκε το 2016 στο Τελ Αβίβ από τρία αδέλφια που ανέπτυξαν μία τεχνολογία χάρη στην οποία μπορούν να παράξουν πρωτεΐνη από μικροφύκη, την οποία και μπορούν να πωλήσουν σε βιομηχανίες τροφίμων σε μορφή σκόνης, ώστε να αποτελέσουν τη βάση για plant-based προϊόντα.

Η εταιρεία υποστηρίζει ότι η πρωτεΐνη της είναι «η πιο βιώσιμη στη Γη», ενώ μπορεί να χαρακτηριστεί και ως «πρωτεΐνη-φάντασμα», καθώς δεν επηρεάζει τη γεύση, το χρώμα ή τη μυρωδιά των τροφίμων στα οποία προστίθεται, και άρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μία ευρεία ποικιλία τροφών. Καθώς από τη διαδικασία παραγωγής της πρωτεΐνης παράγονται και άλλα, μη βρώσιμα παραπροϊόντα, το κόστος παραγωγής της είναι αντίστοιχο με αυτό των προϊόντων από πρωτεΐνη αρακά ή σόγια.

Ήδη μάλιστα η Brevel έχει υπογράψει συμφωνία με την εταιρεία φυτικών τυριών Vgarden, η οποία είναι και η πρώτη που θα ενσωματώσει την πρωτεΐνη μικροφύκης της ισραηλινής επιχείρησης στα προϊόντα της.

Τα πρώτα plant-based τυριά της Vgarden με πρωτεΐνη μικροφύκης αναμένεται να τοποθετηθούν στα ράφια εντός του 2024. Η κατηγορία των plant-based εναλλακτικών των γαλακτοκομικών προϊόντων είναι άλλωστε αυτή στην οποία στοχεύει κατ’ αρχήν η Brevel. H εταιρεία διαθέτει μία πιλοτική μονάδα παραγωγής με δυναμικότητα μόλις 500 λίτρων, όμως μελλοντικά θα επεκταθεί σε ένα νέο εργοστάσιο 5.000 λίτρων και το 2025 σχεδιάζει να διαθέτει μία μονάδα συνολικής δυναμικότητας 900.000 λίτρων.

Η Brevel δεν είναι η μοναδική εταιρεία που πειραματίζεται με τη χρήση μικροφυκών σε βρώσιμα προϊόντα, καθώς αντίστοιχες προσπάθειες κάνουν και εταιρείες όπως η AlgaeCore Technologies και η NewFish. Και αυτό κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι, καθώς τα μικροφύκη θεωρούνται μία πολλά υποσχόμενη εναλλακτική τροφή που θα μπορούσε να βοηθήσει στην εξασφάλιση τροφής για τον ολοένα αυξανόμενο πληθυσμό του κόσμου με έναν πιο βιώσιμο τρόπο από τα σημερινά συστήματα γεωργίας, σύμφωνα με έρευνες, αποτελώντας δυνητικά ένα νέο είδος υπερτροφής χάρη στην υψηλή περιεκτικότητά τους σε πρωτεΐνες και θρεπτικά συστατικά. Κι αν ακόμα η αξιοποίησή τους βρίσκεται σε εμβρυακό στάδιο, στο μέλλον πιθανότατα θα μας απασχολήσουν πολύ περισσότερο.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter