Είσοδος στον κλάδο της εστίασης για το Πλαίσιο

Μέχρι τώρα η μόνη σχέση που θα μπορούσε να πει κανείς ότι έχει η αλυσίδα ηλεκτρονικών και ηλεκτρικών ειδών Πλαίσιο με τον κλάδο των τροφίμων και ποτών είναι οι συσκευές που διαθέτει στα ράφια του, όπως καφετιέρες, τοστιέρες, ψυγεία και φούρνοι. Αυτό όμως φαίνεται πως σύντομα πρόκειται να αλλάξει, καθώς το Πλαίσιο σχεδιάζει τα πρώτα του βήματα στο κομμάτι της ίδρυσης, λειτουργίας και εκμετάλλευσης επιχειρήσεων εστίασης, όπως προκύπτει από τις αποφάσεις της τακτικής γενικής συνέλευσης των μετόχων της εταιρείας που διεξήχθη στις 14 Ιουνίου.

Μεταξύ των αποφάσεων που έλαβε η ΓΣ ήταν και η τροποποίηση του καταστατικού της εταιρείας, με την προσθήκη επτά νέων εδαφίων στο άρθρο 4, που αφορά στο σκοπό της επιχείρησης.

Το ενδιαφέρον μας εστιάζεται σε δύο από αυτά, σύμφωνα με τα οποία στις δραστηριότητες του Πλαισίου εντάσσονται αφενός «η δια παντός τρόπου και μέσου παραγωγή, διάθεση και εμπορία καφέ, χυμών, αναψυκτικών, ροφημάτων, εδεσμάτων, μικρογευμάτων, γευμάτων, ειδών αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής, γλυκισμάτων, γαλακτοκομικών, παγωτού, τυποποιημένων ζαχαρωδών προϊόντων, ξηρών καρπών, και λοιπών συναφών προϊόντων», αφετέρου «η ίδρυση, ανάπτυξη, διαχείριση, λειτουργία και σύμφωνα με το νόμο εκμετάλλευση εστιατορίων, αναψυκτηρίων, café, internet café, σνακ μπαρ (snack bar), καταστημάτων παρασκευής και πώλησης πάσης φύσεως ροφημάτων, τυποποιημένων προϊόντων, μικρογευμάτων, γευμάτων, ειδών αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής, λοιπών καταστημάτων παρεμφερούς σκοπού και επιχειρήσεων εστίασης εν γένει».

Σημειώνεται ότι ένας από τους κύριους ανταγωνιστές του Πλαισίου, η αλυσίδα Public, έχει επίσης κάνει προ πολλού άνοιγμα στην εστίαση με το Public Cafe, που βρίσκεται στον πέμπτο όροφο του καταστήματος Public στην πλατεία Συντάγματος.

Από τα χαρτικά στην πληροφορική, τις λευκές συσκευές και την εστίαση
Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που το Πλαίσιο επεκτείνει τις δραστηριότητές του σε έναν νέο τομέα, αρκετά διαφορετικό σε σχέση με τις ήδη υπάρχουσες.

Το Πλαίσιο ξεκίνησε από ένα κατάστημα ειδών σχεδίου και χαρτοπωλείου στα Εξάρχεια το 1969 και το 1985 μπήκε στο χώρο της πληροφορικής, όπου μέχρι και σήμερα καταγράφει αξιοσημείωτη επιτυχία. Όπως επιτυχημένη ήταν και η είσοδος της αλυσίδας στις λευκές συσκευές πριν από λίγα χρόνια, με την κατηγορία να καταγράφει αλματώδη ανάπτυξη και να αποτελεί πλέον σχεδόν το 9% του συνολικού τζίρου της εταιρείας.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter

Πίνδος: Ιστορικό ρεκόρ τζίρου με 286,15 εκατ. ευρώ το 2021

Σε ιστορικά υψηλά επίπεδα κινήθηκε το 2021 ο κύκλος εργασιών του Αγροτικού Πτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Ιωαννίνων Πίνδος, καταγράφοντας αύξηση άνω των 20 εκατομμυρίων ευρώ σε σχέση με το 2020, χρονιά κατά την οποία επηρεάστηκε από την πανδημία, αλλά και αύξηση 16 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2019, το τελευταίο προπανδημικό έτος.

Ειδικότερα, το 2021 ο τζίρος της Πίνδου διαμορφώθηκε στα 286,15 εκατ. ευρώ, έναντι 265,56 εκατ. ευρώ το 2020 και 270,11 εκατ. ευρώ το 2019. Ωστόσο, το αυξημένο κατά σχεδόν 22 εκατ. ευρώ κόστος πωλήσεων (από τα 239,40 εκατ. ευρώ το 2020 στα 261,13 εκατ. ευρώ το 2021) οδήγησε σε μείωση της κερδοφορίας, με τα μικτά κέρδη να μειώνονται στα 25,02 εκατ. ευρώ, έναντι 16,16 εκατ. ευρώ το 2020, τα κέρδη προ φόρων να διαμορφώνονται στα 671.368,86 ευρώ, έναντι 1,64 εκατ. ευρώ το 2020, ενώ τα κέρδη μετά από φόρους να συρρικνώνονται στα 609.114,81 ευρώ, έναντι 1,57 εκατ. ευρώ το 2020.

Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την Πίνδος, το μερίδιό της στην αγορά της πτηνοτροφίας ανέρχεται στο 37%.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter

Από την Ελλάδα 7 στα 10 εισαγόμενα παγωτά της Κύπρου

Στο 70% ανέβηκε το ποσοστό της Ελλάδας στις εισαγωγές παγωτού στην Κύπρο για το 2021, έναντι 67% το 2020. Οι εισαγωγές παγωτού στην Κύπρο καταλαμβάνουν το 38% της συνολικής καταναλωτικής ζήτησης, παρά το γεγονός ότι η εγχώρια κυπριακή παραγωγή παγωτού ολοένα και αυξάνεται τόσο σε όγκο (7.882 τόνοι το 2019), όσο και σε αξία (16,78 εκατ. ευρώ το ίδιο έτος).

Η παραγωγή παγωτού καταλαμβάνει το 1,3% της συνολικής παραγωγής βιομηχανοποιημένων τροφίμων στην Κύπρο. Το 2021, η Κύπρος εισήγαγε παγωτό συνολικής αξίας 10,26 εκατ. ευρώ, σημαντικά αυξημένο κατά 23% συγκριτικά με το 2020, όταν και ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού.

Η ετήσια αξία των εισαγωγών παγωτού στην κυπριακή αγορά παρουσιάζει σταθερά ανοδική τάση, από το 2017 κι έπειτα, με εξαίρεση το 2020.Το ποσό εισαγωγών αντιστοιχούσε σε ποσότητα 2,828 τόνων. Και εδώ παρατηρείται αύξηση κατά 18%, σε σχέση με το 2020). Η μέση τιμή του παγωτού που εισάγεται στην κυπριακή αγορά κατά την τελευταία οκταετία (2014-2021) ανέρχεται σε €3,11 το κιλό. Πάντως, η ετήσια εισαγόμενη ποσότητα παγωτού στη χώρα καταγράφει ξεκάθαρη μείωση, γεγονός που μεταξύ άλλων σχετίζεται με τη συνεχιζόμενη διεθνή αύξηση των τιμών των πρώτων υλών.

Η Ελλάδα εξάγει το ακριβότερο παγωτό στην Κύπρο
Σε ό,τι αφορά το μέσο κόστος εισαγωγής, τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας Κύπρου (CYSTAT) καταδεικνύουν ότι το παγωτό που εξάγει η Ελλάδα στην Κύπρο υπερβαίνει σε μέση αξία ανά κιλό εκείνο των άλλων χωρών. Το 2021, η μέση τιμή του εισαγόμενου στην Κύπρο παγωτού από την Ελλάδα άγγιξε τα €3,90 ανά κιλό, ενώ από τη Γερμανία η Κύπρος αγόρασε παγωτό έναντι €3 το κιλό και από το Βέλγιο έναντι €2,90 το κιλό. Η Γερμανία διατηρεί μερίδιο 19% στις εξαγωγές παγωτού στην Κύπρο, μερίδιο που μειώθηκε εκ νέου, αν αναλογιστεί κανείς ότι το 2020 έφθανε το 21%. Το Βέλγιο είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εξαγωγέας παγωτού προς την Κύπρο, αλλά έχει μερίδιο αγοράς μόλις 3%, έναντι 7% το 2020. Ουσιαστικά, οι συνθήκες στην εφοδιαστική αλυσίδα που διαμόρφωσε η πανδημία του κορωνοϊού ουσιαστικά μεγάλωσαν την εξάρτηση της Κύπρου από την Ελλάδα σε ό,τι αφορά την αγορά του παγωτού. Συνολικότερα, από το 2013 ως το 2021, η αξία των ελληνικών εξαγωγών παγωτού προς την Κύπρο αυξήθηκε συνολικά κατά 35%. Σημειώνεται ακόμη ότι η Γαλλία, από το 2014 κι έπειτα, δεν εμφανίζεται πια μεταξύ των προμηθευτών της κυπριακής αγοράς παγωτού. Μόνο η Ιταλία κράτησε σταθερό το δικό της μερίδιο στη συγκεκριμένη αγορά (3%).

Η μέση ετήσια αξία των ελληνικών εξαγωγών παγωτού στην Κύπρο κατά τα έτη 2013 έως 2021 ανήλθε σε 6,14 εκατ. ευρώ, ενώ η μέση ετήσια ποσότητα σε 1.811 τόνους αντίστοιχα. Το 2021, η Ελλάδα εξήγαγε στην κυπριακή αγορά παγωτά συνολικής αξίας 7,17 εκατ. ευρώ, τα οποία αντιστοιχούσαν σε ποσότητα 1.856 τόνων. Το μερίδιο που καταλαμβάνει η Ελλάδα στις συνολικές κυπριακές εισαγωγές παγωτού είναι μεγαλύτερο σε όρους αξίας και μικρότερο σε όρους ποσότητας: 70% σε αξία, 66% σε ποσότητα, για το έτος 2021). Εκτιμάται ότι το παγωτό που προέρχεται από την Ελλάδα εισάγεται σε ακριβότερες τιμές απ’ ότι εκείνο που προέρχεται από τους υπόλοιπους προμηθευτές. Το 2020, οι ελληνικές εξαγωγές παγωτού στην Κύπρο επηρεάστηκαν σημαντικά εξαιτίας του ξεσπάσματος της πανδημίας του κορωνοίού: Μειώθηκαν κατά -28% μέσα στο έτος, σύμφωνα με τα στοιχεία της CYSTAT. Η αντίστοιχη μείωση που κατέγραψαν οι άλλοι δύο βασικοί προμηθευτές (Γερμανία, Βέλγιο) για το ίδιο έτος ήταν ηπιότερη: 10% και 20% αντίστοιχα.

Ποιοι είναι οι μεγαλύτεροι «παίκτες» στην κυπριακή αγορά παγωτού
Το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς στο κυπριακό παγωτό, σύμφωνα με το γραφείο Οικονομικών Υποθέσεων της Κύπρου που υπάγεται στο ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, κατέχει η Regis Milk Industries, εταιρεία εγχώριας κυπριακής παραγωγής, που κυριαρχεί στις πολυσυσκευασίες ατομικών παγωτών, κατέχοντας μερίδιο που αγγίζει το 35% σε όγκο επί του συνόλου των πωλήσεων.
Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Froneri, με εισαγωγή από την Ελλάδα, μέσω της εταιρείας Vassos Eliades. Εκτός από τα παγωτά της Nestle και της Mondelez, στην κατηγορία μεριδίου συμπεριλαμβάνονται και τα παγωτά Movenpick, Antica Gelateria del Corso και La Cremeria. Το μερίδιο της Froneri στην κυπριακή αγορά παγωτού ανέρχεται σε 24,5% σε αξία και σε 22,5% σε ποσότητα, ενώ διαφαίνεται μελλοντική αυξητική τάση. Μετά τη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων κατά της πανδημίας του κορωνοϊού, η εταιρεία δήλωσε ότι αυξήθηκαν οι πωλήσεις σε όλες τις ετικέτες παγωτού, τις οποίες εκπροσωπεί.

Σημαντική θέση κατέχουν τα παγωτά Algida, τα οποία εισάγονται στην Κύπρο μέσω της Unilever. Η Unilever Tseriotis Cyprus Limited είναι αντιπρόσωπος στην Κύπρο για τα brands Calippo, Cornetto, Twister, Disney και Magnum (το αντίστοιχο Magic της Ελλάδας). Όπως ανέφερε εκπρόσωπος της εταιρείας, τα παγωτά της Algida κυριαρχούν στην κυπριακή αγορά στην κατηγορία των πολυσυσκευασιών οικογενειακού παγωτού καθώς και στο ξυλάκι (ατομικές συσκευασίες), όπου τις περισσότερες πωλήσεις φαίνεται να καταγράφει το Magnum.

Ακόμη, σημαντικό όγκο πωλήσεων σταθερά διατηρεί η κυπριακή βιομηχανία P&P (Papafilipou), η οποία δημιουργήθηκε το 1965 και κατέχει ηγετική θέση στην κυπριακή αγορά στο επαγγελματικό και οικογενειακό παγωτό. Δραστηριοποιείται τόσο στη χονδρική πώληση σε σημεία Ho.Re.Ca. και σε σούπερ μάρκετ και περίπτερα, όσο και στη λιανική, μέσα από ιδιόκτητα σημεία πώλησης. Επίσης, η P&P διαθέτει αξιόλογο δίκτυο εξαγωγών, το οποίο περιλαμβάνει και την Ελλάδα: Κυπριακά παγωτά Παπαφιλίππου πωλούνται σε ελληνικές αλυσίδες σούπερ μάρκετ:
Σε Σκλαβενίτη και ΑΒ Βασιλόπουλο.

Η P&P Ice Cream κατά κόρον καλύπτει στην Ελλάδα την κατηγορία των οικογενειακών παγωτών με stevia, όπου, όπως αναφέρει η ίδια, δεν υπάρχουν ανταγωνιστικά brands.

Πέμπτος κατά σειρά «παίκτης» βάσει αξίας πωλήσεων στην κυπριακή αγορά παγωτού φέρεται να είναι η Κρι Κρι και πάλι από την Ελλάδα, με διανομέα την Kean Group. Η KEAN Group συνεργάζεται με την Κρι Κρι από το 2012, αντιπροσωπεύοντας και τη διανομή γιαουρτιού της σερραϊκής εταιρείας.

Τέλος, ένα 3% στην κυπριακή αγορά παγωτού διατηρεί η Mars, με διεθνές δίκτυο εισαγωγών και διανομή από την Argosy Trading Co. Το μερίδιο της κυπριακής αγοράς που αντιστοιχεί στα παγωτά της Mars αφορά τα brands Galaxy, Twix, Snickers, Bounty, Mars, Maltesers και M&Ms.

Ενθαρρυντικά τα στοιχεία παραγγελιών του 2022, στροφή σε οικογενειακές συσκευασίες, γρανίτες, «λευκά» και vegan παγωτά
Παρότι η αγορά του παγωτού έχει αποδειχτεί και τα προηγούμενα χρόνια ότι αντέχει διαφορετικών τύπων κρίσεις, το καλοκαίρι του 2022 αναμένεται ότι θα ελαττωθούν αρκετά οι πωλήσεις στις ατομικές συσκευασίες παγωτού, εξαιτίας της μείωσης αφίξεων τουριστών. Αντίθετα, οι οικογενειακές συσκευασίες του ενός λίτρου, που διατίθενται κυρίως στα σούπερ μάρκετ, υπολογίζεται ότι θα διατηρήσουν σταθερή τη ζήτησή τους.

Τα πρώτα στοιχεία που εξέδωσε η CYSTAT για το 2022 ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, αφού καταγράφουν άνοδο 122% για τις συνολικές κυπριακές εισαγωγές παγωτού σε αξία και 82% σε ποσότητα για τον μήνα Ιανουάριο. Οι αντίστοιχες ποσοστιαίες αυξήσεις για τις εισαγωγές μόνο από την Ελλάδα ήταν κάπως ηπιότερες: 44% για την αξία και 4% για την ποσότητα.

Ιδιαίτερη προτίμηση, βάσει των πωλήσεων, φαίνεται να δείχνουν οι Κύπριοι καταναλωτές στα παγωτά με πιο ελαφριά σύσταση, δηλαδή με λιγότερα λιπαρά και λιγότερη ζάχαρη από τα αντίστοιχα που πωλούνται σε ΗΠΑ και Ευρώπη, πιθανότατα εξαιτίας του θερμού κλίματος της χώρας. Αρκετά δημοφιλείς στην Κύπρο είναι φρουτένιες γεύσεις τύπου γρανίτας, όπως τα sorbet (με 0% γάλα) και τα sherbet (με 15% γάλα), καθώς και τα «λευκά» παγωτά, με γεύσεις βανίλιας ή γιαουρτιού. Ακόμη, στην Κύπρο κερδίζουν συνεχώς έδαφος τα τελευταία χρόνια τα παγωτά χωρίς ζάχαρη, με την προσθήκη του γλυκαντικού stevia. Ανερχόμενες είναι και οι κατηγορίες των παγωτών vegan και των παγωτών χωρίς γλουτένη.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter