Αισιόδοξος για τις προοπτικές του κλάδου των τροφίμων στην Ελλάδα, τόσο αναφορικά με την προσέλκυση επενδύσεων, όσο και με τις εξαγωγές, δήλωσε ο CEO της Enterprise Greece, Γιώργος Φιλιόπουλος, σε συνέντευξή του στο FOODReporter, κάνοντας λόγο για ένα από τα πλέον «ισχυρά χαρτιά» της ελληνικής οικονομίας, και κυρίως της ελληνικής βιομηχανίας.
Παραμένει η Ελλάδα ελκυστικός προορισμός για επενδυτές, ακόμα και εν μέσω των πολλαπλών κρίσεων που διανύει ο πλανήτης;
Η θέση της Ελλάδος στο διεθνές επενδυτικό περιβάλλον είναι σαφώς αναβαθμισμένη, κάτι που επιβεβαιώνεται και στην τελευταία έκθεση του συμβουλευτικού ομίλου Ernst & Young (ΕΥ) για το έτος 2021.
Σύμφωνα με αυτή, η χώρα μας εδραιώνεται ως επενδυτικός προορισμός αφού πλήθος εταιριών σχεδιάζει την επέκταση των δραστηριοτήτων τους στην Ελλάδα, χάρη και στις σημαντικές μεταρρυθμίσεις που υλοποίησε η παρούσα κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια. Ενδεικτικά αναφέρω, την απλοποίηση της διαδικασίας αδειοδότησης των επιχειρηματικών σχεδίων, τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και των ασφαλιστικών εισφορών, τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους και τα κίνητρα που δίνονται για επενδύσεις στην πράσινη και κυκλική οικονομία.
Άξια αναφοράς είναι επίσης η σταδιακή μεταβολή της ποιοτικής σύνθεσης των επενδύσεων που γίνονται στη χώρα μας.
Εξαιρετικά ενθαρρυντική είναι και η υψηλή συμμετοχή των κέντρων έρευνας και ανάπτυξης, ενώ θετική εξέλιξη θεωρείται και η εγκατάσταση των κεντρικών γραφείων επιχειρήσεων (headquarters), γεγονός που επιβεβαιώνει ότι η Ελλάδα μπορεί να λειτουργήσει ως περιφερειακό επιχειρηματικό κέντρο που θα εξυπηρετεί την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Ως επιστέγασμα όλων αυτών, έχουμε μια σειρά σπουδαίων επενδύσεων που έγιναν τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας από επιχειρηματικούς κολοσσούς όπως είναι η Microsoft, η Pfizer, η Cisco, η Fraport και η Volkswagen.
Έχουν γίνει σημαντικές επενδύσεις από το εξωτερικό στον κλάδο των τροφίμων τα τελευταία χρόνια, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την εξαγορά της Chipita από τη Mondelez. Είναι τα τρόφιμα ένα από τα «δυνατά χαρτιά» της Ελλάδας στην προσέλκυση επενδύσεων;
Ο κλάδος τροφίμων και ποτών αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα από τα πλέον «ισχυρά χαρτιά» της ελληνικής οικονομίας και κυρίως της ελληνικής βιομηχανίας. Σύμφωνα με στοιχεία μελέτης του ΙΟΒΕ για το έτος 2020, ο κλάδος τροφίμων-ποτών αντιπροσωπεύει το 28,5% των επιχειρήσεων του μεταποιητικού κλάδου στη χώρα μας, το 25,6% του κύκλου εργασιών του, το 24,6% της αξίας παραγωγής, το 28,7% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας και το εντυπωσιακό 36,8% των εργαζομένων που απασχολούνται συνολικά στον δευτερογενή τομέα στη χώρα. Σύμφωνα δε με πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2020, ο κλάδος τροφίμων και ποτών διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην αύξηση των εισροών κεφαλαίων στη μεταποίηση, φτάνοντας στο 21% μεταξύ 2019 και 2020. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι το σύνολο της μεταποιητικής δραστηριότητας παρουσίασε αύξηση της τάξης του 66%.
Συνεπώς, γίνεται εύκολα αντιληπτό, ότι παραδοσιακοί κλάδοι για τη χώρα, όπως αυτός των τροφίμων-ποτών, διαθέτουν ισχυρότατη δυναμική προσέλκυσης νέων επενδυτικών κεφαλαίων, καθώς και σημαντικότατη προοπτική για επέκταση και υλοποίηση και νέων επενδύσεων από ήδη εγκατεστημένους ομίλους και εταιρείες.
Η εξαγορά της Chipita είναι αναμφίβολα ένα εξαιρετικά επιτυχημένο deal. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε την έντονη επενδυτική παρουσία και άλλων μεγάλων πολυεθνικών στη χώρα όπως αυτών της Nestle, της Friesland Campina, της Unilever, αλλά και μικρότερων επιχειρήσεων, όπως η πρόσφατη δυναμική επενδυτική είσοδος στη χώρα μας, του ομίλου Switz Group με έδρα το Ντουμπάι.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, πέρυσι οι ελληνικές εξαγωγές τροφίμων άγγιξαν τα 6 δισεκατομμύρια ευρώ, αυξημένες κατά 1 δισ. μέσα σε δύο χρόνια. Πού οφείλεται αυτή η αύξηση;
Η αλήθεια είναι ότι μετά τη μείωση που σημείωσαν οι εξαγωγές μας το 2020 εξαιτίας της πανδημίας, το 2021 είχαμε αύξηση ρεκόρ της τάξης του 28%. Πιο συγκεκριμένα το συνολικό ποσό από τις εξαγωγές άγγιξε πέρυσι τα 39,3 δις ευρώ έναντι 30,7 δις το 2020, ενώ και για την πενταετία 2017- 2021, η αύξηση άγγιξε επίσης επίπεδα ρεκόρ της τάξης του 37,8%.
Εάν μάλιστα λάβουμε υπόψη και τα στοιχεία του Διεθνούς Κέντρου Εμπορίου (ITC), παρατηρούμε πως οι εξαγωγικές προοπτικές της χώρας μας παρουσιάζουν ανεκμετάλλευτο δυναμικό που ανέρχεται στα 16 δις δολάρια, που σημαίνει πως περαιτέρω εντυπωσιακή αύξηση των εξαγωγών μας είναι εφικτή τα επόμενα χρόνια.
Κάνοντας ειδική αναφορά στον τομέα των τροφίμων, παρατηρούμε ότι η χώρα μας συγκεντρώνει αρκετά συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλες χώρες και θα μπορούσε με τις κατάλληλες κινήσεις, να βρεθεί ακόμη πιο ψηλά στην κατάταξη των χωρών οι οποίες παρουσιάζουν έντονη εξαγωγική δραστηριότητα. Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα κατέχει την 36η θέση στην παγκόσμια κατάταξη με 6,1 δις ευρώ, ήτοι 0,7% επί του συνόλου των παγκόσμιων εξαγωγών τροφίμων.
Παρά την αυξητική πορεία των εξαγωγών, υπάρχει η αίσθηση ότι δυνατά ελληνικά προϊόντα, όπως το ελαιόλαδο και το κρασί, δεν τα πηγαίνουν τόσο καλά εξαγωγικά όσο θα μπορούσαν. Τι κρατάει πίσω τις ελληνικές εξαγωγές;
Θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω με το συμπέρασμά σας, καθώς τα επίσημα στοιχεία, δείχνουν μια σαφώς αυξητική πορεία, με εξαίρεση φυσικά το 2020, που εξαιτίας του κορονοϊού, υπήρχε γενικότερη μείωση παγκοσμίως.
Αυτό φυσικά δε σημαίνει πως οι εξαγωγές αυτών των προϊόντων δε θα μπορούσαν να είναι ακόμη υψηλότερες, συμβάλλοντας έτσι περισσότερο στην τόνωση της ελληνικής οικονομίας. Οι λόγοι στους οποίους οφείλεται αυτή η υστέρηση είναι οι εξής:
- Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (σύμφωνα με τις στατιστικές, το 96% των ελληνικών επιχειρήσεων είναι το πολύ μέχρι 10 ατόμων), γεγονός που σημαίνει ότι δεν είναι σε θέση να διαχειριστούν μεγάλες ποσότητες προϊόντων προς εξαγωγή ή να αναλάβουν τα έξοδα προώθησης όπως συμμετοχή σε Διεθνείς Εκθέσεις, δράσεις Β2Β στο εξωτερικό, διαφημιστικές καμπάνιες κ.λ.π.
- Μεγάλος χρόνος διεκπεραίωσης εξαγωγικών διαδικασιών
- Έλλειψη σωστού marketing (design, ετικέτες, εφευρετικά εμπορικά σήματα, συσκευασία, πιστοποιήσεις)
- Αδυναμία σημαντικής μερίδας των επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες της εξαγωγικής δραστηριότητας
- Ελλείψεις σε ειδικές δεξιότητες απαραίτητες για την προώθηση των προϊόντων στο εξωτερικό (καλή γνώση τεχνικής πωλήσεων, κατάρτιση σωστών εμπορικών συμφωνιών κ.λ.π.)
- Δημιουργία & εξαγωγή προϊόντων με υψηλή προστιθέμενη αξία, με έμφαση στην τυποποίηση και το brand name.
Πώς μπορεί η Enterprise Greece να βοηθήσει μία ελληνική εταιρεία που θέλει να διευρύνει τη δραστηριότητά της στο εξωτερικό;
Ως μέρος του μηχανισμού Οικονομικής Διπλωματίας του Υπουργείου Εξωτερικών πλέον, μαζί με το δίκτυο των Γραφείων Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στις Πρεσβείες και Προξενεία μας και τα εξειδικευμένα στελέχη τους σε όλες τις σημαντικές αγορές του κόσμου, η Enterprise Greece, συμβάλει ουσιαστικά στην εξωστρέφεια των ελληνικών επιχειρήσεων και κατ΄ επέκταση στην καλύτερη προώθηση των προϊόντων τους στο εξωτερικό. Έχοντας ρόλο συμβουλευτικό και υποστηρικτικό, φροντίζουμε ώστε να καθοδηγούμε τον Έλληνα εξαγωγέα, με τρόπο υπεύθυνο, από τα πρώτα του βήματα και παράλληλα να τον εκπαιδεύουμε σε όλο το φάσμα των σωστών εξαγωγικών πρακτικών που πρέπει να ακολουθήσει.
Μεταξύ των βασικών μας αρμοδιοτήτων είναι:
- Η προώθηση των ελληνικών προϊόντων
- Η ενημέρωση των ξένων αγοραστών σχετικά με την εξαγωγική δυναμική της Ελλάδας και την ελληνική αγορά
- Η αξιοποίηση των εργαλείων προώθησης προϊόντων, όπως η διοργάνωση εθνικού περίπτερου σε διεθνείς εκθέσεις, η οργάνωση αποστολών και Β2Β συναντήσεων με αγοραστές, ο σχεδιασμός δράσεων ενημέρωσης καταναλωτών, η διοργάνωση γαστρονομικών events, κ.α.
Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter