Τα στοιχεία των ερευνών του ΙΕΛΚΑ καταγράφουν τις σημαντικές ευκαιρίες ανάπτυξης για τον κλάδο των σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα, διαβεβαιώνοντας ότι παρά τη συνεχιζόμενη ύφεση υπάρχουν σαφείς προοπτικές για ενίσχυση των πωλήσεών του. Όπως εκτιμάται, στο μέλλον θα δούμε σημαντικές επενδύσεις από τις μεγάλες αλυσίδες του κλάδου σε πολλές και διαφορετικές αγορές, ορισμένες από τις οποίες ακόμα σήμερα δεν θεωρούνται κατεξοχήν αντικείμενό του.

Το ΙΕΛΚΑ, στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης μελέτης και καταγραφής των μεγεθών και των εξελίξεων της αγοράς του λιανεμπορίου τροφίμων, πραγματοποίησε τον Φεβρουάριο φέτος έρευνα καταναλωτών, εστιασμένη στην αγορά των ειδών αρτοποιίας και την αγορά του κρέατος, σε δείγμα 750 καταναλωτών από όλη τη χώρα, η οποία, σε συνδυασμό με την ετήσια έρευνα καταναλωτών του ΙΕΛΚΑ, δείχνει τις σημαντικές ευκαιρίες για το οργανωμένο λιανεμπόριο. Η σχετική μελέτη, που παρουσιάστηκε στο σελφ σέρβις CEO Forum 2017 από τον καθηγητή Γιώργο Δουκίδη, επιστημονικό σύμβουλο του ΙΕΛΚΑ (βλέπε εκτενές ρεπορτάζ στις επόμενες σελίδες), συνδυασμένη επίσης με μακροοικονομικά στοιχεία και στοιχεία για την εγχώρια κατανάλωση, αναδεικνύει ευρύτερα τις προοπτικές του κλάδου των σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα.

Το οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων, λοιπόν, εκτιμάται ότι το 2016 πραγματοποίησε πωλήσεις της τάξης των 11 δισ. ευρώ. Αυτές αντιστοιχούν μόλις στο 55% των πωλήσεων της αγοράς τροφίμων, όπως προκύπτουν από την επεξεργασία των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, όταν στις αγορές της Δυτικής Ευρώπης το αντίστοιχο ποσοστό είναι 80%. Υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες νέων αγορών στις οποίες έχει σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης το οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων στην Ελλάδα, η πρώτη σχετίζεται με τα τρόφιμα-ποτά κι η δεύτερη με όλα τα άλλα FMCG. Σχετικά με την πρώτη, αυτή περιλαμβάνει σε γενικές γραμμές τα είδη αρτοποιίας και κυρίως το φρέσκο ψωμί, τα είδη κρεοπωλείου, τα είδη ιχθυοπωλείου και τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά. Συμπληρωματικά σε αυτές τις αγορές προστίθεται η αγορά του έτοιμου φαγητού (κυρίως του food-to-go), έχοντας αρκετές υποκατηγορίες. Στο σύνολο των νέων αυτών αγορών δραστηριοποιούνται σήμερα πλήθος μικρά συνοικιακά εξειδικευμένα καταστήματα. Σε ό,τι αφορά την κατηγορία νέων αγορών που σχετίζονται με τα FMCG, πλην τροφίμων, περιλαμβάνει τις πρόσφατα απελευθερωμένες, βάσει των αλλαγών στη νομοθεσία, αγορών του καπνού, του τύπου και των συμπληρωμάτων διατροφής, καθώς και τη μόνο τυπικά απελευθερωμένη αγορά των φαρμάκων γενικής διάθεσης.

Συνολικά οι προαναφερόμενες αγορές, οι αθροιστικές πωλήσεις των οποίων εκτιμώνται ότι είναι περίπου 13 δισ. ευρώ (δηλ. κατά 2 δισ. ευρώ υψηλότερες του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων), προσφέρουν σήμερα μια σπουδαία ευκαιρία ανάπτυξης των αλυσίδων σούπερ μάρκετ. Προκειμένου να γίνει αντιληπτή πλήρως η ευκαιρία για τις εταιρείες του κλάδου, πρέπει να σημειωθεί ότι όταν γενικότερα η οικονομία ανακάμψει, τόσο η αγορά του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων όσο και οι προαναφερθείσες αναμένεται ότι θα εμφανίσουν σημαντική ανάπτυξη.

Η αγορά του food-to-go
Μπορεί η αγορά του έτοιμου φαγητού να μην είναι σήμερα για την πλειονότητα των καταναλωτών ο κύριος λόγος επίσκεψης στο σούπερ μάρκετ, αλλά προσφέρει δυνητικά σε αυτό μία πολύ σημαντική ευκαιρία, αν ληφθούν υπόψιν οι σχετικές επιχειρηματικές πρωτοβουλίες των επιχειρήσεων του κλάδου στο εξωτερικό. Η αγορά της εστίασης παρά τη σημαντική μείωσή της τα χρόνια της οικονομικής ύφεσης, περίπου κατά 40%, εξακολουθεί να αποτελεί μία σημαντική αγορά, καθώς το μέσο νοικοκυριό ξοδεύει περί τα 125 ευρώ μηνιαίως για τα προϊόντα της (1.500 ευρώ ετησίως). Ένα μεγάλο μέρος αυτής της αγοράς αντιστοιχεί στο έτοιμο φαγητό για κατανάλωση στο δρόμο (food-to-go).

Όπως κατέγραψε η έρευνα καταναλωτών του ΙΕΛΚΑ, στην πλειονότητά τους οι καταναλωτές αγοράζουν σε πολύ υψηλά ποσοστά τις συγκεκριμένες κατηγορίες φαγητού. Για παράδειγμα, έτοιμο καφέ αγοράζουν οι καταναλωτές κατά το 87%, και αντίστοιχα γλυκά και σνακ το 85%, τυρόπιτα-κρουασάν το 85%, έτοιμο κρύο γεύμα (π.χ. σαλάτα, σάντουιτς) το 70%, έτοιμο μαγειρευτό φαγητό το 63% και έτοιμο κατεψυγμένο γεύμα το 51%.

Σε αρκετές από αυτές τις κατηγορίες έχει ήδη σημαντική παρουσία και διείσδυση το σούπερ μάρκετ, όπως λ.χ. στις κατηγορίες του γλυκού-σνακ και του έτοιμου μαγειρευτού φαγητού, αλλά σε κάθε περίπτωση υπάρχουν σημαντικές ευκαιρίες ανάπτυξης και σε άλλες, όπως του καφέ, στο πλαίσιο της οποίας κυριαρχούν σήμερα πολλές αλυσίδες καταστημάτων. Όπως φαίνεται στη σχετική «πίτα», στην αγορά του έτοιμου μαγειρευτού φαγητού τις μεγαλύτερες πωλήσεις έχει το κανάλι του εστιατορίου με μερίδιο 23%, ακολουθεί το delivery-fast food με 19% και έπεται το σούπερ μάρκετ με 18%.

Η αγορά των ειδών αρτοποιίας
Χαρακτηριστικό παράδειγμα στρατηγικής διείσδυσης στη αγορά του food-to-go είναι η ανάπτυξη του bake-off εντός των σούπερ μάρκετ, επένδυση που αποβλέπει πέρα από τη σημαντική αγορά του ψωμιού και σε αυτή των έτοιμων αρτοσκευασμάτων. Η αγορά των ειδών αρτοποιίας είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς εκτιμάται ότι έχει ετήσιο τζίρο περίπου 1,5 δισ. ευρώ. Η μεγαλύτερη προϊοντική κατηγορία της –και με διαφορά– είναι αυτή του φρέσκου ψωμιού, με ετήσιες πωλήσεις 950 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΕΛΚΑ, κατά το 63% οι καταναλωτές αγοράζουν φρέσκο ψωμί από τον συνοικιακό φούρνο-αρτοπωλείο, κατά το 17% από το σούπερ μάρκετ και κατά 4% από καταστήματα αλυσίδων αρτοποιείων. Στις υπόλοιπες αγορές των ειδών αρτοποιίας, οι οποίες έχουν πωλήσεις τις τάξης των 550 εκατ. ευρώ, και πάλι βασικά ανταγωνιστικά κανάλια είναι το σούπερ μάρκετ κι ο συνοικιακός φούρνος, με το πρώτο να έχει μεγαλύτερα ποσοστά στο ψωμί του τοστ και στα παξιμάδια φρυγανιές και το δεύτερο στις διάφορες πίτες (π.χ. σπανακόπιτες-τυρόπιτες).

Η αγορά των ειδών κρεοπωλείου
Η αγορά των ειδών κρεοπωλείου είναι ακόμα μεγαλύτερη. Ο ετήσιος τζίρος της είναι περίπου 3,3 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΕΛΚΑ, στο 45% οι καταναλωτές προτιμούν τα συνοικιακά κρεοπωλείου, στο 38% τα σούπερ μάρκετ και στο 14% δεν έχουν σταθερή προτίμηση καναλιού διανομής. Σε ό,τι αφορά τις επιμέρους κατηγορίες της αγοράς, το σούπερ μάρκετ ελέγχει τα μεγαλύτερα ποσοστά στην αγορά του κοτόπουλου, ενώ το κρεοπωλείο στην αγορά του μοσχαρίσιου και του αρνίσιου κρέατος.

Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι κατά το 74% οι καταναλωτές αγοράζουν κρέας μόνο από τον κρεοπώλη που εμπιστεύονται, ενώ κατά το 29% αγοράζουν συσκευασμένο κρέας. Αξιοσημείωτο είναι ότι το σούπερ μάρκετ θεωρείται με διαφορά το φθηνότερο σημείο πώλησης από το 60% των καταναλωτών έναντι 12% που θωρούν ως φθηνότερο το κρεοπωλείο.