Στον κλάδο των ιδιωτικών υπηρεσιών ασφαλείας δραστηριοποιούνται λίγες μεγάλες εταιρείες, ενώ η πλειοψηφία των επιχειρήσεων είναι σχετικά μικρού μεγέθους. Η μελέτη αναφέρει τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, σύμφωνα με τα οποία στη χώρα μας δραστηριοποιούνται 1.027 επιχειρήσεις, που ασχολούνται με την παροχή υπηρεσιών ασφαλείας.
Βασικό χαρακτηριστικό του κλάδου είναι η διαφοροποίηση ως προς το εύρος των υπηρεσιών και προϊόντων, τα οποία προσφέρει η κάθε επιχείρηση, ανάλογα με το μέγεθος και τη δυναμικότητά της, τον βαθμό εξειδίκευσης σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία υπηρεσιών, καθώς και τον βαθμό συνεργασίας με άλλες επιχειρήσεις του κλάδου. Οι μεγαλύτερες εταιρείες υπηρεσιών ασφαλείας στη χώρα μας διαθέτουν δίκτυα αποκλειστικών αντιπροσώπων στην επαρχία.
Σε γενικές γραμμές παρατηρούνται συνεργασίες μεταξύ επιχειρήσεων του κλάδου με σκοπό την όσο το δυνατόν πληρέστερη γεωγραφική κάλυψη της αγοράς, αλλά και την παροχή ευρύτερης γκάμας υπηρεσιών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι συνεργασίες μεταξύ επιχειρήσεων παίρνουν τη μορφή συγχωνεύσεων ή απορροφήσεων. Αρκετές από τις εταιρείες, οι οποίες δραστηριοποιούνται στον τομέα παροχής υπηρεσιών ασφαλείας, ασχολούνται παράλληλα με την εισαγωγή και πώληση ηλεκτρονικών συστημάτων ασφαλείας (συναγερμούς, κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης/CCTV κλπ). Ταυτόχρονα, οι ίδιες εταιρείες αναλαμβάνουν τη μελέτη των φυλασσόμενων χώρων, την εγκατάσταση, τη συντήρηση (after sales service), καθώς και την παρακολούθηση των εν λόγω συστημάτων μέσω του κέντρου λήψεως σημάτων, τα οποία διαθέτουν.
Στους σημαντικότερους παράγοντες, οι οποίοι επηρεάζουν τη ζήτηση για τις εξεταζόμενες υπηρεσίες, περιλαμβάνεται η ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας, καθώς και η αποπεράτωση και λειτουργία μεγάλων δημόσιων έργων και έργων υποδομής. Τα στοιχεία αυτά συνδυάζονται με την τάση του “outsourcing”, της εκχώρησης, δηλαδή, συγκεκριμένων δραστηριοτήτων μιας επιχείρησης ή ενός οργανισμού, σε τρίτους.
Επίσης, η ζήτηση για ιδιωτικές υπηρεσίες ασφαλείας επηρεάζεται και από τα επίπεδα της εγκληματικότητας, τα οποία με τη σειρά τους δημιουργούν αισθήματα ανασφάλειας στον γενικότερο πληθυσμό. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της κλαδικής μελέτης, η συνολική εγχώρια αγορά των ιδιωτικών υπηρεσιών ασφαλείας (βάσει αξίας) παρουσίασε ανοδική τάση την περίοδο 1998-2006, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 23,4%. Το 2006 παρουσίασε αύξηση κατά 14,7% σε σύγκριση με το 2005. Η αγορά του τομέα των υπηρεσιών φύλαξης γενικά παρουσίασε μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 19% το διάστημα 2001-2006. Η εν λόγω κατηγορία κάλυψε το 61,4% της συνολικής εκτιμώμενης εγχώριας αγοράς κατά το 2006. Ο τομέας των χρηματαποστολών και της μεταφοράς πολύτιμων αντικειμένων σημείωσε μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 11,8% για τη χρονική περίοδο 2001-2006. Οι χρηματαποστολές και η μεταφορά πολύτιμων αντικειμένων κατέλαβαν μερίδιο 9% επί της συνολικής εγχώριας αγοράς το 2006. Η αγορά των ηλεκτρονικών συστημάτων ασφαλείας ακολούθησε ανοδική πορεία το χρονικό διάστημα 2001-2006 (μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης 32,4%). Τα ηλεκτρονικά συστήματα ασφαλείας συμμετείχαν με ποσοστό 23,1% επί της συνολικής εγχώριας αγοράς το 2006.
Παράγοντες του κλάδου προβλέπουν ότι, σύμφωνα με τις ισχύουσες συνθήκες και τάσεις, η εγχώρια αγορά των υπηρεσιών ασφαλείας θα συνεχίσει την ανοδική της πορεία και κατά τη διετία 2007-2008, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης υψηλότερο του 10%. Στο πλαίσιο της μελέτης πραγματοποιήθηκε και χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός 36 επιχειρήσεων του κλάδου, για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία ισολογισμών των χρήσεων 2004 και 2005. ΄Οπως προκύπτει από τα δεδομένα αυτά, το σύνολο του ενεργητικού των επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκε κατά 6,4% το 2005 σε σχέση με το 2004, ενώ το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων σημείωσε αύξηση ποσοστού 16% την ίδια περίοδο.
Οι συνολικές πωλήσεις των επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκαν κατά 13,8% το 2005 σε σχέση με το 2004. Ωστόσο, το αντίστοιχο μεικτό και λειτουργικό περιθώριο μειώθηκε, με συνέπεια το καθαρό αποτέλεσμα (κέρδη προ φόρων) των εταιρειών του δείγματος να υποχωρήσει κατά 38,7%, ο δε δείκτης αποδοτικότητας του ιδίου κεφαλαίου διαμορφώθηκε σε 43,80% το 2005, από 80,64% το 2004. Περαιτέρω, το περιθώριο μεικτού κέρδους υποχώρησε κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες το 2005/04, ενώ ο δείκτης δανειακής επιβάρυνσης βελτιώθηκε το 2005 σε σχέση με το προηγούμενο έτος.