Το «σχήμα λιτότητας» είναι ένας τρόπος να ειπωθεί κάτι με μειωμένη την απολυτότητα της δήλωσης –για παράδειγμα, αντί για «καλά», μπορούμε να πούμε «όχι άσχημα».
Σίγουρα, αυτοί που για άλλη μια φορά θέλουν να μας πείσουν για τα καλά της λιτότητας, δεν έχουν ούτε τη λεπτότητα να μας την προτείνουν με έναν πιο διπλωματικό τρόπο. Αν και πάντοτε οι πολιτικοί και οι οικονομολόγοι μιλούσαν για «περιόδους λιτότητας», στην πραγματικότητα πρότειναν και εφάρμοζαν στην πράξη μια κατάσταση διαρκείας, αφήνοντας, για να υπάρχει η σχετική αποδοχή, ένα παραθυράκι ελπίδας πως κάποτε τη θέση της λιτότητας θα έπαιρνε μια περίοδος ανάπτυξης.
Η λιτότητα ήταν, επίσης, ο μόνος δρόμος που έβλεπαν οι φορείς των επιχειρηματιών για την ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας, με την έννοια πως με μειωμένες αποδοχές, θα μπορούσαν να μειώσουν τα ελαστικά λειτουργικά κόστη και θα παρήγαγαν φθηνά προϊόντα για την εγχώρια αγορά αλλά και για εξαγωγές. Στην πορεία ανάπτυξης της χώρας με την υποστήριξη κυρίως της ΕΕ και των σχετικών επιδοτήσεων, η λιτότητα καθήλωσε τις αποδοχές σε πολύ χαμηλότερα του ευρωπαϊκού μέσου όρου επίπεδα και αύξησε τους δείκτες κερδοφορίας πολλών εταιρειών.
Σήμερα, που ούτε υποθηκεύοντας τις αποδοχές πολλών δεκαετιών και ούτε οι εργαζόμενοι μπορούν να ελπίσουν σε ένα καλύτερο μέλλον, υπάρχουν εκπρόσωποι του πολιτικού κόσμου που μιλούν ανερυθρίαστα για λιτότητα. Πρόσφατα, απαντώντας σε μια ερώτηση έλληνα ευρωβουλευτή για το αν η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου σημαίνει περισσότερα χρόνια λιτότητας για τη χώρα μας, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ, δήλωσε ότι θεωρεί τη λιτότητα μονόδρομο.
Και, πρόσθεσε πως η λιτότητα είναι προς το συμφέρον των Ελλήνων και της ελληνικής οικονομίας αφού θα μας οδηγήσει μια και καλή σε αυτό που ονομάζεται «φυσιολογική λειτουργία της οικονομίας». Και συνέχισε προκλητικά: «Αυτό που ονομάζουμε λιτότητα είναι λιτότητα σε σύγκριση με μία περίοδο όπου παρατηρούσαμε ασυνήθιστες συμπεριφορές και οι οποίες πρέπει να διορθωθούν απαραιτήτως».
Όπως θα έχουμε διαπιστώσει όλοι όσοι θεωρούμε πως έχουμε μια σχέση… σχετικής ειλικρίνειας με τον εαυτό μας, όταν παίρνουμε αποφάσεις επηρεάζουν τις ζωές άλλων, διαπιστώνουμε πως οι αποφάσεις αυτές είναι πιο εύκολες όσο μεγαλύτερη είναι η απόστασή μας από αυτούς τους οποίους επηρεάζουν. Το μέγεθος της διαφοροποίησης αυτής είναι ενδεικτική της κοινωνικής μας ευαισθησίας και της συνειδητοποίησης πως κάθε απόφαση που επηρεάζει άλλους, επηρεάζει σε κάποιο βαθμό και τη δική μας ζωή».
Οι άνθρωποι που βρίσκονται σε τέτοιες θέσεις εξουσίας παθαίνουν ένα είδος… ανοσίας στην κοινωνική ευαισθησία. Και, μάλιστα, θεωρούν πως αυτό είναι σημαντικό προσόν για να κάνουν τη δουλειά τους αποδοτικά. Γι’ αυτό και οι συμπεριφορές που δεν ταιριάζουν, κατά τη γνώμη τους, στους πολλούς, είναι αυτές που χαρακτηρίζουν τη δική τους ζωή. Την ίδια στιγμή, η λιτότητα που επιβάλλουν οδηγεί σε πλεόνασμα κερδών για τους λίγους.
Για μια ακόμη φορά, η ζωή επιβεβαιώνει τη δυνατότητα των ισχυρών κάθε είδους να επιβιώνουν στηριζόμενοι στην αδυναμία των υπολοίπων. Υποτίθεται πως το κράτος, που σχηματίζεται με την ψήφο των πολλών, καλείται να παίξει τον ρόλο ενός ενδιάμεσου ώστε να υπάρχει μια σχετική εξισορρόπηση στην ευημερία των πολιτών μιας χώρας. Το δικό μας κράτος, δυστυχώς, αναπτύχθηκε με τη λογική της εξυπηρέτησης συγκεκριμένων συμφερόντων.
Οπότε, η λιτότητα που προτείνει σήμερα ως μονόδρομο δεν μπορεί παρά να αφορά στους πολλούς και να μην μπορεί, ούτε κατά διάνοια, να θεωρηθεί ότι μπορεί να αποτελέσει ένα… διάλειμμα θυσιών για ένα καλύτερο αύριο του συνόλου. Μένει να δούμε πώς θα λειτουργήσει η φυσική τάση των ειδών να προσαρμόζονται στις αλλαγές του περιβάλλοντος και να αποβάλλουν ό,τι εμποδίζει την εξέλιξή τους.