Το 2023 ήταν μια καλή χρονιά από χρηματοοικονομική άποψη για τις εταιρείες του κλάδου ως συνέχεια των επιδόσεών τους από τη διετία της πανδημίας 2020-2021. Όπως και το 2022, το 2023 χαρακτηρίστηκε κατά βάση από τις πληθωριστικές πιέσεις, οι οποίες ώθησαν σε αύξηση τις πωλήσεις, αλλά με ελάχιστη βελτίωση της κερδοφορίας.

Οι δείκτες κερδοφορίας και ειδικά της καθαρής κερδοφορίας δίνουν και την απάντηση στις αιτιάσεις πολλών σχετικά με την υποτιθέμενη αισχροκέρδεια και τα «υπερκέρδη» των σούπερ μάρκετ, πράγμα που σε καμία περίπτωση δεν προκύπτει από την ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων του κλάδου.
H τελευταία δεκαπενταετία χαρακτηρίζεται από συνεχείς διαφορετικές κρίσεις. Την κρίση της δημοσιονομικής προσαρμογής ακολούθησε αυτή των capital controls κι ύστερα ήρθε η κρίση στη δημόσια υγεία. Οι πληθωριστικές πιέσεις ως απότοκο της πανδημίας το 2021 και εντονότερα το 2022 ήταν ο κύριος μοχλός των αλλαγών στον κλάδο των σούπερ μάρκετ, κυρίως της μεγέθυνσής του. Αυτό είναι έκδηλο στις λογιστικές καταστάσεις των επιχειρήσεών του για το 2023, των οποίων τα περισσότερα οικονομικά μεγέθη και οι σχετικοί δείκτες εμφανίζουν ακόμα μια χρήση θετική εξέλιξη.

Τα στοιχεία του φετινού «Πανοράματος των Ελληνικών Σούπερ Μάρκετ» περιλαμβάνουν τους ισολογισμούς 35 εταιρειών, καθώς κάποιες μικρότερες, όπως συμβαίνει σταθερά τα τελευταία χρόνια, καθυστέρησαν τη δημοσίευση των ισολογισμών τους (κάποιες μάλιστα επέλεξαν τη μη δημοσίευση οικονομικών καταστάσεων). Περιλαμβάνονται, όμως, όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου, με την εξαίρεση της Lidl Hellas, εφόσον ως μη ΑΕ δε δημοσιεύει οικονομικές καταστάσεις, και της ΣΥΝΚΑ, η οποία ως τα τέλη του Οκτωβρίου δεν είχε δημοσιεύσει τον ισολογισμό της.

Οι θετικές εξελίξεις των μεγεθών του κλάδου δημιουργούν αισιοδοξία για την πορεία του. Όμως, η κερδοφορία του παραμένει χαμηλή, ενώ όλα τα κόστη προσαυξάνονται, λειτουργικά και μη, κάτι που σίγουρα θα μας απασχολήσει στο μέλλον. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η συνολική εικόνα του κλάδου είναι δηλωτική της υγειούς ανάπτυξής του.

Η γενική εικόνα των 35 αλυσίδων
Οι 35 υπό μελέτη επιχειρήσεις του δείγματός το 2023 πραγματοποίησαν πωλήσεις 12,24 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 1,12 δισ. ευρώ ή κατά 10,12% συγκριτικά με το 2022 και κατά 34,35% συγκριτικά με το 2019 (9,11 δισ. ευρώ). Αν το ποσό στο οποίο αναλογεί η άνοδος του κλαδικού τζίρου το 2023, αφορούσε τις ετήσιες πωλήσεις μιας επιχείρησης σούπερ μάρκετ, αυτή θα κατείχε την τέταρτη θέση στην ιεραρχία του κλάδου. Τονίζουμε πως πρόκειται για την έβδομη συνεχόμενη χρονιά σημαντικής ανόδου των πωλήσεων. Σωρευτικά την τελευταία επταετία η αύξηση των κλαδικών πωλήσεων ήταν της τάξης του 61% και υπερβαίνει 4,65 δισ. ευρώ, πράγμα που αποδίδεται στις επιδράσεις της πανδημίας και των lockdowns, στην πλήρη επαναδραστηριοποίηση του δικτύου άλλοτε της Μαρινόπουλος και στην οργανική ανάπτυξη του κλάδου έναντι ανταγωνιστικών προς αυτόν δικτύων, όπως και στον πληθωρισμό από το δεύτερο εξάμηνο του 2021 έως σήμερα.

Η εικόνα των πωλήσεων των 35 αλυσίδων σούπερ μάρκετ του δείγματος βρίσκεται σχετικά κοντά σε αντιστοιχία με την εικόνα των πωλήσεων του συνόλου του λιανεμπορίου τροφίμων. Πράγματι, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το 2023 η αγορά τροφίμων εμφάνισε άνοδο πωλήσεων 8,59%, δηλαδή κοντά στην αύξησή τους, βάσει των στοιχείων των ισολογισμών της έκδοσης του Πανοράματος (10,12%) αλλά και των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ για τις πωλήσεις των «μεγάλων καταστημάτων τροφίμων», ήτοι των σούπερ μάρκετ (8,02%). Το μέγεθος της αύξησης των πωλήσεων των σούπερ μάρκετ ακολούθησαν και οι πωλήσεις των άλλων καναλιών διάθεσης τροφίμων, τα οποία, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, αύξησαν περισσότερο τις πωλήσεις τους κατά 11,80%. Σημειώνουμε ότι τα online σούπερ μάρκετ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Convert Group, είχαν αύξηση πωλήσεων 15,04% το 2023.

Παράλληλα, διαπιστώθηκε για δεύτερη χρονιά μια μείωση του όγκου πωλήσεων των ειδών διατροφής κατά 1,29%, η οποία στα «μεγάλα καταστήματα τροφίμων» ήταν της τάξης του 3,09% (2,49% το 2022). Όμως, στα υπόλοιπα καταστήματα της αγοράς τροφίμων διαπιστώθηκε αύξηση του όγκου πωλήσεων κατά 1,82% (έναντι μείωσης 1,59% το 2022). Αυτό, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, δείχνει ότι το 2023 δεν ήταν χρονιά οργανικής ανάπτυξης του κλάδου των τροφίμων, αλλά συρρίκνωσης εξαιτίας των επιπτώσεων του πληθωρισμού. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο ετήσιος πληθωρισμός στα τρόφιμα το 2023 ήταν 11,59% έναντι 11,79% το 2022.

Οι δέκα μεγαλύτεροι όμιλοι και εταιρείες: Αύξηση πωλήσεων, διόρθωση κερδών
Τις υψηλότερες πωλήσεις και δη με τη μεγαλύτερη αύξηση στον κλάδο τις είχε ο όμιλος Ελληνικές Υπεραγορές Σκλαβενίτης (ΕΥΣ). Ήταν της τάξης των 5,16 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 15,24% έναντι του 2022 ή κατά 682,19 εκατ. ευρώ, που έφεραν τον όμιλο άνετα πάνω από το όριο των 5 δισ. ευρώ. Ως μέγεθος αυτά τα 682 εκατ. ευρώ αντιστοιχούν στον τζίρο της πέμπτης επιχείρησης του δείγματος στην κατάταξη των 35 εταιρειών. Στη δεύτερη θέση βρέθηκε η Άλφα Βήτα Βασιλόπουλος με ετήσιες πωλήσεις 1,97 δισ. ευρώ, με μικρή μείωση (-0,58%) συγκριτικά με το 2022. Στην τρίτη θέση βρέθηκε η Μετρό με αξιόλογη αύξηση πωλήσεων 5,85% και ετήσιο τζίρο 1,59 δισ. ευρώ. Ακολούθησε ο όμιλος Δ. Μασούτης με μεγάλη αύξηση πωλήσεων κατά 14,51%, στα 1,08 δισ. ευρώ. Τη μεγαλύτερη ποσοστιαία ανάπτυξη τζίρου μεταξύ των δέκα μεγαλύτερων εταιρειών του δείγματος εμφάνισε η ΑΝΕΔΗΚ Κρητικός, καταλαμβάνοντας πλέον την πέμπτη θέση στη σχετική κατάταξη, με άνοδο 41,38% και ετήσιες πωλήσεις 703,78 εκατ. ευρώ (η εταιρεία τη διετία 2021-2022 πραγματοποίησε σημαντικές εξαγορές) και τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση η Εγνατία, με αύξηση 16,9% στα 187,13 εκατ. ευρώ. Η Πέντε βρέθηκε στην έκτη θέση της κατάταξης, με αύξηση 4,31% και πωλήσεις 535,65 εκατ. ευρώ. Ακολούθησε η Market In με 403,33 εκατ. ευρώ και αύξηση τζίρου 7,47%, ενώ τη δεκάδα έκλεισαν η Bazaar, με πωλήσεις 244.92 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 9,54% έναντι του 2022 και η Ok Anytime με 74,74 εκατ. ευρώ και αύξηση 9,38%.

Διόρθωση της κερδοφορίας
Αθροιστικά οι δέκα μεγαλύτεροι όμιλοι και εταιρείες παρουσίασαν το 2023 αυξημένα κέρδη, επανερχόμενες στα επίπεδα του 2021. Συνολικά οι δέκα μεγάλοι του κλάδου εμφάνισαν καθαρά αποτελέσματα προ φόρων (κέρδη) 193,73 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 34,2% συγκριτικά με το 2022, αλλά χαμηλότερα από το 2021, οπότε είχαν διαμορφωθεί στα 200,69 εκατ. ευρώ. Ως εκ τούτου ο δείκτης καθαρής κερδοφορίας των «δέκα» διαμορφώθηκε στο 1,62% έναντι 1,34% το 2022 και 2,03% το 2021. H καθαρή κερδοφορία του συνόλου των 35 εταιρειών του δείγματος το 2022 ήταν λίγο υψηλότερα και διαμορφώθηκε στα 220,50 εκατ. ευρώ έναντι 166,41 εκατ. ευρώ το 2022. Συνεπώς το καθαρό περιθώριο κέρδους το 2023 διαμορφώθηκε στο 1,80% έναντι ενός 1,50% το 2022.

Σε ό,τι αφορά τους υπόλοιπους δείκτες κερδοφορίας, ο δείκτης συνολικού μικτού κέρδους των δέκα μεγαλύτερων ομίλων και εταιρειών έμεινε αμετάβλητος στο 26,91% έναντι 26,89% το προηγούμενο έτος. Υπενθυμίζεται ότι ο νόμος 4903/2022 «πάγωσε» τα περιθώρια κέρδους του κλάδου στα προϊόντα διαβίωσης-διατροφής στο επίπεδο του Αυγούστου του 2021. Το λειτουργικό κόστος, αν και εμφάνισε νέα αύξηση σε αξία 6,74%, εξαιτίας της αύξησης των πωλήσεων, παρουσίασε μείωση ως δείκτης, πέφτοντας στο 23,3% έναντι 24,28% το 2022, ενώ το χρηματοοικονομικό κόστος εμφάνισε αύξηση στο 1,30% έναντι αντίστοιχα 1,03%. Ως εκ τούτου ο δείκτης λειτουργικού περιθωρίου κέρδους (EBIT προ χρηματοοικονομικού κόστους) αυξήθηκε αρκετά, 3,61% έναντι 2,61% την προηγούμενη χρονιά, σε συνήθη για τον κλάδο επίπεδα.

Μια πιο ρεαλιστική εικόνα δίνει ο δείκτης προ Χρηματοοικονομικού Κόστους και Αποσβέσεων (EBITDA), ο οποίος, ενσωματώνοντας την αυξητική τάση των αποσβέσεων και ειδικά των αποσβέσεων μισθώσεων (που πρωτοεμφανίστηκαν το 2019), παρουσίασε αύξηση και διαμορφώθηκε σε υψηλά επίπεδα για τον κλάδο συγκριτικά με προηγούμενα χρόνια, από 5,66% το 2022 σε 6,56% το 2023 στους «δέκα» και από 5,66% σε 6,59% αντίστοιχα στις 35 εταιρείες του δείγματος. Πρακτικά, μετά την εφαρμογή των νέων λογιστικών προτύπων, οι ενδείξεις του συγκεκριμένου δείκτη θα είναι πάντα υψηλότερες συγκριτικά με το παρελθόν, πράγμα που πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψιν. Επισημαίνουμε ότι ο δείκτης EBITDA (Earnings Before Interest, Tax, Depreciation and Amortization) είναι, ίσως, αποκαλυπτικότερος, καθώς ακυρώνει την επίδραση της διαχείρισης παγίων, της υπεραξίας και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια των ιδιομορφιών δανεισμού κάθε επιχείρησης.

Η απόδοση των ίδιων κεφαλαίων είχε αντίστοιχη πορεία, με την αύξηση των ιδίων κεφαλαίων να υστερεί εκείνης των κερδών. Στους δέκα μεγαλύτερους ομίλους κι εταιρείες μεταβλήθηκε από 11,42% το 2022 σε 14,39% το 2023, ενώ στο σύνολο των 35 εταιρειών η μεταβολή ήταν από 11,91% σε 14,88%.

Αύξηση της γενικής ρευστότητας
Η σημαντική αύξηση των πωλήσεων και το 2023 απέδωσε μία αναλογικά πολύ μικρότερη αύξηση των υποχρεώσεων προς τους προμηθευτές, κάτι που σε συνδυασμό με την αύξηση του κυκλοφορούντος ενεργητικού ώθησε σε αύξηση την γενική ρευστότητα. Παράλληλα, επειδή υπήρξε σημαντική αύξηση των διαθεσίμων, αυξήθηκε και η άμεση ρευστότητα. Έτσι, ο δείκτης γενικής ρευστότητας αυξήθηκε εκ νέου από 63,27% σε 67,35% και πλέον βρίσκεται σε ικανοποιητικό επίπεδο (είχε φτάσει στο 56,94% το 2020). Ο δείκτης άμεσης ρευστότητας αυξήθηκε μετά από αρκετά χρόνια εντονότατα από 27,61% σε 32,21% (είχε φτάσει στο 27,09% το 2020). Πρόκειται για μια σημαντική βελτίωση της ρευστότητας σε συνήθη επίπεδα για τον κλάδο, αν και η άμεση ρευστότητα παρέμεινε σε χαμηλό επίπεδο.

Σημειώνουμε ότι, λόγω των ιδιαιτεροτήτων λειτουργίας του κλάδου και συγκεκριμένα των αναγκών μεγάλης κυκλοφοριακής ταχύτητας των αποθεμάτων (η οποία αυξάνει δυσανάλογα τις ανάγκες πίστωσης από τους προμηθευτές), είναι σύνηθες φαινόμενο διεθνώς οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ να επιτυγχάνουν χαμηλότερους δείκτες ρευστότητας σε σύγκριση με άλλους κλάδους. Η κυκλοφοριακή ταχύτητα των αποθεμάτων αυξήθηκε το 2023 σε αντίθεση με τις προηγούμενες χρήσεις εξαιτίας της μικρότερης αύξησής των αποθεμάτων (1,90%) σε σχέση με το κόστος πωληθέντων (10%) και διαμορφώθηκε στο 7,48% έναντι 6,93% το 2022, αυξημένη κατά 0,55%.

Σε γενικές γραμμές οι σχετικές εξελίξεις μπορεί να αποδοθούν στην ομαλοποίηση της αγοράς, μετά τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις το 2022 ως τα μέσα του 2023. Έκτοτε η κατάσταση παρουσιάζει βελτίωση.

ΕΥΣ: Συνεχίζεται η ανάπτυξη
Ο όμιλος της ΕΥΣ είχε νέα μεγάλη αύξηση πωλήσεων, της τάξης του 15,24%, φτάνοντας τα 5,16 δισ. ευρώ και κατέχοντας με διαφορά την πρώτη θέση στη κατάταξη των δέκα μεγαλύτερων ομίλων και εταιρειών του κλάδου, με υπερδιπλάσιες πωλήσεις από τη δεύτερη στην κατάταξη εταιρεία. Ο όμιλος, αν ληφθεί υπόψιν ότι το 2014 είχε πωλήσεις 1,24 δισ. ευρώ, μέσα σε μια δεκαετία υπερτετραπλασίασε τον κύκλο εργασιών του. Μετά από τρεις ζημιογόνες χρήσεις, από το 2020 και μετά εμφανίζει καθαρά κέρδη. Ειδικότερα το 2023 εμφάνισε καθαρά κέρδη προ φόρων 135,42 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 72,49% έναντι του 2022. Το εν λόγω ποσό κερδών ήταν η υψηλότερη επίδοση στον κλάδο και αναλογεί σε περισσότερο από τη μισή κερδοφορία του. Το καθαρό περιθώριο εκμετάλλευσης του ομίλου αυξήθηκε από 1,75% το 2022 σε 2,63% το 2023, αντιστοιχώντας σε συνήθεις μέσες τιμές του κλάδου και της ίδιας της ΕΥΣ. Επίσης, ο δείκτης EBITDA αυξήθηκε από 6,39% το 2022 στο αρκετά υψηλό 7,82% χάρη στις ιδιαίτερα υψηλές αποσβέσεις της εταιρείας. Σημειώνουμε ότι από τις εταιρείες του ομίλου, τόσο η μητρική ΕΥΣ όσο και οι θυγατρικές της Μαρτ Κας & Κάρυ και Χαλκιαδάκης παρουσίασαν κέρδη –οι περισσότεροι σχετικοί δείκτες είναι ιδιαίτερα υψηλοί.

Άλφα Βήτα Βασιλόπουλος: Ζημιές 1%
Το 2023 η Άλφα Βήτα Βασιλόπουλος για δεύτερη χρήση είχε ζημιές. Οι πωλήσεις της εμφάνισαν μικρή κάμψη 0,58%, διαμορφωμένες στα 1,97 δισ. ευρώ, όμως τα αποτελέσματα εμφάνισαν επιδείνωση, εφόσον οι ζημιές έφτασαν τα 21,32 εκατ. ευρώ έναντι ζημιάς 2,09 εκατ. ευρώ το 2022. Ο δείκτης καθαρού περιθωρίου της εταιρείας διαμορφώθηκε στο -1,08%, μειωμένος κατά 0,98%, ενώ η απόδοση των ιδίων κεφαλαίων του έφτασε το -4,93%, εμφανίζοντας επίσης μείωση 4,47%. Ο δείκτης EBITDA, βέβαια, ήταν ικανοποιητικού επιπέδου, 6,61%, αυξημένος έναντι του 6,32% το 2022, αποτέλεσε δε μία από τις υψηλότερες τιμές μεταξύ των δέκα μεγαλύτερων ομίλων και επιχειρήσεων, πράγμα που αναδεικνύει τις αντοχές της εταιρείας, αλλά και τον σημαντικό πλέον ρόλο των αποσβέσεων και των μη λειτουργικών εξόδων.

Μετρό: Σταθερή τροχιά ανάπτυξης
Επτά χρόνια μετά την εξαγορά της Αφοί Βερόπουλοι, ο όμιλος Μετρό σε μία ιδιαίτερα καλή χρήση γι’ αυτόν κατέλαβε σταθερά ακόμα μια χρονιά την τρίτη θέση στην κατάταξη των εταιρειών, βάσει του τζίρου τους, με πωλήσεις 1,59 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 5,85%. Η εταιρεία, αν και ανέλαβε μεγάλο κόστος για την εν λόγω απορρόφηση, κατάφερε τα χρόνια που ακολούθησαν να διατηρήσει την κερδοφορία της, πράγμα αξιοσημείωτο. Το 2023 μάλιστα τα καθαρά της αποτελέσματα προ φόρων εμφάνισαν νέα άνοδο, αυξημένα κατά 11,41%, από τα 28,19 εκατ. ευρώ το 2022 στα 31,41 εκατ. ευρώ το 2023, μέγεθος που αποτελεί τη δεύτερη καλύτερη επίδοση στον κλάδο, με τον δείκτη της καθαρής κερδοφορίας της να αυξάνεται στο 1,98% έναντι 1,88% το 2022, την απόδοση των ιδίων κεφαλαίων της να μένει σταθερή στο 14,82% έναντι αντίστοιχα 14,66% και τον δείκτη EBITDA στο 4,93%, έναντι 4,09%. Σημειώνουμε ότι η Μετρό δεν χρησιμοποιεί τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, επομένως δεν επηρεάζονται τα στοιχεία της από τη σχετική μεταβολή στον υπολογισμό των αποσβέσεων –παρουσιάζει, δηλαδή, λιγότερες αποσβέσεις συγκριτικά με άλλες εταιρείες, άρα και χαμηλότερους δείκτες προ αποσβέσεων.

Δ. Μασούτης: Σημαντική ανάπτυξη
Τα αποτελέσματα της Δ. Μασούτης μία τετραετία από την ανάπτυξη του δικτύου της στη Νότια Ελλάδα παρουσίασαν νέα αύξηση. Ο όμιλος βρέθηκε στην τέταρτη θέση της κατάταξης βάσει τζίρου, με πωλήσεις 1,08 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 14,51% έναντι του 2022. Υπενθυμίζουμε ότι το 2022 ολοκληρώθηκε η εξαγορά του 50% της ΣΥΝ.ΚΑ από την Δ. Μασούτης, μέσω της δημιουργίας νέου εταιρικού σχήματος (ΣΥΝ.ΚΑ Κρήτης Υπεραγορές ΑΕ), πράγμα που, όπως αναμένεται, θα ωθήσει την εταιρεία σε νέα ανάπτυξη –είχε ήδη εξαγοράσει τις εταιρείες Μαρκάτο και Γαλαξίας ΑΕ το 2021 και το 2022 την Αφοί Ιωάννου Δεναξά ΕΠΕ. Τα καθαρά της κέρδη το 2023, ύψους 8,27 εκατ. ευρώ, ήταν μειωμένα κατά 2,93% έναντι του 2022, κατατάσσοντάς την στην πέμπτη θέση στον κλάδο. Τα κέρδη αυτά αντιστοιχούν σε καθαρή κερδοφορία 0,77%, μειωμένη συγκριτικά με το 2022 (0,91%) και σε απόδοση ιδίων κεφαλαίων 6,84%, μειωμένη συγκριτικά με το 2022 (7,2%). Σε υψηλό επίπεδο κινήθηκε και ο δείκτης EBITDA της εταιρείας, στο 7,18%, αυξημένος κατά 0,45%, έχοντας την τρίτη υψηλότερη τιμή μεταξύ των «δέκα» –μια σαφής ένδειξη των προοπτικών της.

ΑΝΕΔΗΚ Κρητικός: Συνεχίζονται οι υψηλοί αριθμοί ανάπτυξης
Ο όμιλος της ΑΝΕΔΗΚ Κρητικός ανέβηκε μία ακόμα θέση στην κατάταξη των πωλήσεων και βρίσκεται πλέον στην πέμπτη θέση του κλάδου, με κύκλο εργασιών 703,79 εκατ. ευρώ και νέα μεγάλη αύξηση –τη μεγαλύτερη ως ποσοστό μεταξύ των «δέκα»– κατά 41,38%. Σε σύγκριση με το 2011 η εταιρεία υπερτετραπλασίασε τον κύκλο εργασιών της μετά από μία σειρά εξαγορών. Θυμίζουμε ότι η ΑΝΕΔΗΚ Κρητικός το 2022 εξαγόρασε τις αλυσίδες Μαθιουδάκης και Συνεργαζόμενοι Παντοπώλες (η εξαγορά ολοκληρώθηκε το 2023) και το 2023 την αλυσίδα Katerina’s Market, πράγμα που την ώθησε σε νέα επέκταση μεριδίου αγοράς. Τα καθαρά κέρδη ΑΝΕΔΗΚ Κρητικός ανήλθαν στα 2,66 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 24,82% έναντι του 2022, αντιστοιχώντας σε χαμηλό δείκτη κερδοφορίας 0,38%, μειωμένο από το 0,71% το 2022, αλλά σε υψηλό δείκτη EBITDA 4,59%, αυξημένο κατά 0,28%. Επίσης, η εταιρεία είχε υψηλή απόδοση ιδίων κεφαλαίων, με δείκτη 11,25% παρά τη μείωση από 19,59% το 2022.

Πέντε: Σταθεροποίηση μεγεθών
Η Πέντε κατέλαβε την έκτη θέση στην κατάταξη των εταιρειών βάσει των πωλήσεών τους. Ο κύκλος εργασιών της αυξήθηκε κατά 4,31% στα 535,45 εκατ. ευρώ, ενώ η κερδοφορία της είχε επίσης αύξηση. Η εταιρεία καταφέρνει να διατηρεί επί σειρά ετών μία από τις υψηλότερες κερδοφορίες στον κλάδο. Το 2023 δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Με την αύξηση των κερδών της κατά 3,99% και τη διαμόρφωσή τους στα 17,06 εκατ. ευρώ, η εταιρεία είχε την τρίτη καλύτερη σχετική επίδοση στον κλάδο, με δείκτη καθαρής κερδοφορίας 3,18%, ίδιο με την επίδοσή της κατά την προηγούμενη χρήση –η δεύτερη καλύτερη τιμή μεταξύ των πρώτων «δέκα»– και δείκτη EBITDA 5,89%, ενισχυμένο κατά 0,62%. Η Πέντε ευνοείται από τον ιδιαίτερα χαμηλό δανεισμό της, καθώς είναι η μόνη από τις λίγες εταιρείες του κλάδου, που για μία ακόμα χρονιά αποκόμισε χρηματοοικονομικά έσοδα.

Οι άλλες εταιρείες της πρώτης δεκάδας
Την δεκάδα συμπλήρωσαν το 2023 τέσσερις εταιρείες, οι Market In, Bazaar, Εγνατία και Ok Anytime –η τελευταία εγγράφεται ξανά μετά από μία διετία μεταξύ των δέκα πρώτων του κλάδου σε πωλήσεις.

Η Market In το 2023 αύξησε τις πωλήσεις της κατά 7,47%, φτάνοντάς τις στα 403,33 εκατ. ευρώ και καταλαμβάνοντας την έβδομη θέση στη σχετική κατάταξη, πλησίασε την Πέντε. Η εταιρεία αύξησε τα καθαρά κέρδη της κατά 14,44% στα 1,77 εκατ. ευρώ, διατηρώντας επαρκή δείκτη κερδοφορίας στο σχεδόν οριακό, όμως, 0,44%, αλλά με υψηλή απόδοση ιδίων κεφαλαίων 13,35%. Την όγδοη θέση κατέλαβε η Bazaar, οι πωλήσεις της οποίας ανήλθαν στα 244,92 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 9,54% έναντι του 2022, ενώ ο δείκτης της κερδοφορίας του διαμορφώθηκε στο 2,37%, με νέα σημαντική αύξηση 0,87% και κέρδη 5,80 εκατ. ευρώ. Την ένατη θέση κατέλαβε η Εγνατία, με πωλήσεις 187,13 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 16,9% έναντι του 2022 (για δεύτερη συνεχή χρονιά εμφάνισε τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση στις δέκα μεγαλύτερες εταιρείες), έχοντας τον υψηλότερο δείκτη κερδοφορίας μεταξύ των δέκα μεγάλων, 6,77%, αυξημένο κατά 2,77% συγκριτικά με το 2022, και καθαρά κέρδη 12,66 εκατ. ευρώ. Τη δεκάδα συμπλήρωσε η Ok Anytime με πωλήσεις 74,74 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 9,38% συγκριτικά με το 2022, και καθαρά κέρδη 1,08 εκατ. ευρώ και δείκτη 1,45%.

Συμπεράσματα
Το 2023 οι περισσότερες επιχειρήσεις αύξησαν τις πωλήσεις τους λόγω των ανατιμήσεων, αλλά οι πωλήσεις τους σε όγκο μειώθηκαν, ενώ τα αυξημένα κόστη τόσο της προμήθειας των προϊόντων όσο και της λειτουργίας τους ώθησαν σε μία ασθενική διόρθωση την κερδοφορία τους. Ο πληθωρισμός της διετίας 2022-2023 δεν αφορά μόνο τον κλάδο των τροφίμων, αλλά συνολικά την οικονομία, η οποία προσαρμόστηκε σε ένα υψηλότερο επίπεδο τιμών. Δεδομένης της εφαρμογής σχεδόν καθ’ όλο το 2022 και το 2023 του νόμου που «πάγωσε» τα περιθώρια κέρδους των προϊόντων διαβίωσης-διατροφής στο επίπεδο του Αυγούστου του 2021, αλλά και της υιοθέτησης διάφορων άλλων μέτρων, το τελικό αποτέλεσμα αξιολογείται θετικά.

Το 2024 δεν αναμένονται έντονες διακυμάνσεις. Οι ανατιμήσεις από τον Μάρτιο του 2024 τιθασεύτηκαν σχεδόν πλήρως στα σούπερ μάρκετ και, όπως εκτιμάται, η χρονιά θα κλείσει με σχεδόν μηδενικό πληθωρισμό, ενώ επιτέλους καταγράφεται ανάπτυξη των πωλήσεων σε όγκο στην κλαδική αγορά. Όμως, οι περιορισμοί στην διαμόρφωση των περιθωρίων κέρδους συνεχίζονται, το μισθολογικό κόστος αυξάνεται, καθώς γίνεται όλο και πιο δύσκολο να καλύπτονται τα κενά των θέσεων εργασίας ιδίως τα καλοκαίρια, ενώ επανέρχονται οι ανησυχίες σχετικά με μια πιθανή αύξηση του κόστους ενέργειας. Η διαχείριση του κόστους αναμφίβολα θα απασχολήσει έντονα τον κλάδο τα επόμενα χρόνια.