Με το νέο Πτωχευτικό Κώδικα (ν. 3588/2007), και συγκεκριμένα με τα άρθρα του 99-106, εισήχθη η «διαδικασία συνδιαλλαγής», ως ένα από τα πλέον κρίσιμα μέτρα -σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στην έκθεση της συντακτικής επιτροπής- για τη διάσωση επιχειρήσεων σε προπτωχευτικό επίπεδο. Για το τι προβλέπουν ένα προς ένα τα άρθρα αυτά (99-106) ασχοληθήκαμε αναλυτικά σε προηγούμενο τεύχος. Χρήσιμο είναι να αναλύσουμε στο παρόν, τι γίνεται στην πράξη.
Η διαδικασία συνδιαλλαγής δίνει τη δυνατότητα στην επιχείρηση που βρίσκεται κοντά στην πτώχευση να συνεχίσει τη δραστηριότητά της, χωρίς να κινδυνεύει από τα εκκρεμή ή μη μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης (κατασχέσεις κλπ), που γεννήθηκαν πριν τη σύναψη της συμφωνίας συνδιαλλαγής, εφόσον όλα αυτά αναστέλλονται για όσο χρόνο διαρκεί η συμφωνία.
Δηλαδή, κατά τη διάρκεια της συμφωνίας συνδιαλλαγής, δεν μπορεί να γίνει κατάσχεση σε περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης ή προσωπική κράτηση κατά του οφειλέτη, όμως μπορούν να ασκηθούν εγκλήσεις (μηνύσεις) κατά του οφειλέτη και αγωγές. Οι αποφάσεις που θα εκδοθούν όμως επί των αγωγών, δεν θα μπορούν να εκτελεστούν για όσο διαρκεί η συμφωνία μεταξύ των πιστωτών και του οφειλέτη, καθώς, όπως προαναφέρθηκε αναστέλλονται τα μέτρα της αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη, κατά τη διάρκεια της συμφωνίας.
Δέσμευση πιστωτών και οφειλετών
Η αναστολή της εκτέλεσης κατά της επιχείρησης δεσμεύει για όλο το χρονικό διάστημα διάρκειας της συμφωνίας μόνο τους πιστωτές που την υπέγραψαν. Όσοι από τους πιστωτές δεν υπέγραψαν τη συμφωνία δεν δεσμεύονται από αυτήν, όμως δεν μπορούν να προβούν ή να συνεχίσουν οποιαδήποτε διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης (κατάσχεση π.χ.) κατά του οφειλέτη για έξι μήνες από την έκδοση της απόφασης που επικυρώνει τη συμφωνία, στην οποία κατέληξαν οι πιστωτές και ο οφειλέτης, μέσα από τη διαδικασία συνδιαλλαγής.
Επιπλέον, αίρεται οποιοδήποτε κώλυμα έκδοσης επιταγών, αν υπήρχε πριν ξεκινήσει η διαδικασία συνδιαλλαγής. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι επιχείρηση, στην οποία πριν μπει στη διαδικασία συνδιαλλαγής δεν της χορηγούνταν μπλοκ επιταγών από τις τράπεζες, από τη στιγμή που θα επικυρωθεί η συμφωνία με τους πιστωτές της, θα μπορεί να της χορηγηθεί μπλοκ επιταγών ώστε να χρησιμοποιεί αυτό για τις εμπορικές της δραστηριότητες.
Αυτό βέβαια που προβλέπει ο νόμος, δεν είναι ακόμη βέβαιο αν θα γίνει δεκτό ή αν θα εφαρμοστεί στην πραγματικότητα και από τις τράπεζες, οι οποίες, προκειμένου να τηρήσουν το γράμμα του νόμου και να χορηγήσουν μπλοκ επιταγών, ενδεχομένως θα πρέπει να παραβούν εσωτερικούς κανονισμούς και τακτικές…
Άνοιγμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής
Κατ’ αρχήν η επιχείρηση δεν πρέπει να βρίσκεται ήδη σε παύση πληρωμών κατά το άνοιγμα της διαδικασίας, αλλά η παύση πληρωμών πρέπει να είναι επαπειλούμενη.
Ασκείται αίτηση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο του τόπου όπου η επιχείρηση έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων της, η οποία δικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.
Στην αίτηση πρέπει να γίνεται α) σαφής ανάλυση της οικονομικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται η επιχείρηση (υποχρεώσεις προς τρίτους, έργα που βρίσκονται σε εξέλιξη, εμπόρευμα που υπάρχει στις αποθήκες κλπ), β) ειδική μνεία στην κοινωνική σημασία της επιχείρησης από άποψη απασχόλησης (ο αριθμός των εργαζομένων που απασχολούνται) και γ) τα μέτρα που προτείνει η αιτούσα επιχείρηση για την έξοδό της από την κρίση (διακανονισμός με τους πιστωτές, επικείμενη πώληση εμπορευμάτων, αναμενόμενη εισροή κεφαλαίων από οφειλέτες της επιχείρησης, δάνεια υπό εκταμίευση από τράπεζες κλπ).
Ποια είναι τα έξοδα
Κατά την κατάθεση της ως άνω αίτησης συνδιαλλαγής στη γραμματεία του αρμοδίου δικαστηρίου, απαιτείται, επί ποινή απαραδέκτου, γραμμάτιο κατάθεσης πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000€) του ταμείου παρακαταθηκών και δανείων, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αμοιβή του μεσολαβητή (ποιος είναι ο μεσολαβητής, θα δούμε αμέσως παρακάτω).
Ο πρόεδρος του δικαστηρίου, μετά την κατάθεση της αίτησης, έχει δικαίωμα να ορίσει εμπειρογνώμονα με διάταξη, ώστε να εξακριβωθεί η ακριβής οικονομική κατάσταση του αιτούντα – οφειλέτη, που αφού ζητήσει όσα στοιχεία θεωρεί απαραίτητα από τον οφειλέτη, πρέπει να υποβάλλει στον γραμματέα του δικαστηρίου σχετική έκθεση, μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από το διορισμό του.
Πιθανά αποτελέσματα της διαδικασίας συνδιαλλαγής
Η απόφαση που θα εκδοθεί, εφόσον πιθανολογηθεί από το δικάζον δικαστήριο ότι η αίτηση είναι βάσιμη, θα διατάξει το άνοιγμα της διαδικασία συνδιαλλαγής. Ταυτόχρονα θα οριστεί με την απόφαση μεσολαβητής, από κατάλογο πραγματογνωμόνων, ο οποίος θα αναλάβει να φέρει σε συμβιβασμό- διακανονισμό-συμφωνία τον αιτούντα και τους πιστωτές. Θα προσδιοριστεί επίσης ο χρόνος που θα έχει ο μεσολαβητής ώστε να ολοκληρώσει τη διαδικασία της συνδιαλλαγής (όχι μεγαλύτερος των δύο μηνών).
Ο μεσολαβητής πρέπει να επιτύχει ώστε με τη συμφωνία που θα επιτευχθεί, να δίδεται η δυνατότητα στον οφειλέτη να διασώσει την επιχείρησή του, με κάθε πρόσφορο μέσο. Ειδικότερα, η συμφωνία αυτή μπορεί να περιλαμβάνει ενδεικτικά διακανονισμό των οφειλών προς τους πιστωτές, ακόμη και μείωση ή αναστολή αυτών, αναδιάρθρωση της επιχείρησης κλπ.
Ο μεσολαβητής αναλαμβάνει καθήκοντα από την επομένη της επιδόσεως σε αυτόν της απόφασης του διορισμού του, η οποία γίνεται με επιμέλεια της γραμματείας του Πρωτοδικείου που εξέδωσε την απόφαση για το άνοιγμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής. Το δικαστήριο με την απόφασή του για το άνοιγμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής, ορίζει και το χρόνο που θα έχει ο μεσολαβητής, ο οποίος ξεκινά από την επομένη της επίδοσης σε αυτόν την ως άνω απόφασης, (έως 2 μήνες) με δυνατότητα όμως παράτασης για ένα μήνα ακόμη, προκειμένου να ολοκληρώσει ο μεσολαβητής το έργο του, αν δεν έχει προλάβει εντός του διμήνου. Με την παρέλευση της ως άνω προθεσμίας επέρχεται αυτοδικαίως και περάτωση της διαδικασίας συνδιαλλαγής.
Τι γίνεται εφόσον επιτευχθεί συμφωνία;
Εφόσον επιτευχθεί συμφωνία με τους πιστωτές κατά τη διαδικασία συνδιαλλαγής, πρέπει να περιβληθεί αυτήν την ισχύ της δικαστικής απόφασης και για το λόγο αυτό εντός 10 ημερών από την υπογραφή της συμφωνίας, πρέπει να εισαχθεί υποχρεωτικά αυτή προς επικύρωση στο δικαστήριο, με αίτηση κάποιου από τους συμβαλλομένους.
Προσδιορίζεται δικάσιμος για τη συζήτηση της αίτησης στο αρμόδιο δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο) κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας και κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο μπορούν να ακουστούν -εάν θέλουν- οι υπογράψαντες τη συμφωνία πιστωτές, ο μεσολαβητής, ο οφειλέτης και ο εκπρόσωπος των εργαζομένων.
Οποιοσδήποτε άλλος έχει έννομο συμφέρον μπορεί να ασκήσει παρέμβαση στο ακροατήριο. Το δικαστήριο, εφόσον θεωρήσει ότι πράγματι η συμφωνία που επιτεύχθηκε ανάμεσα στον οφειλέτη και u964 τους πιστωτές του θα επικυρώσει τη συμφωνία, θα τη δεχτεί ενώ σε αντίθετη περίπτωση θα την απορρίψει.
Πότε επέρχεται η λύση της συμφωνίας συνδιαλλαγής;
Η συμφωνία συνδιαλλαγής μπορεί να τερματιστεί α) αυτοδίκαια, με τη λήξη της συμφωνημένης διάρκειάς της, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο έτη από τη δημοσίευση της δικαστικής απόφασης που την επικυρώνει, β) αυτοδίκαια, με την κήρυξη του οφειλέτη σε πτώχευση ή λόγω υπαγωγής του σε οποιαδήποτε διαδικασία αναδιοργάνωσης ή εκκαθάρισης της περιουσίας του και γ) με δικαστική απόφαση η οποία μπορεί να εκδοθεί και κατά τη διάρκεια της συμφωνίας συνδιαλλαγής, ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε από τους πιστωτές του οφειλέτη, λόγω μη εκπλήρωσης από τον οφειλέτη των υποχρεώσεων που ανέλαβε με τη συμφωνία συνδιαλλαγής.
Η κυρία Κωνσταντίνα Κυριακοπούλου είναι δικηγόρος, έδρα: Καρνεάδου 32-Κολωνάκι (106 76), e-mail: [email protected].