Η Ήπειρος είναι η πιο «γερασμένη» περιοχή της Ελλάδας και μία από τις έξι φτωχότερες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (οι άλλες πέντε είναι οι επίσης δικές μας Πελοπόννησος και Δυτική Ελλάδα, η ισπανική Εστρεμαδούρα, οι πορτογαλικές Αζόρες και τα υπερπόντια εδάφη της Γαλλίας). Το 2001 λειτουργούσαν στην περιοχή 39 σούπερ μάρκετ αλυσίδων, εκ των οποίων τα 21 στην πόλη των Ιωαννίνων και τα 12 στην πόλη της Άρτας. Ο νομός Πρέβεζας είναι η «προνομιούχος» περιοχή της Ηπείρου, αφού διαθέτει τις περισσότερες πεδινές εκτάσεις, ενώ σε σχέση με τις υπόλοιπες είναι πολύ περισσότερο ανεπτυγμένη τουριστικά.

Το ερώτημα αυτό προβάλλει εντελώς αβίαστα με βάση τα δημογραφικά και τα οικονομικά στοιχεία της Ηπείρου, όπως αυτά δίνονται από τη Στατιστική Υπηρεσία. Η Ήπειρος είναι η πιο «γερασμένη» περιοχή της Ελλάδας, αλλά και μία από τις έξι φτωχότερες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (οι άλλες πέντε είναι οι επίσης δικές μας Πελοπόννησος και Δυτική Ελλάδα, η ισπανική Εστρεμαδούρα, οι πορτογαλικές Αζόρες και τα υπερπόντια εδάφη της Γαλλίας).

Με βάση την πιο πρόσφατη Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών της ΕΣΥΕ, σε κάθε νοικοκυριό της Ηπείρου αντιστοιχούν κατά μέσο όρο 2,61 άτομα, αριθμός που είναι ο χαμηλότερος ανάμεσα στις 13 περιφέρειες της χώρας και μαρτυρά προφανώς το μεγάλο ποσοστό μονομελών και διμελών νοικοκυριών των γερόντων που έχουν απομείνει στα χωριά της περιοχής. Επίσης σε κάθε νοικοκυριό αντιστοιχούν 0,08 παιδιά κάτω των έξι ετών, δηλαδή ακριβώς τα μισά του μέσου όρου της χώρας (0,16). Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό: σε κάθε νοικοκυριό αντιστοιχούν 0,98 οικονομικά ενεργά άτομα (τα λιγότερα σε όλη τη χώρα) έναντι 1,19 του πανελλαδικού μέσου όρου, ενώ αντίθετα τα αποσυρθέντα από την εργασία άτομα ανέρχονται σε 0,58, έναντι 0,47 στο σύνολο της χώρας.

Την ανησυχητική για το μέλλον της Ηπείρου εικόνα, όπως αυτή προκύπτει από τα δημογραφικά στοιχεία, έρχονται να την επιτείνουν τα οικονομικά στοιχεία. Το μέσο κατά κεφαλή ΑΕΠ μόλις ξεπερνά το 55% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ τα στοιχεία του ICAP για τις επενδύσεις κάθε άλλο παρά προκαλούν αισιοδοξία για το αύριο. Πιο συγκεκριμένα, η Ήπειρος συγκεντρώνει το 3,2% του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας αλλά παράγει μόνο το 2,7% του ΑΕΠ της χώρας. Και το χειρότερο: Την πενταετία 1996-2000 τα κεφάλαια που επενδύθηκαν σε νέες επιχειρήσεις στην περιοχή αντιστοιχούσαν μόλις στο 0,4% του συνόλου της χώρας.

Μόνη ελπίδα για να έρθει αυτή η πραγματικά αποκομμένη περιφέρεια πιο κοντά στην Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η ολοκλήρωση των μεγάλων έργων που κατασκευάζονται στην ευρύτερη περιοχή: η Εγνατία Οδός, η ζεύξη Ρίου-Αντιρρίου, η Ιονία Οδός, η αναβάθμιση του λιμανιού της Ηγουμενίτσας, η σήραγγα στο Άκτιο. Και επίσης η ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, καθώς στον τομέα αυτό κάτι κινείται τα τελευταία χρόνια, έστω και εντελώς απρογραμμάτιστα. Πάντως η εποχή που η Ήπειρος ήταν «πρώτη στα γρόσια και τα γράμματα» δεν πρόκειται να ξανάρθει και πολύ δύσκολα η περιφέρεια αυτή θα συγκλίνει οικονομικά όχι στην ΕΕ αλλά στην Ελλάδα.

Φτωχές οι επενδύσεις, μικρές οι επιχειρήσεις

Σύμφωνα με τον ICAP, την πενταετία 1996-2000 διατέθηκαν για την ίδρυση νέων ΑΕ και ΕΠΕ στην Ήπειρο 43,2 εκατ. ευρώ, δηλαδή κάτι λιγότερο από τα μισά των κεφαλαίων που διατέθηκαν για τον ίδιο σκοπό στα γειτονικά Επτάνησα (με πολύ μικρότερο πληθυσμό). Στον τομέα της βιομηχανίας επενδύθηκε το 34,1% αυτών των κεφαλαίων, στο εμπόριο το 18%, στις υπηρεσίες το 33,2% και στον τουρισμό μόλις το 14,8%.

Το διάστημα αυτό ιδρύθηκαν 68 εμπορικές επιχειρήσεις (με τη μορφή ΑΕ ή ΕΠΕ). Περισσότερες από τις μισές (οι 38) έχουν την έδρα τους στο νομό Ιωαννίνων. Τα στοιχεία του ICAP δείχνουν ότι το ενδιαφέρον των επενδυτών είναι σχετικά χαμηλό σε ό,τι αφορά τις εμπορικές επιχειρήσεις. Ενώ η περιοχή συγκεντρώνει το 3,2% των κατοίκων της Ελλάδας, οι νέες εμπορικές επιχειρήσεις που ιδρύθηκαν εκεί κατά την τελευταία πενταετία αντιστοιχούν μόλις στο 0,9% του συνόλου και τα επενδυμένα σε αυτές κεφάλαια μόνο στο 1,1% του συνόλου. Οι τάσεις μάλιστα είναι πτωτικές, καθώς το 1998 τα νέα επενδυμένα κεφάλαια αντιπροσώπευαν το 1,5% του συνόλου, ενώ το 2000 το ποσοστό αυτό περιορίστηκε στο 0,8%.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα των λιανεμπορικών επιχειρήσεων της Ηπείρου είναι το πολύ μικρό μέγεθος, που τις εμποδίζει να εκσυγχρονιστούν και να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της οικονομίας. Άλλωστε δεν συναινεί σε κάτι τέτοιο ούτε η εξαιρετικά χαμηλή αγοραστική δύναμη των ντόπιων καταναλωτών. Επιπλέον, ασήμαντο είναι και το τουριστικό ρεύμα, το οποίο θα μπορούσε έξωθεν να δώσει χέρι βοηθείας στην εγχώρια αγορά. Πιο συγκεκριμένα, στο νομό Άρτας, όπου την περασμένη πενταετία δεν ιδρύθηκε καμία τουριστική επιχείρηση, το 1999 πραγματοποιήθηκαν μόλις 3.000 διανυκτερεύσεις αλλοδαπών τουριστών (σχεδόν 0 διανυκτερεύσεις ανά κάτοικο). Στο νομό Ιωαννίνων αντιστοιχούσαν τον ίδιο χρόνο 0,3 διανυκτερεύσεις ανά κάτοικο, στο νομό Θεσπρωτίας 1 και στο νομό Πρέβεζας 2,4 (ο μέσος όρος στο σύνολο της χώρας είναι 4,4 διανυκτερεύσεις ανά κάτοικο).

Στην Ήπειρο λοιπόν, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στην έκδοση «Οι νομοί της Ελλάδας», το 1995 λειτουργούσαν 2.574 λιανεμπορικές επιχειρήσεις με μέσο τζίρο ανά επιχείρηση 130.400 ευρώ, που μόλις ξεπερνά το 61% του μέσου πανελλαδικού ετήσιου τζίρου των εμπορικών επιχειρήσεων. Σε ό,τι αφορά την απασχόληση, η εικόνα είναι ακόμη χειρότερη, αφού σε κάθε κατάστημα αντιστοιχούσαν μόλις 0,6 εργαζόμενοι, έναντι 2,7 στο σύνολο της χώρας. Στο νομό Θεσπρωτίας, όπου τα σούπερ μάρκετ είναι σχεδόν ανύπαρκτα, παρατηρούνται τόσο ο μικρότερο τζίρος όσο και η χαμηλότερη απασχόληση ανά κατάστημα. Αντίθετα υψηλότερη απασχόληση ανά κατάστημα παρατηρείται στο νομό Άρτας, στην πρωτεύουσά του οποίου υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση σούπερ μάρκετ.

Πάντως, από το Μητρώο Επιχειρήσεων 1995 της ΕΣΥΕ προκύπτει ότι ο αριθμός των λιανεμπορικών επιχειρήσεων στην Ήπειρο είναι σχεδόν διπλάσιος του προαναφερομένου. Η μεγάλη διαφορά εξηγείται, διότι οι κατηγορίες καταστημάτων που περιλαμβάνει στο λιανεμπόριο η ΕΣΥΕ είναι διευρυμένες, ταυτόχρονα όμως αναδεικνύει και τα τεράστια προβλήματα της στατιστικής έρευνας στην Ελλάδα (για την επικαιροποίησή τους καλύτερα ας μη μιλήσουμε).

Με βάση λοιπόν το Μητρώο της ΕΣΥΕ (τριψήφιοι κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας, 521-527), στην Ήπερο το 1995 λειτουργούσαν 4.605 λιανεμπορικές επιχειρήσεις, το 2,9% των επιχειρήσεων του κλάδου στην Ελλάδα. Σχεδόν οι μισές από αυτές, οι 2.177, είχαν έδρα στο νομό Ιωαννίνων, ενώ οι λιγότερες –μόνο 519–δραστηριοποιούνταν στη Θεσπρωτία. Επιπρόσθετα να σημειώσουμε ότι στον τομέα της εστίασης (κωδικοί 553-555) δραστηριοποιούνταν 1.755 επιχειρήσεις, που αντιπροσώπευαν το 3,4% των επιχειρήσεων του κλάδου στην Ελλάδα. Στον τουριστικό τομέα (κωδικοί 551-552) δραστηριοποιούνταν 317 επιχειρήσεις, δηλαδή το 2,3% των επιχειρήσεων του κλάδου πανελλαδικά. Όπως παρατηρούμε, τα ποσοστά των επιχειρήσεων στους τομείς του λιανεμπορίου και του τουρισμού είναι σημαντικά χαμηλότερα από το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που αντιστοιχεί στην Ήπειρο, γεγονός που δείχνει την υπανάπτυξη των δύο κλάδων στην περιοχή. Αντίθετα, τα καταστήματα στον τομέα της εστίασης αντιπροσωπεύουν ποσοστό λίγο υψηλότερο από αυτό του πληθυσμού.

Συγκέντρωση των σούπερ μάρκετ στα Ιωάννινα και την Άρτα

Σύμφωνα με το «ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ 2002», το 2001 λειτουργούσαν στην περιοχή 39 σούπερ μάρκετ αλυσίδων, εκ των οποίων τα 21 στην πόλη των Ιωαννίνων και τα 12 στην πόλη της Άρτας. Η συγκέντρωση τόσων πολλών καταστημάτων στις δύο αυτές πόλεις, που είναι κάτι παραπάνω από υπερβολική για τον αριθμό των κατοίκων τους, δείχνει από τη μία τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις στην επέκτασή τους (κυρίως έλλειψη σε υποδομές), αλλά και το μικρό επενδυτικό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν για τις μεγάλες αλυσίδες τα μικρότερα αστικά κέντρα της περιφέρειας. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στο νομό Θεσπρωτίας υπάρχει μόνο ένα σούπερ μάρκετ αλυσίδας στην Ηγουμενίτσα, ενώ παρόμοια καταστήματα λειτουργούν μόλις σε τρεις ακόμη πόλεις (3 στην Πρέβεζα, 1 στη Φιλιππιάδα και 1 στο Μέτσοβο).

Την «παράσταση» των εξελίξεων στην Ήπειρο έκλεψε πέρυσι η Α-Β ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, η οποία με την εξαγορά της ΤΡΟΦΟ και της ΕΝΑ απέκτησε ισχυρή παρουσία στην πόλη των Ιωαννίνων, όπου τώρα διαθέτει 2 σούπερ μάρκετ και ένα cash & carry. Αλλά και η ΑΤΛΑΝΤΙΚ μπήκε δυναμικά στο παιχνίδι, διπλασιάζοντας σχεδόν τα καταστήματά της στην περιοχή. Ήταν η μόνη αλυσίδα που ίδρυσε πέρυσι 1 νέο κατάστημα στα Ιωάννινα, ενώ πρόσθεσε άλλα 2 στη δύναμή της (Άρτα και Πρέβεζα) με την εξαγορά της τοπικής αλυσίδας ΠΑΛΜΟΣ. Σήμερα διαθέτει στην περιοχή 7 καταστήματα.

Μια τοπική αλυσίδα κατέχει τα πρωτεία σε ό,τι αφορά τον αριθμό καταστημάτων στην Ήπειρο. Πρόκειται για την ΠΑΥΛΟΥ, η οποία λειτουργεί 12 καταστήματα στα Ιωάννινα και 1 στο Μέτσοβο. Αξιοσημείωτη δραστηριότητα παρουσιάζει επίσης η τοπική αλυσίδα ΑΓΓΕΛΗ, με 6 καταστήματα στην Άρτα. Την Ήπειρο επέλεξε για να λειτουργήσει 4 καταστήματα (3 στο νομό Άρτας και ένα στη Θεσπρωτία) η αλυσίδα ΞΥΝΟΣ, που συγκεντρώνει όλη την υπόλοιπη δύναμή της (16 σούπερ μάρκετ) στο νομό Αττικής. Από τις μεγάλες αλυσίδες, στην περιοχή δραστηριοποιούνται επίσης η ΚΑΡΦΟΥΡ ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ, με 1 σούπερ μάρκετ στα Γιάννενα, η ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΣ με 2 καταστήματα στα Γιάννενα και οι εκπτωτικές DIA (2 καταστήματα στην Άρτα) και LIDL (1 κατάστημα στην Άρτα).

Αξιόλογη είναι και η παρουσία των ομίλων αγορών, οι οποίοι το 2000 διέθεταν 75 μέλη στην περιοχή, κατανεμημένα και στους τέσσερις νομούς. Τη μεγαλύτερη παρουσία έχει η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ με 19 μέλη και ακολουθούν οι όμιλοι ΑΣΤΕΡΑΣ με 17, ΑΣΠΙΔΑ με 12, ΕΛΕΤΑ με 11, ΕΛΟΜΑΣ με 8 και ΚΥΨΕΛΗ με 8.