«Για τον όμιλο Μαρινόπουλος υπερισχύει σήμερα η ενίσχυση του Έλληνα παραγωγού και καταναλωτή. Πρόκειται για την καλύτερη μακροπρόθεσμη επένδυσή μας στο μέλλον της χώρας», τονίζει στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξή του στο σελφ σέρβις ο κ. Γιώργος Βογιατζάκης, διευθυντής Ανάπτυξης & Δημοσίων Σχέσεων του ομίλου, επιφυλάσσοντάς μας και μια επενδυτική έκπληξη της Μαρινόπουλος για τον κλάδο: Την επέκτασή τη στην εγχώρια αγορά του Cash & Carry.

Η ύφεση στον έκτο χρόνο της στη χώρα μας έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα σε όλη την αγορά της λιανικής. «Ζούμε μια άλλη εποχή. Στο μεταξύ, όμως, όλες οι επιχειρήσεις διορθώσαμε αρκετά τις λειτουργίες μας, ενώ φαίνεται ότι τώρα επιτέλους ορισμένοι από τους κρίσιμους μακροοικονομικούς δείκτες άρχισαν να αναστρέφονται», εκτιμά ο κ. Βογιατζάκης, προσθέτοντας: «Ασφαλώς οι επιπτώσεις της δημοσιονομικής προσαρμογής παραμένουν δραματικές.

Όμως, η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των μεγάλων ελληνικών τραπεζών προς όφελος της αποκατάστασης της ρευστότητας στην οικονομία θα αποτελέσει σταθμό, πιστεύω, για την εξέλιξη συνολικά της ζήτησης από το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει πως θα αποκατασταθούν οι καταναλωτικές μας συνήθειες της προηγούμενης δεκαετίας.

Στο πλαίσιο αυτό, ο όμιλος Μαρινόπουλος επενδύει ακόμα πιο έντονα φέτος στη μείωση των τιμών –συνολικά 60 εκατ. ευρώ μόνο για το 2013– ώστε οι καταναλωτές, που έχουν υποστεί σημαντικότατες μειώσεις εισοδημάτων, να έχουν καθημερινά πρόσβαση σε προϊόντα υψηλής ποιότητας.

Αυτό, λοιπόν, μας το αναγνωρίζουν και μας επιβραβεύουν. Πράγματι, ο αριθμός των πελατών μας αυξάνει συνεχώς. Κατά περίπτωση καταστήματος, μάλιστα, φτάνει ακόμα και το 20%-30%, σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, κάτι που δικαιώνει την επιλογή μας εδώ και ενάμιση χρόνο να επενδύουμε συστηματικά στην ικανοποίηση, με οικονομία, των καθημερινών αναγκών των ελληνικών νοικοκυριών».

Στρατηγική υποστήριξη στους Έλληνες προμηθευτές
σελφ σέρβις: Η ιδιωτική ετικέτα αποτελεί στρατηγικό σας όπλο εν προκειμένω. Τι μερίδιο έχουν σήμερα στις πωλήσεις σας τα προϊόντα που αφορά; Αλήθεια, στις σημερινές συνθήκες τα PL προϊόντα συνεισφέρουν στα κέρδη σας εξισορροπητικά προς τη γενική τάση συγκράτησής τους;

Γιώργος Βογιατζάκης: Είναι γνωστό ότι στον σχετικό τομέα είμαστε πρωτεργάτες και με εξαιρετική επίδοση στη δημιουργία ολόκληρων οικογενειών τέτοιων προϊόντων και μάλιστα επώνυμης ζήτησης. Ήδη είμαστε πολύ πιο πάνω από τον μέσο όρο της αγοράς σε ό,τι αφορά τα μερίδιά τους.

Κατέχουν το 35% των πωλήσεών μας σε αξία και το 45% σε όγκο! Αλλά το κρίσιμο είναι ότι κατά το 96% παράγονται στην Ελλάδα, κάτι που επιβεβαιώνει τον στρατηγικό χαρακτήρα της υποστήριξής μας στην ελληνική παραγωγή. Αυτό τον όμιλό μας, κυρίως από τη στιγμή που πέρασε πάλι εξ ολοκλήρου σε ελληνικά χέρια, τον διακρίνει γενικότερα.

Αυτό το επισημαίνω γιατί, δυστυχώς, το να επενδύει κανείς διαρκώς και με επιμονή στην Ελλάδα (σε υποδομές, καταστήματα, στη συνεργασία με τους Έλληνες προμηθευτές, στις χαμηλές τιμές κλπ) δεν είναι και τόσο αυτονόητο, αν ληφθεί υπόψιν η πρεμούρα ουκ ολίγων μέχρι πρότινος να βγάλουν τα λεφτά τους στο εξωτερικό…

Ρωτάτε για την κερδοφορία μας στα PL. Αν ήταν αυτή η πρώτη μας έγνοια, θα διαθέταμε μόνο ή σχεδόν μόνο επώνυμα προϊόντα, που έχουν σαφώς μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους. Αλλά σε εμάς υπερισχύει σήμερα η ενίσχυση του Έλληνα παραγωγού και του Έλληνα καταναλωτή. Πρόκειται για την καλύτερη μακροπρόθεσμη επένδυση στο μέλλον της χώρας.

Η Μαρινόπουλος στην αγορά των C&C
σελφ σέρβις: Πάντως, η άποψη που λέει ότι η επίμονη πριμοδότηση των χαμηλών τιμών σε βάθος χρόνου –αντί των επενδύσεων πχ στην επέκταση των δικτύων– δημιουργεί μακροπρόθεσμα ζημιογόνα αποτελέσματα, φαίνεται ότι έχει βασιμότητα…

Γιώργος Βογιατζάκης: Το άγχος της επέκτασης δεν μπορεί να καταλαμβάνει εκείνον που έχει εδραία θέση από το Διδυμότειχο μέχρι τη Σιτία και από τη Ρόδο ως την Κέρκυρα κι ένα δίκτυο που αριθμεί κάτι λιγότερο από 800 καταστήματα όλων των format.

Αφήνουμε, λοιπόν, αυτά τα άγχη να κατατρώγουν άλλους, επισημαίνοντάς τους, ωστόσο, ότι σε συγκυρίες, όπως αυτή των τελευταίων χρόνων, τα πολλά καινούργια καταστήματα δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι προσδίδουν αξία σε μια αλυσίδα, εφόσον την όποια απόδοσή τους την κάνει πρόσκαιρη η συρρίκνωση της κατανάλωσης, δηλαδή η μείωση της απόδοσης ανά τμ χώρου πωλήσεων.

Επειδή, όμως, ο προβληματισμός σας έχει βασιμότητα, ποτέ δεν μείναμε με χέρια σταυρωμένα. Στην εσωτερική αγορά, για παράδειγμα, πέρα από τις ριζικές ανακαινίσεις των Carrefour που αυξάνουν κατακόρυφα την ελκυστικότητά τους, στις 25 Ιουνίου εγκαινιάζουμε το πρώτο μας Cash & Carry στη Θεσσαλονίκη, στο κατάστημά μας στη Γεωργική Σχολή –κι αυτό είναι μια σημαντική είδηση για όλο τον κλάδο.

Γιατί μέχρι το τέλος της χρονιάς θα έχουμε εγκαινιάσει τη λειτουργία ακόμα τεσσάρων τέτοιων καταστημάτων, που θα διαθέτουν περί τους 15.000 κωδικούς προϊόντων μόνο για επαγγελματίες, σε Τρίκαλα, Αθήνα, Κρήτη και Λιβαδιά, με στόχο την απόκτηση ισχυρής παρουσίας στην οργανωμένη χονδρική σε όλη τη χώρα!

Σχετικά με την είσοδό μας στις αγορές των Βαλκανίων, μετά την πολύ πετυχημένη απόδοση των επενδύσεών μας από το 2004 στην Κύπρο, το περιοδικό σας παρακολουθεί τις εξελίξεις. Συνοψίζω λοιπόν: Στη Βουλγαρία, που μπήκαμε το 2006, αναπτυσσόμαστε με τέσσερα-πέντε νέα καταστήματα τον χρόνο.

Ήδη εγκαινιάσαμε το 20ο και σε μια τριετία θα ελέγχουμε το ηγετικό μερίδιο στη γειτονική αγορά, κάτι που η συγκυρία ευνόησε να μας συμβεί φέτος τον χειμώνα στην Αλβανία, με την εξαγορά της Euromax, τοπικής αλυσίδας 24 καταστημάτων πολλά υποσχόμενης, δεδομένου ότι στην Αλβανία τον τελευταίο χρόνο έχουν επιστρέψει, λόγω της κρίσης, πάνω από ενάμισι εκατομμύριο οικονομικοί μετανάστες.

Επίσης, στη Σερβία θα εγκαινιάσουμε τα πρώτα καταστήματά μας το 2014, ενώ παρουσία έχουμε και στη FYROM, με ένα κατάστημα για την ώρα. Εντέλει προκύπτει να γινόμαστε «οι πρώτοι» όπου δραστηριοποιούμαστε, χωρίς να αντιμετωπίζουμε την πρωτιά σαν φετίχ….

σελφ σέρβις: Ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για την πορεία συγκέντρωσης του κλάδου; Ανησυχείτε για φαινόμενα πτωχεύσεων; Θα μπορέσει η αγορά μας υπό τις σημερινές συνθήκες να τα αντιπαρέλθει;

Γιώργος Βογιατζάκης: Η συγκέντρωση είναι από αναμενόμενη έως αναπόφευκτη, ακριβώς διότι αντισταθμίζει τις παρενέργειες που δημιουργεί η οικονομική κρίση, όπως οι πτωχεύσεις επιχειρήσεων, τις οποίες, δυστυχώς, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με βεβαιότητα. Πιστεύω, λοιπόν, ότι θα υπάρξουν σχετικές διεργασίες, πιθανώς από φέτος. Φαντάζομαι, όμως, ότι συγκεκριμένα αποτελέσματα θα αρχίσουμε να βλέπουμε από την επόμενη χρονιά.

Όχι στη μιζέρια
σελφ σέρβις: Μια ανάκαμψη της οικονομίας μας, όπως το είπατε, δεν σημαίνει ότι θα «αναστήσει» το καταναλωτικό πρότυπο των προηγούμενων δεκαετιών. Κι όμως, πάνω σε αυτό στηρίχθηκε το ισχύον μοντέλο του σούπερ μάρκετ. Δεν νομίζετε ότι πλέον είναι αρκετά «πολυτελές» για το νέο καταναλωτικό πρότυπο;

Γιώργος Βογιατζάκης: Το μοντέλο του σούπερ μάρκετ έτσι κι αλλιώς είναι δυναμικά εξελισσόμενο. Ήδη η διαφοροποίηση στην ποικιλία του μίγματος των ραφιών του είναι έντονα αισθητή. Όμως, ο Έλληνας καταναλωτής δεν θα πάψει ποτέ να θέλει το καθαρό, το τακτοποιημένο, το φιλόξενο και καλαίσθητο περιβάλλον του σούπερ μάρκετ.

Το κατάστημα-αποθήκη προϊόντων, έστω χάριν των χαμηλών τιμών, δεν είναι στην κουλτούρα του. Αυτό λένε οι έρευνες. Ο Έλληνας καταναλωτής μπορεί να μην ξοδεύει όσα παλιότερα, μπορεί εξ ανάγκης να διαλέγει το οικονομικότερο είδος και να κυνηγά τις χαμηλές τιμές, αλλά τον λιανέμπορο τον κρίνει από το κατά πόσο του κάνει προσιτές τις μικρές «πολυτέλειες» που δικαιούται κι από το πόσο αναβαθμίζει την εμπειρία των αγορών του. Ο Έλληνας ως πελάτης, αν κάτι αποστρέφεται, αυτό είναι η μιζέρια!


Πιστοί στις προτιμήσεις των Ελλήνων
σελφ σέρβις: Η κατάχρηση σήμερα του promotion είναι αδιαμφισβήτητη. Θα τελειώσει ποτέ αυτή η ιστορία, που εντέλει ξελιγώνει τις μικρές προμηθευτικές επιχειρήσεις –κυρίως τις ελληνικές έναντι των πολυεθνικών, όταν οι τελευταίες «πουσάρουν» στρατηγικά τις πωλήσεις τους με προωθήσεις –προκειμένου επιτέλους να μειωθούν οι τιμές ανά μονάδα προϊόντος και να γίνεται ορθολογική χρήση του promotion;

Γιώργος Βογιατζάκης: Πιθανώς αυτό θα συμβεί μετά το 2013. Η ένταση του promotion ασφαλώς προοπτικά θα μετριαστεί κι οι τιμές θα «μαζευτούν» περισσότερο. Στο μεταξύ, όμως, οι Έλληνες προμηθευτές πρέπει να υπολογίζουν στις δυνατότητές τους, εφόσον και καλά προϊόντα προσφέρουν και σε καλές τιμές, συγκριτικά με πολλά εισαγόμενα, ενώ παρά τα προβλήματα ρευστότητας που τους βασανίζουν, έχουν ήδη καταφέρει να κάνουν οι περισσότεροι πιο ευέλικτες τις εταιρείες τους.

Πριν απ’ όλα είναι με το μέρος τους η προτίμηση των Ελλήνων καταναλωτών. Πρόκειται για ένα σημαντικό κεφάλαιο των ελληνικών προϊόντων, που εμείς ως όμιλος το ενισχύουμε στρατηγικά, πράγμα που σημαίνει ότι μεταξύ πολυεθνικού και εθνικού προϊόντος δεν αντιμετωπίζουμε δίλημμα. Υποστηρίζουμε το ελληνικό σε όλα τα πεδία της συνεργασίας μας με τον παραγωγό του, χωρίς βέβαια να αγνοούμε την αξία του διεθνούς brand. Σε τελική ανάλυση, έτσι, κάνουμε αυτό ακριβώς που θέλει ο πελάτης μας!

σελφ σέρβις: Πολλοί προμηθευτές, πάντως, δεδομένων των προβλημάτων ρευστότητας, όπως είπατε, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν το όνομα Μαρινόπουλος με δέος…

Γιώργος Βογιατζάκης: Μας αρκεί που ο καθένας τους ξέρει ότι οι σχέσεις μας είναι άριστες, ότι τους υποστηρίζουμε και μας υποστηρίζουν, καταστρώνοντας από κοινού πολιτικές αύξησης των μεριδίων αμφοτέρων, κι ότι η οικονομική ισχύς μας δεν υπονομεύεται από υποχρεώσεις σε τράπεζες, πράγμα εξαιρετικά σημαντικό για μια μεγάλη ελληνική εταιρεία σε καιρό κρίσης.

Ως προς το ακανθώδες για όλους πρόβλημα της ρευστότητας –τουλάχιστον, μέχρι να αποκατασταθεί η λειτουργία του τραπεζικού μας συστήματος– είναι εύλογο όλοι να αγωνιούν για αποπληρωμές όσο το δυνατόν νωρίτερα. Αλλά δεν είναι δυνατόν να υποκαθιστούμε τις τράπεζες. Πάντως, δίνουμε απολύτως συνειδητά προτεραιότητα στον Έλληνα προμηθευτή, που δεν έχει πρόσβαση στις διεθνείς τράπεζες κι αυτό το ξέρει!

Τσιγάρα και βιταμίνες στο ράφι
σελφ σέρβις: Τι γυρεύετε από τη «σπαρασσόμενη» σήμερα αγορά του τσιγάρου, που έχει 82% φόρο με υποχρέωση προκαταβολής, ελάχιστο κέρδος, υψηλό λειτουργικό κόστος κλπ; Κάποιοι θεωρούν ανέφικτο ότι ως τα τέλη του Ιουνίου 200 καταστήματά σας, όπως ανακοινώσατε, θα διαθέτουν καπνικά προϊόντα.

Γιώργος Βογιατζάκης: Το δέλεαρ για την είσοδό μας στην κατηγορία δεν είναι το κέρδος της, αλλά η ολοκληρωμένη εξυπηρέτηση του πελάτη μας. Του παρέχουμε μια επιπλέον υπηρεσία κι η αμοιβή μας είναι η προτίμησή του. Άλλωστε πουλάμε ήδη τσιγάρα στα καταστήματά μας στη Βουλγαρία, δεν μάς είναι πρωτόγνωρη αγορά, δεν θα «χάσουμε». Όσο για το αν ως το τέλος του μήνα θα είμαστε συνεπείς με το πλάνο μας, θα το δείτε.

Απλώς σας δηλώνω ότι μέχρι το τέλος του χρόνου θα μπορείτε να αγοράσετε ό,τι μάρκα τσιγάρα προτιμάτε απ’ όλα τα καταστήματα του δικτύου μας. Σε λίγο θα προωθηθεί εξ όσων γνωρίζω και η νομοθετική ρύθμιση για την απελευθέρωση της διανομής των συμπληρωμάτων διατροφής από τα σούπερ μάρκετ.

Είμαστε πανέτοιμοι να δώσουμε τη δυνατότητα στον πελάτη μας να τα ψωνίζει κι αυτά από τα καταστήματά μας, σε καλύτερες τιμές απ’ ότι τα αγοράζει σήμερα όπου τα βρίσκει. Ούτε αυτή η κατηγορία είναι μεγάλη. Όμως, η ουσία της απελευθέρωσης της αγοράς υπέρ του καταναλωτή δημιουργεί μια αξία, την οποία υποχρεούμαστε να του την αποδώσουμε…

Κανείς να μην επιβάλει τίποτα σε κανέναν
σελφ σέρβις:
Οι καταναλωτές δεν ψωνίζουν επειδή δεν βρίσκουν τον χρόνο ή γιατί δεν έχουν χρήμα; Η απελευθέρωση του ωραρίου των καταστημάτων τις Κυριακές, την οποία ανεπιφύλακτα ο όμιλος Μαρινόπουλος επικροτεί, δεν ανησυχείτε μήπως σας προσθέσει υπέρογκο λειτουργικό κόστος, χωρίς αντισταθμιστικό αποτέλεσμα;

Γιώργος Βογιατζάκης: Η απελευθέρωση του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων τις Κυριακές –κάτω των 250μ, σύμφωνα με την πρόταση του αρμόδιου υπουργείου– αποτελεί μια από τις πτυχές του κεντρικού αιτήματος για την οριστική απελευθέρωση των αγορών.

Πέρα από τη γνωστή συζήτηση περί πιθανής αύξησης του λειτουργικού κόστους ή αντισταθμιστικής αύξησης του τζίρου, απόδοσης ή όχι νέων θέσεων εργασίας κοκ, η ουσία της απελευθέρωσης της αγοράς έγκειται στο εξής: Κανείς να μην επιβάλει τίποτα σε κανέναν. Με βάση αυτό, κρίνοντας στην πράξη τα πράγματα ο καθείς κι ανάλογα με το συμφέρον του, θα αποφασίσει τι πρέπει να κάνει. Η αγορά, έτσι, θα βρει μόνη τον δρόμο της καλύτερης δυνατής κάλυψης των αναγκών του καταναλωτή.