«Σε κατάσταση κινδύνου» βρίσκεται η ελληνική κτηνοτροφία, όπως ανέφερε η διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας Gaia Επιχειρείν, Έλλη Τσιφόρου στην εκδήλωση «Κρέας και Προϊόντα Κρέατος: Υγεία, διατροφική αξία και βιωσιμότητα», που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Προϊόντων Κρέατος (ΙΠΚ) σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών Επεξεργασίας Κρέατος (ΣΕΒΕΚ). Η έλλειψη ολιστικής προσέγγισης ως προς τη βιωσιμότητα του κλάδου είναι καίριας σημασίας: «Η συνολική παραγωγή και οι εγκαταστάσεις συρρικνώνονται χρόνο με το χρόνο. Με πρόσφατη εκτίμηση, το 2021 τα κόστη αποτελούσαν το 107% της παραγόμενης αξίας, οπότε, οικονομικά οι παραγωγοί του τομέα μπαίνουν μέσα», επεσήμανε η κυρία Τσιφόρου, για να τονίσει επίσης και τον «τεράστιο οικονομικό, περιβαλλοντικό και κοινωνικό αντίκτυπο που θα επέφερε η τυχόν εγκατάλειψη της ελληνικής κτηνοτροφίας».
Η «στρατηγική στήριξη» της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) 2023-2027
Η ελληνική κτηνοτροφία θα αναζητήσει τη «σαφή στρατηγική στήριξη» που χρειάζεται στην Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) 2023-2027, της οποίας διανύουμε τον πρώτο χρόνο, όμως «έχουμε αργήσει», όπως σημείωσε η κυρία Τσιφόρου.
Υπάρχουν ευκαιρίες επειδή η νέα ΚΑΠ είναι «εθνοκεντρική», υπό την έννοια του εκτενούς μενού δράσεων από το οποίο τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιλέγουν διαφοροποιήσεις πολιτικών σε σχέση με την κεντρική. Για να στηριχθεί ο ντόπιος παραγωγός, σημαντικοί είναι οι νέοι όροι για τα βοσκοτόπια: Δεν πρέπει να έχει μειωθεί η έκτασή τους σε ποσοστό κάτω από 5% συγκριτικά με την έκτασή τους το 2018.
Ακόμη, δεν επιτρέπεται η άρωση σε μόνιμους βοσκοτόπους που βρίσκονται εντός περιοχών Natura. Τα «οικολογικά σχήματα» θα αποζημιώνουν με επιπλέον κεφάλαια τον παραγωγό για τις περισσότερες παρεμβάσεις που πραγματοποιεί πέραν της υποχρεωτικής βάσης υπέρ κλίματος και περιβάλλοντος.
Οι κορυφαίοι στόχοι της νέας ΚΑΠ έχουν να κάνουν με τη σταδιακή μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, μαζί με την Οδηγία για τις περιβαλλοντικές εκπομπές, που θα αφορά πλέον πολύ περισσότερες και μικρότερες βιομηχανικές εγκαταστάσεις, ανάμεσά τους και εκείνες της κρεατοπαραγωγής και το στόχο για την περιβαλλοντική ουδετερότητα έως το 2050. Ο ενδιάμεσος στόχος είναι η μείωση κατά 55% μέχρι το 2030, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Η βιομηχανία κρέατος έχει κάνει σημαντικά βήματα για τη μείωση των εκπομπών μεθανίου και διοξειδίου του άνθρακα. Κατά την εκτροφή των ζώων, εφαρμόζει «διατροφή ακριβείας», που περιορίζει την αποδέσμευση αζώτου και φωσφόρου στο περιβάλλον.
«Η ελληνική πτηνοτροφία είναι βιώσιμος κλάδος, επειδή εφαρμόζει πολλά μοντέλα υψηλής τεχνολογίας και εκτίμησης ανθρακικού αποτυπώματος. Η νομοθέτηση της εθνικής βιοοικονομίας εντάσσεται στο μοντέλο της ενιαίας υγείας: Υγιές ζώο εκτρέφεται σε υγιές περιβάλλον, για να μπορούμε να έχουμε υγιείς καταναλωτές», τόνισε ο Απόστολος Πατσιάς, υπεύθυνος Χημικού και Μικροβιολογικού Εργαστηρίου του ΑΠΣΙ Πίνδος.
Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter