Ως ο «φτωχός συγγενής» της Ευρώπης στην παραγωγή φρούτων-λαχανικών εμφανίστηκε η χώρα μας στη φετινή έκθεση Fruit Logistica, γεγονός παγκόσμιου βεληνεκούς, που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 8 και 10 Φεβρουαρίου στο Βερολίνο.

H ελληνική συμμετοχή δεν ήταν μόνο περιορισμένη αριθμητικά, αλλά και υποβαθμισμένη ποιοτικά. Την «παρτίδα» την έσωσαν σε κάποιο βαθμό οι επιχειρήσεις εμπορίας φρέσκων φρούτων από τις περιοχές Ημαθίας και Πέλλας.

Οι συμμετέχοντες από τους δύο παραπάνω νομούς συναντήθηκαν με παλαιούς αλλά και δυνητικούς πελάτες, κυρίως από την ανατολική Ευρώπη (Ρωσία, Ουκρανία, Λευκορωσία, Πολωνία) και τις αραβικές χώρες, ενώ έκλεισαν καταρχήν συμφωνίες για απορρόφηση μεγάλου μέρους της εγχώριας παραγωγής σε ροδάκινα (επιτραπέζια και συμπύρηνα) και νεκταρίνια. Οι οριστικές συμφωνίες θα υπογραφούν την άνοιξη, οπότε η εικόνα για τον όγκο της φετινής παραγωγής θα είναι πιο σαφής.

Καμία οργανωμένη προσπάθεια και υποστήριξη σε δυνητικούς εκθέτες, αλλά και σε όσους εκθέτες μετέβησαν στο Βερολίνο, δεν προηγήθηκε από κάποιον εγχώριο κρατικό φορέα ή αρμόδιο υπουργείο. Το αποτέλεσμα ήταν πως η ελληνική συμμετοχή σε καμία περίπτωση δεν είχε τα χαρακτηριστικά μίας οργανωμένης προσέγγισης και έχασε «κατά κράτος» από το προωθημένο μάρκετινγκ και τις τεράστιες αποστολές εκθετών της Ιταλίας και της Ισπανίας, οι οποίες διαφεντεύουν εις βάρος της Ελλάδας την ευρωπαϊκή αγορά φρούτων.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως ο φορέας διοργάνωσης της Fruit Logistica, o εκθεσιακός κολοσσός Messe Berlin, είχε επιλέξει φέτος ως τιμώμενη χώρα της έκθεσης τη γειτονική Τουρκία. Η τελευταία δεν έχασε την ευκαιρία και οργάνωσε μία μεγάλη εθνική αποστολή με πολλές εταιρείες παραγωγής και συσκευασίας, αλλά και εκπροσώπους των παραγωγικών φορέων της, όπως και των Επιμελητηρίων της.

«Είναι ανύπαρκτη η βοήθεια και η υποστήριξη από το κράτος. Δεν μας κάνει, βέβαια, εντύπωση. Έχουμε συνηθίσει σ’ αυτήν την κατάσταση. Εδώ δεν υπάρχουν γεωπόνοι που να δουλεύουν τα απογεύματα και τα Σαββατοκύριακα, προκειμένου να υπογράφουν τα πιστοποιητικά φυτοϋγειονομικού ελέγχου, τα οποία είναι απαραίτητα για τις εξαγωγές των ελληνικών φρούτων, την έκθεση θα κοιτάξουν;», επισημαίνει πικρόχολα ο κ. Βασίλης Μπουγάς, στέλεχος της ΑΣΕΠΟΠ από τη Νάουσα, η οποία ήταν εκθέτης στη Fruit Logistica.

«Συμμετέχουμε ως ΑΣΕΠΟΠ την τελευταία πενταετία. Η συγκεκριμένη έκθεση μαζί με μία αντίστοιχη στη Μόσχα είναι τα κορυφαία γεγονότα του κλάδου πανευρωπαϊκά. Μέσα σε λίγα 24ωρα έχουμε τη δυνατότητα να συναντούμε τους εμπορικούς συνεργάτες μας απ’ όλη την Ευρώπη. Η ελληνική πολιτεία λάμπει διά της απουσίας της», επισημαίνει ο ίδιος και αποφαίνεται πως «είναι αδύνατον να ανταγωνιστούμε τους Ιταλούς και τους Ισπανούς, οι οποίοι είναι πρωτοπόροι στο μάρκετινγκ και δημιουργούν όλες τις νέες τάσεις του κλάδου».


Εκτός ανταγωνισμού τα οπωροκηπευτικά μας
Η παρουσία της Ελλάδας στηρίχτηκε, επομένως, στη μεμονωμένη συμμετοχή επιχειρήσεων, κυρίως από τη βόρεια Ελλάδα και πολύ λιγότερων από τη νότια και την Κρήτη. Ακόμη και στο πλαίσιο ενός διαγωνισμού για πρωτοπόρα και καινοτόμα προϊόντα, τον οποίο διοργάνωσε ο φορέας υλοποίησης της Fruit Logistica, δεν συμπεριλήφθηκε κανένα ελληνικό είδος, αλλά αρκετά ολλανδικά και ισπανικά, ιαπωνικά, ακόμη και βορειοαμερικανικά.

Πάντως, η απουσία πολλών ελληνικών επιχειρήσεων αποδίδεται και στην αδυναμία τους να χρηματοδοτούν τα έξοδα συμμετοχής τους στην έκθεση, καθώς η ρευστότητά τους είναι εξαιρετικά περιορισμένη.

Όσες εξωστρεφείς εγχώριες επιχειρήσεις φρούτων-λαχανικών έχουν απομείνει προτιμούν να διακρατούν κεφάλαια κίνησης, προκειμένου να ανταποκρίνονται στα μεγάλα χρηματοοικονομικά ζητήματα που τους τίθενται, όπως οι προπληρωμές σε ποσοστό 100% για την εισαγωγή των όποιων πρώτων υλών από το εξωτερικό.

Εξαίρεση στη χειμαζόμενη ελληνική παραγωγή φρούτων και λαχανικών αποτελούν οι φετινές επιδόσεις της μεταποιητικής κονσερβοβιομηχανίας, η οποία εκτιμάται ότι θα καταφέρει να εξάγει περίπου 280.000 τόνους προϊόντων, έναντι 270.000 τόνων πέρσι, κατέχοντας έτσι το 40% της παγκόσμιας αγοράς. Ο λόγος γίνεται για την κονσερβοβιομηχανία φρούτων (κατά βάση κομπόστα ροδακίνου), η οποία διαθέτει 15 επιχειρήσεις εγκατεστημένες κυρίως στους νομούς Ημαθίας και Πέλλας, που κυριαρχούν στη διεθνή αγορά τις τελευταίες δεκαετίες, παρόλο που εδώ και μία πενταετία υφίστανται ισχυρό ανταγωνισμό από την Κίνα.

Κάποιες από τις επιχειρήσεις του κλάδου ήταν παρούσες στη Fruit Logistica, ενώ σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Ένωσης Κονσερβοποιών Ελλάδος (ΕΚΕ), κ. Κώστα Αποστόλου, το 2012 χαρακτηρίζεται από ενίσχυση των εξαγωγών των βιομηχανιών κομπόστας, χωρίς μάλιστα να υπάρχουν ικανά αποθέματα τελικού προϊόντος από προηγούμενες χρονιές.

Έτσι, τα αποθέματα θα είναι στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών στο τέλος της εμπορικής περιόδου 2011-2012, γεγονός που αποδίδεται στην αντικατάσταση μέρους των οπωρώνων βιομηχανικού ροδάκινου με άλλες ποικιλίες, κυρίως επιτραπέζιες.

Ο κλάδος της κονσερβοβιομηχανίας απασχολεί περίπου 10.000 εργαζόμενους και εισάγει στη χώρα συνάλλαγμα περί τα 250-300 εκατ. ευρώ ετησίως. Οι συνολικές εξαγωγές κομπόστας ροδάκινων της χώρας μας τα τελευταία χρόνια κυμαίνονται ετησίως μεταξύ 240 και 270 χιλ. τόνων (11-12 χιλ. containers). Ο κλάδος είναι πολύ σημαντικός για την οικονομία των νομών Ημαθίας, Πέλλας, Λάρισας, Πιερίας και Φλώρινας.


Νέες τάσεις στην παραγωγή-εμπορία
Η Fruit Logistica αποτέλεσε και βήμα παρουσίασης όλων των καινούργιων τεχνολογικών εξελίξεων, ιδιαίτερα στους τομείς της παραγωγής και της διάθεσης στους καταναλωτές φρούτων και λαχανικών. Στο πλαίσιο αυτό, μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τον κλάδο πανευρωπαϊκά είναι η επιμήκυνση της διάρκειας ζωής των φρούτων, χωρίς να διακυβεύονται τα θρεπτικά συστατικά τους.

Οι σημαντικότερες εξελίξεις στον τομέα της συσκευασίας των φρούτων έρχονται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπου αναπτύσσονται συνεχώς νέες τεχνικές, οι οποίες επιτρέπουν να διατηρείται η φρεσκάδα των προϊόντων σαν να έχουν μόλις κοπεί από το δέντρο, χωρίς τη χρήση χημικών.

Μεγάλη δραστηριότητα καταγράφεται και γύρω από τα συσκευασμένα φρέσκα προϊόντα, όπως οι συσκευασμένες φρέσκες σαλάτες, που διευκολύνουν σε μεγάλο βαθμό την κατανάλωση επιμέρους λαχανικών, τα οποία πιθανότατα, εάν αγοράζονταν μεμονωμένα, θα κόστιζαν περισσότερο και θα απαιτούνταν πολύς χρόνος για την προετοιμασία τους. Ωστόσο, πολλές φορές τέτοια προϊόντα δεν βρίσκουν εύκολα τον «δρόμο» τους στα ψυγεία των λιανεμπορικών αλυσίδων, καθώς “απωθούνται” από τα χύμα λαχανικά, έτσι ώστε ο καταναλωτής μάλλον δύσκολα αντιλαμβάνεται την ύπαρξή της και την εναλλακτική πρόταση που του προσφέρουν.

Ο παράγων «τιμή» στα συσκευασμένα φρέσκα προϊόντα αντισταθμίζεται από τον βαθμό της πρακτικότητας που ενσωματώνουν, ενώ οδηγούν και στην αύξηση της κατά κεφαλήν κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών.

Κεφαλαιώδους σημασίας για την προώθηση των πωλήσεων φρέσκων φρούτων και λαχανικών είναι και η γενικότερη τοποθέτησή τους στα σούπερ μάρκετ, όχι μόνο από άποψη χωροθέτησης, αλλά και με κριτήριο την ποσότητα, την ποιότητα και την ποικιλία.

Οι νέες ποικιλίες φρούτων και λαχανικών και η παρουσίασή τους στον χώρο του σούπερ μάρκετ είναι το αντικείμενο έρευνας και προβληματισμού λιανεμπορικών αλυσίδων που δραστηριοποιούνται σε υψηλών απαιτήσεων αγορές, όπως η βρετανική, αλλά κι εξειδικευμένων επιχειρήσεων που εμπορεύονται τα σχετικά είδη.

Είναι ενδεικτικό ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο ορισμένες λιανεμπορικές αλυσίδες πειραματίζονται σε πιλοτικά καταστήματά τους σχετικά με νέους τρόπους προώθησης των φρέσκων φρούτων-λαχανικών στον καταναλωτή, προσφέροντάς του μείγματα φρεσκοκομμένων τέτοιων ειδών, ακόμη και σε μορφή salad bar.