Διψήφια αύξηση πωλήσεων (τόσο σε αξία όσο και σε όγκο) και κερδών πέτυχε ο όμιλος Φάγε στο εννεάμηνο του 2024, συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του 2023. Σύμφωνα με τις τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του ομίλου, οι πωλήσεις σε αξία για το εννεάμηνο ανήλθαν σε 564,3 εκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας αύξηση κατά 87 εκατ. δολάρια ή 18,2%, σε σύγκριση με τα 477,3 εκατ. δολάρια του εννεαμήνου του 2023 – μία αύξηση που η διοίκηση της Φάγε αποδίδει κυρίως στην αύξηση των πωλήσεων σε όγκο κατά 18,3% και στη θετική επίδραση από την αποδυνάμωση του δολαρίου έναντι του ευρώ και της λίρας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, σε επίπεδο τριμήνου (γ’ τρίμηνο 2024 vs γ’ τρίμηνο 2023), οι πωλήσεις της Φάγε σε αξία αυξήθηκαν με διψήφια ποσοστά σε όλες τις αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται: +53,7% στο Ηνωμένο Βασίλειο, +23,2% στις Ηνωμένες Πολιτείες, +16,2% στην Ελλάδα, +11,9% στην Ιταλία. Αλλά και σε επίπεδο εννεαμήνου, με εξαίρεση την Ελλάδα που κινήθηκε ελαφρώς πτωτικά (-0,8%), οι πωλήσεις σε αξία αυξήθηκαν κατά 46% στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατά 20,5% στις ΗΠΑ και κατά 9,6% στην Ιταλία.

Όσον αφορά στον όγκο πωλήσεων, αυτός στο εννεάμηνο αυξήθηκε κατά 44,1% στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατά 20,2% στις ΗΠΑ, κατά 12,2% στην Ιταλία και κατά 0,3% στην Ελλάδα. Δηλαδή, σε Ηνωμένο Βασίλειο και Ηνωμένες Πολιτείες η αύξηση της αξίας των πωλήσεων ξεπερνά την αύξηση του όγκου πωλήσεων, υποδηλώνοντας ανατιμήσεις, ενώ στην Ελλάδα και την Ιταλία συμβαίνει το αντίστροφο. Πάντως, σύμφωνα με τη διοίκηση του ομίλου, συνολικά ο μέσος όρος της καθαρής τιμής πώλησης σε όλες τις αγορές της Φάγε μειώθηκε κατά 0,6% σε επίπεδο εννεαμήνου.

Όσον αφορά στην κερδοφορία, το αποτύπωμα του εννεαμήνου είναι σαφώς θετικό για τη γιαουρτοβιομηχανία: τα κέρδη EBITDA διαμορφώθηκαν στα 141,49 εκατ. δολάρια, έναντι 134,88 εκατ. στο εννεάμηνο του 2023, ενώ τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους έκλεισαν στα 91,42 εκατ. δολάρια, έναντι 80,76 εκατ. στο εννεάμηνο του 2023.

«Επιθετικός» ο ανταγωνισμός στην Ελλάδα
H διοίκηση της Φάγε αναφέρεται και στις κυριότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο όμιλος. Μεταξύ αυτών είναι ο «επιθετικός», όπως τον χαρακτηρίζει, ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά, οι διακυμάνσεις στις ισοτιμίες του δολαρίου με το ευρώ και τη λίρα, οι διακυμάνσεις των τιμών στις πρώτες ύλες, που επηρεάζουν τα κόστη, καθώς και οι εν εξελίξει εχθροπραξίες στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, που επίσης μπορεί να επηρεάσουν τα κόστη του ομίλου.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter FOODReporter