Πολλά και ενδιαφέροντα επιφυλάσσει το 2023 στην αγορά του κλάδου. Ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι ο ρυθμιστής των εξελίξεων, ο καταναλωτής αλλάζει διαρκώς αγοραστικές επιλογές και οι αλυσίδες οργανωμένης λιανικής και χονδρικής προσβλέπουν σε μια ακόμη χρονιά πληθωριστικής ανάπτυξης, ενόσω ελπίζουν κι εύχονται η ζήτηση να κυμανθεί σε σταθερά επίπεδα, γνωρίζοντας ότι, αν οι απώλειες των πωλήσεων σε όγκο υπερβούν το όριο του να είναι απλώς αισθητές, η αγορά θα πάρει την «κάτω βόλτα».

Oι παράγοντες που θα καθορίσουν την «πλεύση» του κλάδου είναι πολλοί. Μεταξύ αυτών είναι η εξέλιξη του κόστους διαβίωσης, η στήριξη ή όχι του μέσου εισοδήματος, η ψυχολογική διάθεση του καταναλωτή και εν γένει του κόσμου της αγοράς, η απόδοση της τουριστικής αγοράς, η εξέλιξη του ΑΕΠ, των επενδύσεων και της απασχόλησης/ανεργίας, καθώς και πιθανοί αστάθμητοι παράγοντες, με σημαντικότερο όλων τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, που πολύ εύκολα μπορεί να ανατρέψει τα πάντα.

Κατ’ αρχάς, αν και οι προσδοκίες από το φετινό καλοκαίρι παραμένουν θετικές, ο πήχης για τα προσδοκώμενα έσοδα έχει χαμηλώσει αισθητά. Η ακρίβεια εξαιτίας του πληθωρισμού, ο χαμένος Ιούνιος λόγω των έντονων βροχοπτώσεων, η μείωση των αφίξεων από εθνικές αγορές με παράδοση στο ενδιαφέρον τους για το τουριστικό προϊόν της χώρας μας, η μειωμένη κατά κεφαλήν κατανάλωση των τουριστών και η κακή διεθνώς εικόνα που επεφύλαξε στην Ελλάδα η Μύκονος –δευτερευόντως και η Σαντορίνη–, λόγω των πολλών και σοβαρών αυθαιρεσιών που έκαναν τον γύρο του κόσμου, φαίνεται πως ωθούν σε συγκράτηση την αισιοδοξία των προβλέψεων για τη φετινή τουριστική σεζόν. Οι ακυρώσεις κρατήσεων τον Ιούνιο δεν ήταν λίγες, ενώ και οι κρατήσεις της τελευταίας στιγμής δεν ήταν οι αναμενόμενες, με αποτέλεσμα για αρκετές εβδομάδες στις τουριστικές περιοχές ο κλαδικός τζίρος, τόσο στη λιανική όσο και στη χονδρική (Ho.Re.Ca.), να κρατηθεί χαμηλότερα των προσδοκιών.

Τι δείχνουν τα τελευταία στοιχεία
Τα στοιχεία της Nielsen αποτυπώνουν πλήρως την εικόνα των πωλήσεων στην οργανωμένη λιανική. Τα έσοδα από τα ταχυκίνητα προϊόντα κατέγραψαν άνοδο της τάξης του 10,3% από τις αρχές του έτους μέχρι τις 21 Μαΐου σε σύγκριση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, οι τιμές στο ίδιο διάστημα εμφάνισαν αύξηση 12,2% (εσωτερικός πληθωρισμός), ενώ οι διακινούμενοι όγκοι μειώθηκαν μόλις κατά 1,8%.

Οι αναλυτές σχολιάζουν σχετικά ότι με τόσο υψηλό πληθωρισμό η εικόνα της αγοράς σε ό,τι αφορά τις πωλήσεις σε όγκο παραμένει καλή, αφού η κατάσταση δικαιολογεί σαφώς μεγαλύτερη πτώση. Οι καταναλωτές, ωστόσο, φαίνεται ότι προσαρμόζονται στις πληθωριστικές πιέσεις και πραγματοποιούν τις αγορές τους με υψηλότερο κόστος. Γι’ αυτό, άλλωστε, σημειώνουν οι ίδιοι αναλυτές, τα δίκτυα των αλυσίδων και οι βιομηχανικοί παραγωγοί εξακολουθούν να διατηρούν σταθερά ψηλά τις τιμές τους. Οπότε συμπεραίνουν ότι όσο η συμπεριφορά της ζήτησης δείχνει πως δεν πλήττεται αισθητά, τόσο οι τιμές θα πιέζονται ανοδικά.

Ημερολογιακή συγκυρία και εποχικότητα
Όπως μάλιστα εξηγούν, σε μεγάλο βαθμό η μείωση των πωλήσεων σε όγκο σχετίζεται με την ημερολογιακή συγκυρία και την εποχικότητα. Για παράδειγμα, σχολιάζουν ότι οι μεγαλύτερες απώλειες σε όγκο διαπιστώθηκαν τον Ιανουάριο και τον Μάρτιο, διότι τον μεν Ιανουάριο οι εργάσιμες ημέρες ήταν φέτος κατά δύο λιγότερες του Ιανουαρίου του 2022, τον δε Μάρτιο χάθηκε ένα προσοδοφόρο τριήμερο εξαιτίας του ότι η 25η Μαρτίου έπεσε ημέρα Σάββατο. Αξίζει, πάντως, να τονιστεί ότι, βάσει των επίσημων στοιχείων, η οργανωμένη λιανική στο πεντάμηνο φέτος εμφάνισε σχετικά συγκρατημένο πληθωρισμό έναντι άλλων μεγάλων ευρωπαϊκών αγορών, όπου, λόγω προφανώς της επιθετικότητας ακρίβειας, οι διακινούμενοι όγκοι εμφάνισαν αισθητά μεγαλύτερη πτώση, αφού οι καταναλωτές έγιναν πιο συντηρητικοί στις αγορές τους. Όμως, είναι σαφές ότι στην Ελλάδα ο πληθωρισμός «οδηγεί» τις πωλήσεις στην αγορά του κλάδου.

Η όποια «αρρυθμία» στην εξέλιξη του τζίρου στην εγχώρια αγορά, ιδιαίτερα μετά τον Μάιο, μάλλον δεν πρέπει να αποδοθεί τόσο στον πληθωρισμό και την ακρίβεια όσο στην εποχικότητα του τουριστικού μας προϊόντος και στις ιδιαίτερες συνθήκες της προσφοράς του φέτος, η οποία επιδρά σε σημαντικό βαθμό στις πωλήσεις του κλάδου, τονίζεται χαρακτηριστικά.

Οι πωλήσεις σε όγκο αλλού πέφτουν, αλλού αυξάνουν
Πηγές της αγοράς αναφέρουν ότι οι μεγαλύτερες απώλειες πωλήσεων σε όγκο συμβαίνουν στα τρόφιμα και τα ποτά, καθώς τα νοικοκυριά επιχειρούν μια μικρή ή μεγαλύτερη εκλογίκευση του κόστους των αγορών τους. Αντίθετα, στα προϊόντα προσωπικής υγιεινής και φροντίδας το κοινό έδειξε διάθεση να αυξήσει ποσοτικά τις αγορές του. Όπως εξηγείται σχετικά, στην εν λόγω κατηγορία προϊόντων ο κλαδικός πληθωρισμός συγκρατήθηκε χαμηλότερα απ’ ότι στα τρόφιμα και τα ποτά, πράγμα που τόνωσε τη ζήτησή τους.

Πώς θα κλείσει η χρονιά
Ενδιαφέρον έχουν οι προβλέψεις της Nielsen για την πορεία των πωλήσεων καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023. Βάσει αυτών, η τρέχουσα χρήση αναμένεται ότι θα κλείσει με αύξηση τζίρου περίπου κατά 5,3% έναντι του 2022, ενώ η κατανάλωση σε όγκο θα κυμανθεί σε σχεδόν σταθερό επίπεδο.

Ο βασικότερος λόγος για τον οποίο αναμένεται ότι το δεύτερο εξάμηνο φέτος θα υπάρξει μια επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της αξίας πωλήσεων έναντι του πρώτου εξαμήνου, σχετίζεται αποκλειστικά με την πεποίθηση ότι ο πληθωρισμός τους επόμενους μήνες θα μπει σε αισθητά καθοδική τροχιά. Δεδομένου ότι φέτος ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή είναι αυτός που δίνει την κατεύθυνση στην αγορά, λένε οι αναλυτές, η εξέλιξη των πωλήσεων των σούπερ μάρκετ θα διαμορφωθεί στα επίπεδα του πληθωρισμού. Εξάλλου, η πορεία των ανατιμήσεων, όπως εξηγούν, συναρτάται και με τη βάση σύγκρισής της το 2022. Εφόσον, δηλαδή, ο δείκτης συγκρίνεται με την υψηλή βάση του δεύτερου εξαμήνου του 2022, οπότε οι τιμές κυριολεκτικά ξέφυγαν, μοιραία το αντίστοιχο εξάμηνο φέτος αναμένεται μια αισθητή επιβράδυνση του πληθωρισμού. Την τάση αυτή θα ενισχύουν, άλλωστε, οι πρώτες ύλες νέας εσοδείας, που τιμολογούνται χαμηλότερα και ήδη αρχίζουν να μπαίνουν στην παραγωγή, πιέζοντας πτωτικά τις τιμές χονδρικής, πράγμα που θα φανεί σχετικά σύντομα και στις τιμές στο ράφι.
Κανείς, βέβαια, δεν βάζει το χέρι του στη φωτιά για την εξέλιξη των τιμών των ενεργειακών αγαθών το τελευταίο τετράμηνο του έτους, οι οποίες ως γνωστόν επιδρούν δομικά σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα. Επίσης, δεδομένου ότι άπαντες είναι πλέον ενήμεροι ότι οι κρατικές επιδοτήσεις για την αντιμετώπιση της ακρίβειας έχουν κοντινό ορίζοντα, δηλαδή τη λήξη του έτους σύμφωνα με την απόφαση των Βρυξελλών, ενόσω το χρήμα θα ακριβύνει τουλάχιστον ακόμα δύο φορές φέτος, βάσει των όσων γίνονται γνωστά από την ΕΚΤ, κανείς δεν μπορεί να προδικάσει τις αντιδράσεις της ζήτησης και των συντελεστών της προσφοράς μετά το καλοκαίρι. Μάλιστα, το μαντάτο της «τεχνικής» ύφεσης στη γερμανική οικονομία και στην Ευρωζώνη ήδη δημιουργεί κατήφεια και τροφοδοτεί ανησυχίες για την «επόμενη ημέρα», η οποία δεν είναι και τόσο μακριά…

Νέες αυξήσεις, αλλά και μειώσεις τιμών
Στο μεταξύ, οι προμηθευτές συνεχίζουν να ανακοινώνουν αυξημένους τιμοκαταλόγους, με τη διαφορά ότι πλέον έχουν περιοριστεί από άποψη και συχνότητας και έντασης, καθότι σταδιακά εκλείπουν οι λόγοι που ωθούν τις τιμές σε άνοδο. Παράλληλα, με την πάροδο των εβδομάδων θα αυξάνονται αριθμητικά οι τιμοκατάλογοι χονδρικής με μειώσεις τιμών, οπότε προοπτικά ο εσωτερικός πληθωρισμός των σούπερ μάρκετ θ’ αρχίσει να διαμορφώνεται όλο και πιο κοντά στο επίπεδο του Γενικού Δείκτη Τιμών, σύμφωνα τουλάχιστον με τις προσδοκίες των στελεχών του κλάδου. Παράγοντες της αγοράς, στο πλαίσιο αυτό, σημειώνουν ότι ήδη τον Ιούνιο οι περισσότερες ανατιμήσεις στο ράφι ήταν μονοψήφιες, ενώ κάτι αντίστοιχο αναμένεται τον Ιούλιο. Εφόσον τα πράγματα εξελιχθούν ομαλά, ο μέσος πληθωρισμός θα κινείται καθοδικά και θα διαμορφωθεί περί το 9% το καλοκαίρι, μειούμενος προοδευτικά τους επόμενους μήνες, ώστε τον Δεκέμβριο να κυμαίνεται γύρω στο 4%-5%, εκτιμούν οι συνομιλητές μας.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τις μειώσεις τιμών, όπως εξηγούν οι ίδιοι, κατά κύριο λόγο αφορούν «διορθώσεις τιμών που ξέφυγαν τους προηγούμενους μήνες», ενόσω οι περισσότερες πτωτικές μεταβολές τιμών εκδηλώνονται μέσω των προωθήσεων και των εκπτώσεων, καθώς οι προμηθευτές αισθάνονται ανασφάλεια αναφορικά με τις πραγματικές δυνατότητες ελέγχου μεσοπρόθεσμα του λειτουργικού και του παραγωγικού τους κόστους. «Δεν θέλουν να εγκλωβιστούν σε χαμηλότερους τιμοκαταλόγους και εν συνεχεία να υποχρεωθούν, εφόσον το επιβάλλουν οι συνθήκες, να διορθώσουν εκ νέου προς τα πάνω τις τιμές τους», σχολιάζει χαρακτηριστικά σημαίνον στέλεχος της αγοράς του κλάδου.

Εξάμηνη παράταση των μέτρων στήριξης
Είναι ήδη γνωστό ότι η νέα ηγεσία του Υπουργείου Ανάπτυξης ανακοίνωσε την επέκταση ως τα τέλη του έτους της εφαρμογής αφενός του «Καλαθιού του Νοικοκυριού» και αφετέρου των περιορισμών στη διαμόρφωση του περιθωρίου κέρδους των λιανεμπόρων, διότι θεωρεί ότι η αγορά δεν πέτυχε να ομαλοποιήσει τις τιμές, έτσι ώστε να απαιτείται η περαιτέρω προστασία του καταναλωτή από τις συνεχιζόμενες ανατιμήσεις. Μάλιστα, πρόθεση του υπουργείου είναι να προχωρήσει σχετικά σύντομα και στην αναδιάρθρωση του «Καλαθιού του Νοικοκυριού», προσθέτοντας και αφαιρώντας προϊόντα σ’ αυτό, ώστε η σύνθεσή του να ανταποκρίνεται καλύτερα στις πραγματικές ανάγκες της κατανάλωσης.

Σχολιάζοντας τα προαναφερόμενα, παράγοντες του κλάδου τονίζουν ότι νομοθετικά μέτρα σαν τα εν λόγω έχουν νόημα, εφόσον εφαρμόζονται προσωρινά. Όταν αποκτούν μόνιμο χαρακτήρα, ουσιαστικά αλλοιώνουν τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς, ενώ είναι ασύμβατα με την εισήγηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία συγκατατέθηκε μεν στην εφαρμογή τους, αλλά υπό τον όρο της προσωρινότητάς της. Σχολιάζοντας ειδικότερα το «Καλάθι του Νοικοκυριού», υπογραμμίζουν ότι «κατά την εφαρμογή του μέτρου υπήρξαν πολλές δυσλειτουργίες, που φάνηκαν καθαρά από το ότι οι παραγωγοί στην πλειονότητά τους δεν κατάφεραν –ή, για να είμαστε πιο ειλικρινείς, δεν θέλησαν– να εντάξουν προϊόντα τους στο «Καλάθι», με αποτέλεσμα να «γεμίσει» κυρίως με προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας…».

«Το πρόβλημα των ανατιμήσεων είναι δομικό και κυρίως εισαγόμενο, γι’ αυτό δεν αντιμετωπίζεται με τέτοιου είδους παρεμβάσεις», λένε στελέχη του κλάδου, προσθέτοντας ότι θα απαιτηθεί ακόμα χρόνος, προκειμένου οι τιμές να ομαλοποιηθούν. Μάλιστα, σχολιάζουν ότι τα προβλήματα στην Ευρώπη είναι σαφώς μεγαλύτερα και σοβαρότερα απ’ ότι στην αγορά μας. «Αρκεί κανείς να δει τα επίπεδα του πληθωρισμού σε ό,τι αφορά τόσο το γενικό δείκτη όσο και τον επιμέρους των τροφίμων-ποτών και θα αντιληφθεί ότι η Ελλάδα, συγκρινόμενη με άλλες εθνικές αγορές, βρίσκεται σε σαφώς καλύτερη θέση», εξηγούν.

Όσο για την επέκταση του μέτρου της στήριξης των αγορών των ευάλωτων νοικοκυριών, του γνωστού market pass, ανώτατα στελέχη των σούπερ μάρκετ τονίζουν ότι πρόκειται για μια παρέμβαση την οποία επικροτεί ο κλάδος, θεωρώντας ότι η κυβέρνηση πρέπει να παραστέκεται τους ευάλωτους συμπολίτες μας και να στηρίζει το εισόδημά τους, στο βαθμό που οι συνθήκες λειτουργίας του εμπορίου είναι εκ των πραγμάτων «έκτακτες».