Έργο της Επιτροπής Ανταγωνισμού (ΕΑ), της ανεξάρτητης αρχής που υπάγεται στην εποπτεία του Υπουργείου Ανάπτυξης, είναι μεταξύ άλλων η παρακολούθηση της αγοράς για τη διασφάλιση της ανόθευτης λειτουργίας του ανταγωνισμού. Το γενικό αυτό πλαίσιο περιλαμβάνει πολλά αντικείμενα παρακολούθησης, όπως αν λειτουργεί ο ανταγωνισμός ως προς τι τιμές, αν διαμορφώνονται εναρμονισμένες πρακτικές, αν μια επιχείρηση λόγω μεγέθους και ακολουθούμενων πρακτικών έχει δεσπόζουσα θέση και χειραγωγεί την αγορά, αν λειτουργούν καρτέλ κλπ.

Ένας παράγων, ίσως από τους σημαντικότερους, που αποτελεί κρίσιμο στοιχείο αναφοράς ως προς την κρίση ότι μια επιχείρηση κατέχει ή όχι δεσπόζουσα θέση σε έναν κλάδο, σχετίζεται με το μέγεθός της ή, απλούστερα, με το μερίδιό της στην αγορά από άποψη όγκου πωλήσεων. Αυτό θεωρείται παγκοσμίως αποφασιστικό στοιχείο για την ενδεχόμενη δημιουργία μονοπωλιακών καταστάσεων, που νοθεύουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό και ευνοούν την κερδοσκοπία σε βάρος των καταναλωτών.

Σημαντικός τομέας ευθύνης της ανεξάρτητης ΕΑ είναι να παρακολουθεί και να ελέγχει τα φαινόμενα συγκέντρωσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας, που συνεπάγονται τη χειραγώγηση της αγοράς. Πρακτικά, η συγκέντρωση δημιουργείται με την εξαγορά, τη συγχώνευση ή την απορρόφηση μιας εταιρείας από άλλη ή όταν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η συγκέντρωση εκδηλώνεται έμμεσα, με συγκεκαλυμμένους (αφανείς) τρόπους, έτσι ώστε, ενώ τυπικά δεν τίθεται θέμα συγκέντρωσης (πχ άμεσης ή έμμεσης μετοχικής σχέσης), τίθεται όμως στην πράξη (πχ δύο εταιρείες του ιδίου κλάδου, χωρίς μετοχική σχέση μεταξύ τους, έχουν τους ίδιους μετόχους ή κοινή διοίκηση, κοινές υπηρεσίες άσκησης εμπορικής πολιτικής κλπ).

Τα πράγματα στην πράξη δεν είναι τόσο σαφή. Και γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα, ανάλογα με την πλευρά από την οποία κρίνονται. Η ΕΑ, επομένως, είναι επιφορτισμένη, κάθε φορά που διαπιστώνεται φαινόμενο συγκέντρωσης, να το διερευνά, να αποφαίνεται και κατά περίπτωση να δίνει την άδεια (όπως στη περίπτωση των εξαγορών και των συγχωνεύσεων) ή να επιβάλλει ποινές όπου διαπιστώνει παραβάσεις. Προκειμένου να επιτελεί το έργο της, είναι -υποτίθεται- θωρακισμένη θεσμικά και διαθέτει τα απαραίτητα μέσα.

Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα; Νομικοί δεν είμαστε ούτε επιθυμούμε να παρέμβουμε σε νομικά ζητήματα. Απλώς, εστιάζουμε την προσοχή μας στις εξαγορές και τις συγχωνεύσεις, που για τον κλάδο των σούπερ μάρκετ αποτελούν κρίσιμο και επίκαιρο ζήτημα και που συνεπεία τους πολλοί είναι εκείνοι που υφίστανται όλο το βάρος των γραφειοκρατικών παραλείψεων, των παρερμηνειών και των αγκυλώσεων.

Το θεσμικό πλαίσιο «μπάζει»

Θεσμικό πλαίσιο υπάρχει μεν, αλλά, όπως ισχυρίζονται παράγοντες του κλάδου, είναι ασαφές με αποτέλεσμα να υπάρχει ρευστότητα στην εφαρμογή του. Μερικά ερωτήματα:

1. Ποιο είναι το «κρίσιμο μέγεθος» (μερίδιο αγοράς), ώστε να θεωρείται μια εταιρεία ή όμιλος ότι κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά; Η ισχύουσα Οδηγία της ΕΕ θεωρεί κρίσιμο το πλαφόν του 25%. Ωστόσο, σε μια σειρά από χώρες ένας και μόνο όμιλος ξεπερνάει κατά πολύ το όριο αυτό (στη Αγγλία η Tesco, στη Γαλλία η Carrefour, στην Αυστρία η Spar). Στην χώρα μας σε ορισμένους κλάδους της βιομηχανίας και του χονδρεμπορίου υπάρχουν επιχειρήσεις που ξεπερνούν κατά πολύ το πλαφόν του 25% (μπίρα, γιαούρτι, απορρυπαντικά κλπ). Κι όμως η ΕΑ δεν παρεμβαίνει. Αντίθετα, όταν πρόκειται για τον κλάδο των σούπερ μάρκετ ερευνά με σχολαστικότητα κάθε περίπτωση και παρεμβαίνει άμεσα. Για την ώρα, πάντως, κανένας όμιλος του κλάδου δεν έχει ξεπεράσει αυτό το όριο -μόνο η Καρφούρ Μαρινόπουλος βρίσκεται κοντά. Πρόσφατα, μάλιστα, ο διευθύνων σύμβουλός της δήλωσε ότι επιδιώκεται η αυτοδύναμη ανάπτυξη του ομίλου αντί της ανάπτυξης μέσω εξαγορών εξαιτίας των παρεμβάσεων της ΕΑ.

2. Αν με αυτοδύναμη ανάπτυξη ή άλλον έμμεσο τρόπο ένας όμιλος ξεπεράσει το 25% ή το όποιο άλλο «κρίσιμο όριο» (διότι κι αυτό «παίζει», καθόσον δεν είναι σαφές αν το όριο της ΕΕ είναι δεσμευτικό για τη χώρα μας) θα παρέμβει η ΕΑ; Αυτό και μόνο το απλό ερώτημα δίνει το στίγμα της ρευστότητας και της ασάφειας που επικρατεί.

3. Υπάρχουν όμιλοι στη χώρα μας που, ενώ δεν έχουν μετοχική σχέση, ανήκουν στον ίδιο πολυεθνικό όμιλο. Αυτό αποτελεί ή όχι ελέγξιμο παράγοντα συγκέντρωσης, εφόσον μιλούμε εντέλει για κοινό κέντρο αποφάσεων, άσκησης εμπορικής πολιτικής και συμφερόντων;

4. Μερικές από τις μεγαλύτερες αλυσίδες αναπτύσσονται με το σύστημα της δικαιόχρησης (franchise), κατά το οποίο ο δικαιοπάροχος όμιλος δίνει στον δικαιοδόχο την άδεια χρήσης του ονόματός του, όλο το υπόβαθρο του know how, τον εφοδιάζει κατά το μεγαλύτερο μέρος με τα εμπορεύματα που διακινεί, ώστε να απολαμβάνει τις τιμές αγοράς και τις εκπτώσεις του ομίλου, του καθορίζει την εμπορική πολιτική και τις τιμές λιανικής κοκ. Έτσι λειτουργεί διεθνώς το franchise, έτσι ξεκίνησε και στη χώρα μας πριν από μερικά χρόνια. Νόμος που να καλύπτει εξειδικευμένα αυτόν τον νέο θεσμό δεν υπήρχε.

Πέρυσι ψηφίστηκε ένας νόμος που ρυθμίζει το καθεστώς της δικαιόχρησης. Όμως, το νέο θεσμικό πλαίσιο έχει κενά (από αμέλεια, παράβλεψη ή σκοπιμότητα;). Μετά από καταγγελίες-προσφυγές στην ΕΑ δύο καταστηματαρχών, που λειτουργούσαν με καθεστώς franchise δύο μεγάλων ομίλων, η ΕΑ ελέγχει αν η υποχρέωση του δικαιοδόχου να ακολουθεί τις τιμές λιανικής που καθορίζει ο δικαιοπάροχος είναι νόμιμη ή όχι κι αν η συγκεκριμένη πρακτική συνιστά κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Η άλλη άποψη, όμως, που ισχύει διεθνώς, είναι ότι στο brand name που παραχωρείται προς χρήση στον δικαιοδόχο περιλαμβάνονται όλα τα εμπορικά χαρακτηριστικά: εμφάνιση, παρουσίαση, δομή της συλλογής εμπορευμάτων, ποιότητα, υγιεινή, πιστότητα πελατών, εμπορική πολιτική και πάνω απ’ όλα το επίπεδο τιμών. Διαφορετικά, τα ισχυρά πλεονεκτήματα του μεγάλου brand name χάνονται. Αναμένουμε, λοιπόν, να δούμε πώς θα ερμηνεύσει τον νόμο η ΕΑ…

5. Προκειμένου να κριθεί το «κρίσιμο μέγεθος» ενός ομίλου, οι πωλήσεις των καταστημάτων που λειτουργούν με franchise πρέπει να συνυπολογισθούν στον όγκο πωλήσεων του ομίλου ή όχι; Και σε ποιο ποσοστό, αφού μεγάλο μέρος των εμπορευμάτων το εφοδιάζονται από τον όμιλο;

Το άτοπο των απαιτήσεων

Η ΕΑ, προκειμένου να επιτελέσει το έργο της, έχει ανάγκη από τα απαραίτητα εργαλεία και την αντίστοιχη οργάνωση. Τα έχει; Αμφιβάλλουμε. Οι ακολουθούμενες πρακτικές δείχνουν ότι είτε δεν διαθέτει την απαραίτητη υποδομή είτε ακολουθεί γραφειοκρατικές μεθόδους, που έχουν ως αποτέλεσμα χρονοβόρες διαδικασίες και την ταλαιπωρία των επιχειρήσεων.

Προκειμένου η ΕΑ να χορηγήσει την άδεια για την εξαγορά, τη συγχώνευση ή την απορρόφηση μιας εταιρείας, χρησιμοποιεί διάφορα στοιχεία αξιολόγησης της αγοράς. Ειδικότερα:
Ο αιτών την έγκριση εξαγοράς ή συγχώνευσης μιας εταιρείας υποβάλλει «δήλωση πρόθεσης», οπότε η ΕΑ τού ζητά να της προσκομίσει διάφορα έγγραφα και να απαντήσει σε μια σειρά ερωτημάτων, που αφορούν σε οικονομικά και λειτουργικά στοιχεία των δύο εταιρειών. Αν και τα περισσότερα από αυτά μπορεί να τα αντλήσει από τις δημοσιευόμενες οικονομικές καταστάσεις, απαιτεί να απαντηθούν από τις εταιρείες με έναν, μάλιστα, απόλυτα συγκεκριμένο περιοριστικό τύπο. Έστω ότι τα ζητά χάριν της συντομίας των διαδικασιών. Μα έτσι κι αλλιώς -υποτίθεται- πρέπει να τα ελέγξει!

Ζητά από την αιτούσα εταιρεία να της γνωστοποιήσει πωλήσεις και μερίδια αγοράς τόσο της ίδιας όσο και της συγχωνευόμενης για κάθε γεωγραφική περιοχή (νομό) όπου διαθέτει καταστήματα. Ζητά τις πωλήσεις και τα μερίδια των μεγάλων ανταγωνιστών της, πανελλαδικά και κατά γεωγραφική περιοχή (νομό)! Πχ αν μια από τις δύο εταιρείες (η αιτούσα ή η συγχωνευόμενη) διαθέτουν έστω και ένα κατάστημα στην Καλαμάτα, η αιτούσα πρέπει να γνωστοποιήσει στην ΕΑ το μερίδιο των δύο εταιρειών, τα μερίδια της Α-Β Βασιλόπουλος, της Ατλάντικ, της Lidl, της Αφοί Μουργή, της Καρφούρ Μαρινόπουλος, της Αφοί Παναγιωτόπουλοι και όποιας άλλης δραστηριοποιείται στον νομό Μεσσηνίας. Δηλαδή, όταν πρόκειται για μια μεγάλη αλυσίδα που έχει καταστήματα σε όλη την Ελλάδα (και υπάρχει τέτοια με καταστήματα σε 30 διαφορετικές πόλεις και νομούς) οφείλει να γνωστοποιήσει τα απαιτούμενα στοιχεία για κάθε νομό!

Αλλά τις ίδιες πληροφορίες πρέπει να τις γνωστοποιήσει και για κάθε άλλη θυγατρική εταιρεία που διαθέτει ο όμιλος! Τα ίδια ερωτηματολόγια αποστέλλονται και στις μεγάλες ανταγωνιστικές αλυσίδες, τοπικά και πανελλαδικά, οι οποίες επίσης οφείλουν να απαντήσουν ακριβώς στα ίδια ερωτήματα! Τέλος, εκ μέρους της ΕΑ διατυπώνονται και ερωτήσεις κρίσης: Πχ, «πόσο κατά τη γνώμη σας θα επηρεασθεί η αγορά και εσείς από την εξαγορά ή τη συγχώνευση;»…

Ερωτούμε:

Οι εταιρείες, συγχωνευόμενες και ανταγωνίστριες, από πού θα αντλήσουν τις απαιτούμενες πληροφορίες; Η ΕΣΥΕ είναι γνωστό ότι δεν διαθέτει επαρκή στοιχεία για τον κλάδο (ο συνυπολογισμός των σούπερ μάρκετ στην κατηγορία «Μεγάλα Καταστήματα Τροφίμων» είναι κάτι περισσότερο από ασαφής). Και πώς να γνωρίζουν τις πωλήσεις καθενός καταστήματος του κάθε χωριστού ανταγωνιστή τους στις διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές της χώρας; Αν στην ΕΑ γνωρίζουν κάποιες αλυσίδες που δημοσιοποιούν καταλεπτώς τις πωλήσεις τους ανά κατάστημα, να μας το πουν, γιατί ενδιαφέρει όλους τους αναγνώστες μας…

Σε επίπεδο εταιρειών, τα μόνα διατιθέμενα αξιόπιστα στοιχεία είναι αυτά της δικής μας ετήσιας έκδοσης Πανόραμα των Ελληνικών Σούπερ Μάρκετ, της Stat Bank και της Hellastat (στο διαδίκτυο). Στις βάσεις δεδομένων των εν λόγω πηγών περιλαμβάνονται μόνο οι αλυσίδες ή τα μεμονωμένα καταστήματα που δημοσιεύουν ισολογισμούς (ΑΕ και ΕΠΕ). Αλλά πέραν αυτών υπάρχει πληθώρα ατομικών επιχειρήσεων, ΟΕ και ΕΕ, με σεβαστά μερίδια αγοράς στις τοπικές κοινωνίες. Θυμίζουμε ότι η Lidl, που κατά ανεπίσημες πληροφορίες έχει ετήσιες πωλήσεις 400-450 εκατ. ευρώ, είναι ΟΕ. Το ίδιο συμβαίνει και με την Plus, οι πωλήσεις της οποίας είναι άγνωστες έστω και κατά προσέγγιση.

Δεν γνωρίζει, τάχα, η ΕΑ ότι η εύρεση «κοινώς αποδεκτών» στοιχείων για τον κλάδο -και δη του επιπέδου ανάλυσης που ζητά- είναι πράγμα ακατόρθωτο; Αλλά δεν θα έπρεπε να τα διαθέτει η ίδια; Δημόσια αρχή είναι, θα έπρεπε να είναι πλήρως συνδεδεμένη με τη ΕΣΥΕ ώστε να αντλεί τα σωστά στοιχεία. Αν μάλιστα δεν μπορούσε να τα αντλεί στη μορφή και με την αξιοπιστία που επιθυμεί, ας πρότεινε στην ΕΣΥΕ και στο αρμόδιο υπουργείο να καταρτίζονται σε αξιοποιήσιμη και εκμεταλλεύσιμη μορφή. Όταν ερωτάται μια αλυσίδα «πόσο κατά τη γνώμη σας θα επηρεασθεί η αγορά κι εσείς από την εξαγορά ή τη συγχώνευση;», με τι κριτήρια αξιολογείται η ειλικρίνεια των απαντήσεων, όταν ο καθένας απαντά και κατά το συμφέρον του;

Το επιδόρπιο του νομοθέτη

Εντέλει, ο τρόπος με τον οποίο οι ερωτώμενες εταιρείες ανιχνεύουν τα στοιχεία και απαντούν θυμίζει το παιχνίδι της κολοκυθιάς: «Πόσες πωλήσεις λες να κάνει στην Αττική η τάδε ή η δείνα αλυσίδα;». «Να μην κάνουν από τόσο!». «Και γιατί να κάνουν τόσο;». «Αμ πόσα λες να κάνουν;». «Να κάνουν τόσο κι άλλο τόοοσο!!»…

Κι επειδή κάθε καλό γεύμα -έστω και με κολοκύθια- πρέπει να συνοδεύεται από επιδόρπιο, ο νομοθέτης φρόντισε και γι’ αυτό: Στο άρθρο 25 του ν. 703/77, όπως τροποποιήθηκε και αντικαταστάθηκε (το ’95 και το ’99), αναφέρεται ότι η απάντηση στα εν λόγω ερωτήματα της ΕΑ είναι υποχρεωτική και μάλιστα εντός 5 ή 10 κατά περίπτωση ημερών κι ότι «αυτοί στους οποίους απευθύνεται το έγγραφο υποχρεούνται σε άμεση, πλήρη και ακριβή παροχή των πληροφοριών που ζητούνται»! επ’ απειλή τσουχτερών προστίμων! Περαστικά μας!