Επιτάχυνση παρουσίασε ο ρυθμός αύξησης των δανείων προς τις επιχειρήσεις στο γ’ τρίμηνο του 2003 σε σύγκριση με το δ’ τρίμηνο του 2002. Πάντως στην εγχώρια επιχειρηματική πίστη το μέσο επιτόκιο κατέγραψε πτώση στο οκτάμηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου του 2003. Οι επιχειρηματίες δεν είναι τόσο «εύκολοι» πελάτες όσο οι καταναλωτές και οι τράπεζες αναγκάσθηκαν να μειώσουν τα επιτόκιά τους
Επιτάχυνση παρουσίασε ο ρυθμός αύξησης των δανείων προς τις επιχειρήσεις στο γ’ τρίμηνο του 2003 σε σύγκριση με το δ’ τρίμηνο του 2002. Πάντως στην εγχώρια επιχειρηματική πίστη το μέσο επιτόκιο κατέγραψε πτώση στο οκτάμηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου του 2003. Οι επιχειρηματίες δεν είναι τόσο «εύκολοι» πελάτες όσο οι καταναλωτές και οι τράπεζες αναγκάσθηκαν να μειώσουν τα επιτόκιά τους.
Αξιοσημείωτη επιτάχυνση παρουσίασε ο ρυθμός αύξησης των δανείων προς τις επιχειρήσεις στο γ’ τρίμηνο του 2003 σε σύγκριση τόσο με τον Δεκέμβριο του 2002 όσο και με ολόκληρο το δ’ τρίμηνο του 2002. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) που περιλαμβάνονται σε σχετική έκθεση, η πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 13,2% το γ’ τρίμηνο του 2003, έναντι αύξησης 9,6% τον Δεκέμβριο του 2002 και 11,4% το δ’ τρίμηνο του 2002. Αντίθετα μικρή υποχώρηση παρουσίασε ο ρυθμός αύξησης των δανείων προς τα νοικοκυριά, που περιορίστηκε στο 28,2%, έναντι 32,2% τον Δεκέμβριο του 2002 και 33,1% το δ’ τρίμηνο του 2002.
Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της συνολικής χρηματοδότησης της οικονομίας παρουσίασε στο εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2003 σημαντική επιβράδυνση και ο δωδεκάμηνος ρυθμός ανόδου περιορίστηκε στο 4% έναντι 8,5% τον Δεκέμβριο του 2002, λόγω της σημαντικής μείωσης των χρηματοδοτήσεων προς τον δημόσιο τομέα.
Η προσφορά χρήματος
Ως προς την προσφορά χρήματος, στο εννεάμηνο του 2003 παρατηρήθηκε μικρή αύξηση των καταθέσεων ταμιευτηρίου και των υπό προειδοποίηση έως τριών μηνών κατά 1,4%, ενώ οι καταθέσεις προθεσμίας αυξήθηκαν κατά 30,7%. Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της αναζήτησης από την πλευρά των αποταμιευτών περισσότερο αποδοτικών τοποθετήσεων. Οι τοποθετήσεις σε repos μειώθηκαν κατά 44,3%. Αντίθετα στο ίδιο διάστημα οι τοποθετήσεις σε μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων διαθεσίμων αυξήθηκαν σημαντικά και το υπόλοιπό τους το γ’ τρίμηνο ήταν κατά μέσο όρο υψηλότερο κατά 76,9% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2003.
Τα επιτόκια
Σε ό,τι αφορά την τιμή του χρήματος πτωτική πορεία κατέγραψαν τα επιτόκια χορηγήσεων κάθε κατηγορίας –και του ταμιευτηρίου κατά τη διάρκεια του 2003. Προς το τέλος της χρονιάς τα επιτόκια στη στεγαστική και στην καταναλωτική πίστη είχαν διαμορφωθεί σε επίπεδα υψηλότερα σε σύγκριση με εκείνα των αρχών του έτους.
Στα μέσα του 2003 είχε καταγραφεί αύξηση 27,3% του υπολοίπου των συνολικών τραπεζικών πιστώσεων προς τα νοικοκυριά, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2002, το οποίο διαμορφώθηκε σε 36,57 δισ. ευρώ.
Είναι σαφές ότι η στεγαστική και η καταναλωτική πίστη αποτελούσαν πέρυσι την αιχμή του δόρατος της τραπεζικής ανάπτυξης και ως αποτέλεσμα έχουν τύχει «ειδικού» τιμολογιακού χειρισμού από τις τράπεζες. Έτσι σε ένα πανευρωπαϊκό περιβάλλον πτώσης των επιτοκίων οι εμπορικές τράπεζες της εγχώριας αγοράς επέλεξαν αθόρυβα το 2003 να αυξήσουν τα στεγαστικά επιτόκια –κυρίως σταθερού επιτοκίου– και να διατηρήσουν σταθερά τουλάχιστον τα επιτόκια της καταναλωτικής πίστης.
Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EΚΤ), ο μέσος όρος των ονομαστικών επιτοκίων στεγαστικής πίστης στην Ευρώπη διαμορφώθηκε τον περασμένο Αύγουστο σε 4,38%, καταγράφοντας μείωση 0,11% σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2003. Κατά τη διάρκεια του οκταμήνου Ιανουαρίου-Αυγούστου 2003 το ίδιο μέσο επιτόκιο κατέγραψε πτώση 0,62%, αλλά στην ελληνική περίπτωση το μέσο ονομαστικό στεγαστικό επιτόκιο κατέγραψε άνοδο 0,46%. Είναι χαρακτηριστικό ότι φαινόμενα αντίστοιχα του ελληνικού δεν κατέγραψε η EΚΤ σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης.
Στην ευρωπαϊκή καταναλωτική πίστη το μέσο ονομαστικό επιτόκιο διαμορφώθηκε τον Αύγουστο του 2003 σε 8,02%, μειωμένο κατά 0,63% σε σύγκριση με το μέσο επιτόκιο του Ιανουαρίου του 2003.
Η Ελλάδα ανήκει στις χώρες στις οποίες το μέσο εθνικό επιτόκιο καταναλωτικής πίστης κατέγραψε πτώση την ίδια περίοδο –μόλις κατά 0,08% στη συγκεκριμένη περίπτωση– για να διαμορφωθεί στα τέλη Αυγούστου του 2003 σε 11,70%. Όμως το επίπεδο αυτό παραμένει υψηλότερο του μέσου επιτοκίου καταναλωτικής πίστης που ίσχυε στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 2003, παρά την στο μεταξύ απελευθέρωση της καταναλωτικής πίστης (Ιούνιος 2003). Η Ελλάδα διατηρεί το «προνόμιο» να προσφέρει ακόμα το ακριβότερο καταναλωτικό χρήμα στην Ευρώπη μετά τη Βρετανία.
Επιχειρηματική πίστη
Στην εγχώρια επιχειρηματική πίστη το μέσο επιτόκιο –τόσο στις βραχυπρόθεσμες όσο και στις μακροπρόθεσμες χορηγήσεις– κατέγραψε πτώση στο οκτάμηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2003. Φαίνεται ότι οι επιχειρηματίες δεν είναι τόσο «εύκολοι» πελάτες όσο οι καταναλωτές και οι τράπεζες αναγκάσθηκαν να μειώσουν τα επιτόκιά τους. Συγκεκριμένα, στις βραχυπρόθεσμες ελληνικές επιχειρηματικές χορηγήσεις το μέσο επιτόκιο διαμορφώθηκε τον Αύγουστο του 2003 σε 6,59% έναντι 7,10% τον Ιανουάριο της ίδιας χρονιάς, ενώ στις μακροπρόθεσμες χορηγήσεις το μέσο επιτόκιο κατήλθε αντίστοιχα στο 6,14% από 6,68%. Πάντως, η πτώση των επιτοκίων χορηγήσεων χαρακτήρισε και την υπόλοιπη ευρωπαϊκή τραπεζική αγορά την εν λόγω περίοδο, καθώς το μέσο βραχυπρόθεσμο επιτόκιο επιχειρηματικών χορηγήσεων κατήλθε από 5,67% τον Ιανουάριο σε 5,11% τον Αύγουστο 2003, ενώ το μέσο ευρωπαϊκό επιτόκιο μακροπρόθεσμων επιχειρηματικών χορηγήσεων κατήλθε αντίστοιχα σε 5,21% από 5,53% τον Ιανουάριο 2003.
Πλήττονται οι καταθέσεις
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον πτώσης των επιτοκίων χορηγήσεων στην Ευρώπη, οι καταθέτες ήταν αδύνατον να μην πληγούν. Κατά τη διάρκεια του οκταμήνου Ιανουαρίου-Αυγούστου 2003 το μέσο ευρωπαϊκό ονομαστικό επιτόκιο ταμιευτηρίου καταποντίστηκε από 1,62% (Ιανουάριος 2003) σε 0,97% (Αύγουστος 2003). Στην Ελλάδα το αντίστοιχο επιτόκιο κατέγραψε την ίδια περίοδο πτώση 0,30%. Με βάση μάλιστα τον πληθωρισμό του 2003 η μέση (μετά φόρων) ετήσια πραγματική απόδοση του ταμιευτηρίου έχει διαμορφωθεί σε -2,63%.
Συμπληρωματικά των προαναφερομένων σχετικά με τα μέσα ετήσια επιτόκια χορηγήσεων και καταθέσεων στην ΕΕ αναφέρουμε ότι ο εναρμονισμένος πληθωρισμός της ΕΕ στο εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2003 κατέγραψε κάμψη 0,20% για να διαμορφωθεί στο 1,90% στη τέλη Σεπτεμβρίου. Λόγω της απεργίας των υπαλλήλων της ΕΣΥΕ δεν έχει ακόμα ανακοινωθεί ο εγχώριος εναρμονισμένος πληθωρισμός. Με βάση όμως το επίπεδό του στο τέλος του Σεπτεμβρίου, η ελληνική οικονομία είναι η χώρα με τον υψηλότερο πληθωρισμό (3,30%) στην Ευρώπη των 15, μετά την Ιρλανδία (3,80%).
Δίκτυο ελέγχων για τις χρεωμένες επιχειρήσεις
Όσον αφορά τους ελέγχους σχετικά με την υπερχρέωση των επιχειρήσεων οι τράπεζες θα αποστέλλουν στο εξής στην ΤτΕ ανά εξάμηνο κατάσταση με τα ονόματα των οφειλετών τους, φυσικών ή νομικών προσώπων, εφόσον το συνολικό τους δανειακό υπόλοιπο υπερβαίνει τα 1,5 εκατ. ευρώ. Αυτό ορίζεται σε απόφαση της Επιτροπής Νομισματικών και Πιστωτικών Θεμάτων, με την οποία κωδικοποιούνται οι σχετικές διατάξεις με την υποβολή των εξαμηνιαίων καταστάσεων οφειλετών στην ΤτΕ, ενώ για τον προσδιορισμό του ορίου των 1,5 εκατ. ευρώ θα λαμβάνεται υπόψη το συνολικό υπόλοιπο των υποχρεώσεων προς το πιστωτικό ίδρυμα σε ενοποιημένη βάση.
Με τη διαδικασία αυτή η ΤτΕ θα γνωρίζει αν και ποιες επιχειρήσεις εμφανίζουν πολλά «ανοίγματα» σε περισσότερες από μία τράπεζες, κάτι που τα επιμέρους τραπεζικά ιδρύματα δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν.