Δεν κοπάζουν οι αντιδράσεις των παραγωγών, των διεπαγγελματικών ενώσεων και των εκπροσώπων της βιομηχανίας τροφίμων για τις αλλαγές στον Ελληνικό Γεωργικό Οργανισμό (ΕΛΓΟ) «Δήμητρα», οι οποίες ψηφίστηκαν στο «παρά πέντε» της προκήρυξης των εκλογών. Αποφασισμένοι να προσφύγουν νομικά κατά των διατάξεων, που θεωρούν ότι βλάπτουν ανεπανόρθωτα τα συμφέροντα του κλάδου, δηλώνουν οι εκπρόσωποι του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ ), ενώ τα πυρά συνεχίζονται από τη Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Φέτας, το Σύνδεσμο Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ) και πλήθος αγρο-κτηνοτροφικών και συνεταιριστικών ενώσεων.

Σημείο τριβής, ειδικά για του εκπροσώπους της γαλακτοβιομηχανίας, των επιχειρήσεων κρέατος, όπως και των κτηνοτρόφων, είναι το ζήτημα των ανταποδοτικών εισφορών, που ενώ καταβάλλονται επί σειρά ετών, συσσωρεύοντας ποσά πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, δεν έχουν αξιοποιηθεί παρά στο ελάχιστο για την ενίσχυση και την προβολή των ελληνικών προϊόντων. Αντιθέτως «αποθεματοποιούνται» στα ταμεία της Τράπεζας της Ελλάδας και προσμετρώνται στα έσοδα της κεντρικής διοίκησης, χωρίς ωστόσο να αποτελούν έσοδο από φόρο. Το γεγονός ότι με το νέο νόμο οι ανταποδοτικές εισφορές στον πρώην Ελληνικό Οργανισμό Γάλακτος και Κρέατος (ΕΛΟΓΑΚ) «απορροφώνται» από το ενιαίο ταμείο το νέου ΕΛΓΟ-«Δήμητρα», ενώ οι πιθανότητες να επιστραφούν μηδενίζονται, αποτελεί casus belli για μεταποιητές και κτηνοτρόφους. Θεσμικοί παράγοντες της βιομηχανίας τροφίμων δεν διστάζουν να μιλήσουν για «φαινόμενα εκτεταμένης παρανομίας»…

Στον απόηχο της ψήφισης του νόμου, ο οποίος κληρονομεί μια δυσεπίλυτη εξίσωση στην επόμενη κυβέρνηση, αφού για να εφαρμοστεί εκκρεμεί πλήθος υπουργικών αποφάσεων, το «σελφ σέρβις» επιχειρεί μια ψύχραιμη αποτίμηση των επικείμενων αλλαγών. Ο πρόεδρος του ΣΕΒΓΑΠ, κ. Χρήστος Αποστολόπουλος, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ) και μέλος της διοίκησης της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Κρέατος και Κτηνοτροφίας, κ. Παναγιώτης Πεβερέτος, και ο πρόεδρος του συλλόγου εργαζομένων του ΕΛΓΟ-«Δήμητρα», κ. Παναγιώτης Κάτσαρης, μοιράζονται τις ενστάσεις και τις παρατηρήσεις τους για το νομοθέτημα.

«Δεν υπάρχει εστίαση στον τομέα των ελέγχων»
Ο ΣΕΒΓΑΠ ήταν από τους φορείς που αντέδρασαν με τον πιο οξύ τρόπο στη νομοθετική διάταξη σχετικά με το «Ενιαίο ρυθμιστικό πλαίσιο για την οργάνωση και λειτουργία του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού “Δήμητρα”», αποκαλώντας το νομοσχέδιο «κατάπτυστο» και «απαράδεκτο» και κατηγορώντας το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για «αλλαζονική τακτική». Εγκαίρως, με έγγραφο υπόμνημα στο γραφείο του πρωθυπουργού και του υπουργού Επικρατείας, είχε ζητήσει να αποσυρθεί και να επανεκδοθεί, αφού ακολουθηθούν όλα τα στάδια της διαβούλευσης –έκκληση που αγνοήθηκε. Σήμερα στον ΣΕΒΓΑΠ επιμένουν, ότι παρά τις προφορικές διαβεβαιώσεις ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης «δεν ζήτησε ούτε μια φορά τη γνώμη μας» και προειδοποιούν ότι θα προβούν σε ενέργειες για την αποκατάσταση της νομιμότητας. «Η βασική μας διαφωνία, την οποία διατυπώσαμε και με την ανακοίνωσή μας, είναι ότι το νομοσχέδιο κατατέθηκε χωρίς να έχει προηγηθεί η παραμικρή διαβούλευση με τους φορείς», τονίζει στο «σελφ σέρβις» ο πρόεδρος του ΣΕΒΓΑΠ και μέλος της επιστημονικής επιτροπής του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων, κ. Χρήστος Αποστολόπουλος. «Για μας δεν έχει σημασία να υιοθετήσει κανείς την άποψή μας, αλλά να την ακούσει πριν πάρει αποφάσεις. Αποφάσισαν χωρίς να μας ακούσουν, πράγμα εντελώς λάθος».

Εξίσου ουσιαστικό σημείο διαφωνίας είναι ότι ο νέος νόμος δεν λύνει το πρόβλημα της «διγλωσσίας και πολυγλωσσίας των πολλών διαφορετικών, αλληλεπικαλυπτόμενων ελεγκτικών αρχών», τονίζει ο πρόεδρος του ΣΕΒΓΑΠ. Μία από τις βασικές αρμοδιότητες του ΕΛΓΟ «Δήμητρα», ο οποίος προέκυψε το 2011 από την αναγκαστική συγχώνευση τεσσάρων φορέων του δημοσίου, στο πλαίσιο των μνημονιακών δεσμεύσεων της χώρας, ήταν ο έλεγχος και η πιστοποίηση των ελληνικών αγροδιατροφικών προϊόντων. Μέχρι σήμερα ο ΕΛΓΟ λειτουργούσε χωρίς σαφές και ενιαίο νομοθετικό πλαίσιο, με αποσπασματικές διατάξεις, κυρίως μέσω υπουργικών αποφάσεων. Το αποτέλεσμα είναι να παρατείνεται η σύγχυση και η ασυνεννοησία μεταξύ των ελεγκτικών φορέων, αλλά και αποδυναμώνεται η αρμοδιότητά τους στο να διεξάγουν ελέγχους, να καταλογίζουν και να εισπράττουν πρόστιμα και να υπερασπίζονται τα συμφέροντα των ελληνικών προϊόντων και διεθνώς. «Έχουμε τονίσει επανειλημμένα ότι ο ελεγκτικός φορέας στα τρόφιμα πρέπει να είναι ενιαίος, καταρχάς για να υπάρχει σωστή επικοινωνία. Να υπάρχει ένας φορέας ισχυρός που να επιβάλλει κυρώσεις, να δίνει το στίγμα του. Αντί αυτού έχουν συγκεραστεί ετερογενείς οργανισμοί, όπως η έρευνα και η εκπαίδευση, μαζί με την πιστοποίηση και τον έλεγχο. Ακόμα και αυτές οι δύο αρμοδιότητες –ο έλεγχος κι η πιστοποίηση– συνδέονται μεν αλλά δεν συμπίπτουν, αφού οι έλεγχοι είναι υποχρεωτικοί κι η πιστοποίηση εθελοντική. Αυτό που διαφαίνεται ξεκάθαρα στο νέο νόμο, είναι ότι δεν υπάρχει εστίαση στον τομέα του ελέγχου, που είναι και ο πιο σημαντικός», τονίζει ο κ. Αποστολόπουλος.

Στις ελληνικές καλένδες…
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα απουσίας επαρκών ελεγκτικών μηχανισμών αναφέρει την περίπτωση της ελληνικής φέτας, η οποία κατά το 65% εξάγεται. «Οι έλεγχοι, στο βαθμό που γίνονται, αφορούν μόνο το 35% του προϊόντος που καταναλώνεται στη χώρα μας. Ο ΕΛΓΟ αδυνατεί να κάνει ελέγχους στο εξωτερικό με την παρούσα δομή του ούτε προβλέπεται κάτι τέτοιο στο νέο νομοθέτημα. Υποτίθεται ότι αυτό μπορεί να το αναθέσει κάπου, αλλά το πώς θα γίνει, δεν έχει συζητηθεί καθόλου. Παραπέμπεται στις καλένδες…», σχολιάζει χαρακτηριστικά. Ακόμα πιο σημαντική από τη φέτα είναι η περίπτωση του ελληνικού γιαουρτιού, «προϊόντος 27 δισεκατομμυρίων παγκόσμιου τζίρου, από τον οποίο η Ελλάδα εισπράττει μόνο το ένα δεκάκις χιλιοστό. Θεωρητικώς θα έπρεπε να αναλαμβάνουμε δράσεις σε όλη την υφήλιο, για την υποστήριξη της ταυτότητας του ελληνικού γιαουρτιού, προκειμένου να καταλάβει ο καταναλωτής ότι είναι εντελώς διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα, που απλώς φέρουν την ονομασία «ελληνικό». Δεν υπάρχει καμία τέτοια πρόθεση ούτε αναφέρεται πουθενά στο νόμο, δηλαδή ότι μεταξύ των σκοπών του νέου οργανισμού ΕΛΓΟ «Δήμητρα» είναι η προώθηση και υποστήριξη των ελληνικών προϊόντων», εξηγεί ο κ. Αποστολόπουλος.

Ανταποδοτικές εισφορές…άνευ ανταπόδοσης!
Το τρίτο σημείο ισχυρής διαφωνίας, το οποίο αποτελεί θρυαλλίδα για την εκκίνηση ένδικων μέσων κατά του νέου νόμου, είναι το ζήτημα των ανταποδοτικών εισφορών. «Γαλακτοκομικές επιχειρήσεις και κτηνοτρόφοι εδώ και δώδεκα χρόνια πληρώνουμε τον οργανισμό με ανταποδοτικό τέλος, το οποίο μόνο από το γάλα είναι περίπου 5 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Ο σκοπός είναι τα τέλη αυτά να χρησιμοποιούνται για δράσεις σχετικές με τους ελέγχους και την προώθηση του προϊόντος. Ως τώρα τα χρήματα αυτά τα εισέπραττε ο ΕΛΟΓΑΚ. Τώρα ο νόμος λέει ότι τα περιουσιακά και οικονομικά στοιχεία των τεσσάρων οργανισμών συγκεράζονται. Δηλαδή θα πληρώνουμε εμείς για τις πατάτες και τις ντομάτες; Αυτό είναι παράνομο, δεν μπορεί να γίνεται. Τα χρήματα αυτά τα δίναμε για να στηριχθεί ο κλάδος, όχι για να αποταμιεύονται από τη Γενική Κυβέρνηση. Πλέον χάνονται και αξιοποιούνται γι’ αλλότριους σκοπούς. Πρόκειται για τεράστιους πόρους, που θα βοηθούσαν να ενδυναμωθεί ο κλάδος και να ανθίσει. Γι’ αυτό θα υπάρξουν νομικά βήματα», υπογραμμίζει ο κ. Αποστολόπουλος.

Εξάλλου, όπως επισημαίνει, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης σε πρόσφατη ομιλία του στη γενική συνέλευση της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Φέτας στα Τρίκαλα, δήλωσε ότι ένα εκατομμύριο από τα χρήματα αυτά θα δοθεί για δράσεις του κλάδου. «Αυτό δε μας καλύπτει όσο δεν υπάρχει σχετικό νομοθετικό κείμενο, πράγμα που δεν μπορεί να γίνει πριν τις εκλογές. Άρα και με την επόμενη κυβέρνηση θα συζητάμε τα ίδια! Δεν θέλουμε τα «ψίχουλα» που υπόσχονται, για να κλείσουν τα στόματα όσων διαμαρτυρόμαστε. Δεν ζητάμε φιλοδώρημα ούτε βγαίνουμε στην επαιτεία. Είναι τα δικά μας χρήματα και ζητούμε να μας αποδίδονται, εφόσον δεν χρησιμοποιούνται», καταλήγει

«Ο νόμος παραπέμπει τα πάντα σε μελλοντικές υπουργικές αποφάσεις»
Ο Σύνδεσμος Ελληνικής Κτηνοτροφίας, όπως άλλωστε και η Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Κρέατος και Κτηνοτροφίας, παρενέβη επανειλημμένα στη διάρκεια της συζήτησης-εξπρές για το νομοσχέδιο, τόσο στην Επιτροπή Θεσμών και Εμπορίου στη Βουλής όσο και με ανοιχτή επιστολή την ημέρα ψήφισής του, ζητώντας «να αποσυρθεί, έστω την τελευταία στιγμή». Ωστόσο οι έντονες διαμαρτυρίες των φορέων θάφτηκαν υπό τη βαριά σκιά του πολύνεκρου δυστυχήματος στα Τέμπη, ενώ η προκήρυξη εκλογών που ακολούθησε την ψήφιση του νομοσχεδίου, έβαλε τέρμα σε κάθε συζήτηση. Ο πρόεδρος του ΣΕΚ και μέλος της Εθνικής Διεπαγγελλματικής Οργάνωσης Κρέατος και Κτηνοτροφίας, κ. Παναγιώτης Πεβερέτος, δηλώνει στο «σελφ σέρβις» ότι οι επαγγελματίες του κλάδου δεν υποστέλλουν τη σημαία των αντιδράσεων εν όψει εκλογών. «Το ζήτημα για μας παραμένει ανοιχτό και είναι στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης τι θα κάνει. Θα επιμείνουμε να τροποποιηθούν οι επίμαχες διατάξεις, με τις οποίες έχουμε εκφράσει την κάθετη διαφωνία μας, ή να κατατεθεί ένα νέος νόμος για τον ΕΛΓΟ και το σύστημα που κουβαλάει, ώστε να καταστεί αποτελεσματικός, να κατοχυρώνει και να προάγει τα συμφέροντα των αγροτών, των κτηνοτρόφων και των μεταποιητών», τονίζει.

Μία από τις αντιρρήσεις των διεπαγγελματικών ενώσεων σχετίζεται με το ότι στο νέο Δ.Σ. του ΕΛΓΟ δεν προβλέπεται ρητά η συμμετοχή «των φορέων που συμμετέχουν στον προϋπολογισμό του καθοριστικά». Ζητούν, λοιπόν, να κατοχυρωθεί η εκπροσώπηση των παραγωγών και μεταποιητών πιο αντιπροσωπευτικά, με διεύρυνση των οργάνων, όπως είναι το Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων, στο οποίο συμμετέχει μόλις ένας εκπρόσωπος της διεπαγγελματικής ένωσης.

Κόκκινο πανί και για τους επαγγελματίες του κρέατος είναι το θέμα των ανταποδοτικών εισφορών. «Εκτιμούμε ότι πληρώνουμε περίπου 6 με 7 εκατ. ευρώ το χρόνο. Ένα ζήτημα είναι ότι δεν μας λένε καν το ποσό που μας αναλογεί. Ζητάμε αυτές οι εισφορές είτε να μειωθούν είτε, εφόσον δεν λειτουργούν ανταποδοτικά, να καταργηθούν», συμπληρώνει ο κ. Πεβερέτος. Στο ίδιο μήκος κύματος με τον ΣΕΒΓΑΠ τίθεται, επίσης, το ζήτημα των επαρκών ελέγχων εντός κι εκτός συνόρων από ενιαίο φορέα. «Η πολυδιάσπαση διαιωνίζεται και δεν φέρνει κανένα αποτέλεσμα. Αυτό είναι και το πιο σοβαρό πρόβλημα, γιατί με το νέο νόμο ο ΕΛΓΟ δεν μπορεί να παρέμβει, για παράδειγμα, σε φαινόμενα νοθείας στη φέτα ή σε άλλες παραβάσεις, που αφορούν ελληνικά προϊόντα διατιθέμενα σε αγορές του εξωτερικού. Φτιάξανε ένα νόμο που όλα παραπέμπονται σε μελλοντικές υπουργικές αποφάσεις!», καταλήγει ο κ. Πεβερέτος.

Αδιανόητο να ελέγχουν εαυτούς οι… ελεγχόμενοι
Με ένα πολυσέλιδο υπόμνημα προς όλα τα κόμματα της Βουλής, το οποίο αποδομεί άρθρο προς άρθρο το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για τον ΕΛΓΟ «Δήμητρα», ο σύλλογος εργαζομένων του οργανισμού διατύπωσε σοβαρές ενστάσεις πριν την ψήφιση του νομοσχεδίου, τις οποίες επανέλαβε κατά την ακρόαση των φορέων. Βασική του θέση είναι ότι το σχέδιο νόμου (νόμος πλέον) «παρά τη φιλοδοξία του να λύσει τα συσσωρευμένα προβλήματα του οργανισμού, δεν το επιτυγχάνει, καθώς είναι ημιτελής και τον χαρακτηρίζει η αποσπασματικότητα, ενώ σε πολλά του σημεία παρουσιάζει αντιφάσεις, οι οποίες κατά την εφαρμογή του νόμου αναπόφευκτα θα προξενήσουν κωλύματα».

Ο πρόεδρος του συλλόγου εργαζομένων του ΕΛΓΟ «Δήμητρα», κ. Παναγιώτης Κάτσαρης, δηλώνει στο «σελφ σέρβις» ότι «ο νεοψηφισμένος νόμος όχι μόνο δεν έλυσε κανένα από τα θέματα που ζητούσαμε να διευθετηθούν, αλλά δημιουργεί περισσότερα. Έχουν θεσπίσει επιπλέον δομές, χωρίς να υπάρχει προσωπικό. Δεν υπάρχει καμία ρητή αναφορά σε οργανικές θέσεις εργασίας, πράγμα που σημαίνει ότι είμαστε σε πολύ χειρότερη θέση από πριν». Οι εργαζόμενοι επισείουν τον κίνδυνο ιδιωτικοποίησης του ΕΛΓΟ «από το παράθυρο», καθώς πλέον στο μητρώο επιθεωρητών ελεγκτών του οργανισμού δύνανται να συμμετέχουν ιδιωτικές εταιρείες. «Άλλο είναι να πάρεις έναν εξωτερικό συνεργάτη με σύμβαση και να τον εκπαιδεύσεις, ώστε να σε βοηθά στους ελέγχους, κι άλλο είναι να ανατεθούν οι έλεγχοι απευθείας σε ιδιωτικές εταιρείες. Το δεύτερο ενέχει τον κίνδυνο οι ίδιοι οι ελεγχόμενοι να δημιουργούν εταιρείες αδιαφανούς σε εμάς ιδιοκτησιακού καθεστώτος, που θα τους …ελέγχουν! Πρόκειται για ένα σύστημα εντελώς διαβλητό. Πρέπει να υπάρχει κρατικός ανεξάρτητος φορέας, ανεπηρέαστος από ιδιωτικά συμφέροντα. Αυτό ισχύει για τους ελέγχους στα τρόφιμα, τα γαλακτοκομικά, το κρέας και φυσικά τα Προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης και Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης», τονίζει ο κ. Κάτσαρης.