Η οικονομική κρίση ποτέ δεν έρχεται μόνη της. Ανάμεσα στα μύρια κακά που συνοδεύουν την ύφεση ή προκαλούνται από αυτή, περιλαμβάνεται και η δημογραφική κρίση, όπως περίτρανα απέδειξε η πρόσφατη γενική απογραφή πληθυσμού της ΕΛΣΤΑΤ. Σε σχέση με την απογραφή του 2001, ο πληθυσμός της Ελλάδας εμφανίζεται το 2011 μειωμένος περίπου κατά 150.000 άτομα, ή ποσοστό 1,3%, παρά το κύμα μεταναστών που δέχθηκε η χώρα μας την τελευταία δεκαετία.

Σύμφωνα με τις τακτικές ετήσιες εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ, ο πληθυσμός της Ελλάδας το 2011 αναμενόταν ότι θα ξεπερνούσε τα 11,3 εκατομμύρια άτομα. Τελικά, η απογραφή έδειξε ότι δεν φτάνει ούτε τα 10,8 εκατομμύρια, δηλαδή υπολείπεται του αναμενόμενου τουλάχιστον κατά μισό εκατομμύριο άτομα. Επίσης, εκτιμάται ότι ο πληθυσμός που ανήκει στις παραγωγικές ηλικίες (14-64 ετών) μειώθηκε από το 67,1% του συνόλου το 2007 σε 66,7% το 2011. Αντίστοιχα, το μερίδιο της τρίτης ηλικίας αυξήθηκε από το 26,7% στο 28,3%.

Οι Έλληνες, λοιπόν, παντρεύονται και γενούν πολύ λιγότερο απ’ ό,τι τα «χρόνια της ευημερίας», περίοδο που και τότε το επίπεδο γεννήσεων ήταν πολύ χαμηλό. Οι οικονομικοί μετανάστες επιστρέφουν στις πατρίδες τους και ήδη δημιουργείται ένα νέο κύμα ελλήνων μεταναστών όχι μόνο υψηλής μόρφωσης και επαγγελματικής κατάρτισης, αλλά και αναπαραγωγικής ηλικίας (20-35 χρονών), που «απειλεί» να μεγιστοποιήσει τη δημογραφική κρίση.

Τα αποτελέσματα της απογραφής μπορούν να αποτελέσουν πολύτιμο εργαλείο στα χέρια των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα εκείνων που αναπτύσσουν δραστηριότητα σε πανελλαδικό επίπεδο, όπως οι λιανεμπορικές αλυσίδες, καθώς καταδεικνύουν τις νέες εστίες δυναμικής δημογραφικής ανάπτυξης που δημιουργήθηκαν την τελευταία δεκαετία και είναι αποτέλεσμα της ανάπτυξης του τριτογενούς τομέα της οικονομίας και των μεγάλων έργων υποδομής.

Από την άλλη, καταγράφονται με σαφήνεια οι φθίνουσες περιφέρειες, όπου μάλλον η ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένη.

Συρρίκνωση και επέκταση
Επιβεβαιώνονται οι διαπιστώσεις για την γκετοποίηση μεγάλων περιοχών της Αθήνας, καθώς ο πληθυσμός του Δήμου Αθηναίων εμφανίζεται μειωμένος σχεδόν κατά 135.000 άτομα ή ποσοστό 17%, με την κατάσταση να είναι στην πραγματικότητα πολύ χειρότερη, μιας και στον δήμο πρέπει να απογράφηκαν για συναισθηματικούς λόγους πολλοί πρώην κάτοικοι της Αθήνας, που κατοικούν πλέον σε προάστια.

Στον αντίποδα βρίσκεται η Ανατολική Αττική, όπου καταγράφεται αύξηση του πληθυσμού κατά 30% (πάνω από 116.000 άτομα), ποσοστό που είναι το υψηλότερο -και με διαφορά- της χώρας.

Στην ίδια κατηγορία των δυναμικά αναπτυσσόμενων (δημογραφικά) περιοχών, κατατάσσεται η Χαλκιδική, η οποία σε μεγάλο βαθμό έχει μετατραπεί σε τόπο θερινής κατοικίας των Θεσσαλονικέων και καταγράφει αύξηση πληθυσμού της τάξης του 9,4%. Επίσης, ωφελημένη φαίνεται να βγαίνει από την ολοκλήρωση κάποιων μεγάλων έργων (προαστιακός, Αττική Οδός) η Δυτική Αττική, της οποίας ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 7,9%, παρά τα μεγάλα περιβαλλοντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή.

Από τις γειτονικές περιοχές στην Αττική, αξίζει να σημειώσουμε το γεγονός ότι η Κορινθία κατάφερε να αυξήσει οριακά τον πληθυσμό της, καθώς ο προαστιακός και η ολοκλήρωση της Εθνικής Οδού τη μετέτρεψαν σε τόπο εξοχικής κατοικίας για πολλούς Αθηναίους. Αντίθετα, ο πληθυσμός της Βοιωτίας, η οποία δεν διαθέτει παραλίες και στηρίζει την οικονομική της ανάπτυξη στη βιομηχανία, μειώθηκε κατά 5%.

Στις περιφέρειες με αξιοσημείωτη δημογραφική ανάπτυξη περιλαμβάνονται κάποιοι μικροί νομοί, που φαίνεται ότι επιλέχθηκαν ως τόπος απογραφής από πολλούς Έλληνες καταγόμενους από εκεί: Λευκάδα 8,5%, Φωκίδα 6,8%, Ευρυτανία 4% κλπ, καθώς και νομοί με τουριστική ανάπτυξη, όπως οι Κυκλάδες 7,2%, το Ρέθυμνο 7,9%, τα Χανιά 5,2% κά.

Στον αντίποδα βρίσκεται ο νομός Ηλείας, του οποίου ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 12,8% ή 23.400 άτομα, γεγονός που πρέπει να συνδέεται άμεσα με τις τεράστιες ζημιές που προκάλεσαν οι πυρκαγιές του 2007. Σημαντική δημογραφική συρρίκνωση παρουσιάζουν, επίσης, οι περισσότεροι ακριτικοί νομοί, όπως οι Σέρρες -9,5%, το Κιλκίς -7%, η Κέρκυρα -7%, η Καστοριά -6,4%, η Φλώρινα -5,6%, η Λέσβος -5,3% κλπ. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ο νομός Ξάνθης, της οποίας ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 7,1%, γεγονός που πιθανότατα οφείλεται στην υπεργενητικότητα του μουσουλμανικού πληθυσμού της περιοχής.

Σε επίπεδο περιφέρειας, η μεγαλύτερη μείωση πληθυσμού, 5,7%, καταγράφηκε στη Δυτική Ελλάδα και ακολουθούν η Δυτική Μακεδονία με 4,1% και το Βόρειο Αιγαίο με 3,6%. Η Κρήτη και το Νότιο Αιγαίο αύξησαν τον πληθυσμό τους κατά 4,5% και 3,4% αντίστοιχα, ενώ διατήρησαν τις δυνάμεις τους η Ήπειρος και η Κεντρική Μακεδονία.


Ανισότητες δυνατοτήτων κι ευκαιριών
Τα αποτελέσματα της απογραφής, έστω και αν ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί η επεξεργασία τους, δίνουν μια πρώτη εικόνα για τις περιοχές που παρουσιάζουν επιχειρηματικό ενδιαφέρον, καθώς και τις περιφέρειες αυξημένου κινδύνου, ιδιαίτερα μάλιστα στην περίοδο της γενικευμένης και μακράς κρίσης που διέρχεται η χώρα.

• Θύλακες δημογραφικής ανάπτυξης εντοπίζονται, λοιπόν, στις γειτονικές προς τα μεγάλα αστικά κέντρα περιοχές, μέχρι πρότινος εξοχικής κατοικίας (Ανατολική Αττική, Χαλκιδική, Κορινθία και Δυτική Αττική σε μικρότερο βαθμό), καθώς επίσης στις σχετικά κοντινές τουριστικές περιοχές (Κυκλάδες).
• Αντίθετα, «μαραζώνουν» δημογραφικά τα ιστορικά κέντρατων πόλεων (Αθήνα), καθώς και οι γειτονικές βιομηχανικές περιοχές (Βοιωτία).
• Περιφέρειες που συνδυάζουν τον αναπτυγμένο τουριστικό τομέα με σημαντική εσωτερική αγορά, δείχνουν να διατηρούν και να αυξάνουν τον πληθυσμό τους (Κρήτη).
• Σημαντικά δημογραφικά προβλήματα παρουσιάζουν οι περισσότερες παραμεθόριες περιοχές, οι οποίες εκτός των άλλων, υφίσταται άνισο οικονομικό ανταγωνισμό από τα γειτονικά κράτη (οι περισσότεροι νομοί της Βόρειας Ελλάδας, νησιά του Βορείου Αιγαίου, Κέρκυρα).
• Στην ίδια κατηγορία βρίσκονται και τα Δωδεκάνησα, τα οποία αύξησαν μεν τον πληθυσμό τους, αλλά μόλις 1,2% έναντι του 7,2% των Κυκλάδων. Οι μόνες διαφορές που παρουσιάζουν τα Δωδεκάνησα σε σχέση με τις Κυκλάδες, είναι ότι βρίσκονται πολύ πιο μακριά από την Αττική και εγγύτατα της Τουρκίας.
• Δημογραφική συρρίκνωση παρουσιάζουν και οι παραδοσιακά αγροτικές και οικονομικά καθυστερημένες περιφέρειες της Δυτικής Ελλάδας και της Πελοποννήσου, ενώ αντίθετα η έλευση της Εγνατίας Οδού φαίνεται να βοήθησε την Ήπειρο να συγκρατήσει τουλάχιστον τον πληθυσμό της.

Στο 44,5% ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός
Στην εξαγωγή πολύ περισσότερων συμπερασμάτων βοηθά η ταυτόχρονη ανάγνωση των ευρημάτων των τριμηνιαίων ερευνών εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ. Τα αποτελέσματα της πιο πρόσφατης έρευνας, που αναφέρεται στο β’ τρίμηνο του 2011, αναδεικνύουν με παραστατικό τρόπο τα προβλήματα που βιώνουν οι παραμεθόριες περιφέρειες της χώρας, όπου η ανεργία, η υποαπασχόληση και το μαζικό πέρασμα του πληθυσμού στην κατάσταση του «οικονομικά μη ενεργού», έχουν μεταβληθεί σε μάστιγα.

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στην περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας μόλις το 38,8% του πληθυσμού άνω των 15 ετών έχει κάποια απασχόληση. Το υπόλοιπο 61,2% είναι είτε οικονομικά μη ενεργό (49,5%) είτε άνεργο (11,7%). Πρακτικά, στη Δυτική Μακεδονία εργάζονται 95.400 άτομα, ενώ έξω από κάθε παραγωγική διαδικασία βρίσκονται 150.500 άτομα.

Με ποσοστά μη ενεργών και ανέργων, που κυμαίνονται από 58%-60%, ακολουθούν οι επίσης παραμεθόριες περιφέρειες Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Βορείου Αιγαίου, Κεντρικής Μακεδονίας και Ηπείρου.

Βέβαια, η εικόνα που παρουσιάζει η χώρα μας στον τομέα αυτό κάθε άλλο παρά ενθαρρυντική είναι, καθώς το 55,5% των συμπατριωτών μας δεν εργάζονται, έναντι μόλις 44,5% των απασχολουμένων. Την καλύτερη αναλογία παρουσιάζει η Κρήτη με το 50% των κατοίκων της άνω των 15 ετών να έχουν κάποια απασχόληση και ακολουθούν το Νότιο Αιγαίο με 47,9% και η Αττική με 46,7%.

Την περασμένη άνοιξη, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ, οι άνεργοι στη χώρα μας ξεπερνούσαν τις 810.000 ή το 16,3% του εργατικού δυναμικού. Οι οικονομικά μη ενεργοί ανέρχονται σε 4.370.400, ενώ είχαν κάποια απασχόληση μόνο 4.156.300 άτομα.

Στο σύνολο του πληθυσμού των ενηλίκων της χώρας, λοιπόν:
• Το 8,7% ήταν άνεργοι, δηλαδή 1 στους 11 ενήλικες κατοίκους της χώρας.
• Στη Δυτική Μακεδονία οι άνεργοι ανέρχονταν στο 11,7% του συνόλου, δηλαδή 1 στους 8 ενήλικες.
• Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη ήταν 10,5%.
• Από την άλλη, στο Βόρειο Αιγαίο το 51,7% του πληθυσμού είχε περιπέσει στην κατηγορία των μη ενεργών οικονομικά, ενώ στην Ήπειρο το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 50%.

Σε ό,τι αφορά το εμπόριο, σύμφωνα πάλι με την ΕΛΣΤΑΤ, την τελευταία τριετία της κρίσης (σύγκριση β’ τριμήνου 2011 με αντίστοιχο τρίμηνο του 2008) οι θέσεις απασχόλησης στον κλάδο μειώθηκαν κατά 59.800. Από αυτές, οι 20.500 θέσεις αντιστοιχούν σε μικρούς εργοδότες και οι 20.900 θέσεις σε εμπόρους που δεν απασχολούσαν προσωπικό στις επιχειρήσεις τους, ενώ 8.300 ήταν θέσεις μισθωτών και 10.100 βοηθών σε οικογενειακή επιχείρηση.


Η μεγάλη «αιμορραγία»
Περισσότεροι από 80.000 νέοι Έλληνες έχουν υποβάλλει τον τελευταίο ενάμιση χρόνο βιογραφικά στην ευρωπαϊκή πύλη Europass για εξεύρεση εργασίας στο εξωτερικό. Στην πραγματικότητα, η φυγή έχει πάρει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις, καθώς χιλιάδες άλλοι νέοι είτε αναζητούν εργασία μέσω άλλων οδών είτε φεύγουν για μετεκπαίδευση στο εξωτερικό και δεν ξαναγυρνούν.

Η φυγή των νέων αποτελεί απλώς την «κορυφή του παγόβουνου», μια πολύ σημαντική κορυφή που τίποτε καλό δεν προοιωνίζεται για το μέλλον της χώρας. Γενικώς υπάρχει μια τεράστια βάση «διαφυγής», που οι αριθμοί της προκαλούν ίλιγγο όταν ενίοτε γνωστοποιούνται –πχ από την αρχή του χρόνου, λένε τα επίσημα στοιχεία, «έφυγαν» στο εξωτερικό καταθέσεις ύψους 21,4 δισ. ευρώ…

Η ΕΣΕΕ προσφάτως δημοσιοποίησε στοιχεία που αφορούν κυρίως στις παραμεθόριες περιοχές, τα οποία τουλάχιστον, θα έπρεπε να τρομάξουν τα οικονομικά επιτελεία της κυβέρνησης. «Τον τελευταίο χρόνο», τονίζει η Συνομοσπονδία, «μετά τη φυγή καταθέσεων στο εξωτερικό, παρατηρούμε να ακολουθεί η φυγή των ελληνικών επιχειρήσεων όλων των μεγεθών και όλων των κλάδων, αλλά και η φυγή των καταναλωτών που κατοικούν στις παραμεθόριες περιοχές.

Περισσότερες από 1.500 επιχειρήσεις μεταποίησης και υπηρεσιών έχουν ήδη μετεγκατασταθεί σε γειτονικές χώρες, ενώ οι Έλληνες που περνούν καθημερινά στις παραμεθόριες περιοχές γειτονικών χωρών για τις αγορές τους αυξάνονται ανησυχητικά και υπολογίζεται ότι υπερβαίνουν τους 600.000 σε μηνιαία βάση».

Η μετεγκατάσταση των επιχειρήσεων κι η μετανάστευση των καταναλωτών της μιας ημέρας προκαλούν ακατάσχετη αιμορραγία στην ελληνική αγορά, αφού στερούν έσοδα από την οικονομία μας, ενώ τα περιορισμένα μετρητά της ελληνικής αγοράς ξοδεύονται εκτός Ελλάδας.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΣΕΕ:
• Μία στις τέσσερις εμπορικές επιχειρήσεις στις ακριτικές περιοχές έχουν βάλει λουκέτο.
• Περισσότερα από 500 εκατ. ευρώ διαρρέουν κάθε χρόνο προς Βουλγαρία, Σκόπια και Τουρκία για την αγορά καταναλωτικών προϊόντων.
• Στην κορυφή των προτιμήσεων βρίσκονται τα προϊόντα ένδυσης και υπόδησης, τα ποτά, τα τσιγάρα, η βενζίνη, οι οδοντιατρικές υπηρεσίες και οι επισκευές αυτοκινήτων.
• Οι περισσότεροι αγοράζουν από τις χώρες αυτές όλα τα τρόφιμα της εβδομάδας.

Από τη Σάμο γίνονται καταγγελίες ότι στην Τουρκία αγοράζονται ακόμη και τρόφιμα για ξενοδοχεία. Το 50% των Μυτιληνιών καταναλωτών μεταβαίνουν τακτικά στο παζάρι της Πέμπτης στο Αϊβαλί για ψώνια. Στην Ορεστιάδα οι απώλειες του τζίρου, λόγω των αγορών στη Βουλγαρία, υπολογίζεται σε 30%-40%, στην Ξάνθη σε 10%, ενώ καταγγέλλεται ότι γίνεται παράνομη διακίνηση τροφίμων από τη Βουλγαρία σε εγχώριες λαϊκές αγορές και πλανόδιους μικροπωλητές. Στη Φλώρινα οι απώλειες του τζίρου εκτιμώνται στο 50%-60% (1 εκατ. ευρώ το μήνα).

Σε εορταστικά τριήμερα περνούν τα σύνορα προς τα Σκόπια πάνω από 10.000 αυτοκίνητα. Το Μοναστήρι απέχει από τη Φλώρινα μόλις 30 χιλιόμετρα και όπως λένε οι ντόπιοι «είναι σαν να έχει αντικατασταθεί η αγορά της Φλώρινας με την αγορά των Σκοπίων».