Στην ερώτησή μας, αν ο τίτλος του έργου «Ο θάνατος του εμποράκου» αντικατοπτρίζει τη θέση, στην οποία βρίσκονται σήμερα οι μικρομεσαίοι ‘Ελληνες λιανέμποροι, ο κ. Δημήτρης Κοντός μάς είπε: «‘Ολα τα έργα του ‘Αρθουρ Μίλερ είναι αναφορές σε πιθανές ανθρώπινες ιστορίες. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, αν και η υπόθεση του έργου βρίσκεται πολύ κοντά στην πραγματικότητα, ο τίτλος του δεν αντικατοπτρίζει την θέση, στην οποία βρίσκεται ο ‘Ελληνας λιανέμπορος. Η επιχειρηματική δραστηριότητα, βέβαια, στο θέατρο των εμπορικών συναλλαγών της χώρας μας, ιδιαίτερα στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε, είναι ευνόητο ότι έχει περιοριστεί, όπως και τα περιθώρια ανάπτυξης. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε ακραίους όρους, προσπαθώντας να δίνουμε συμβολικά τίτλους σε καταστάσεις, τις οποίες καλούμαστε να διαχειριζόμαστε μαχητικά στην εμπορική αρένα».
«σελφ σέρβις»: Για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης υπάρχει τομή συνάντησης, από άποψη πλεονεκτημάτων, του «Μπακαλόγατου» με τον σύγχρονο επιχειρηματία;
Δημήτρης Κοντός: H προσαρμοστικότητα και η διαρκής αναζήτηση νέων μεθόδων εμπορίου είναι δύο απαραίτητα στοιχεία, στα οποία ο εκάστοτε έμπορος υποχρεούται να θεμελιώνει την δραστηριότητά του, ώστε να αποφεύγει με τον πιο ανώδυνο τρόπο τις συνέπειες των αρνητικών συγκυριών, όπως της άρτι αφιχθείσας στον τόπο μας διεθνούς κρίσης. Οι συνέπειές της, λοιπόν, μπορεί να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά μόνο με σύγχρονες και αναβαθμισμένες μεθόδους, κι όχι φυσικά με πρακτικές που θα θύμιζαν περισσότερο είτε τον θρυλικό Ζήκο στον «Μπακαλόγατο» είτε εκ του αντιθέτου τον Τόμας Κράουν στην ομώνυμη ταινία.
Τροχοπέδη η υπεροψία των τραπεζών
«σ.σ.»: ‘Εχει και σε τι βαθμό βελτιωθεί η πρόσβαση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο τραπεζικό χρήμα;
Δ.Κ.: Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του ελληνικού εμπορίου, έχουν να αντιμετωπίσουν, εκτός από τη μειωμένη αγοραστική δύναμη των πελατών τους, την υπεροπτική στάση των τραπεζικών οργανισμών. Ουσιαστικά, δεν υπάρχει καμία τράπεζα με εστιασμένη πολιτική σε ό,τι αφορά στη στρατηγική υποστήριξης μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Αυτό αποτελεί την πιο σοβαρή τροχοπέδη στα σχέδια των εμπόρων για τη χρησιμοποίηση νέων πρακτικών και λειτουργιών, σχετικά με τη βιωσιμότητα και την ανέλιξη των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων.
Το ΤΕΜΠΜΕ στην πράξη απέτυχε
«σ.σ.»: Πώς σχολιάζετε το γεγονός ότι τα κεφάλαια του ΤΕΜΠΜΕ, αντί να ενισχύσουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου σας, τα επωφελήθηκαν μόνο οι πελάτες των τραπεζών που είχαν ήδη εξασφαλίσει δανειοδότηση, την οποία τελικά έλαβαν με καλύτερους όρους;
Δ.Κ.: Στη θεωρία, η ιδέα για τη δημιουργία του ΤΕΜΠΜΕ ήταν εξαιρετική, και ως θεσμός, όντως, θα βοηθούσε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις επιχειρήσεις να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις των καιρών. Στην πράξη, όμως, αποδείχθηκε ότι τα εμπόδια ήταν και παραμένουν εξαιρετικά πολλά για να υπερπηδήσει η μικρομεσαία ελληνική επιχείρηση, με συνέπεια το ΤΕΜΠΜΕ να καταστεί μη λειτουργικό όσον αφορά στην αποστολή του. Ουσιαστικά, σήμερα εξυπηρετεί οργανισμούς, οι οποίοι ούτως ή άλλως είχαν τη δυνατότητα να δραστηριοποιηθούν και χωρίς αυτό, κι όχι όσους έχουν πραγματικά την ανάγκη στήριξης για να επιβιώσουν.
Ρευστή και ραγδαία εξελισσόμενη κατάσταση
«σ.σ.»: Σχεδόν όλοι διατείνονται ότι δεν απολύουν προσωπικό, παρά τα όσα συνεπάγεται η κρίση για την οικονομία μας. ‘Ομως, η ΓΣΕΒΕΕ, το ΕΒΕΑ, όπως εξάλλου και τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, προβάλλουν μια εντελώς διαφορετική εικόνα. Ποιο είναι το μερίδιο συμμετοχής των μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων στη διαμόρφωση αυτής της εικόνας;
Δ.Κ.: Η γενικότερη εικόνα της αγοράς παρουσιάζεται δύσκολη και, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, θα γίνεται ακόμη δυσκολότερη συνεπεία της κρίσης. Υπάρχουν ποικίλα στατιστικά στοιχεία που συνηγορούν προς αυτή την κατεύθυνση, την οποία ενισχύει -κι αυτό δεν είναι διόλου αμελητέο- η κοινή αντίληψη, όπως διαμορφώνεται από τα ΜΜΕ, με τη συνεχή καταστροφολογία και τους ισχυρισμούς περί παραπαίουσας οικονομικής διαχείρισης. Την εικόνα αυτή της αγοράς τα ΜΜΕ την αποδίδουν -πάντα βάσει των μετρήσεων θεαματικότητας- πότε στην Πολιτεία πότε στις τράπεζες και πότε στους ίδιους τους εμπόρους, τους οποίους άλλοτε παρουσιάζουν ως θύματα και άλλοτε ως μη συμβάλλοντες στην οικονομική ανάπτυξη…
Αν θέλετε, όμως, να μιλήσουμε για την πραγματική εικόνα της αγοράς, θα τη χαρακτήριζα ρευστή, λόγω της αδιάκοπης και ραγδαίας ροής των εξελίξεων. Συνεκδοχικά, θα ήταν άστοχο να επιχειρεί κάποιος τη θεμελίωση της όποιας γνώμης έχει για την γενικότερη εικόνα της κατάστασης, βασιζόμενος και μόνο στα δεδομένα της παρούσας περιόδου. ‘Οσο για την ανεργία, φυσικά και θα υπάρξει μια άνοδός της, αλλά σε καμία περίπτωση δεν φαίνεται ότι θα είναι αλματώδης.
«σ.σ.»: Πόσο έχουν επιμηκυνθεί οι χρόνοι πληρωμών στην αγορά του μικρού εμπορίου;
Δ.Κ.: Θα έλεγα ότι ακόμη ένα στοιχείο που καταμαρτυρεί την οικονομική δυστοκία στο μικρό εμπόριο είναι ακριβώς και η επιμήκυνση του χρόνου πληρωμών. Δεδομένης, μάλιστα, της μηδενικής ανοχής των τραπεζών, το πρόβλημα διογκώνεται, και σε ορισμένες περιπτώσεις η κατάσταση γίνεται από δυσεπίλυτη έως μη αναστρέψιμη. Εάν φανταστούμε την αγορά ως μια μηχανή, οι πληρωμές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως το «λιπαντικό» της που την καθιστά λειτουργική και με καλές επιδόσεις. ‘Οσο, λοιπόν, η ανακύκλωση και η εισροή νέου «λιπαντικού» γίνεται σε πιο αραιά χρονικά διαστήματα, τόσο αυτή η μηχανή θα παρουσιάζει βλάβες, ώσπου κάποτε να σταματήσει.
Δυσμενείς οι συνέπειες
«σ.σ.»: Ποιες είναι οι συνέπειες της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας για τον τζίρο της μικρομεσαίας λιανεμπορικής επιχείρησης;
Δ.Κ.: Σε περιόδους μειωμένης οικονομικής δύναμης και καταναλωτικής απραξίας, το ψυχολογικό κλίμα στην αγορά είναι αρνητικό. Λειτουργεί, δε, επιβαρυντικά όσον αφορά στην επιδείνωση του γενικότερου κλίματος στην οικονομία, έστω και αν οι διαστάσεις της κρίσης, όπως η σημερινή, δεν είναι όσο τραγικές φρονούν ορισμένοι. Για ακόμα μια φορά τα ΜΜΕ φορτίζουν αρνητικά την ήδη κακή περιρρέουσα ατμόσφαιρα, προβάλλοντας για τους δικούς τους λόγους ασήμαντες πτυχές προβλημάτων, γνωστών και πριν από την κρίση. Οι συνέπειες είναι σίγουρα δυσμενείς, κυρίως όσον αφορά στην εμπορική κίνηση προϊόντων και υπηρεσιών, γεγονός που αντανακλάται στους τζίρους, αλλά και στο μέλλον των επιχειρηματικών πρωτοβουλιών και δραστηριοτήτων.
Λύση οι εξαγορές κι οι συγχωνεύσεις
«σ.σ.»: Περίοδοι, όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα, καθιστούν τους ισχυρούς ισχυρότερους, ενώ φέρνουν σε δυσμενέστερη θέση τους αδύναμους. Θεωρείτε ότι το 2009 προσφέρεται για εξαγορές και συγχωνεύσεις εταιρειών;
Δ.Κ.: Σε όλη την διάρκεια της επιχειρηματικής ιστορίας υπήρξαν κρίσεις, όπως και μεγάλες περίοδοι ανάπτυξης και ευημερίας. Η φετινή χρονιά χαρακτηρίζεται από οικονομική ύφεση και εμπορική δυσπραγία. Σε τέτοιες περιόδους οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις εταιρειών αποτελούν κοινή πρακτική. Ο λόγος είναι απλός: όσο υπάρχει ανάπτυξη, είναι ευνόητο ότι το σύνολο της αγοράς διογκώνεται, δημιουργώντας χώρο για νέους επίδοξους επιχειρηματίες, ενώ εξαπλώνεται η επιχειρηματική δραστηριότητα σε νέους τομείς. ‘Οταν ενσκήπτει η κρίση και η ανάπτυξη σταματά, η επιχειρηματική δραστηριότητα ασφυκτιά. Γι’ αυτό οι δυναμικές επιχειρήσεις ψάχνουν νέους τρόπους βελτίωσης του οικονομικού αποτελέσματός τους, αποζητώντας, ταυτόχρονα, τη μείωση του κόστους λειτουργίας τους. Οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις, λοιπόν, δημιουργούν οικονομίες κλίμακας, ενώ έτσι επαναπροσδιορίζονται οι στόχοι ανάπτυξης στο νέο τοπίο, όποιο κι αν είναι αυτό. Εμείς στην ΑΝΕΔΗΚ Κρητικός πιστεύουμε ότι «οι καλοί καπεταναίοι στις φουρτούνες φαίνονται» κι ότι στις δύσκολες καταστάσεις μόνο με πολλή δουλειά κι υπομονή βρίσκονται οι λύσεις που οδηγούν στην επιτυχία.
Το άρθρο δημοσιεύεται στο τεύχος 385 (Ιούνιος 2009) του περιοδικού «σελφ σέρβις» (Εκδόσεις Comcenter).