Ως αγορά εξαιρετικά δύσκολη, που απευθύνεται σε λίγους παίκτες και επιφυλάσσει περιορισμένα κέρδη, χαρακτηρίζεται το οργανωμένο χονδρεμπόριο από κορυφαία στελέχη του, τα οποία δεν αποκλείουν ανακατατάξεις στον κλάδο το προσεχές μέλλον, είτε με περιορισμό της δραστηριότητας ορισμένων «παικτών» είτε με «αποχωρήσεις» είτε ακόμη και με μία ακόμη εξαγορά. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο ετήσιος τζίρος των cash & carries αντιστοιχεί στο 8%-9% των πωλήσεων που πραγματοποιεί σήμερα το οργανωμένο λιανεμπόριο. Το εν λόγω ποσοστό στα επόμενα τρία χρόνια αναμένεται ότι θα διαμορφωθεί σε 10% με 12%.

Ως αγορά εξαιρετικά δύσκολη, που απευθύνεται σε λίγους παίκτες και επιφυλάσσει περιορισμένα κέρδη, χαρακτηρίζεται το οργανωμένο χονδρεμπόριο από τα στελέχη του. Οι συνθήκες ανταγωνισμού είναι εντονότερες από αυτές του λιανεμπορίου, τα χτυπήματα κάτω από τη ζώνη συχνά, η προσέγγιση των πελατών απαιτεί ειδικούς χειρισμούς, ενώ η οργάνωση και λειτουργία ενός καταστήματος cash & carry προϋποθέτει εξειδικευμένη τεχνογνωσία.

Παρ’ όλα αυτά στον χώρο του οργανωμένου χονδρεμπορίου έχουν ήδη επενδύσει αρκετές επιχειρήσεις με πολύχρονη παρουσία στο λιανεμπόριο. Ορισμένες εξ αυτών διέθεσαν σημαντικά κεφάλαια για την ανάπτυξή τους, κάποιες άλλες προέβησαν σε συγκρατημένες κινήσεις, ενώ στη σχετική αγορά οι ισορροπίες άλλαξαν μετά την εξαγορά μίας εκ των ισχυρών εταιρειών της. Η είσοδος της Α-Β ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ μέσω της ΕΝΑ δημιούργησε νέες σχέσεις στον ανταγωνισμό του κλάδου, που ουδείς αυτή τη στιγμή μπορεί να εκτιμήσει με ασφάλεια. Τη σχετική αγορά ελέγχουν σήμερα εκτός της ΕΝΑ, η ΜΕΤΡΟ με ένα διευρυμένο δίκτυο ανά την Ελλάδα, η ΜΑΚΡΟ, που διαθέτει στη χώρα μας λίγες αλλά ισχυρές μονάδες και η ΑΤΛΑΝΤΙΚ. Στην ίδια αγορά δραστηριοποιούνται ακόμη: η ΠΕΝΤΕ (ΓΑΛΑΞΙΑΣ), η ΑΦΟΙ ΒΕΡΟΠΟΥΛΟΙ καθώς και η ΜΑΣΟΥΤΗΣ με έδρα στη βόρεια Ελλάδα.

Από εκτιμήσεις που διατυπώνουν στο «σ.σ.» κορυφαία στελέχη του κλάδου προκύπτει ότι ο ετήσιος τζίρος των cash & carry καταστημάτων αντιστοιχεί στο 8% με 9% των πωλήσεων που πραγματοποιεί σήμερα το οργανωμένο λιανεμπόριο. Οι ίδιες εκτιμήσεις αναφέρουν ότι το εν λόγω ποσοστό στα επόμενα τρία χρόνια θα καταγράψει μικρή άνοδο και θα διαμορφωθεί στο 10% με 12%.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης τα σχόλια που διατυπώνονται για την εξέλιξη του οργανωμένου χονδρεμπορίου στο άμεσο μέλλον. «Στον κλάδο ήδη δραστηριοποιούνται πολλές επιχειρήσεις για τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς και για το λόγο αυτό στο διάστημα που ακολουθεί δεν αποκλείεται να υπάρξουν και νέες ανακατατάξεις, είτε με τον περιορισμό της δραστηριότητας ορισμένων «παικτών» είτε με αποχωρήσεις», τονίζεται χαρακτηριστικά, ενώ δεν αποκλείεται και το ενδεχόμενο μίας ακόμη εξαγοράς. Συμπερασματικά θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι ο κλάδος του οργανωμένου χονδρεμπορίου έχει ήδη εισέλθει σε μία ευμετάβολη περίοδο, που απαιτεί πολύ προσεκτικούς χειρισμούς και γερά… νεύρα.

Εξάλλου τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα όσοι δραστηριοποιούνται στον σχετικό κλάδο δεν είναι λίγα. Ως σημαντικότερα αυτών αναφέρονται:

  • Το γεγονός ότι κάθε νέο κατάστημα αποκτά εξαιρετικά δύσκολα πελατεία από την πρώτη ημέρα λειτουργίας του. Συνήθως για κάθε νέα εμπορική μονάδα μεσολαβεί ένα διάστημα κατά το οποίο προσπαθεί να ορθοποδήσει, σε αντίθεση με τις λιανεμπορικές επιχειρήσεις που από την πρώτη κιόλας ημέρα λειτουργούν με εξασφαλισμένη πελατεία.
  • Η αναζήτηση μεθόδων και πρακτικών ώστε να αλλάξει η συμπεριφορά των τοπικών λιανοπωλητών, να εγκαταλείψουν δηλαδή τις μικρές-τοπικές χονδρεμπορικές επιχειρήσεις και να συνάψουν σχέσεις συνεργασίας με το οργανωμένο χονδρεμπόριο.
  • Οι πωλήσεις κάτω του τιμολογιακού κόστους, που αποτελούν σύνηθες φαινόμενο για το χονδρεμπόριο. Είναι γνωστό ότι για τη διαμόρφωση των τιμών χονδρικής δεν υφίσταται κανένας νόμος ή περιορισμός.
  • Ο εσωτερικός ανταγωνισμός που συνήθως αναπτύσσεται σε ομίλους που διαθέτουν ταυτόχρονη παρουσία σε μια περιοχή, τόσο στο χονδρεμπόριο όσο και στο λιανεμπόριο.
  • Η ιδιότυπη σχέση που υπάρχει με τους προμηθευτές, οι οποίοι στις τοπικές αγορές λειτουργούν ως συνεργάτες για τα cash & carry καταστήματα, αλλά και ως ανταγωνιστές, όταν προμηθεύουν με τα προϊόντα τους και άλλες τοπικές χονδρεμπορικές επιχειρήσεις. Το πρόβλημα ξεκινάει από το γεγονός ότι ο προμηθευτής δεν μπορεί να ελέγξει τον συνεργάτη του στις τοπικές αγορές, δεν μπορεί δηλαδή να του επιβάλει ενιαίο τιμοκατάλογο για τις επιχειρήσεις της ίδιας περιφέρειας.

Εταιρείες cash & carry

Η εικόνα και τα σχέδια των εταιρειών με σημαντική παρουσία στον κλάδο των cash & carry καταστημάτων έχει σήμερα ως εξής:

ΜΕΤΡΟ

Είναι ο παίκτης με το πλέον διευρυμένο δίκτυο καταστημάτων χονδρικής στην Αττική και την περιφέρεια. Υπό τον έλεγχό της η ΜΕΤΡΟ έχει σήμερα 24 καταστήματα. Εξ αυτών τα 5 λειτουργούν στην Αθήνα και τα υπόλοιπα 19 στην επαρχία. Οι επενδύσεις που πραγματοποίησε πέρυσι ήταν της τάξης των 3,5 εκατ. ευρώ, ενώ φέτος σχεδιάζει να επενδύσει περί τα 4,4 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία νέων καταστημάτων. Η εταιρεία στηρίζει την ανάπτυξή της στην ποιότητα των αγαθών και των παρεχόμενων υπηρεσιών, στη διαμόρφωση προσωπικών σχέσεων με το πελατειακό κοινό και στη συχνή και τακτική επικοινωνία με τους επιχειρηματίες.

Α-Β ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ

Ο όμιλος της Α-Β ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ μέσω της εξαγορασθείσης ΕΝΑ απέκτησε πρόσβαση στην αγορά του χονδρεμπορίου με 12 καταστήματα cash & carry (ένα έκλεισε). Η εταιρεία έχει ήδη δρομολογήσει την αναβάθμιση των εν λόγω μονάδων, επενδύοντας το ποσό των 1,5 εκατ. ευρώ και για το λόγο αυτό φέτος δεν προγραμματίζει τη δημιουργία νέων καταστημάτων. Παράλληλα με το χονδρεμπόριο η ΕΝΑ θα αναπτυχθεί και στην αγορά του franchising χρησιμοποιώντας ως brand name το ΤΡΟΦΟ market, το οποίο αντικαθιστά τα διάφορα και ποικίλα ονόματα που χρησιμοποιούνταν από τα μέλη του δικτύου κατά το παρελθόν. Τέλος, σημειώνεται ότι ο ρυθμός ανάπτυξης των πωλήσεων προς τους franchisees του δικτύου ήταν το 2002 μεγαλύτερος του 50% έναντι της προηγούμενης χρήσης, ο δε μέσος όρος του μεγέθους των καταστημάτων από 175 τ.μ. το 2001 έφθασε το 2002 στα 350 τ.μ.

ΑΤΛΑΝΤΙΚ

ΑΤΛΑΝΤΙΚ: Στο ποσό των 51,4 εκατ. ευρώ έφθασε πέρυσι ο τζίρος της ΑΤΛΑΝΤΙΚ από τις πωλήσεις χονδρικής. Τα εν λόγω έσοδα προήλθαν από 14 cash & carry καταστήματα, καθώς και από τον τζίρο που πέτυχαν οι πωλητές χονδρικής σε 28 σούπερ μάρκετ της αλυσίδας. Φέτος η εταιρεία αναμένει σημαντική αύξηση πωλήσεων (80,7 εκατ. ευρώ) λόγω της δημιουργίας τριών νέων εμπορικών μονάδων, οι οποίες θα λειτουργήσουν τους επόμενους μήνες. Στο μεταξύ η ΑΤΛΑΝΤΙΚ διαθέτει και έναν δεύτερο άξονα στην αγορά του χονδρεμπορίου: την ΑΡΙΣΤΑ, η οποία αναπτύσσεται κυρίως στο franchising (οργανωμένη χονδρική), αλλά και στη λιανική. Σήμερα η ΑΡΙΣΤΑ διαθέτει 165 μέλη, εκ των οποίων τα 50 λειτουργούν με την επωνυμία ΑΡΙΣΤΑ, ενώ τα υπόλοιπα 115 έχουν δική τους επωνυμία και ένα διακριτικό σήμα ότι ανήκουν στην ΑΡΙΣΤΑ. Η εταιρεία δραστηριοποιείται σε 14 νομούς της βόρειας Ελλάδας. Στους στρατηγικούς στόχους της ΑΡΙΣΤΑ εντάσσεται και η ανάπτυξη του δικτύου της σε όλη τη χώρα και στο πλαίσιο αυτό όλα τα μέλη της ΠΑΛΜΟΣ, η οποία ανήκει στον όμιλο ΑΤΛΑΝΤΙΚ γίνονται μέλη της ΑΡΙΣΤΑ. Το 2001 ο τζίρος της ΑΡΙΣΤΑ ήταν 29,3 εκατ. ευρώ από τον τομέα της χονδρικής και 17,6 εκατ. ευρώ από τη λιανική. Το 2002 οι πωλήσεις ήταν 38,2 εκατ. ευρώ και 20,5 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.

ΜΑΣΟΥΤΗΣ

Διαθέτοντας 15 μονάδες cash & carry η ΜΑΣΟΥΤΗΣ αποτελεί για το οργανωμένο χονδρεμπόριο ισχυρή παρουσία στη βόρεια Ελλάδα. Η συμμετοχή των ετήσιων πωλήσεων που πραγματοποιούν τα καταστήματα αυτά στο σύνολο του τζίρου των 158 μονάδων που διαθέτει ο όμιλος είναι 7%. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του ομίλου, το 2003 θα συνεχιστεί η ανάπτυξή του στο χονδρεμπόριο με νέες μονάδες, όμως τα επόμενα χρόνια η επέκταση της αλυσίδας θα ακολουθήσει ταχύτερους ρυθμούς. Σήμερα η ΜΑΣΟΥΤΗΣ έχει εξασφαλίσει τη διασπορά της σε όλη τη βόρεια Ελλάδα, ενώ ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα τα οποία κλήθηκε να αντιμετωπίσει ήταν ο εσωτερικός ανταγωνισμός σε πόλεις όπου διαθέτει σούπερ μάρκετ, αλλά και καταστήματα cash & carry.

ΜΑΚΡΟ

H ΜΑΚΡΟ δραστηριοποιείται σήμερα στο χονδρεμπόριο με 6 καταστήματα cash & carry, με έδρες στην Αθήνα, στην Παλλήνη, στη Θεσσαλονίκη, στην Πάτρα, στη Λάρισα και στο Ηράκλειο Κρήτης. Το 2001 η εταιρεία εξασφάλισε τζίρο της τάξης των 438,09 εκατ. ευρώ.