Η ανάπτυξη του ελληνικού λιανεμπορίου τροφίμων, τι θα έπρεπε να έχει γίνει και ποια μέτρα πρέπει να ληφθούν όσο είναι ακόμη καιρός εξετάζεται στην συνέντευξη που μας παραχώρησε ο κ. Αριστοτέλης Παντελιάδης, διευθύνων Σύμβουλος της Μετρό ΑΕΒΕ και guest editor του παρόντος τεύχους. Ο κ. Παντελιάδης ξεδιπλώνει τις πτυχές των προβλημάτων που για δεκαετίες μπαίνουν εμπόδιο στην ανάπτυξη ενός από τους πλέον δυναμικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, που αντιστέκεται στην κρίση.

Με μια αισιόδοξη εκτίμηση για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, αλλά και με τη διαπίστωση πως πρέπει να προσπαθήσουμε πολύ για να βγούμε από την κρίση, ξεκίνησε η συνέντευξή μας με τον κ. Παντελιάδη. «Παρά τα όσα ακούμε και διαβάζουμε, έχω την πεποίθηση ότι στο τέλος αυτής της πορείας θα είμαστε καλύτεροι ως επαγγελματίες, ως οικονομία αλλά και συνολικά ως λαός. Δεν θεωρώ, βέβαια, πως έχουμε δεδομένη την επιτυχία, και είναι σίγουρο πως τα επόμενα χρόνια θα είναι πολύ δύσκολα. Το στοίχημα, όμως, είναι να βρούμε τους τρόπους να αντεπεξέλθουμε με επιτυχία».

Κράτος και γραφειοκρατία
σελφ σέρβις: Μιλώντας για τη δημιουργία προϋποθέσεων ανάπτυξης σε συνθήκες κρίσης, ποια είναι τα εμπόδια εκ μέρους του κράτους, η άρση των οποίων μπορεί να αναζωογονήσει τις επιχειρήσεις του κλάδου;

Αριστοτέλης Παντελιάδης: Μεγάλο εμπόδιο για την ανάπτυξη είναι η έλλειψη σταθερού νομικού και φορολογικού περιβάλλοντος. Όταν δεν ξέρεις πώς θα αντιμετωπιστεί αύριο ένα ζήτημα, είναι πολύ δύσκολο να κάνεις οικονομικό και φορολογικό σχεδιασμό. Εγώ, αν ήμουν ξένος επιχειρηματίας, πολύ δύσκολα θα επένδυα στην Ελλάδα.

Και ως Έλληνας επιχειρηματίας δυσκολεύομαι πάρα πολύ να κάνω τον απαραίτητο προγραμματισμό, γιατί δεν μπορώ να ξέρω κατά πόσο οι νόμοι που ισχύουν σήμερα θα ισχύουν και αύριο. Θεωρώ ότι αυτό το θέμα μπορεί να λυθεί, αν γίνει ένας μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και αν η εκάστοτε κυβέρνηση δείχνει αποφασιστικότητα, ώστε να μην αλλάζει το περιβάλλον διαρκώς.

Ένα πολύ σημαντικό θέμα είναι και το νομικό πλαίσιο που διέπει την απασχόληση. Καταρχάς, ισχύουν πολλές απαρχαιωμένες γραφειοκρατικές διαδικασίες.

Παραδείγματος χάριν, σε κάθε κατάστημα είμαστε υποχρεωμένοι να τηρούμε τοπικά ένα σωρό έντυπα, τα περισσότερα από τα οποία χειρόγραφα. Οι υποβολές των απαραίτητων εντύπων στις Επιθεωρήσεις Εργασίας ή στον ΟΑΕΔ πρέπει να γίνονται σε φυσική μορφή, όχι με fax ή e-mail. Παρόμοιες αγκυλώσεις της νομοθεσίας, που δεν ωφελούν τους εργαζόμενους, και εμάς βλάπτουν και δημιουργούν επιπλέον κόστος.

Κατά δεύτερον, έχουμε την ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας. Εμείς πιστεύουμε πως, όσο κι αν ενταθεί η κρίση, δεν πρέπει να οδηγηθούμε σε ακραίες λύσεις. Το θέμα δεν είναι να εκμεταλλευτούμε τον εργαζόμενο για να μειώσουμε τα λειτουργικά κόστη. Τον εργαζόμενο τον θέλουμε σύμμαχό μας.

Και να μην ξεχνάμε πως ο ίδιος είναι και πελάτης μας. Γενικότερα, υπάρχει σωρεία νομοθετικών εμποδίων και προβλημάτων που προκύπτουν στις καθημερινές συναλλαγές με τις δημόσιες υπηρεσίες. Τα βασικά αίτια είναι η νοοτροπία των ανθρώπων της διοίκησης, η υπερδιογκωμένη κρατική γραφειοκρατία και, βεβαίως, η διαφθορά.

Για παράδειγμα, οι απαιτούμενες διαδικασίες για την έκδοση μιας άδειας λειτουργίας καταστήματος διέπονται από τέτοια πολυνομία, όπως όλα τα πράγματα στη χώρα μας, ώστε είναι πάρα πολύ δύσκολη υπόθεση ο σχεδιασμός της σχετικής επένδυσης.

Κινδυνεύεις ν’ αγοράσεις ένα οικόπεδο που, ωστόσο, θα αποδειχθεί ότι δεν μπορείς να αξιοποιήσεις – κι έχει συμβεί αρκετές φορές αυτό. Να σημειωθεί πως η πολυαρχία και πολυνομία στη διαδικασία της αδειοδότησης έχει ως αποτέλεσμα να ελεγχόμαστε από πολλές διαφορετικές αρχές και πριν και μετά την απόκτηση της άδειας και κάθε μια από αυτές να έχει άποψη για τα πάντα. Οι παρατηρήσεις του υγειονομικού αφορούν και σε πολεοδομικά θέματα, οι παρατηρήσεις της πυροσβεστικής αφορούν και σε υγειονομικά κοκ.

Το πρόβλημα είναι πως η κάθε αρχή έχει διαφορετική άποψη για τα θέματα, επί των οποίων αποφαίνεται, με αποτέλεσμα να μην ξέρεις τι να κάνεις! Κι αυτό το αντιμετωπίζουν όλες οι αλυσίδες.

σελφ σέρβις: Υπάρχει κάποια εκτίμηση για το πόσο πραγματικά κοστίζει -σε χρόνο και χρήμα- αυτή η πολυαρχία και η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των εμπλεκόμενων αρχών;

Αριστοτέλης Παντελιάδης: Αν λάβετε υπόψη ότι ο χρόνος που απαιτείται για την ανέγερση ενός νέου καταστήματος είναι περίπου ένα εξάμηνο, αλλά ο χρόνος που μεσολαβεί από την έναρξη των διαδικασιών για την ανέγερσή του ως τη λειτουργία του κατά
μέσο όρο τρία χρόνια(!), θα αντιληφθείτε πόσο στοιχίζει στην επιχείρηση η διεκπεραίωση των γραφειοκρατικών διαδικασιών.

Το κόστος όλης αυτής της κατάστασης επιβαρύνει τη λειτουργία μιας επιχείρησης του κλάδου μας με ένα ποσοστό που ίσως φτάνει ή και ξεπερνά το 1% επί του τζίρου της – ποσό πολύ σημαντικό.


Το μερίδιο ευθύνης για την ακρίβεια
σελφ σέρβις: Το λιανεμπόριο, όσο εντείνεται η κρίση και συμπιέζεται το εισόδημα των πλέον αδύναμων ομάδων, καλείται όλο και πιο συχνά να απαντήσει στο ερώτημα γιατί οι τιμές στη χώρα μας παραμένουν, ακόμη και σήμερα, σε επίπεδα πολύ υψηλότερα από ό,τι στις άλλες χώρες της ΕΕ. Πιστεύετε ότι έχει και το λιανεμπόριο ευθύνες για την ακρίβεια;

Αριστοτέλης Παντελιάδης: Αυτό που συνήθως δεν λαμβάνεται υπόψη, όταν εκφράζονται αυτές οι εκτιμήσεις, είναι ότι ένα πάρα πολύ μεγάλο μέρος του τζίρου των σούπερ μάρκετ προέρχεται από τα προϊόντα ψυγείου, τα οποία στην Ελλάδα -αντίθετα με το εξωτερικό- πωλούνται με την υποστήριξη των αρμόδιων υπαλλήλων, άρα με υψηλότερο κόστος, αλλά με πολύ χαμηλό ποσοστό κέρδους και τελική τιμή.

Συνήθως, όταν μιλούμε για την ακρίβεια, αναφερόμαστε στα τυποποιημένα προϊόντα, τα οποία όμως γεμίζουν μόνο το μισό καλάθι αγορών του νοικοκυριού. Υπάρχουν, ασφαλώς, περιπτώσεις τυποποιημένων προϊόντων που διατίθενται ακριβότερα στην Ελλάδα απ’ ό,τι στο εξωτερικό, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι αυτές οι περιπτώσεις χαρακτηρίζουν συνολικά την αγορά μας.

Σε ό,τι αφορά το μερίδιο ευθύνης του κλάδου, θέλω να τονίσω πως τα ποσοστά μικτού κέρδους του οργανωμένου λιανεμπορίου στη χώρα είναι είτε αντίστοιχα, είτε μικρότερα των αλυσίδων του εξωτερικού. Σε κάποιες κατηγορίες δουλεύουμε με σαφώς υψηλότερο ποσοστό κέρδους. Συμβαίνει όμως και το αντίθετο.

Σημασία έχει οι συγκρίσεις να μη γίνονται μεροληπτικά, και να βλέπουμε τη συνολική εικόνα κάθε θέματος. Κι αυτή δείχνει ότι τα σούπερ μάρκετ δεν έχουν επιβαρύνει τον τιμάριθμο. Γι’ αυτό, άλλωστε, το καθαρό ποσοστό κέρδους μας είναι πάρα πολύ μικρό, αν όχι οριακό.

σελφ σέρβις: Με διάφορες νομοθετικές ρυθμίσεις το ελληνικό κράτος τα τελευταία χρόνια προσπάθησε να καθιερώσει τρόπους ελέγχου της διακύμανσης των τιμών. Πιστεύετε πως ήταν αποτελεσματικές;

Αριστοτέλης Παντελιάδης: Κατά καιρούς είχαμε διάφορες νομοθετικές παρεμβάσεις του κράτους, που περισσότερο δημιουργούσαν παρά έλυναν προβλήματα. Ως παράδειγμα αναφέρω την υποχρεωτική κατάθεση των συμφωνιών με τους προμηθευτές μας, που πρέπει να γίνεται στο τέλος του χρόνου, πριν από την έναρξη της ισχύος τους, κάτι που δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη.

Επίσης, οι προμηθευτές αναγκάζονται να καταθέτουν τιμοκαταλόγους με κάθε αλλαγή τιμών, ενώ τώρα προωθούνται νέες διαδικασίες που αφορούν στην αναγραφή των εκπτώσεων στα τιμολόγια (η τρίτη απόπειρα να ρυθμιστεί το συγκεκριμένο θέμα), τις προσφορές κλπ. Φοβάμαι πως και οι νέες ρυθμίσεις, χωρίς να με απασχολεί αυτό καθαυτό το περιεχόμενό τους, θα μας προσθέσουν κόστος μέσω καινούργιων γραφειοκρατικών διαδικασιών που θα δυσκολεύουν τη δουλειά μας.

Με απλά λόγια, το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει το κράτος, για να διευκολύνει τη μεταξύ μας σχέση και τη δουλειά μας, είναι να απέχει όσο γίνεται περισσότερο αφού με τις παρεμβάσεις του χειροτερεύει τα πράγματα, χωρίς να πετυχαίνει τον σκοπό, για τον οποίο παρενέβη.

σελφ σέρβις: Δεν υπάρχουν ευθύνες και στον κλάδο για τα προβλήματα επικοινωνίας με το κράτος, όταν σήμερα δεν έχει συνδικαλιστική εκπροσώπηση;

Αριστοτέλης Παντελιάδης: Το ότι δεν έχουμε πια εκπροσώπηση είναι μεγάλο πλήγμα για τον κλάδο. Σκεφτείτε απλώς το γεγονός ότι σε κάθε ζήτημα που ανακύπτει, ο υπουργός Ανάπτυξης ή ο Γενικός Γραμματέας που θέλει να επικοινωνήσει με τον κλάδο, είναι υποχρεωμένος να καλέσει εκπροσώπους από όλες τις μεγάλες αλυσίδες.

Το θέμα είναι πως ως κλάδος αντιμετωπίζουμε ζητήματα, η αρμοδιότητα των οποίων ανήκει σε άλλα υπουργεία, όπως για παράδειγμα το Υπουργείο Μεταφορών, Περιβάλλοντος κλπ. Δεν μπορούμε, όμως, να απαιτήσουμε κάθε υπουργός να δέχεται για κάθε πρόβλημα έναν-έναν τους επιχειρηματίες που θέλουν να συζητήσουν μαζί του. Άρα, η ευθύνη είναι καταρχάς δική μας. Όσο, δε, η κρίση μεγαλώνει, τόσο θα μεγαλώνει και η ανάγκη εκπροσώπησης του κλάδου.


Κάτω από 50% τα κέρδη το 2009
σελφ σέρβις: Τι δείχνουν τα πρώτα οικονομικά στοιχεία για την πορεία του κλάδου την προηγούμενη χρονιά; Ποια είναι η καλύτερη στρατηγική για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης;

Αριστοτέλης Παντελιάδης: Πιστεύω πως θα δούμε μια μείωση της κερδοφορίας, έως και 50% σε σχέση με το 2008, χωρίς όμως να έχουμε πολλές ζημιογόνες εταιρείες. Αυτή η τάση μάλλον θα συνεχιστεί και το 2010. Σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον υπάρχουν δύο επιλογές. Ή να επιδιώξεις να κερδίσεις μερίδιο με επένδυση στην ανάπτυξη του δικτύου καταστημάτων ή να περιμένεις να περάσει η κρίση.

Στην περίπτωση που επιλέγεις την πρώτη λύση, όπως έχουμε κάνει εμείς, χρειάζεται κεφάλαια, που σήμερα είναι δυσεύρετα. Οι τράπεζες δεν έχουν πλέον χρήματα να δανείσουν, και οι προμηθευτές δεν έχουν περιθώρια να αυξήσουν τον χρόνο πίστωσης – μάλιστα πιέζουν πάρα πολύ για την τήρηση των συμφωνηθέντων.

Το μόνο που μένει είναι η επανεπένδυση των κερδών. Άρα, θεωρώ πως η κερδοφορία έχει πολύ μεγάλη σημασία, και το γεγονός ότι σήμερα η κερδοφορία μειώνεται αποτελεί πλήγμα, γιατί αυτό έχει άμεση επίπτωση με τη σειρά του και στις επενδύσεις.

σελφ σέρβις: Σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον θεωρείτε πως οι μεγάλες αλυσίδες θα επενδύσουν σε δημιουργία discount καταστημάτων;

Αριστοτέλης Παντελιάδης: Νομίζω πως το discount στη χώρα μας έχει τοποθετηθεί στη συνείδηση του καταναλωτή ως ένα εναλλακτικό κανάλι αγορών. Δεν έχει τη δυναμική που είχε στην αρχή, και δεν νομίζω πως έχει σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης. Το γεγονός, δε, πως στην κρίση δεν ωφελήθηκε ιδιαίτερα, σημαίνει ότι ναι μεν έχει τους πιστούς καταναλωτές του, όμως δεν καταφέρνει να προσελκύει αποτελεσματικά καταναλωτές που δεν το έχουν επιλέξει μέχρι τώρα.

Στην αρχική του ανάπτυξη αντέδρασαν και οι αλυσίδες, αναπτύσσοντας την γκάμα των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, οπότε κάλυψαν την ανάγκη για φθηνότερα προϊόντα. Οι καταναλωτές δεν έχουν πλέον λόγο να στραφούν σε αυτό το κανάλι σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι σήμερα.

Αύξηση ΦΠΑ και τιμές
«Η αύξηση του ΦΠΑ δεν αφορά μόνο στη μεταβολή ενός συντελεστή», τονίζει ο κ. Παντελιάδης. Θα έπρεπε να έχει ληφθεί υπόψη και το κόστος της διαδικασίας αλλαγής των τιμών, κάθε φορά που ο ΦΠΑ μεταβάλλεται. Για μια λιανεμπορική αλυσίδα σούπερ μάρκετ, κάθε αλλαγή του ΦΠΑ σημαίνει αλλαγή σε περίπου 10.000 τιμές σε κάθε κατάστημα. Εγώ υπολογίζω πολύ χονδρικά ότι μόνο για τις μεγάλες αλυσίδες αυτό σημαίνει ένα κόστος, για το σύνολο των καταστημάτων, ύψους 1 εκατ. ευρώ. Τώρα περιμένουμε και τη δεύτερη αύξηση.

Σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις της αύξησης του ΦΠΑ στην κατανάλωση, ας σκεφτούμε ότι το πιο σημαντικό δεν το είδαμε ακόμα: Αν, όπως έχει εξαγγελθεί, υλοποιηθεί το 2011 η υπαγωγή το 30% των ειδών που εντάσσονται στον χαμηλό συντελεστή στην ακριβή κατηγορία, γεγονός που σημαίνει αύξηση κατά 12 μονάδες (από 11% στο 23%), θα έχουμε μεγάλη αύξηση τιμών με δυσμενή αποτελέσματα και για τον καταναλωτή και για τις επιχειρήσεις (περαιτέρω μείωση της κατανάλωσης).

Η πρώτη αύξηση του ΦΠΑ απορροφήθηκε μέχρι τώρα από εμάς. Όσες προσπάθειες και να γίνουν, δεν είναι δυνατόν αυτό να συνεχίζεται επ’ άπειρο, ούτε να απορροφηθεί και αυτή η αύξηση όταν η κερδοφορία κινείται στα σημερινά επίπεδα και το λιανεμπόριο πιέζεται από τη συνεχή μείωση της καταναλωτικής δαπάνης.

Και να μην ξεχνάμε πως έχουν επιβαρυνθεί πολύ και οι λιανέμποροι από την αύξηση της τιμής των καυσίμων, λόγω της αύξησης του φόρου, κατά πολλές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ (στη δική μας επιχείρηση η επιβάρυνση ήταν 600.000 ευρώ, και την απορροφήσαμε)».