Απογοητευτικά είναι τα συμπεράσματα έρευνας της Eurostat σε σχέση με το εθνικό προϊόν, το κατά κεφαλή εισόδημα, την ιδιωτική κατανάλωση και το μέσο εισόδημα των πολιτών της Ελλάδας, σε σύγκριση με των άλλων χωρών της Ε.Ε.
Απογοητευτικά είναι τα συμπεράσματα έρευνας της Eurostat σε σχέση με το εθνικό προϊόν, το κατά κεφαλή εισόδημα, την ιδιωτική κατανάλωση και το μέσο εισόδημα των πολιτών της Ελλάδας, σε σύγκριση με των άλλων χωρών της Ε.Ε.
Ακούμε ότι π.χ. στην Αφρική ο ημερήσιος μισθός είναι ένα δολάριο. Πράγματι, αν μετατρέψει κάποιος τον ημερήσιο μισθό ενός ανειδίκευτου εργάτη από το εθνικό νόμισμα της χώρας του σε δολάρια ίσως είναι έτσι. Ωστόσο, π.χ. το αφρικανικό αλεύρι μανιόκα κοστίζει μόλις ένα σεντ το κιλό. Επομένως, είναι λάθος να συμπεράνουμε ότι η “ευτυχία” του Αμερικανού ανειδίκευτου εργάτη -που δεν γνωρίζει καν τη μανιόκα, αλλά ψωνίζει το πολύ ακριβότερο αλεύρι που διατίθεται στη χώρα του- είναι εκατό ή πεντακόσιες φορές μεγαλύτερη από του Αφρικανού συναδέλφου του… Έτσι, προκειμένου να είναι ακριβείς οι διεθνείς συγκρίσεις των εισοδημάτων, χρησιμοποιούνται αξίες νομισμάτων αγοραστικώς ισοδύναμες, που αντιστοιχούν δηλαδή στις αγορές των ίδιων βασικών αγαθών για τον καταναλωτή της μιας ή της άλλης χώρας. Γι’ αυτό η Eurostat, αλλά κι άλλες διεθνείς στατιστικές υπηρεσίες, υπολογίζουν το εθνικό προϊόν των ευρωπαϊκών χωρών σε ισοδύναμες αξίες ευρώ, δηλαδή σε αξίες περίπου ίδιας αγοραστικής δυνατότητας ή, πιο απλά, σε αξίες που αντιστοιχούν στην αγορά των ίδιων προϊόντων και υπηρεσιών σε όλη την Ευρώπη.
Μόνο έτσι τα πραγματικά μεγέθη των εισοδημάτων και το ύψος της κατανάλωσης γίνονται συγκρίσιμα. Στην Κοινότητα έχουμε επιπλέον ως εργαλείο στις συγκρίσεις αυτές και τους μέσους κοινοτικούς όρους. Δεδομένου μάλιστα ότι οι "καθυστερημένες" χώρες της Ε.Ε. θέλουν να συγκλίνουν προς το μέσο όρο της Ένωσης, η αντιμετώπιση αυτή δεν είναι κακή. Έτσι ο μέσος όρος της Ε.Ε. τίθεται ως μέτρο 100 μονάδων και με βάση αυτό υπολογίζονται όλες οι μεταβλητές των χωρών-μελών. Τελικά, ίσως καμία χώρα δεν βρίσκεται ακριβώς στο όριο των 100 μονάδων, αλλά αυτή είναι η τύχη των μέσων όρων.
"Πάτος" σε όλα
Στον πίνακα που παρουσιάζουμε μπορεί κανείς να βρει τα πάντα σχετικά με τα συγκριτικά και τα απόλυτα εισοδήματα σε ευρώ στις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Βέβαια, το πέρασμα από την πρώτη στήλη των ισοδύναμων εισοδημάτων σε ευρώ στις άλλες στήλες δεν είναι δυνατό, διότι κάθε στήλη έχει αυτόνομη αξία. Έτσι, σε άλλες χώρες το εθνικό εισόδημα είναι μεγαλύτερο από το προϊόν, όπως στην Ελλάδα, σε άλλες όμως ισχύει το αντίστροφο. Για την Ελλάδα πάντως δεν υπάρχουν προβλήματα, διότι είναι… “πάτος” σε όλα. Και το κατά κεφαλήν απόλυτο εθνικό προϊόν σε ισοδύναμα ευρώ είναι το χαμηλότερο της Ένωσης, αλλά και το εκατοστιαίο κατά κεφαλήν εθνικό εισόδημα εμφανίζεται ως το μικρότερο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ίδια εικόνα ισχύει και για την κατά κεφαλήν κατανάλωση, η οποία στην Ελλάδα είναι στο 81% του μέσου όρου της Ευρώπης των 15. Εδώ έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι ο επόμενος λιγότερο ευνοημένος Ευρωπαίος καταναλωτής δεν είναι ο Πορτογάλος, όπως θα περιμέναμε, αλλά ο Ισπανός.
Κι αυτό παρά το γεγονός ότι στην Ισπανία τόσο το κατά κεφαλήν εθνικό προϊόν όσο και το εισόδημα είναι υψηλότερο από ό,τι στην Πορτογαλία. Το μυστικό σε αυτή την φαινομενικά ανεξήγητη διαφορά βρίσκεται στο επίπεδο των τιμών, οι οποίες είναι υψηλότερες στην Ισπανία από ό,τι στην Πορτογαλία. Τέτοιες διαφορές θα συναντήσουμε όμως και στις συγκρίσεις της χώρας μας με τις υπόλοιπες του πίνακα. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα ο μέσος μισθός είναι πραγματικά πολύ μεγαλύτερος από ό,τι στην Πορτογαλία. Έτσι στην πατρίδα μας ο μέσος εργαζόμενος εισπράττει ως αντίτιμο της εργασίας του το 77% του μέσου ευρωπαϊκού μισθού. Την ίδια ώρα ο μέσος Πορτογάλος εργαζόμενος εισπράττει ακόμα λιγότερα, δηλαδή το 67% του μέσου ευρωπαϊκού μισθού. Πώς είναι όμως δυνατό οι Πορτογάλοι, παρά το ότι πληρώνονται λιγότερο από τους Έλληνες συναδέλφους τους, να έχουν όχι μόνο μεγαλύτερο κατά κεφαλήν εθνικό προϊόν και εισόδημα, αλλά και ιδιωτική κατανάλωση; Ο λόγος είναι για μία ακόμα φορά το γενικό επίπεδο των τιμών, που όπως φαίνεται στην Πορτογαλία θα πρέπει να είναι πολύ πιο χαμηλό από ό,τι στην Ελλάδα…
Τα μυστικά των τιμών
Στο σημείο αυτό πρέπει να παρατηρήσουμε ότι παρά το γεγονός ότι η μέση κατανάλωση των ιδιωτών στην Ελλάδα και την Ισπανία είναι πολύ κοντά -81% του ευρωπαϊκού μέσου όρου στην Ελλάδα και 84% στην Ισπανία- οι διαφορές στο κατά κεφαλήν εθνικό προϊόν, σε ισοδύναμα ευρώ, είναι πολύ μεγαλύτερες. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι οι διαφορές αυτές στο εθνικό προϊόν είναι εκφρασμένες σε αγοραστικά ισοδύναμα ευρώ -άρα έχουν εξομαλυνθεί ως προς το επίπεδο των τιμών. Τα 14.000 κατά κεφαλήν ευρώ του εθνικού εισοδήματος στη Ελλάδα είναι πολύ λιγότερα από τα 17.300 του Ισπανού. Γιατί λοιπόν οι διαφορές μας στην ιδιωτική κατανάλωση είναι τόσο μικρές; Η απάντηση είναι και πάλι το γενικό επίπεδο των τιμών. Με λίγα λόγια οι τιμές στην Ισπανία είναι αρκετά πιο υψηλές απ’ ό,τι στην Ελλάδα. Έτσι, το επίπεδο των τιμών μέτρησε μία φορά όταν υπολογιζόταν το κατά κεφαλήν εθνικό προϊόν σε ισοδύναμα ευρώ (ισοδύναμης αγοραστικής αξίας), αλλά στις συγκρίσεις αυτές το γενικό επίπεδο των τιμών μετράει άλλη μία φορά, αφού πρόκειται για την ιδιωτική κατανάλωση και το ισοδύναμο εθνικό εισόδημα σε ευρώ ξοδεύεται στην αγορά για καταναλωτικούς σκοπούς. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό κάθε φορά που συγκρίνουμε τα εισοδήματα και την αγοραστική δύναμη να μην αρκούμαστε σε απλές νομισματικές μετατροπές. Το επίπεδο των τιμών είναι στην ουσία ο τελικός κριτής των διαφορών αυτών.
Αναλυτικό πίνακα βλέπε τεύχος Νο. 300 σελ.55